Οι καπιταλιστικού χαρακτήρα οικονομικές μεταρρυθμίσεις στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες Ανατολικές χώρες κατά τη χρουστσο-μπρεζνιεφική περίοδο (1953-1965) – που παλινόρθωσαν πλέρια, ως τα μέσα-τέλη της δεκαετίας του ΄60, τον καπιταλισμό σ’ αυτές τις χώρες – στηρίχτηκαν στις αστικές περί «σοσιαλισμού» θεωρίες των αντιδραστικών αστών χυδαίων οικονομολόγων αλλά και σ’ εκείνες του διεθνώς γνωστού πολωνού ρεβιζιονιστή οικονομολόγου Oskar Lange, συνεχιστή των περί «σοσιαλισμού» θεωριών των αστών οικονομολόγων, όπως προκύπτει και απ’ την παρακάτω συντομότατη αναφορά.
Το πολύ σύντομο και ελλιπές αυτό σημείωμα, για ένα τόσο μεγάλο θέμα, είναι κυρίως πληροφοριακού χαρακτήρα (παρακίνηση των νεότερων για ενασχόληση με το θέμα) και δεν έχει ως στόχο την ανασκευή-αντίκρουση των αστικών περί «σοσιαλισμού» θεωριών.
Αμέσως τα πρώτα χρόνια μετά τη δημοσίευση του «Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος» (1848) των Marx-Engels αστοί οικονομολόγοι,που, ως γνωστόν, θεωρούσαν την ατομική καπιταλιστική Ιδιοκτησία σαν «φυσική» και «αιώνια» οικονομική Κατηγορία, άρχισαν να καταπολεμούν τις επικίνδυνες για την κυριαρχία της αστικής τάξης επαναστατικές κομμουνιστικές αντιλήψεις ενώ ταυτόχρονα επεξεργάστηκαν τις δικές τους περί «σοσιαλισμού» αστικές θεωρίες, που ουσιαστικά ταύτιζαν το «σοσιαλισμό-κομμουνισμό» με τον καπιταλισμό και μερικοί απ’ αυτούς ισχυρίζονταν ότι ο σοσιαλισμός-κομμουνισμός δεν μπορούσε τάχα να εφαρμοστεί και να λειτουργήσει «ορθολογικά» ως οικονομικο-κοινωνικό σύστημα.
Από τότε ως τα σήμερα με το ζήτημα του σοσιαλισμού-κομμουνισμού ασχολήθηκε ολόκληρη στρατιά αστών οικονομολόγων*.
Στο χώρο των διαφόρων Σχολών της χυδαίας αστικής πολιτικής οικονομίας – που ας σημειωθεί δεν έχει καμιά επιστημονική γνώση να προσφέρει – αναπτύχθηκαν και διαμορφώθηκαν δυο βασικές κατευθύνσεις: η μια που ταύτιζε το σοσιαλισμό με τον καπιταλισμό (αυτή μόνο ενδιαφέρει εδώ) και η άλλη που υποστήριζε το ανεφάρμοστο του σοσιαλισμού-κομμουνισμού με κορυφαία και πιο γνωστή περίπτωση εκείνη του αυστριακού οικονομολόγου Ludwig von Mises (1919) που προκάλεσε τις γνωστές συζητήσεις που ακολούθησαν κατά τη διάρκεια των δεκαετιών ΄20-΄30-΄40, στην οποία δεν θα υπάρξει αναφορά, αφού είναι άσχετη με το θέμα των καπιταλιστικού χαρακτήρα μεταρρυθμίσεων στη Σοβιετική Ένωση.
Απ’ τους πρώτους, ήδη απ’ το 1854, ο Γερμανός Hermann Heinrich von Gossen, θεμελιωτής της υποκειμενικής θεωρίας της Οριακής Χρησιμότητας, στο έργο του «Entwicklung der Gesetze des menschlichen Verkehrs und der daraus flieβenden Regeln fuer menschliches Handeln» (Braunschweig 1854 και 1889, 1927: σελ. 228-231) διατύπωσε την άποψη ότι ένας κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας είναι αδύνατος επειδή «η λύση αυτού του καθήκοντος ξεπερνά κατά πολύ τις δυνάμεις των μεμονωμένων ανθρώπων».
Το 1874 ακολούθησε ο Ελβετός οικονομολόγος Leon Walras: «Elemente der reinen politischen Oekonomie» (1874) που ασχολήθηκε, εκτός των άλλων, με τα ζητήματα των Τιμών και της γενικής οικονομικής Ισορροπίας, ο οποίος παραδέχθηκε ότι αυτή μπορεί να επιτευχθεί ευκολότερα σ’ ένα σύστημα οργανωμένης οικονομίας, αποδεχόμενος έτσι τη δυνατότητα εφαρμογής και λειτουργίας του σοσιαλισμού, πρόβλημα με το οποίο ασχολήθηκαν και ανέπτυξαν παραπέρα μαθητές του. Τον ίδιο χρόνο δημοσιεύτηκε και η σχετική με το θέμα του σοσιαλισμού μικρή μπροσούρα του Albert Schaeffle: «Die Quintessenz des Sozialismus» (1874).
Αργότερα, το 1889, ο αυστριακός Friedrich von Wieser, στο έργο του «Der natuerliche Werth» (Wien 1889, σελ. 59-66) διετύπωσε για πρώτη φορά την άποψη, ότι οι οικονομικές κατηγορίες Τιμή, Τόκος, Πρόσοδος κλπ. είναι κοινές τόσο στο καπιταλισμό όσο και στο σοσιαλισμό-κομμουνισμό, ταυτίζοντας έτσι ουσιαστικά τους δυο διαμετρικά αντίθετους Τρόπους Παραγωγής. Δεν είναι καθόλου τυχαίο – κι αυτό πρέπει ιδιαίτερα να υπογραμμιστεί – ότι την άποψη αυτή του Wieser επικροτούν ανοιχτά και παραδέχονται ως ορθή οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές οικονομολόγοι, μεταξύ των οποίων και ο S.R. Kirillov: «ο Wieser σημείωνε ορθά, ότι τέτοιες Κατηγορίες όπως Τιμή, Τόκος, Πρόσοδος, κλπ. μπορούν να υπάρχουν και στη σοσιαλιστική οικονομία» (Μόσχα 1974).
Ο Ιταλός οικονομολόγος Vilfredo Pareto, μαθητής του L. Walras, ήταν αυτός που συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της αστικής περί «σοσιαλισμού» θεωρίας, στηριγμένος στις απόψεις του δασκάλου του αλλά και του Friedrich von Wieser. Ο Pareto, γνωστός δεδηλωμένος αντίπαλος και εχθρός του σοσιαλισμού, στο έργο του «Cours d’ economie politique, 2. Βd., σελ 363-364, Lausanne-Paris 1897), αφού σημειώνει ότι «η ανισότητα της διανομής του εισοδήματος... εξαρτάται πολύ περισσότερο από τη φύση των ανθρώπων παρά από την οικονομική οργάνωση της κοινωνίας» (σελ. 363), ισχυρίζεται, αναφερόμενος στο σοσιαλισμό, ότι «τα οικονομικά αγαθά διανέμονται σύμφωνα με τους κανόνες, που βρήκαμε, όταν ερευνήσαμε ένα καθεστώς με ελεύθερο ανταγωνισμό» (σελ. 364) δηλ. το καπιταλιστικό σύστημα.
Στη συνέχεια σπουδαία υπήρξε η συμβολή στην ανάπτυξη της αστικής περί «σοσιαλισμού» θεωρίας του ιταλού Enrico Barone με το έργο του «Il ministro della produzione nello stato collectivista» («Giornale degli economisti», Σεπτέμβρης-Οχτώβρης 1908), ο οποίος υιοθέτησε και ανέπτυξε παραπέρα τις απόψεις του Pareto, γράφοντας: «... είναι ολοφάνερο, πόσο φανταστικές είναι εκείνες οι διδασκαλίες, που προκαλούν την εντύπωση, ότι η παραγωγή σ’ ένα κολλεκτιβίστικο καθεστώς ουσιαστικά θα μπορούσαν διαφορετικά να διευθύνονται απ’ ότι σε μια «αναρχική παραγωγή», ταυτιζόμενος επιπλέον με τον Friedrich von Wieser για την αναγκαιότητα των οικονομικών Κατηγοριών του καπιταλισμού στο «σοσιαλισμό»: «... όλες οι οικονομικές κατηγορίες του παλιού καθεστώτος πρέπει πάλι να εμφανιστούν, αν και ίσως με άλλα ονόματα: Τιμές, Μισθοί, Τόκος, Πρόσοδος, Κέρδος, Αποταμίευση, κλπ.» (σελ. 289, αγγλικά 1935, σελ.297 γαλλικά).
Τέλος ο Enrico Barone, συμφωνώντας με τον Walras, κυρίως όμως με τους Wieser-Pareto αλλά και άλλους, υποστήριξε: «... ότι δεν είναι αδύνατη η λύση των εξισώσεων Ισορροπίας στο χαρτί. Θα ήταν μια τεράστια, μια γιγάντια εργασία (μια εργασία, που θα έπρεπε να αφαιρεθεί απ’ τις παραγωγικές υπηρεσίες), αλλά δεν είναι αδύνατη» (σελ. 287, αγγλικά 1935).
Αξίζει για τους Wieser-Pareto-Barone και προς κάποια ολοκλήρωση των παραπάνω να σημειωθεί η ορθή γνώμη του αυστριακού οικονομολόγου Josef A. Schumpeter ότι οι «Wieser, Pareto και Barone, που δεν έτρεφαν καμιά συμπάθεια προς το σοσιαλισμό, δημιούργησαν αυτό που κατά βάση συγκροτεί την καθαρή θεωρία της σοσιαλιστικής οικονομίας» (Josef A. Schumpeter: «Geschichte der oekonomischen Analyse», 2. Halbband, σελ. 1083-1084 και 1190, Goettingen 1965), δηλαδή την αστική θεωρία της «σοσιαλιστικής οικονομίας».
Το 1919, δυο χρόνια μετά την προλεταριακή επανάσταση του Οχτώβρη, ο αυστριακός οικονομολόγος, δεδηλωμένος αντιμαρξιστής και εχθρός του σοσιαλισμού-κομμουνισμού, Ludwig von Mises έγραψε το πασίγνωστο άρθρο του «Die Wirtschaftsrechnung im sozialistischen Gemeinwesen» που δημοσιεύτηκε τον Απρίλη του 1920 («Archiv fuer Sozialwissenschaft und Sozialpolitik», Bd. 47, Νο 1, April 1920), στο οποίο υποστήριξε την άποψη ότι «χωρίς τιμές δεν υπάρχει οικονομικός υπολογισμός» και ότι «σοσιαλισμός σημαίνει το τέλος (=εξάλειψη) της ορθολογικής οικονομίας» (σελ. 104), και επομένως αφού δεν υπάρχει οικονομικός υπολογισμός, ο σοσιαλισμός είναι ανεφάρμοστος – άποψη που δεν έχει καμιά επιστημονική βάση και επιπλέον διαψεύστηκε απ’ την ύπαρξη και οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση των Λένιν-Στάλιν (1917-1953) μα που ταυτόχρονα προκάλεσε τις πασίγνωστες μεγάλες συζητήσεις διεθνώς των δεκαετιών ΄20-΄30-΄40 (συνεχίζονται ακόμα και σήμερα), στις οποίες πήραν μέρος δεκάδες οικονομολόγοι, μεταξύ των οποίων και ο πολωνός Oskar Lange.** Η άποψη του Mises κορυφώνεται στο γελοίο ισχυρισμό: ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να υπάρξει και να λειτουργήσει ορθολογικά επειδή δεν είναι καπιταλισμός.
O Oskar Lange απάντησε στον L.v.Mise με το γνωστό άρθρο του «On the Economic Theory of Socialism» (στο: «Review of Economic Studies, Bd. IV, No 1 και 2, Οχτώβρης 1936 και Φλεβάρης 1937, γερμανικά: «Zur oekonomischen Theorie des Sozialismus» στο: O. Lange: «Oekonomisch-theoretische Studien», Frankfurt am Main-Koeln 1977, ελληνικά: Oskar Lange-Fred Taylor: «Η οικονομική θεωρία του σοσιαλισμού», Αθήνα 1976).
Η απάντηση που έδωσε ο Oskar Lange στο Mises στηρίζεται στις αστικές περί «σοσιαλισμού» απόψεις των Walras-Pareto-Barone – κάτι που εξάλλου ο ίδιος δεν αποκρύβει στην παραπάνω εργασία του αλλά και αργότερα, 30 χρόνια μετά, στο σύντομο τελευταίο άρθρο «Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και η αγορά» (1965) (στο: O.Lange: «Οικονομικός σχεδιασμός και πολιτικές σχέσεις», σελ. 76-77, Αθήνα 1974) – γίνεται από σοσιαλδημοκρατική σκοπιά δηλαδή εκείνη του «Konkurrenzsozialismus» και έχει επιπλέον ως αφετηρία-βάση την αστική υποκειμενική θεωρία της Οριακής Χρησιμότητας Και ακριβώς σ’ αυτή τη βάση σημειώνει στην εργασία του: «ο καθορισμός των τιμών ισορροπίας σε μια σοσιαλιστική οικονομία είναι καθόλα ανάλογη με εκείνη μιας ανταγωνιστικής Αγοράς» (σελ.91), και αλλού: «για το Κεφάλαιο και τους φυσικούς πόρους πρέπει να οριστεί από το Κεντρικό Συμβούλιο Προγραμματισμού μια τέτοια Τιμή που οι Πόροι να κατευθυνθούν στους κλάδους που μπορούν να «πληρώσουν»... « (σελ. 88).
Είναι φανερή, λοιπόν, η ταύτιση των μηχανισμών λειτουργίας καπιταλισμού-σοσιαλισμού, ακριβέστερα: είναι ο ίδιος κοινός μηχανισμός λειτουργίας και στα δυο οικονομικά συστήματα.
Είναι γνωστό ότι ο O. Lange υπήρξε ο κύριος θεμελιωτής της θεωρίας του λεγόμενου «Konkurrenzsozialismus» (= «ανταγωνιστικός σοσιαλισμός») ή αργότερα «Marktsozialismus» (= «σοσιαλισμός της αγοράς»), δηλαδή μια αστική αντίληψη του «σοσιαλισμού» με τη γνωστή σύνδεση «Πλάνου»-«Αγοράς», ακριβέστερα: την αντικατάσταση του Πλάνου απ’ την καπιταλιστική Αγορά.
Αστοί και ρεβιζιονιστές οικονομολόγοι παραδέχονται ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες Ανατολικές χώρες στηρίζονται στις απόψεις του Oskar Lange. O σοβιετικός N.P. Fedorenko γράφει: «η θεωρία και η πράξη απέδειξαν, ότι ο άριστος μηχανισμός λειτουργίας της σοσιαλιστικής οικονομίας είναι οργανικός συνδυασμός του κεντρικού κρατικού Πλάνου και της επιχειρηματικής οικονομικής αυτοτέλειας των παραγωγικών μονάδων στη σοσιαλιστική κοινωνία και ότι η σχεδιασμένη σοσιαλιστική οικονομία εμπεριέχει οργανικά τη χρήση των σχέσεων Αξίας και αξιακών κατηγοριών» (N.P. Fedorenko: «Problemi obtimalnowo funkzionyirowanyija sozialistscheskoj ekonomiki», σελ. 565, Μόσχα 1972). Και ο ούγγρος Csikos-Nagy ορθά παρατηρεί τη σύνδεση των αστικών απόψεων του Fedorenko μ’ εκείνες του Enrico Barone: «έτσι η επιστημονική γνώση οδηγεί πίσω στη γραμμή, την οποία ο E. Barone περιέγραψε ήδη στις αρχές του 20ου αιώνα. Πρώτος ήταν ο Barone που ασχολήθηκε με ζητήματα του ορθολογικού τρόπου λειτουργίας της σοσιαλιστικής οικονομίας. Ο Barone στηριγμένος στη γενική θεωρία της Ισορροπίας του Walras θεώρησε αυτό δυνατό» (Bela Csikos-Nagy: «Sozialistische Marktwirtschaft», σελ. 45, Wien 1988). Μόνο που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν πρόκειται για «επιστημονική γνώση» αλλά αντίθετα για τη σύνδεση των αντιμαρξιστικών σχετικά με το σοσιαλισμό απόψεων του χρουστσοφικού Fedorenko μ’ εκείνες του αστού οικονομολόγου Enrico Barone. Και αλλού: «ο O. Lange ήταν ένας απ’ τους πρώτους που προσπάθησε να συνδέσει τη σχεδιοποίηση του σοσιαλισμού με τις λειτουργίες της Αγοράς και υπογράμμισε τη σημασία των Τιμών ισορροπίας με στόχο την αποδοτική κατανομή των Ressourcen (=πόρων) στη σοσιαλιστική παραγωγή. Η πιο μεγάλη συμβολή του συνίσταται στο ότι έθεσε στο κέντρο τα ζητήματα που συνδέονται με τη διάρθρωση της παραγωγής παίρνοντας υπόψη την ύπαρξη αντικατάστασης προϊόντων στη σφαίρα της παραγωγής και της κατανάλωσης. Υπογράμμισε το ρόλο των τιμών στην πραγματοποίηση των οικονομικών λύσεων» (σελ. 47).
Όσον αφορά τον αντιμαρξιστικό ισχυρισμό του Fedorenko πως «η θεωρία και η πράξη απέδειξαν» τάχα την ορθότητα των χρουστσοφικών αστικών απόψεων στο ζήτημα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού-κομμουνισμού, αυτόν τον διέψευσε πλέρια η μετέπειτα παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση. Εκείνο που στην πραγματικότητα συνέβη ήταν ότι οι προδότες χρουστσοφικοί ρεβιζιονιστές εγκατέλειψαν τις μαρξιστικές απόψεις, υιοθετώντας σε θεωρητικό επίπεδο και εφαρμόζοντας στην πράξη τις απόψεις της χυδαίας αστικής πολιτικής οικονομίας για να πετύχουν τη σταδιακή παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση, για την οποία σήμερα ουδείς αμφιβάλλει.
Τέλος, δικαιολογημένα ο Πολωνός Adam Zwass εκθειάζει τον Oskar Lange ως το μεγάλο μεταρρυθμιστή στις ρεβιζιονιστικές χώρες: «τις βασικές ιδέες του δημοκρατικού μεταρρυθμιστικού κινήματος έκφρασε πιο καθαρά ο μεγάλος μεταρρυθμιστής και διανοητής Oskar Lange» (A.Zwass: «Planwirtschafr im Wandel der Zeit», σελ. 386, Wien 1982).
Απ’ τις νεότερες περιπτώσεις αστών οικονομολόγων ας αναφερθεί μόνο ο Joseph E. Stiglitz. Αναφερόμενος στις μεταρρυθμίσεις στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες χώρες γράφει: «πολλές από τις μεταρρυθμίσεις βασίζονταν στην ιδέα του σοσιαλισμού της οικονομίας της Αγοράς, με την οποία ήθελαν να συνδυάσουν τα πλεονεκτήματα του μηχανισμού της Αγοράς με την κατοχή των μέσων παραγωγής απ’ το κράτος. Ο Oskar Lange, που ήταν καθηγητής της οικονομίας στο University of Chicago πριν επιστρέψει μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο στην Πολωνία και γίνει αντιπρόεδρος της κομμουνιστικής κυβέρνησης, ήταν μια ηγετική μορφή εκπροσώπου αυτής της κατεύθυνσης. Στο σοσιαλισμό της οικονομίας της Αγοράς οι Τ ι μ έ ς έχουν την ίδια λειτουργία στην κατανομή των πόρων, όπως στον καπιταλισμό. Οι τιμές οφείλουν να καθορίζονται με τον τρόπο ώστε να συμφωνεί η προσφορά με τη ζήτηση. Οι επιχειρήσεις είναι δέκτες των τιμών και βρίσκονται μεταξύ τους σε συναγωνισμό. Μεγιστοποιούν το κέρδος τους σε δεδομένες τιμές, με το να παράγουν (Output) σε μια τιμή που ανταποκρίνεται στα οριακά Κόστη» (Joseph E. Stiglitz: «Volkswirtschaftslehre», σελ. 1099, Muenchen, Wien, Oldenburg 1999).
Απ’ τη συντομότατη αλλά και ελλειπή αυτή αναφορά γίνεται φανερό ότι οι χρουστσοφικοί ρεβιζιονιστές υιοθέτησαν στις μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσαν τόσο την καπιταλιστική Αγορά-μηχανισμό των Τιμών όσο και την επανεισαγωγή των καπιταλιστικών οικονομικών Κατηγοριών δηλαδή τις γνωστές περί «σοσιαλισμού» θεωρίες των αστών οικονομολόγων.
__ __
* Hermann Heinrich von Gossen, Leon Walras, A. Schaeffle, F. v. Wieser, Vilfredo Pareto, E. Barone, N.G. Pierson, L. v. Mises, O. Lange, H.D. Dickinson, G. Halm, M.H. Dobb, C. Landauer, A.P. Lerner, Fr. Hayek, L.C.Robbins, A. Bergson, W. Krele, E. Lederer, O. Leichter, A.C. Pigou, K. Polanyi, G. Rittig, Fr. M. Taylor, H. Zassenhaus, M. Weber, J. Schumpeter, P, Sweezy, E. Heimann, κλπ., κλπ..
** Oskar Ryszard Lange (27.7.1904-2.10.1965), μέλος του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος Πολωνίας και μετέπειτα, μετά τον πόλεμο, μέλος του Ενιαίου Εργατικού Κόμματος Πολωνίας.
Το πολύ σύντομο και ελλιπές αυτό σημείωμα, για ένα τόσο μεγάλο θέμα, είναι κυρίως πληροφοριακού χαρακτήρα (παρακίνηση των νεότερων για ενασχόληση με το θέμα) και δεν έχει ως στόχο την ανασκευή-αντίκρουση των αστικών περί «σοσιαλισμού» θεωριών.
Αμέσως τα πρώτα χρόνια μετά τη δημοσίευση του «Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος» (1848) των Marx-Engels αστοί οικονομολόγοι,που, ως γνωστόν, θεωρούσαν την ατομική καπιταλιστική Ιδιοκτησία σαν «φυσική» και «αιώνια» οικονομική Κατηγορία, άρχισαν να καταπολεμούν τις επικίνδυνες για την κυριαρχία της αστικής τάξης επαναστατικές κομμουνιστικές αντιλήψεις ενώ ταυτόχρονα επεξεργάστηκαν τις δικές τους περί «σοσιαλισμού» αστικές θεωρίες, που ουσιαστικά ταύτιζαν το «σοσιαλισμό-κομμουνισμό» με τον καπιταλισμό και μερικοί απ’ αυτούς ισχυρίζονταν ότι ο σοσιαλισμός-κομμουνισμός δεν μπορούσε τάχα να εφαρμοστεί και να λειτουργήσει «ορθολογικά» ως οικονομικο-κοινωνικό σύστημα.
Από τότε ως τα σήμερα με το ζήτημα του σοσιαλισμού-κομμουνισμού ασχολήθηκε ολόκληρη στρατιά αστών οικονομολόγων*.
Στο χώρο των διαφόρων Σχολών της χυδαίας αστικής πολιτικής οικονομίας – που ας σημειωθεί δεν έχει καμιά επιστημονική γνώση να προσφέρει – αναπτύχθηκαν και διαμορφώθηκαν δυο βασικές κατευθύνσεις: η μια που ταύτιζε το σοσιαλισμό με τον καπιταλισμό (αυτή μόνο ενδιαφέρει εδώ) και η άλλη που υποστήριζε το ανεφάρμοστο του σοσιαλισμού-κομμουνισμού με κορυφαία και πιο γνωστή περίπτωση εκείνη του αυστριακού οικονομολόγου Ludwig von Mises (1919) που προκάλεσε τις γνωστές συζητήσεις που ακολούθησαν κατά τη διάρκεια των δεκαετιών ΄20-΄30-΄40, στην οποία δεν θα υπάρξει αναφορά, αφού είναι άσχετη με το θέμα των καπιταλιστικού χαρακτήρα μεταρρυθμίσεων στη Σοβιετική Ένωση.
Απ’ τους πρώτους, ήδη απ’ το 1854, ο Γερμανός Hermann Heinrich von Gossen, θεμελιωτής της υποκειμενικής θεωρίας της Οριακής Χρησιμότητας, στο έργο του «Entwicklung der Gesetze des menschlichen Verkehrs und der daraus flieβenden Regeln fuer menschliches Handeln» (Braunschweig 1854 και 1889, 1927: σελ. 228-231) διατύπωσε την άποψη ότι ένας κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας είναι αδύνατος επειδή «η λύση αυτού του καθήκοντος ξεπερνά κατά πολύ τις δυνάμεις των μεμονωμένων ανθρώπων».
Το 1874 ακολούθησε ο Ελβετός οικονομολόγος Leon Walras: «Elemente der reinen politischen Oekonomie» (1874) που ασχολήθηκε, εκτός των άλλων, με τα ζητήματα των Τιμών και της γενικής οικονομικής Ισορροπίας, ο οποίος παραδέχθηκε ότι αυτή μπορεί να επιτευχθεί ευκολότερα σ’ ένα σύστημα οργανωμένης οικονομίας, αποδεχόμενος έτσι τη δυνατότητα εφαρμογής και λειτουργίας του σοσιαλισμού, πρόβλημα με το οποίο ασχολήθηκαν και ανέπτυξαν παραπέρα μαθητές του. Τον ίδιο χρόνο δημοσιεύτηκε και η σχετική με το θέμα του σοσιαλισμού μικρή μπροσούρα του Albert Schaeffle: «Die Quintessenz des Sozialismus» (1874).
Αργότερα, το 1889, ο αυστριακός Friedrich von Wieser, στο έργο του «Der natuerliche Werth» (Wien 1889, σελ. 59-66) διετύπωσε για πρώτη φορά την άποψη, ότι οι οικονομικές κατηγορίες Τιμή, Τόκος, Πρόσοδος κλπ. είναι κοινές τόσο στο καπιταλισμό όσο και στο σοσιαλισμό-κομμουνισμό, ταυτίζοντας έτσι ουσιαστικά τους δυο διαμετρικά αντίθετους Τρόπους Παραγωγής. Δεν είναι καθόλου τυχαίο – κι αυτό πρέπει ιδιαίτερα να υπογραμμιστεί – ότι την άποψη αυτή του Wieser επικροτούν ανοιχτά και παραδέχονται ως ορθή οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές οικονομολόγοι, μεταξύ των οποίων και ο S.R. Kirillov: «ο Wieser σημείωνε ορθά, ότι τέτοιες Κατηγορίες όπως Τιμή, Τόκος, Πρόσοδος, κλπ. μπορούν να υπάρχουν και στη σοσιαλιστική οικονομία» (Μόσχα 1974).
Ο Ιταλός οικονομολόγος Vilfredo Pareto, μαθητής του L. Walras, ήταν αυτός που συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της αστικής περί «σοσιαλισμού» θεωρίας, στηριγμένος στις απόψεις του δασκάλου του αλλά και του Friedrich von Wieser. Ο Pareto, γνωστός δεδηλωμένος αντίπαλος και εχθρός του σοσιαλισμού, στο έργο του «Cours d’ economie politique, 2. Βd., σελ 363-364, Lausanne-Paris 1897), αφού σημειώνει ότι «η ανισότητα της διανομής του εισοδήματος... εξαρτάται πολύ περισσότερο από τη φύση των ανθρώπων παρά από την οικονομική οργάνωση της κοινωνίας» (σελ. 363), ισχυρίζεται, αναφερόμενος στο σοσιαλισμό, ότι «τα οικονομικά αγαθά διανέμονται σύμφωνα με τους κανόνες, που βρήκαμε, όταν ερευνήσαμε ένα καθεστώς με ελεύθερο ανταγωνισμό» (σελ. 364) δηλ. το καπιταλιστικό σύστημα.
Στη συνέχεια σπουδαία υπήρξε η συμβολή στην ανάπτυξη της αστικής περί «σοσιαλισμού» θεωρίας του ιταλού Enrico Barone με το έργο του «Il ministro della produzione nello stato collectivista» («Giornale degli economisti», Σεπτέμβρης-Οχτώβρης 1908), ο οποίος υιοθέτησε και ανέπτυξε παραπέρα τις απόψεις του Pareto, γράφοντας: «... είναι ολοφάνερο, πόσο φανταστικές είναι εκείνες οι διδασκαλίες, που προκαλούν την εντύπωση, ότι η παραγωγή σ’ ένα κολλεκτιβίστικο καθεστώς ουσιαστικά θα μπορούσαν διαφορετικά να διευθύνονται απ’ ότι σε μια «αναρχική παραγωγή», ταυτιζόμενος επιπλέον με τον Friedrich von Wieser για την αναγκαιότητα των οικονομικών Κατηγοριών του καπιταλισμού στο «σοσιαλισμό»: «... όλες οι οικονομικές κατηγορίες του παλιού καθεστώτος πρέπει πάλι να εμφανιστούν, αν και ίσως με άλλα ονόματα: Τιμές, Μισθοί, Τόκος, Πρόσοδος, Κέρδος, Αποταμίευση, κλπ.» (σελ. 289, αγγλικά 1935, σελ.297 γαλλικά).
Τέλος ο Enrico Barone, συμφωνώντας με τον Walras, κυρίως όμως με τους Wieser-Pareto αλλά και άλλους, υποστήριξε: «... ότι δεν είναι αδύνατη η λύση των εξισώσεων Ισορροπίας στο χαρτί. Θα ήταν μια τεράστια, μια γιγάντια εργασία (μια εργασία, που θα έπρεπε να αφαιρεθεί απ’ τις παραγωγικές υπηρεσίες), αλλά δεν είναι αδύνατη» (σελ. 287, αγγλικά 1935).
Αξίζει για τους Wieser-Pareto-Barone και προς κάποια ολοκλήρωση των παραπάνω να σημειωθεί η ορθή γνώμη του αυστριακού οικονομολόγου Josef A. Schumpeter ότι οι «Wieser, Pareto και Barone, που δεν έτρεφαν καμιά συμπάθεια προς το σοσιαλισμό, δημιούργησαν αυτό που κατά βάση συγκροτεί την καθαρή θεωρία της σοσιαλιστικής οικονομίας» (Josef A. Schumpeter: «Geschichte der oekonomischen Analyse», 2. Halbband, σελ. 1083-1084 και 1190, Goettingen 1965), δηλαδή την αστική θεωρία της «σοσιαλιστικής οικονομίας».
Το 1919, δυο χρόνια μετά την προλεταριακή επανάσταση του Οχτώβρη, ο αυστριακός οικονομολόγος, δεδηλωμένος αντιμαρξιστής και εχθρός του σοσιαλισμού-κομμουνισμού, Ludwig von Mises έγραψε το πασίγνωστο άρθρο του «Die Wirtschaftsrechnung im sozialistischen Gemeinwesen» που δημοσιεύτηκε τον Απρίλη του 1920 («Archiv fuer Sozialwissenschaft und Sozialpolitik», Bd. 47, Νο 1, April 1920), στο οποίο υποστήριξε την άποψη ότι «χωρίς τιμές δεν υπάρχει οικονομικός υπολογισμός» και ότι «σοσιαλισμός σημαίνει το τέλος (=εξάλειψη) της ορθολογικής οικονομίας» (σελ. 104), και επομένως αφού δεν υπάρχει οικονομικός υπολογισμός, ο σοσιαλισμός είναι ανεφάρμοστος – άποψη που δεν έχει καμιά επιστημονική βάση και επιπλέον διαψεύστηκε απ’ την ύπαρξη και οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση των Λένιν-Στάλιν (1917-1953) μα που ταυτόχρονα προκάλεσε τις πασίγνωστες μεγάλες συζητήσεις διεθνώς των δεκαετιών ΄20-΄30-΄40 (συνεχίζονται ακόμα και σήμερα), στις οποίες πήραν μέρος δεκάδες οικονομολόγοι, μεταξύ των οποίων και ο πολωνός Oskar Lange.** Η άποψη του Mises κορυφώνεται στο γελοίο ισχυρισμό: ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να υπάρξει και να λειτουργήσει ορθολογικά επειδή δεν είναι καπιταλισμός.
O Oskar Lange απάντησε στον L.v.Mise με το γνωστό άρθρο του «On the Economic Theory of Socialism» (στο: «Review of Economic Studies, Bd. IV, No 1 και 2, Οχτώβρης 1936 και Φλεβάρης 1937, γερμανικά: «Zur oekonomischen Theorie des Sozialismus» στο: O. Lange: «Oekonomisch-theoretische Studien», Frankfurt am Main-Koeln 1977, ελληνικά: Oskar Lange-Fred Taylor: «Η οικονομική θεωρία του σοσιαλισμού», Αθήνα 1976).
Η απάντηση που έδωσε ο Oskar Lange στο Mises στηρίζεται στις αστικές περί «σοσιαλισμού» απόψεις των Walras-Pareto-Barone – κάτι που εξάλλου ο ίδιος δεν αποκρύβει στην παραπάνω εργασία του αλλά και αργότερα, 30 χρόνια μετά, στο σύντομο τελευταίο άρθρο «Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και η αγορά» (1965) (στο: O.Lange: «Οικονομικός σχεδιασμός και πολιτικές σχέσεις», σελ. 76-77, Αθήνα 1974) – γίνεται από σοσιαλδημοκρατική σκοπιά δηλαδή εκείνη του «Konkurrenzsozialismus» και έχει επιπλέον ως αφετηρία-βάση την αστική υποκειμενική θεωρία της Οριακής Χρησιμότητας Και ακριβώς σ’ αυτή τη βάση σημειώνει στην εργασία του: «ο καθορισμός των τιμών ισορροπίας σε μια σοσιαλιστική οικονομία είναι καθόλα ανάλογη με εκείνη μιας ανταγωνιστικής Αγοράς» (σελ.91), και αλλού: «για το Κεφάλαιο και τους φυσικούς πόρους πρέπει να οριστεί από το Κεντρικό Συμβούλιο Προγραμματισμού μια τέτοια Τιμή που οι Πόροι να κατευθυνθούν στους κλάδους που μπορούν να «πληρώσουν»... « (σελ. 88).
Είναι φανερή, λοιπόν, η ταύτιση των μηχανισμών λειτουργίας καπιταλισμού-σοσιαλισμού, ακριβέστερα: είναι ο ίδιος κοινός μηχανισμός λειτουργίας και στα δυο οικονομικά συστήματα.
Είναι γνωστό ότι ο O. Lange υπήρξε ο κύριος θεμελιωτής της θεωρίας του λεγόμενου «Konkurrenzsozialismus» (= «ανταγωνιστικός σοσιαλισμός») ή αργότερα «Marktsozialismus» (= «σοσιαλισμός της αγοράς»), δηλαδή μια αστική αντίληψη του «σοσιαλισμού» με τη γνωστή σύνδεση «Πλάνου»-«Αγοράς», ακριβέστερα: την αντικατάσταση του Πλάνου απ’ την καπιταλιστική Αγορά.
Αστοί και ρεβιζιονιστές οικονομολόγοι παραδέχονται ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες Ανατολικές χώρες στηρίζονται στις απόψεις του Oskar Lange. O σοβιετικός N.P. Fedorenko γράφει: «η θεωρία και η πράξη απέδειξαν, ότι ο άριστος μηχανισμός λειτουργίας της σοσιαλιστικής οικονομίας είναι οργανικός συνδυασμός του κεντρικού κρατικού Πλάνου και της επιχειρηματικής οικονομικής αυτοτέλειας των παραγωγικών μονάδων στη σοσιαλιστική κοινωνία και ότι η σχεδιασμένη σοσιαλιστική οικονομία εμπεριέχει οργανικά τη χρήση των σχέσεων Αξίας και αξιακών κατηγοριών» (N.P. Fedorenko: «Problemi obtimalnowo funkzionyirowanyija sozialistscheskoj ekonomiki», σελ. 565, Μόσχα 1972). Και ο ούγγρος Csikos-Nagy ορθά παρατηρεί τη σύνδεση των αστικών απόψεων του Fedorenko μ’ εκείνες του Enrico Barone: «έτσι η επιστημονική γνώση οδηγεί πίσω στη γραμμή, την οποία ο E. Barone περιέγραψε ήδη στις αρχές του 20ου αιώνα. Πρώτος ήταν ο Barone που ασχολήθηκε με ζητήματα του ορθολογικού τρόπου λειτουργίας της σοσιαλιστικής οικονομίας. Ο Barone στηριγμένος στη γενική θεωρία της Ισορροπίας του Walras θεώρησε αυτό δυνατό» (Bela Csikos-Nagy: «Sozialistische Marktwirtschaft», σελ. 45, Wien 1988). Μόνο που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν πρόκειται για «επιστημονική γνώση» αλλά αντίθετα για τη σύνδεση των αντιμαρξιστικών σχετικά με το σοσιαλισμό απόψεων του χρουστσοφικού Fedorenko μ’ εκείνες του αστού οικονομολόγου Enrico Barone. Και αλλού: «ο O. Lange ήταν ένας απ’ τους πρώτους που προσπάθησε να συνδέσει τη σχεδιοποίηση του σοσιαλισμού με τις λειτουργίες της Αγοράς και υπογράμμισε τη σημασία των Τιμών ισορροπίας με στόχο την αποδοτική κατανομή των Ressourcen (=πόρων) στη σοσιαλιστική παραγωγή. Η πιο μεγάλη συμβολή του συνίσταται στο ότι έθεσε στο κέντρο τα ζητήματα που συνδέονται με τη διάρθρωση της παραγωγής παίρνοντας υπόψη την ύπαρξη αντικατάστασης προϊόντων στη σφαίρα της παραγωγής και της κατανάλωσης. Υπογράμμισε το ρόλο των τιμών στην πραγματοποίηση των οικονομικών λύσεων» (σελ. 47).
Όσον αφορά τον αντιμαρξιστικό ισχυρισμό του Fedorenko πως «η θεωρία και η πράξη απέδειξαν» τάχα την ορθότητα των χρουστσοφικών αστικών απόψεων στο ζήτημα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού-κομμουνισμού, αυτόν τον διέψευσε πλέρια η μετέπειτα παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση. Εκείνο που στην πραγματικότητα συνέβη ήταν ότι οι προδότες χρουστσοφικοί ρεβιζιονιστές εγκατέλειψαν τις μαρξιστικές απόψεις, υιοθετώντας σε θεωρητικό επίπεδο και εφαρμόζοντας στην πράξη τις απόψεις της χυδαίας αστικής πολιτικής οικονομίας για να πετύχουν τη σταδιακή παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση, για την οποία σήμερα ουδείς αμφιβάλλει.
Τέλος, δικαιολογημένα ο Πολωνός Adam Zwass εκθειάζει τον Oskar Lange ως το μεγάλο μεταρρυθμιστή στις ρεβιζιονιστικές χώρες: «τις βασικές ιδέες του δημοκρατικού μεταρρυθμιστικού κινήματος έκφρασε πιο καθαρά ο μεγάλος μεταρρυθμιστής και διανοητής Oskar Lange» (A.Zwass: «Planwirtschafr im Wandel der Zeit», σελ. 386, Wien 1982).
Απ’ τις νεότερες περιπτώσεις αστών οικονομολόγων ας αναφερθεί μόνο ο Joseph E. Stiglitz. Αναφερόμενος στις μεταρρυθμίσεις στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες χώρες γράφει: «πολλές από τις μεταρρυθμίσεις βασίζονταν στην ιδέα του σοσιαλισμού της οικονομίας της Αγοράς, με την οποία ήθελαν να συνδυάσουν τα πλεονεκτήματα του μηχανισμού της Αγοράς με την κατοχή των μέσων παραγωγής απ’ το κράτος. Ο Oskar Lange, που ήταν καθηγητής της οικονομίας στο University of Chicago πριν επιστρέψει μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο στην Πολωνία και γίνει αντιπρόεδρος της κομμουνιστικής κυβέρνησης, ήταν μια ηγετική μορφή εκπροσώπου αυτής της κατεύθυνσης. Στο σοσιαλισμό της οικονομίας της Αγοράς οι Τ ι μ έ ς έχουν την ίδια λειτουργία στην κατανομή των πόρων, όπως στον καπιταλισμό. Οι τιμές οφείλουν να καθορίζονται με τον τρόπο ώστε να συμφωνεί η προσφορά με τη ζήτηση. Οι επιχειρήσεις είναι δέκτες των τιμών και βρίσκονται μεταξύ τους σε συναγωνισμό. Μεγιστοποιούν το κέρδος τους σε δεδομένες τιμές, με το να παράγουν (Output) σε μια τιμή που ανταποκρίνεται στα οριακά Κόστη» (Joseph E. Stiglitz: «Volkswirtschaftslehre», σελ. 1099, Muenchen, Wien, Oldenburg 1999).
Απ’ τη συντομότατη αλλά και ελλειπή αυτή αναφορά γίνεται φανερό ότι οι χρουστσοφικοί ρεβιζιονιστές υιοθέτησαν στις μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσαν τόσο την καπιταλιστική Αγορά-μηχανισμό των Τιμών όσο και την επανεισαγωγή των καπιταλιστικών οικονομικών Κατηγοριών δηλαδή τις γνωστές περί «σοσιαλισμού» θεωρίες των αστών οικονομολόγων.
__ __
* Hermann Heinrich von Gossen, Leon Walras, A. Schaeffle, F. v. Wieser, Vilfredo Pareto, E. Barone, N.G. Pierson, L. v. Mises, O. Lange, H.D. Dickinson, G. Halm, M.H. Dobb, C. Landauer, A.P. Lerner, Fr. Hayek, L.C.Robbins, A. Bergson, W. Krele, E. Lederer, O. Leichter, A.C. Pigou, K. Polanyi, G. Rittig, Fr. M. Taylor, H. Zassenhaus, M. Weber, J. Schumpeter, P, Sweezy, E. Heimann, κλπ., κλπ..
** Oskar Ryszard Lange (27.7.1904-2.10.1965), μέλος του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος Πολωνίας και μετέπειτα, μετά τον πόλεμο, μέλος του Ενιαίου Εργατικού Κόμματος Πολωνίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου