Συνέχεια από το: Ενβέρ
Χότζα: Οι Σύγχρονοι Ρεβιζιονιστές στο Δρόμο του Εκφυλισμού σε
Σοσιαλδημοκράτες και της Συγχώνευσής τους με την Σοσιαλδημοκρατία -
Μέρος Β'
Διάλυση των Κομμουνιστικών Κομμάτων – Ο
στόχος των Σύγχρονων Ρεβιζιονιστών
Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι ο θόρυβος
που ξεσηκώνουν οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές για την «ενότητα» του εργατικού
κινήματος, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια μπλόφα, ένας δημαγωγικός ελιγμός για
να καλύψουν τις επιδιώξεις τους. Ενώ ο πραγματικός στόχος τους είναι να ο
εκφυλισμός των κομμουνιστικών κομμάτων σε κόμματα σοσιαλδημοκρατικού τύπου, και
η ενότητα με τους σοσιαλδημοκράτες με «οποιοδήποτε όρο» και σε «οποιαδήποτε
βάση» και κατόπιν η διάλυση (=ο
λικβινταρισμός) των κομμουνιστικών κομμάτων, η συγχώνευσή τους με τα
σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.
Οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες, που δεν
μπορούν να επικαλούνται άγνοια αυτών των προσπαθειών και επιδιώξεων των
ρεβιζιονιστών, καθόρισαν τη στάση τους και τις τακτικές τους σύμφωνα με αυτές
τις προσπάθειες και επιδιώξεις των ρεβιζιονιστων. Οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες
ακολουθούν τις ίδιες διπρόσωπες τακτικές απέναντι στους ρεβιζιονιστές όπως κάνουν
και οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές και η Τιτοϊκή κλίκα.
Από την μια, τους εξυμνούν για την
ρεβιζιονιστική γραμμή δράσης τους, τους ενισχύουν και τους ενθαρρύνουν ως
σύμμαχοι στην προδοσία τους, τους παροτρύνουν να είναι ενάντια στον Μαρξισμό-Λενινισμό
και ενάντια σε όσους είναι πιστοί σ' αυτόν. Για να φτάσουν σε συμφωνίες με τους
ρεβιζιονιστές και να ρίξουν στάχτη στα μάτια των μαζών, ορισμένοι
σοσιαλδημοκράτες ηγέτες, ιδιαίτερα τελευταία, άρχισαν να μιλούν χρησιμοποιώντας
όρους παρόμοιους με εκείνους των ρεβιζιονιστών και να κάνουν δηλώσεις υπέρ της
ειρήνης, της ειρηνικής συνύπαρξης και του αφοπλισμού, άλλαξαν κάπως την στάση
τους προς την Σοβιετική Ένωση και προς τους κομμουνιστές των χωρών τους, κοκ.
Αυτό φυσικά δεν έχει σχέση με καμιά πραγματική, θετική, βασική αλλαγή των
σοσιαλδημοκρατών, αλλά μόνο με αλλαγή της στάσης τους προς ρεβιζιονιστές για
τους παραπάνω λόγους. Είναι ακριβώς αυτού του είδους «αλλαγή» που προσπαθούν οι
ρεβιζιονιστές, δημαγωγικά, να παρουσιάσουν σαν «τάση προς τα αριστερά» των
σοσιαλδημοκρατών, για να δικαιολογήσουν τη δικιά τους μετατόπιση προς τα δεξιά,
για να δικαιολογήσουν της γραμμή προσέγγισης και συνεργασίας με αυτούς.
Από την άλλη, οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες
τηρούν «υπεροπτική» και «αλαζονική» στάση στα δουλοπρεπή αιτήματα και εκκλήσεις
των ρεβιζιονιστών για προσέγγιση και συνεργασία και απαιτούν όλο και πιο πολλές
παραχωρήσεις. Και τι ζητούν οι σοσιαλδημοκράτες;
Στο ιδεολογικό
πεδίο απαιτούν οι ρεβιζιονιστές να εγκαταλείψουν για τα καλά τις βασικές
αρχές του Μαρξισμού-Λενινισμού, την θεση για την δικτατορία του προλεταριάτου,
για τον ηγετικό ρόλο του κομμουνιστικού κόμματος, για τον προλεταριακό
διεθνισμό κ.ο.κ., όχι μόνο στην ουσία αλλά και τυπικά.
Στο πεδίο της πολιτικής, απαιτούν «και άλλες δημοκρατικές εγγυήσεις», αποδοχή της ύπαρξης
πολλών κομμάτων, συνεπώς και αστικών κομμάτων, και το μοίρασμα της εξουσίας
μεταξύ τους στα πλαίσια του σοσιαλιστικού κράτους, αλλαγή στο εκλογικό σύστημα
που να επιτρέπει στις λίστες των υποψηφίων να περιλαμβάνονται και
αντισοσιαλιστικά στοιχειά κλπ. Απαιτούν με άλλα λόγια τη «φιλελευθεροποίηση»
του σοσιαλιστικού καθεστώτος και την μετατροπή του σε κανονική αστική
δημοκρατία.
Στο οικονομικό
πεδίο απαιτούν κατάργηση του κολεκτιβιστικού συστήματος στην ύπαιθρο, των
«παλιών μορφών» οργάνωσης και διοίκησης της οικονομίας, για να προχωρήσουν στην
ευθυγράμμιση και «πλατιά και ολόπλευρη συνεργασία» των σοσιαλιστικών χωρών με
τις καπιταλιστικές χώρες κτλ.
Στο πεδίο
των διεθνών σχέσεων ζητούν ακόμα περισσότερες και μεγαλύτερες παραχωρήσεις
στους ιμπεριαλιστές στο όνομα της «διατήρησης της ειρήνης», παραίτηση από την
υποστήριξη των επαναστατικών και εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, ακόμα και την
θυσία της Γερμανικής Λαϊκής Δημοκρατίας σαν προϋπόθεση για την εδραίωση της
ειρήνης στην Ευρώπη.
Αυτές είναι οι απαιτήσεις που προωθούν,
για παράδειγμα, οι Spaak, Guy Mollet και άλλοι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες. Αυτές
οι απαιτήσεις μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερού με εκείνες που τέθηκαν στους
ρεβιζιονιστές από τους ιμπεριαλιστές, ιδιαίτερα από τους Αμερικάνους
ιμπεριαλιστές μέσω των Αϊζενχάουερ, Ντάλες, Κένεντι, Τζόνσον κ. ά..
Οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες είναι πεπεισμένοι
ότι οι ρεβιζιονιστές θα συνεχίσουν να κάνουν και άλλες παραχωρήσεις, επειδή
είναι αναπόφευκτη συνέπεια την προδοτικής γραμμής που ακολουθούν. Και τα
γεγονότα αποδεικνύουν πιο ξεκάθαρα ότι δεν κάνουν λάθος στους υπολογισμούς
τους. Στη πραγματικότητα, έχοντας μπει στο δρόμο του εκφυλισμού των
κομμουνιστικών κομμάτων σε σοσιαλδημοκρατικά κόμματα με επικεφαλής αυτούς, οι
ρεβιζιονιστές προσπαθούν τώρα να κάνουν την επόμενη κίνηση – την πλήρη
συγχώνευση με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.
Στην κορυφή αυτών των προσπαθειών
βρίσκεται η ρεβιζιονιστική «τρόικα» - η ομάδα του Ν. Χρουστσόφ, η κλίκα του
Τίτο και η ρεβιζιονιστική ηγεσία του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος με
επικεφαλής τον Π. Τολιάτι. Ζωντανό παράδειγμα αυτού προδοτικού δρόμου που
ακολουθουν είναι εκείνο των ηγετών του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, του Π.
Τολιάτι και των άλλων ρεβιζιονιστών ηγετών που επέβαλαν στο Ιταλικό
Κομμουνιστικό Κόμμα γραμμή που είναι ολοκληρωτικά οπορτουνιστική και
ρεφορμιστική, γραμμή που παρεκκλίνει κατάφωρα από τα διδάγματα και τις βασικές
αρχές του Μαρξισμού-Λενινισμού, γραμμή που αντικατέστησε την πάλη των τάξεων,
την επανάσταση και την διχτατορία του προλεταριάτου με τον αποκαλούμενο
«Ιταλικό δρόμο για το σοσιαλισμό» διαμέσου «δομικών μεταρρυθμίσεων» μέσα στα
πλαίσια της «αστικής δημοκρατίας», του αστικού κράτους «πάνω από τάξεις», του
αστικού συντάγματος. Και δεν είναι μόνο αυτό. Ακολουθώντας τον αντιμαρξιστικό
τους δρόμο, ο Π. Τολιάτι και οι άλλοι ρεβιζιονιστές ηγέτες του Ιταλικού
Κομμουνιστικού Κόμματος διαλαλούν την απαραίτητη αλλαγή του «χαρακτήρα, των
λειτουργιών και της οργανωτικής δομής» του κόμματός τους, για να προσαρμοστεί
δήθεν στις σημαντικές πολιτικές επείγουσες ανάγκες που βρίσκονται μπροστά του
και στις «αλλαγές που συμβαίνουν στην οικονομία, την κοινωνική και πολιτικ'η
δομή της χώρας» «με τα ζητήματα της πάλης για τον σοσιαλισμό στις αναπτυγμένες
καπιταλιστικές χώρες» κοκ
Ακριβώς σε ποια κατεύθυνση θα γίνουν
αυτές οι αλλαγές και ποιος είναι ο στόχος τους, γίνεται σαφές στο «Ντοκουμέντο
της Κεντρικής Επιτροπής του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος προς τις
οργανώσεις για την εθνική σύσκεψη» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ουνιτά» με
ημερομηνία 9 Ιανουαρίου 1964. Σε αυτό διαβάζουμε: «Η ουσιαστική επιτακτική ανάγκη είναι να αναζητήσουμε και να
υιοθετήσουμε σύστημα νέων επαφών και σχέσεων με όλες τις δυνάμεις που δέχονται
την σοσιαλιστική πολιτική και μέλλον» με προοπτική «να ξεπεραστεί οργανωτικά η
διαίρεση που υπάρχει ανάμεσα στις διάφορες οργανώσεις της εργατικής τάξης και
να μπουν τα θεμέλια για ένα και μόνο κόμμα». Ακόμα αναφέρεται ότι στο φως της
πάλης ενάντια στη μονοπωλιακή ανάπτυξη της χώρας υπέρ του δρόμου σοσιαλιστικής
ανάπτυξης, πρέπει να μελετήσουμε το «ζήτημα της σχέσης και του διαλόγου με το
πολιτικό, δημοκρατικό καθολικό κίνημα, που αποτελεί σημαντική δύναμη, του
οποίου η υποστήριξη είναι ουσιαστική για την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας
στην Ιταλία».
Αυτές οι θέσεις της ηγεσίας του Ιταλικού
Κομμουνιστικού Κόμματος αποτελούν την συνέχιση και παραπέρα συγκεκριμενοποίηση
των οπορτουνιστικών απόψεων που εκφράστηκαν παλιότερα από τον Π. Τολιάτι. Σε
συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος στις 24
Ιουνίου 1956 ο Τολιάτι είπε:
«Μπορούμε να ανιχνεύσουμε, πράγματι, μια τάση προς τον σοσιαλισμό, μια λιγότερο
ή περισσότερο καθαρή τάση προς οικονομικές μεταρρυθμίσεις και μετασχηματισμούς
σοσιαλιστικού τύπου ακόμα και σε χώρες όπου τα κομμουνιστικά κόμματα όχι μόνο
δεν παίρνουν μέρος στην κυβέρνηση, αλλά δεν είναι πάντα σημαντικός παράγοντας...
Αυτή η κατάσταση υπάρχει σήμερα και θεωρείται ιδιαίτερης σημασίας για εκείνες
τις περιοχές του κόσμου που απελευθερώθηκαν από την αποικιοκρατία μόλις
πρόσφατα. Αλλά επίσης και στις πολύ αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες μπορεί να
συμβεί η εργατική τάξη, στην πλειοψηφία της, να ψηφίσει κάποιο μη κομμουνιστικό
κόμμα και δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι σε τέτοιες χώρες ακόμα και μη
κομμουνιστικά κόμματα που στηρίζονται στην εργατική τάξη, να εκφράσουν την
έντονη επιθυμία της εργατικής τάξης για μια στροφή προς τον σοσιαλισμό. Ακόμα
και όπου υπάρχουν κομμουνιστικά κόμματα και είναι ισχυρά, μπορεί να υπάρχουν
δίπλα σε αυτά και άλλα κόμματα που να στηρίζονται στην εργατική τάξη και να
έχουν σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Η τάση για πραγματοποίηση ριζικών οικονομικών
αλλαγών σε κατεύθυνση που, γενικά είναι σοσιαλιστική, μπορεί τελικά να προέλθει
και από οργανώσεις και κινήματα που δεν αυτοαποκαλούνται σοσιαλιστικά».
Αυτό που είναι καινούργιο στο τελευταίο
ντοκουμέντο της Κεντρικής Επιτροπής του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος για τη
Συνδιάσκεψη σχετικά με την οργάνωση του κόμματος, είναι το γεγονός ότι γίνονται
προσπάθειες να περάσουν από τις θεωρητικές εκτιμήσεις σε πρακτικά βήματα για
την δημιουργία της αποκαλούμενης «αυτοτελούς οργάνωσης της εργατικής τάξης», με
άλλα λόγια στην εξάλειψη του κομμουνιστικού κόμματος ως επαναστατική και
ανεξάρτητη εμπροσθοφυλακή της εργατικής τάξης.
Είχαμε ήδη την ευκαιρία να τονίσουμε ότι
αυτές οι απόψεις του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος δεν είναι καθόλου
πρωτότυπες, αλλά εντελώς ίδιες με εκείνες των Τιτοϊκών αποστατών που εγκρίθηκαν
στο Πρόγραμμα της Ένωσης Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών και καταδικάστηκαν ομόφωνα
από το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα ως βαθιά αντιμαρξιστικές. Σ' αυτό το
ρεβιζιονιστικό Πρόγραμμα διαβάζουμε:
«Η άποψη ότι τα κομμουνιστικά κόμματα κατέχουν το μονοπώλιο σε κάθε γραμμή
εξέλιξης προς τον σοσιαλισμό, και ότι ο σοσιαλισμός εκφράζεται από αυτά, είναι
θεωρητικά λανθασμένη και πολύ επιζήμια στην πράξη». Παρακάτω διαβάζουμε: «Η Ένωση Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών
θεωρεί δογματική την άποψη του απόλυτου μονοπωλίου του κομμουνιστικού κόμματος
στην πολιτική εξουσία σαν καθολική και αιώνια αρχή της δικτατορίας του
προλεταριάτου και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης».
Η ταύτιση απόψεων των ηγετών του Ιταλικού
Κομμουνιστικού Κόμματος μ' εκείνες της Τιτοϊκής κλίκας επεκτείνεται όχι μόνο σε
αυτό, αλλά σ' όλη την γραμμή δράσης τους. Αυτή η ρεβιζιονιστική ενότητα
εκφράστηκε ξεκάθαρα στο κοινό ανακοινωθέν Τίτο – Τολιάτι που υπέγραψαν στο
Βελιγράδι στις 21 Ιανουαρίου αυτής της χρονιάς (1964), όπως επίσης στο κύριο
άρθρο του Τολιάτι μετά την επιστροφή του από την επίσκεψή του στην
Γιουγκοσλαβία.
Στην διάρκεια αυτής της συνάντησης στη
Γιουγκοσλαβία οι Τολιάτι και Τίτο δεν έκρυψαν ότι συζητούσαν για το συντονισμό
των κοινών τους ενεργειών για τη διάδοση στο κομμουνιστικό κίνημα του θριάμβου
της «νέας θετικής πορείας», ιδιαίτερα στην Ευρώπη και για το ξεπέρασμα των
εμποδίων στο δρόμο της ενότητας του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος στην
βάση αυτής της πορείας. Σ' αυτές συνομιλίες ξανατονίστηκε ο «ειδικός ρόλος»,
μέσα στο κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα στην Δυτική Ευρώπη, που απένειμαν
στον εαυτό τους οι ηγέτες του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ας θυμηθούμε τη
θεωρία του «πολυκεντρισμού», υπονοώντας, φυσικά, ότι ένα από τα κύρια και πιο
«ελκυστικά» κέντρα θα είναι ασφαλώς το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα με
επικεφαλής τον Τολιάτι!).
Για την επίτευξη αυτού του στόχου – τη
νίκη της «νέας πορείας», τον εκφυλισμό των κομμουνιστικών κομμάτων, οι
ρεβιζιονιστές με επικεφαλής τον Ν. Χρουστσόφ, χρειάζονται, πρώτα και κύρια, να συντρίψουν,
να υποτάξουν και να διευθετήσουν τον εκφυλισμό όχι μόνο του Ιταλικού
Κομμουνιστικού Κόμματος που ο ίδιος ο Τολιάτι με τόσο ζήλο επιχειρεί, αλλά και
του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γαλλίας, ως τα δυο μεγαλύτερα κόμματα της
Δυτικής Ευρώπης. Γι' αυτό το λόγο κυρίως η «Δούρειος Τρόικα» - ο Ν. Χρουστσόφ,
η κλίκα του Τίτο και οι ρεβιζιονιστές ηγέτες του Ιταλικού Κομμουνιστικού
Κόμματος – ασκούν μεγάλη και πολύπλευρη πίεση στο Κομμουνιστικό Κόμμα της
Γαλλίας μέσω των δεξιών σοσιαλιστών ηγετών με επικεφαλής τον Guy Mollet όπως
επίσης και μέσω των διαφόρων ρεβιζιονιστικών στοιχείων στις γραμμές του ίδιου
του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γαλλίας όπως ο Raimond Gouyot και άλλοι.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας είναι
κόμμα με επαναστατικές παραδόσεις. Παλιότερα συνεισέφερε πολύ στην πάλη ενάντια
σε διάφορα αντιμαρξιστικά ρεύματα, από τους δεξιούς σοσιαλιστές όπως οι Leon
Blum και Guy Mollet μέχρι τους αποστάτες της Τιτοϊκής κλίκας. Τώρα αυτή η
κριτική σταμάτησε είτε ως αποτέλεσμα της υπακοής στη «μπαγκέτα του μαέστρου»
είτε λόγω της πίεσης των ρεβιζιονιστικών στοιχείων που έχουν σκοπό να οδηγήσουν
το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας στον επαίσχυντο δρόμο της υποταγής στον αντιμαρξιστικό
εκφυλισμό, στη γραμμή ενάντια στην οποία πάλεψαν.
Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το τελευταίο
ντοκουμέντο της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας – το σχέδιο
απόφασης για το 17ο Συνέδριο του Κόμματος που θα γίνει φέτος το Μάιο. Σ' αυτό
αναφέρεται ότι χάριν της ενότητας και συνεργασίας με το σοσιαλιστικό κόμμα, το
Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας έκανε πολλά και θα κάνει περισσότερα, για να ξεπεράσει
τα «εμπόδια» στον δρόμο της συνεργασίας, ότι «παραιτείται από τη θέση του ενός
μόνο κόμματος σαν απαραίτητη προϋπόθεση για τη μετάβαση στον σοσιαλισμό. Η θέση
που υποστηρίχτηκε από τον Στάλιν αποτελούσε μια λανθασμένη γενίκευση των
ιδιαίτερων συνθηκών κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκε η Οκτωβριανή
Επανάσταση. Η μετέπειτα εμπειρία απόδειξε ότι κοινοί στόχοι των κομμάτων που
εκπροσωπούν την εργατική τάξη της πόλης και του ηπαίθρου, οδηγούν σε ακόμα
βαθύτερη ενότητα για την μετάβαση στο σοσιαλισμό, για την οικοδόμηση της
σοσιαλιστικής κοινωνίας».
Εδώ βρίσκουμε νέα μεγάλη παραχώρηση αρχών
που κάνει στους σοσιαλδημοκράτες το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας. Μέσω αυτού
του πολύ σοβαρού βήματος οι Γάλλοι ρεβιζιονιστές βάζουν σε κίνδυνο αυτή την
ίδια την ύπαρξη του Κομμουνιστικού Κόμματος, προχωρούν στην διάλυσή του, στην
πλήρη συγχώνευσή του με το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Guy Mollet. Αυτό αποτελεί
άλλη μια ξεκάθαρη απόδειξη για το προς τα που οδηγούν τα κομμουνιστικά κόμματα
οι ρεβιζιονιστές. Είναι φυσικό η μεγαλοαστική εφημερίδα «Λε Μοντ» να χαιρετίζει
αυτή τη δήλωση με τις παρακάτω λέξεις:
«Το Κομμουνιστικό Κόμμα απορρίπτει την θέση για το ένα και μοναδικό κόμμα».
Άσχετα από το πόσο θα προσπαθήσουν να δικαιολογήσουν αυτό το βήμα, από το πόσο
θα προσπαθήσουν να συκοφαντήσουν τον Στάλιν, οι ρεβιζιονιστές του
Κομμουνιστικού Κόμματος της Γαλλίας δεν θα καταφέρουν να αποκρύψουν την
προδοσία τους, τις συνωμοσίες που σκαρώνουν για να προκαλέσουν τον εκφυλισμό
του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γαλλίας σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
Ο Ι. Β. Στάλιν, όπως όλοι οι συνεπείς
Μαρξιστές-Λενινιστές, ποτέ δεν αρνήθηκε την δυνατότητα συνεργασίας με άλλα
κόμματα για το κατάληψη και τον έλεγχο του κράτους και την οικοδόμηση του
σοσιαλισμού. Ποτέ δεν γενίκευσε τις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες που καθόρισαν
την ύπαρξη ενός μόνου κόμματος στην Σοβιετική Ένωση. Είναι αναμφισβήτητο
γεγονός ότι κυρίως την εποχή του Στάλιν τα κομμουνιστικά κόμματα σε διάφορες
χώρες της Ευρώπης και της Ασίας, συνεργάστηκαν για πρώτη φορά με άλλα κόμματα,
και στη διάρκεια της επανάστασης για την εξουσία, όπως επίσης και μετά την
κατάληψη της εξουσίας, στη διάρκεια της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Αλλά είναι
ξεκάθαρο από τα ντοκουμέντα των ηγεσιών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας και
του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας, ότι το ζήτημα δεν είναι αν το
κομμουνιστικό κόμμα μπορεί ή δεν μπορεί να συνεργαστεί με άλλα κόμματα στη
διάρκεια της σοσιαλιστικής επανάστασης και στη διάρκεια της οικοδόμησης του
σοσιαλισμού. Το ζήτημα εδώ είναι ότι, χάριν αυτής της συνεργασίας, στα
ντοκουμέντα αυτά διαγράφονται όλα εκείνα που διακρίνουν τα κομμουνιστικά
κόμματα από τα άλλα κόμματα, ότι αρνούνται το γεγονός της αναγκαιότητας του
ηγετικού ρόλου του κομμουνιστικού κόμματος εξοπλισμένο με τη θεωρία του
Μαρξισμού-Λενινισμού.
Ο Ι. Β. Στάλιν όμως έμεινε αφοσιωμένος
ακριβώς σ' αυτή τη θέση, τη θέση του ηγετικού ρόλου του κομμουνιστικού
κόμματος, θέση που δεν είναι μόνο του Στάλιν, αλλά θεμελιώδης διδασκαλία των
Μαρξ-Ενγκελς-Λένιν που απορρέει από την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης
και της Μαρξιστικής-Λενινιστικής ιδεολογίας που είναι η μοναδική ιδεολογία του
επιστημονικού σοσιαλισμού. Επίσης, τονίζεται ξεκάθαρα και στη Διακήρυξη της
Μόσχας του 1957 όπου αναφέρεται: «η
καθοδήγηση των μαζών από την εργατική τάξη, που ο πυρήνας της είναι το
Μαρξιστικό-Λενινιστικό κόμμα, στη διάρκεια της πραγματοποίησης της επανάστασης
με αυτή ή την άλλη μορφή, στη διάρκεια της εγκαθίδρυσης της δικτατορίας του
προλεταριάτου με αυτή ή την άλλη μορφή» είναι ο γενικός νόμος μετάβασης από τον
καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.
Υπήρχε εποχή που οι ηγέτες του Κομμουνιστικού
Κόμματος Γαλλίας ασκούσαν έντονη κριτική στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας
επειδή το δεύτερο τοποθετούσε στην ίδια μοίρα το κομμουνιστικό κόμμα με τα άλλα
λεγόμενα «εργατικά κόμματα», επειδή προωθούσαν την αναγκαιότητα ύπαρξης πολλών
κομμάτων στο σοσιαλισμό και αρνούνταν την αναγκαιότητα του ηγετικού ρολού του
Μαρξιστικού -Λενινιστικού κόμματος. Εξετάζοντας αυτές τις απόψεις του Π.
Τολιάτι και Σία, το όργανο της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας,
«Cahier du Communisme» δημοσίευσε
στο τεύχος του Γενάρη 1957 άρθρο του σημερινού μέλους του Πολιτικού Γραφείου
του Κομμουνιστικού Κόμματος Γαλλίας, R. Gorad, με τον τίτλο: «Σε σχέση με τον “Ιταλικό δρόμο” προς το σοσιαλισμό» που
τόνιζε την άρνηση της ριζικής διαφοράς ανάμεσα στο κομμουνιστικό κόμμα και τα
άλλα αποκαλούμενα «εργατικά» κόμματα που είναι διαποτισμένα με την ιδεολογία
άλλων τάξεων, που, κατά συνεπεία, δε μπορούν να εκπροσωπήσουν πλέρια τα πραγματικά
σημερινά και μελλοντικά συμφέροντα της εργατικής τάξης, πράγμα που σημαίνει,
στην ουσία, να τοποθετείς το κομμουνιστικό κόμμα στο ίδιο επίπεδο με τα μη
προλεταριακά κόμματα, να απορρίπτεις ότι «υπάρχει μόνο ένας επιστημονικός
σοσιαλισμός που προσδιορίζει ξεκάθαρα τον ιστορικό ρόλο της εργατικής τάξης,
τις τακτικές και την στρατηγική, που της δίνει την δυνατότητα να φέρει σε πέρας
την ιστορική της αποστολή» και να «παραδέχεσαι τη δυνατότητα ο ρεφορμιστικός
'δρόμος' προς τον σοσιαλισμό να μπαίνει στο ίδιο επίπεδο με τον επαναστατικό
δρόμο». Τα «Cahier du Communisme»
[«Τετράδια του κομμουνισμού»] τόνιζαν την ίδια
περίοδο ότι αυτό σημαίνει μετατόπιση στις θέσεις του Καρντέλι και των άλλων
Γιουγκοσλάβων ηγετών, που ανακήρυξαν τον Σκανδιναβικό σοσιαλδημοκρατικό δρόμο
σαν μια από τις δυνατές μορφές μετάβασης στο σοσιαλισμό, διαγράφοντας έτσι τη
ριζική διαφορά ανάμεσα στην ιδεολογία του επιστημονικού σοσιαλισμού και τη
σοσιαλδημοκρατική ιδεολογία που διακηρύσσει συμφιλίωση, ταξική συνεργασία και
ειρηνική ενσωμάτωση, με άλλα λόγια, αποκήρυξη τον σοσιαλιστικών στόχων.
Να αρνείσαι τη θέση για τον ρόλο της
καθοδήγησης του κομμουνιστικού κόμματος ως ουσιαστική προϋπόθεση μετάβασης στο
σοσιαλισμό, να τσουβαλιάζεις το κομμουνιστικό κόμμα με τα άλλα «εργατικά»,
«σοσιαλιστικά» κόμματα, όπως κάνουν οι ρεβιζιονιστές, σημαίνει να κόβεις όλους
τους δεσμούς με τον πραγματικό επιστημονικό σοσιαλισμό και την πραγματική
σοσιαλιστική ιδεολογία, σημαίνει να εγκαταλείπεις τις αρχές και το πρόγραμμα
του κομμουνιστικού κόμματος και να ενώνεσαι και να συγχωνεύεσαι με τα
σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στη βάση του αντιμαρξιστικού προγράμματός τους. Και
αυτό ακριβώς κάνουν οι ρεβιζιονιστές.
Υπήρξε περίοδος που το Κομμουνιστικό
Κόμμα της Γαλλίας δε συμφωνούσε με την προδοτική, πέρα για πέρα ρεβιζιονιστική
γραμμή των ηγετών του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας με επικεφαλής τον Π.
Τολιάτι. Υπάρχουν σήμερα διαφωνίες ανάμεσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας
και τους ρεβιζιονιστές ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας; Αν
υπάρχουν, τότε γιατί σιωπούν; Γιατί το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας το
βρίσκει ευκολότερο να επιτίθεται στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας και στο
Κόμμα Εργασίας Αλβανίας και δεν λέει κουβέντα για τους Ιταλούς ρεβιζιονιστές;
Αν δε διαφωνούν σε τίποτα με τους Ιταλούς ρεβιζιονιστές τότε γιατί δε λένε
ανοιχτά ότι συμφωνούν μαζί τους και ότι έκαναν λάθος παλιότερα; Μήπως επειδή
τους επιβάλει αυτή την μελωδία «η μπαγκέτα του μαέστρου»;
Το να μη λες κουβέντα, να κλείνεις τα
μάτια στην προδοτική γραμμή και συμπεριφορά των ρεβιζιονιστών – μια τέτοια
στάση όχι μόνο είναι αντιμαρξιστική αλλά και επικίνδυνη. Κάνει μεγάλο κακό όχι
μόνο στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας που πρέπει να βοηθηθεί να δει προς τα
που το οδηγεί ο Τολιατικός ρεβιζιονισμός, αλλά και στο ίδιο το Κομμουνιστικό
Κόμμα της Γαλλίας, σ' ολόκληρο το κομμουνιστικό κίνημα. Οι επαναστάτες
Μαρξιστές-Λενινιστές προειδοποιούν για την καταστροφή που απειλεί το
κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα. Δεν μπορούν ούτε πρέπει να σιωπήσουν όταν η
ομάδα των προδοτών προσπαθεί να οδηγήσει τα κομμουνιστικά κόμματα όπως το
Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας,
το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας και τα άλλα στην άβυσσο, αλλά πρέπει να
υψώσουν την φωνή τους για να βοηθήσουν τους πραγματικούς κομμουνιστές, τα μέλη
αυτών των κομμάτων, να δουν ξεκάθαρα τον κίνδυνο, να κατανοήσουν που τους
οδηγεί η τωρινή ρεβιζιονιστική ηγεσία τους, πριν να είναι πολύ αργά.
Όταν ιδρύθηκαν τα κομμουνιστικά κόμματα
της Γαλλίας και της Ιταλίας στα Συνεδρία στην Τουρς και το Λιβόρνο, ως
επαναστατικά κόμματα νέου τύπου, αποχωρησαν από τα σοσιαλιστικά κόμματα εκείνης
της εποχής που είχαν προδώσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του
σοσιαλισμού, και έκοψαν όλους τους δεσμούς τους με τους οπορτουνιστές και
ρεφορμιστές της 2ης Διεθνούς υιοθετώντας τους Μαρξιστικούς-Λενινιστικούς όρους
της κομμουνιστικής Διεθνούς. Τώρα είμαστε μάρτυρες της αντίστροφης πορείας. Η
διαχωριστική γραμμή που μπήκε στα Συνέδρια της Τουρς και του Λιβόρνου
εξαλείφθηκε. Οι προσπάθειες των σύγχρονων ρεβιζιονιστών να ενωθούν και να
συγχωνευτούν με εκείνους με τους οποίους διαχώρισαν τη θέση τους – τους
προδότες σοσιαλδημοκράτες ηγέτες – κάνοντας επαναλαμβανόμενες παραχωρήσεις σε
αυτούς, αποκηρύσσοντας τις επαναστατικές αρχές του Μαρξισμού-Λενινισμού, γίνονται
όλο και πιο φανερές. Γι' αυτό οι επαναστάτες κομμουνιστές σε Ιταλία και Γαλλία,
όπως και στις άλλες χώρες, που απειλούνται από τον κίνδυνο του ρεβιζιονισμού
πρέπει να ορθώσουν το ανάστημά τους ενάντια στους αποστάτες. Αυτός είναι ο
μόνος σωστός δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουν. Οι επιθέσεις που εξαπολύει η
ρεβιζιονιστική «τρόϊκα», με την καθοδήγηση του Ν. Χρουστσόφ, ενάντια στα
κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα, μοιάζουν πάρα πολύ με την πρακτική των σοσιαλδημοκρατών
της 2ης Διεθνούς. Γι' αυτό οι Μαρξιστές πρέπει να διδαχθουν από την ιστορία,
πρέπει να ακολουθήσουν τις επαναστατικές κατευθύνσεις των προηγούμενων εποχών
για την υπεράσπιση του Μαρξιστικού -Λενινιστικού κόμματος, για την υπεράσπιση
της επανάστασης.
Στις παραμονές του 17ου Συνεδρίου το
Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα: θα συνεχίσει την
τυφλή υπακοή στη «μπαγκέτα του μαέστρου» και θα επιτρέψει στη ρεβιζιονιστική
ομάδα που βρίσκεται στην ηγεσία να το σπρώξει οριστικά στο δρόμο της προδοσίας,
ή θα σπάσει την μπαγκέτα του μαέστρου, θα διορθώσει τα λάθη του και θα
επιστρέψει στον ηρωικό επαναστατικό δρόμο του Μαρξισμού-Λενινισμού;
Πολλοί ηγέτες του Κομμουνιστικού
Κόμματος της Γαλλίας εκτόξευσαν προσβολές και ιταμές κατηγορίες ενάντια στο
Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας και στην ηγεσία του. Δεν πρόκειται να το ξεχάσουμε.
Στο τέλος, αν όχι σήμερα, αύριο, το καθετί θα τακτοποιηθεί με μαρξιστικό τρόπο.
Είμαστε βέβαιοι ότι εκείνοι που ενήργησαν με αυτό τον τρόπο θα ρεζιλευτούν. Δεν
οφείλουμε κάτι στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας. Οι ηγέτες του χρωστούν στο
Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας. Όμως, ειλικρινά καλούμε το Κομμουνιστικό Κόμμα της
Γαλλίας να στραφεί στον δρόμο της επανάστασης, πριν να είναι πολύ αργά, για το
καλό του Γαλλικού λαού, του προλεταριάτου της Γαλλίας και του διεθνούς
προλεταριάτου. Εκεί είναι η θέση του. Εκείνοι που διορθώνουν τα λάθη τους
εμπνέουν το σεβασμό των άλλων και έχουν την υποστήριξη των κομμουνιστών και
όλων των προοδευτικών ανθρώπων του κόσμου, ενώ οι προδότες προκαλούν την
απέχθεια όλων. Όλοι τους καταδικάζουν και τους πολεμούν ανελέητα όπως στην
περίπτωση της Χρουστσοφικής ομάδας, του Τίτο, του Τολιάτι και των πιστών τους
συντρόφων, ενάντια σε όλους τους σύγχρονους ρεβιζιονιστές.
Πρέπει να μπει τέλος στις προδοτικές ενέργειες
των ρεβιζιονιστών. Πρέπει να προστατευθούν τα Κομμουνιστικά Κόμματα
Μέσω της πολιτικής τους κατεύθυνσης και
μέσω όλων των πρακτικών τους ενεργειών, οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές, με
επικεφαλής τον προδότη Χρουστσόφ, δημιούργησαν βαριά κατάσταση σε πολλά
κομμουνιστικά κόμματα και στο διεθνές κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα.
Κατέστρεψαν ειδικότερα την εσωτερική ενότητα των κομμάτων και του κινήματος
γενικότερα, και προχωρούν ολοταχώς προς το σοσιαλδημοκρατικό εκφυλισμό των
κομμουνιστικών κομμάτων, προσπαθούν να οδηγήσουν ολόκληρο το παγκόσμιο
κομμουνιστικό κίνημα σε οπορτουνιστική και προδοτική κατεύθυνση. Θυμίζει μια
από εκείνες τις περιόδους όταν, σαν αποτέλεσμα της παρέκκλισης των ηγετών τους
από τις επαναστατικές αρχές, τα κόμματα της 2ης Διεθνούς ξέκοψαν από τον
επαναστατικό δρόμο, αποκήρυξαν τον μαρξισμό, χώθηκαν οριστικά στον βούρκο του
οπορτουνισμού και του ρεφορμισμού, εκφυλίστηκαν σε «αστικά κόμματα της
εργατικής τάξης».
Η προδοσία των κομμάτων της 2ης
Διεθνούς, που εκφράστηκε ξεκάθαρα στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, όταν
περάσαν ανοιχτά στο στρατόπεδο του σοσιαλ-σωβινισμού, ήρθαν αντιμέτωπα – και
δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά – με την αποφασιστική αντίσταση των
επαναστατών κομμουνιστών με επικεφαλής τον Λένιν. Ο τελευταίος , αν και
μειοψηφία, εκφράζοντας τα πραγματικά θεμελιώδη συμφέροντα της εργατικής τάξης,
των εργαζόμενων μαζών, διεξήγαγε αδιάλλακτη πάλη Αρχών επί σειρά ετών για το
ξεμασκάρεμα των προδοτών ηγετών της 2ης Διεθνούς, για το ξεσκέπασμα του οπορτουνισμού
και του ρεφορμισμού των κομμάτων της, για την υπεράσπιση του προλεταριακού
διεθνισμού και του Μαρξισμού, για την ίδρυση νέων επαναστατικών κομμάτων της
εργατικής τάξης. «Είναι αδύνατο», έγραφε τότε ο Β. Ι. Λένιν, «να εκπληρώσουμε
τα καθήκοντα του σοσιαλισμού σήμερα, είναι αδύνατον να επιτευχθεί η διεθνής
ενότητα των εργατών, χωρίς την σύγκρουση με τον οπορτουνισμό, χωρίς να
εξηγήσουμε στις μάζες το αναπόφευκτο της αποτυχίας του». Μιλώντας γι' αυτή την
πάλη του Λένιν, ο Ι. Β. Στάλιν έγραφε:
«Κάθε μπολσεβίκος, εάν είναι πραγματικός ή πραγματική μπολσεβίκος, γνωρίζει ότι
ο Λένιν ακολούθησε την γραμμή της διακοπής των σχέσεων, της διάσπασης με τους
οπορτουνιστές του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Ρωσίας, όπως επίσης και της
2ας Διεθνούς, ειδικά της Γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, πολύ πριν τον πόλεμο,
περίπου στις αρχές του 1903 και 1904, όταν δημιουργήθηκε η Μπολσεβίκικη ομάδα
στην Ρωσία και όταν πρωτοεμφανίστηκαν αριστερά στοιχεία στην Γερμανική
Σοσιαλδημοκρατία». (Στάλιν, Έργα, τόμος 13, σελ. 83, Αλβανική Έκδοση).
Η αταλάντευτη πάλη αρχών του Λένιν και
των άλλων επαναστατών κομμουνιστών για το τσάκισμα των οπορτουνιστών και
προδοτών της 2ης Διεθνούς ιδεολογικά και πολιτικά, οδήγησε σε ακόμα μεγαλύτερες
νίκες του Μαρξισμού-Λενινισμού και του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος,
στέφθηκε με το θρίαμβο της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη
Ρωσία, με την δημιουργία των νέων επαναστατικών κομμάτων νέου τύπου και με την
πλέρια αποτυχία της 2ης Διεθνούς και την αντικατάστασή της από την 3η Κομμουνιστική
Διεθνή.
Και σήμερα η προδοσία των σύγχρονων
ρεβιζιονιστών, που απομακρύνθηκαν πέρα για πέρα από τον Μαρξισμό-Λενινισμό, από
τις αρχές του επαναστατικού προλεταριακού κόμματος και από τα ζωτικά συμφέροντα
του επαναστατικού προλεταριάτου και των πλατιών εργαζομένων μαζών, συνάντησε –
και δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά – την αταλάντευτη αντίσταση και πάλη αρχών
των Μαρξιστικών-Λενινιστικών κομμάτων και των επαναστατών κομμουνιστών. Είναι
πάλη μεγάλης ιστορικής σημασίας, πάλη που αφορα το μέλλον της παγκόσμιας
επανάστασης και του απελευθερωτικού κινήματος, πάλη για την υπεράσπιση του
Μαρξισμού-Λενινισμού ενάντια στο ρεβιζιονισμό, για την υπεράσπιση του
προλεταριακού διεθνισμού ενάντια στον εθνικισμό και σωβινισμό, για την
υπεράσπιση του σοσιαλιστικού καθεστώτος ενάντια στον φιλελεύθερο αστικό
εκφυλισμό, για την υπεράσπιση των επαναστατικών κομμουνιστικών κομμάτων ενάντια
στον σοσιαλδημοκρατικό εκφυλισμό, για την υπεράσπιση της Μαρξιστικής –
Λενινιστικής ενότητας των κομμουνιστικών κομμάτων, του διεθνούς κομμουνιστικού
κινήματος και του σοσιαλιστικού στρατοπέδου ενάντια στους ρεβιζιονιστές
διασπαστές.
Όπως ακριβώς μας διδάσκουν οι κλασσικοί
του Μαρξισμού-Λενινισμού και η πείρα του κομμουνιστικού κινήματος, ο μόνος
σωστός τρόπος αντίδρασης στη πρόκληση των ρεβιζιονιστών είναι η επιστράτευση
όλων των προσπαθειών των Μαρξιστών-Λενινιστών για αποφασιστική ασυμβίβαστη πάλη
ενάντια στους ρεβιζιονιστές αποστάτες. Τα χτυπήματα και οι πιέσεις των
ρεβιζιονιστών, από έξω και από μέσα, δεν μπορούν αποκρουστούν ακολουθώντας
ταλαντευόμενη κεντριστική γραμμή, ούτε ασχολούμενοι με την συντήρηση μιας
λανθασμένης και πλασματικής ενότητας. Το κόμμα δεν μπορεί να σωθεί με κλάματα
και αναστεναγμούς ούτε πρέπει να θυσιαστεί χάριν της σωτηρίας του «κύρους»
οποιουδήποτε, την στιγμή που το «κύρος» χρησιμοποιείται χωρίς κανένα ενδοιασμό
για το θάψιμο της μεγάλης υπόθεσης της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού.
Η ομάδα του Ν. Χρουστσόφ οδήγησε τους
ηγέτες πολλών κομμουνιστικών κομμάτων σε αδιέξοδο. Τους προέτρεψε να αγνοήσουν
το επαναστατικό παρελθόν του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης και
των δικών τους κομμάτων, με ψεύτικες συκοφαντίες ενάντια στον Στάλιν, έφερε
τους παλιούς επαναστάτες ηγέτες, που είχαν λαμπρό παρελθόν, σε δύσκολη θέση.
Πολλοί έπεσαν θύματα της Χρουστσοφικής γραμμής της ειρηνικής συνύπαρξης, γραμμή
για την προσέγγιση και την συνεργασία με τους εχθρούς της ειρήνης και του
σοσιαλισμού – τους ιμπεριαλιστές. Το τραγικό με κάποιους από αυτούς είναι ότι
αν και αντιλήφθηκαν πολλά, αν και βλέπουν ότι η γραμμή της ομάδας του Ν.
Χρουστσόφ είναι ρεβιζιονιστική γραμμή γεμάτη με σφάλματα, εντούτοις δεν
βρίσκουν το απαιτούμενο Μαρξιστικό θάρρος να πουν στους εαυτούς τους: Στοπ! Δεν
χειρίζονται αυτό ζήτημα όπως τους αξίζει, επαναστατικά Μαρξιστικά-Λενινιστικά.
Προσπαθούν να σώσουν το κόμμα μέσω της ρεβιζιονιστικής γραμμής που είναι ο
θάνατός του. Προσπαθούν υποτονικά να δικαιολογήσουν αυτό το δρόμο, για τον
οποίο έχουν αμφιβολίες και δεν συμφωνούν πλέρια, μιλώντας καμιά φορά σε στενούς
κύκλους για τις διαφωνίες που έχουν με τον Ν. Χρουστσόφ. Αλλά μένουν σ' αυτόν,
δεν προχωρούν παραπέρα, και δεν φέρνουν αυτά τα ζητήματα αποφασιστικά για
συζήτηση στα κόμματά τους με Μαρξιστικό-Λενινιστικό τρόπο. Συμφωνούν στο να
δέχονται και να συζητούν τα υλικά που τους στέλνονται από τον Ν. Χρουστσόφ,
αλλά φοβούνται να συζητήσουν στα κόμματά τους ντοκουμέντα και γραπτά από άλλα
κόμματα.
Διεξάγεται μεγάλη πάλη στα βάθη της
συνείδησής τους. Και η ομάδα του Ν. Χρουστσόφ δραστηριοποιείται. Έκαναν οπαδούς
τους πολλούς από τις ηγεσίες πολλών κομμάτων, στους οποίους άσκησαν πίεση,
εκβιασμό και χρησιμοποίησαν παραπλανητικούς ελιγμούς έτσι ώστε να υποτάξουν τα
κόμματά τους στην μπαγκέτα του αρχιμουσικού. Ακολουθώντας τα βήματα του Ν.
Χρουστσόφ πολλοί ηγέτες κομμουνιστικών κομμάτων, με την πολιτική τους στάση,
μπήκαν σε δρόμο που οδηγεί σε αδιέξοδο. Φυσικά είναι σωστό να αποτρέψουμε τον
κίνδυνο για την παγκόσμια ειρήνη που προέρχεται από τον Δυτικό-Γερμανικό
μιλιταρισμό και από τον ιμπεριαλιστικό άξονα Βόνης – Παρισιού, αλλά, με
πρόσχημα αυτό, είναι επίσης λάθος και αντιμαρξιστικό η παραίτηση από την πάλη
ενάντια στον ιμπεριαλισμό που είναι η κύρια δύναμη πολέμου και επιθετικότητας,
ο προμαχώνας της παγκόσμιας αντίδρασης, ο μεγαλύτερος διεθνής χωροφύλακας και
εκμεταλλευτής, ο μεγαλύτερος εχθρός των λαών στον κόσμο, όπως τον χαρακτήρισε
το 1960 η Δήλωση της Μόσχας. Είναι σωστό και μαρξιστικό να παλεύεις ενάντια
στην «συγκεντρωτική εξουσία» και τις συνέπειές της, αλλά είναι επίσης αντιμαρξιστικό
να ακολουθείς τυφλά την φιλο–Αμερικάνικη πολιτική του Ν. Χρουστσόφ και να μην
εκμεταλλεύεσαι την διάσπαση που επικρατεί στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο που
βαθαίνει όλο και περισσότερο. Ξέρουμε γιατί κρατιέται αυτή η στάση. Ασφαλώς, ο
αρχιμουσικός επέβαλε αυτή την μελωδία. Αλλά τελικά, αν αυτός ο «αρχιμουσικός»
φλερτάρει με την «συγκεντρωτική εξουσία» για τυχοδιωκτικές, αντιμαρξιστικές
επιδιώξεις, τι θα συμβεί; Ή ο αρχιμουσικός εκπαιδεύει τώρα άλλους μουσικούς για
να ανοίξουν το δρόμο σε νέους τυχοδιωκτισμούς;
Το ρεβιζιονιστικό στρατόπεδο είναι σε
κρίσιμη κατάσταση. Στο καράβι του έχει ρήγμα, μπάζει νερά και βυθίζεται. Η
ομάδα του Ν. Χρουστσόφ κάνει ότι μπορεί για να αποτρέψει αυτή την καταστροφή.
Για να εμποδίσουν το παραπέρα ξεσκέπασμα ξεσηκώνουν μεγάλο θόρυβο για τον
τερματισμό της πολεμικής που αυτοί οι ίδιοι άρχισαν και που πριν τη θεωρούσαν
πέρα για πέρα δικαιολογημένη, αναγκαία και Λενινιστική. Αλλά στις παρούσες
συνθήκες, το σταμάτημα της πολεμικής, για κάθε αληθινό Μαρξιστή και επαναστάτη,
θα σήμαινε ενότητα με τους προδότες, διευκόλυνσή τους στην διαστρέβλωση και
καταστροφή του Μαρξισμού – Λενινισμού. Στις προσπάθειές του να εξαπατήσει τον
κόσμο, ο Ν. Χρουστσόφ ορκίζεται στην ενότητα. Όμως οι πραγματικοί επαναστάτες
και οι συνεπείς κομμουνιστές δεν θα εξαπατηθούν από τους τυχοδιώκτες, τους
δημαγωγούς και διασπαστές! Οι επαναστάτες κομμουνιστές ακολουθούν με αφοσίωση
τα διδάγματα του μεγάλου Λένιν που λέει: «Η ενότητα είναι μεγάλο ζήτημα και
σημαντικό σύνθημα. Αλλά η υπόθεση των εργατών απαιτεί ενότητα Μαρξιστών, όχι ενότητα Μαρξιστών με
αντιπάλους του Μαρξισμού και με αυτούς που τον διαστρεβλώνουν» (Λένιν: Έργα,
τομ. 20, σελ. 211, Ρωσική έκδοση). Τώρα είναι πλέον ξεκάθαρο ότι ο Ν. Χρουστσόφ
και η ομάδα του εκπροσωπούν ακριβώς αυτούς τους εχθρούς και διαστρεβλωτές του
Μαρξισμού στο σημερινό κομμουνιστικό κίνημα. Ο Ν. Χρουστσόφ, από την μεριά του,
συνεχίζει τη διασπαστική δουλειά του με διάφορες μορφές, διαμέσου περιφερειακών
συναντήσεων, δικομματικών συσκέψεων, υπαγορεύοντας νέες οδηγίες και καθήκοντα
με σκοπό να γίνουν παραχωρήσεις και να οδηγήσει τα κόμματα και τους ηγέτες τους
ακόμα πιο βαθιά στον ρεβιζιονισμό και στην προδοσία. Είναι η κατάλληλη στιγμή ο
καθένας να σταματήσει και να σκεφτεί, να πάψει να υπακούει στην «μπαγκέτα του
μαέστρου», να αντισταθεί στους προδότες, για την υπεράσπιση του Μαρξισμού-Λενινισμού,
του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και της Σοβιετικής Ένωσης, για την υπεράσπιση της
μεγάλης επαναστατικής υπόθεσης της εργατικής τάξης.
Επιβάλλεται όλοι οι κομμουνιστές να
συγκεντρώσουν όλες τις προσπάθειές τους και να παλέψουν τον ιμπεριαλισμό με
επικεφαλής τους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Και η πάλη ενάντια στον σύγχρονο
ρεβιζιονισμό είναι συστατικό μέρος της πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό, επειδή
ο σύγχρονος ρεβιζιονισμός είναι τέκνο και σύμμαχος του ιμπεριαλισμού, είναι η
έκφραση της θεωρίας και πράξης της αστικής ιδεολογίας, είναι ο «Δούρειος ίππος»
του ιμπεριαλισμού στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο και στο διεθνές κομμουνιστικό
κίνημα. Τα λόγια του μεγάλου Λένιν ηχούν σήμερα επίκαιρα όσο ποτέ άλλοτε όταν
έλεγε ότι χωρίς την διεξαγωγή αδιάλλακτης και συνεπούς πάλης ενάντια στον
οπορτουνισμό και τον ρεβιζιονισμό, δεν μπορεί να διεξαχθεί με επιτυχία πάλη
ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Χωρίς το ξεσκέπασμα και η συντριβή του
ρεβιζιονισμού, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί καμιά επανάσταση, κανένας
σοσιαλισμός και κομμουνισμός δεν μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει και να
οικοδομείται με επιτυχία.
Είμαστε πέρα για πέρα βέβαιοι ότι, όπως
ακριβώς στο παρελθόν, η τωρινή μάχη ενάντια στους σύγχρονους ρεβιζιονιστές, με
επικεφαλής την ομάδα του Ν. Χρουστσόφ, θα στεφθεί με παραπέρα επιτυχίες του
Μαρξισμού-Λενινισμού, του σοσιαλισμού και του διεθνούς κομμουνιστικού
κινήματος. Οι ρεβιζιονιστές δε θα καταφέρουν να γυρίσουν προς τα πίσω το
ιστορικό επαναστατικό προτσές. Είμαστε μάρτυρες του γεγονότος ότι οι
ρεβιζιονιστές όλο και πιο πολύ ξεσκεπάζονται και αμφισβητούνται μέσα στις δίκες
τους χώρες όπως επίσης και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, ότι είναι
αντιμέτωποι με την μια ήττα μετά την άλλη, ενώ οι γραμμές των κομμάτων που
είναι πιστά στο Μαρξισμό-Λενινισμό και των επαναστατών κομμουνιστών πυκνώνουν
και γίνονται ισχυρότερες, ο αγώνας τους ενάντια στους σύγχρονους ρεβιζιονιστές
γίνεται όλο και πιο ορμητικός. Είναι αναπόφευκτη η πλέρια ήττα του
ρεβιζιονισμού και ο θρίαμβος του Μαρξισμού-Λενινισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου