Στο σχολείο Βελίχοφ της Τσεχοσλοβακίας, 1948 Τα παιδιά σηκώνουν τον Πέτρο Κόκκαλη στα χέρια |
Εκτός από την Υγεία και την
Πρόνοια, η Προσωρινή Κυβέρνηση είχε αναθέσει στον Κόκκαλη και την ευθύνη της
Παιδείας. Σ' εκείνες όμως τις συνθήκες του πολέμου, η Παιδεία με την κλασική
έννοια στερούνταν περιεχομένου. Θέμα λειτουργίας των σχολείων και των
εκπαιδευτηρίων δεν ετίθετο. Όλος ο τόπος βογκούσε πόλεμο. Με τις μάχες, τους
βομβαρδισμούς και τους συνεχείς κανονιοβολισμούς στις ανταρτοκρατούμενες
περιοχές ένα προείχε και υπερείχε: η ζωή των παιδιών.
Από τις αρχές ακόμη του Εμφυλίου
ο Ανώτερος Διοικητής Αεροπορίας του Εθνικού Στρατού Εμμανουήλ Κελαϊδής με
διαταγή του στις 3.5.1947, δηλαδή πολύ πριν ιδρυθεί η ΠΔΚ, καθόριζε την πρακτική της «αεροπορικής περικύκλωσης»:
Η αεροπορία αιφνιδιαστικώς και ταχέως
ενεργούσα ίπταται άνωθεν του χώρου, απαγορεύει την εξ αυτού απομάκρυσιν του
εχθρού και εξοντώνει πάντα επιχειρούντα να απομακρυνθεί. Η αεροπορική
περικύκλωσις ενεργείται εις κατωκημένην ή περιορισμένην περιοχήν[...] Πας τις
αποπειρώμενος να εξέλθει του χωρίου βάλλεται υπό των αεροσκαφών[...]. (Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου
1944-'49 ΔΙΣ/ΓΕΣ, τ. 5ος)
Οι αεροπορικές επιδρομές ήταν
φονικές. Σμήνη πολεμικών αεροπλάνων Χελντάιβερ (Helldiver), Χάρβαρντ (Harvard),
Σώστερ, Σπιτφάιρ (Spitfire),
Θάντερμπολτ (Thunderbolt) και
Ντακότες (Dakota)
πετώντας πολύ χαμηλά, μια και οι αντάρτες δεν διέθεταν ούτε ένα αεροπλάνο,
έριχναν βαρέλια με βενζίνη, βόμβες Ναπάλμ, ρουκέτες, και έβαζαν φωτιά με τα
φλογοβόλα στα σπίτια του χωριού. Τα παιδιά βρίσκονταν κι αυτά μέσα στον στόχο
τους, γιατί με αυτήν την τακτική ήταν αδύνατο να ξεχωρίσουν τον εχθρό από τους
κατοίκους και τα παιδάκια που έτρεχαν να κρυφτούν σε νεροφαγιές και βράχια μαζί
με τους δικούς τους. Σύμφωνα με την απόρρητη έκθεση της αεροπορίας «σε 8
ημέρες, από 25.12.1947 ως 3.1.1948, έγιναν στα Κονιτσοχώρια 100 επιδρομές από
Σπιτφάιρ και 18 από Χάρβαρντ» (Απόρρητος Έκθεσις Α.Π. 46608 ΔΙΣ/ΓΕΣ - Αρχεία Εμφυλίου
Πολέμου 1944-'49. τ. 7ος). Και
σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΠΔΚ, τα παιδιά-θύματα των βομβαρδισμών ανέρχονταν σε 120.
Ο Δημήτρης Φασουλής απ'το
Καλοχώρι Κόνιτσας (παλιά Λυκόρραχη), μικρό παιδί τότε, έζησε αυτούς τους
βομβαρδισμούς και κινδύνευσε να σκοτωθεί. Θραύσμα βόμβας τον τραυμάτισε στο
χέρι αφήνοντας του μια τεράστια ουλή:
Εγώ
δεν έχω εξοικειωθεί με το βόμβο των αεροπλάνων. Όταν είμαι στην Αθήνα, εντάξει,
αλλά εδώ στο χωριό μου, όταν ακούσω αεροπλάνο, ξυπνάν μέσα μου οι φοβερές στιγμές.
Εκείνος «ο γαλατάς», το πρωινό-πρωινό αναγνωριστικό, έκοβε χαμηλές βόλτες από
πάνω μας κι έρχονταν μετά τα βομβαρδιστικά και βομβάρδιζαν και σκορπούσαν
τέτοιο τρόμο και τρέχαμε να κρυφτούμε κι έτρεχαν κακαρίζοντας οι κότες, οι
κατσίκες να θέλουν να κόψουν το σχοινί, τα γουρούνια, τα σκυλιά... Τι να σας
πω τι γινόταν και τι μας έχουν αφήσει μέσα μας. (Δημήτρης
Φασουλής, μαρτυρία, Ιούλιος 2007)
Ο αστροφυσικός στο Στρατηγείο
της NASA Θανάσης Οικονόμου, παιδί κι αυτό του «Παιδομαζώματος»,
γράφει:
Το 1947-'48 στο χωριό μας Ζιάκα των
Γρεβενών γίνονταν διαρκώς μάχες ανάμεσα στο στρατό και τους αντάρτες. Μια
νύχτα, ενώ κοιμόμασταν στον πρώτο όροφο του μισοκαμένου απ' τους Γερμανούς το
1944 σπίτι μας, μια οβίδα κανονιού χτύπησε τη σκεπή του και από θαύμα δεν
σκοτωθήκαμε. Τρέχοντας στις σκάλες χωρίς κάγκελα για να πάμε στο υπόγειο, μέσα
στο σκοτάδι, εγώ παραπάτησα, έπεσα απ' τη σκάλα και χτύπησα πολύ άσχημα στο
κεφάλι μου. Αυτό ήταν αρκετό για τους γονείς μου να με στείλουν 11 χρονών μαζί
με 200 άλλα παιδιά απ' το χωριό μας στις Ανατολικές χώρες για τις οποίες πολύ
λίγα ξέραμε. Γι' αυτό δεν μπορώ να επιτρέψω σε κανέναν να λέει ότι μας πήραν με
τη βία. (Θανάσης
Οικονόμου, αστροφυσικός ΝΑ5Α - ΗΠΑ, γραπτή μαρτυρία, Σεπτέμβριος 2009)
Σε τέτοιες καταστάσεις το ένα κακό
δεν έρχεται μόνο του. Δίπλα στον κίνδυνο του σκοτωμού υπήρχε και η πείνα, η
ψώρα, η ξυπολυσιά, όπως επίσης και η ορφάνια.
Ενδιαφέρον έχει η μαρτυρία του
ζεύγους Τουτουντζή απ' τους Ψαράδες:
Στις αρχές του 1948 το χωριό μας
βομβαρδίστηκε και σκοτώθηκαν ηλικιωμένοι και μικρά παιδιά. Μια μέρα ήρθαν στο
χωριό μας αντάρτες και δυο απ' αυτούς κοιμήθηκαν σε μας. Το πρωί, όταν έφυγαν
προς το χωριό Πύλη, μάθαμε ότι ήταν ο Ζαχαριάδης και ο Μάρκος. Μόλις έπιασαν
τα υψώματα -εκεί βγαίνουν κάτι λουλούδια που έχουν στη ρίζα τους έναν καρπό-
είδαν μια ομάδα από καμιά τριανταριά παιδάκια με κάτι ξύλα στο χέρι που
χτυπούσαν τα φυτά. Πάνω στο μονοπάτι ερχόταν ένας γέρος. Τον ρωτάει ο
Ζαχαριάδης «Αυτά τα παιδάκια τι κάνουν εκεί με τα ξύλα;» «Βοσκάνε» τους
απάντησε. Γύρισε ο Ζαχαριάδης στο Μάρκο: «Πω πω, πώς έχει καταντήσει ο κόσμος μας,
πώς έχουν καταντήσει τα παιδιά μας!» Το ίδιο βράδυ κάλεσε την Προσωρινή
Κυβέρνηση και αποφάσισαν να στείλουν τα παιδιά στις γειτονικές χώρες. Άλλωστε
τα σύνορα με τις χώρες αυτές είναι εδώ δίπλα μας. Απ' τους Ψαράδες έφυγαν 150
παιδιά, η πρώτη ομάδα το Μάρτη του 1948 και η άλλη τον Απρίλη. Μαζί τους έφυγαν
και γνωστές τους κοπέλες και μανάδες. Το είπαν «παιδομάζωμα». εμείς το λέμε
«παιδογλίτωμα» και «παιδοσώσιμο». Τότε Υπουργός Υγείας και Παιδείας ήταν ο
Κόκκαλης και η ασφαλής ταχτοποίηση των παιδιών έξω ήταν στην ευθύνη του. Ο
κόσμος μας του είχε μεγάλη εκτίμηση και εμπιστοσύνη γιατί ήταν καθαρός και
αγαπούσε πολύ το λαό, ήταν υπεράνθρωπος. Έβγαινε η αγάπη και η φροντίδα από
μέσα του -πώς να το πούμε- πραγματική αγάπη, λαϊκός με όλους, δούλευε
μέρα-νύχτα, είχε τη δουλειά του υπουργού, περιόδευε σε όλα τα βουνά, έγραφε και
χειρουργούσε. Δεν τον έφταναν οι άλλοι, όλοι το έλεγαν. Εδώ όποιον να ρωτήσεις
και σήμερα, το όνομα Κόκκαλης το ξέρει, ενώ τα άλλα ονόματα δεν τα θυμούνται οι
νεότεροι. Είχε και τον βοηθό του, έναν απ' τα χωριά μας που πήγαινε πάντα μαζί
του γι' αυτό και τον φώναζαν κι αυτόν «Κόκκαλη». Δεν έχει πολλά χρόνια που
πέθανε. Γύριζε τα χωριά και ο κόσμος τον εμπιστευόταν, γιατί, σου λέει, ήταν
κοντά στον καθηγητή Κόκκαλη. (Σπύρος και Θοδώρα Τουτουντζή.
ηχογραφημένη μαρτυρία. Ψαράδες, Αύγουστος 2001)
Δεν ξέρει κανείς αν πραγματικά
εκείνη την ίδια ημέρα η ΠΔΚ αποφάσισε να απομακρύνει τα παιδιά από τις περιοχές των
συγκρούσεων. Δεν έχει άλλωστε σημασία. Γεγονός είναι, σύμφωνα με όλες τις
δημοσιεύσεις και μαρτυρίες των ανθρώπων που συμμετείχαν στην υπόθεση αυτή, ότι
από τις αρχές του 1948 το ζήτημα απασχολούσε και τις οικογένειες των παιδιών
και την ΠΔΚ. Όπως
βεβαιώνει το μέλος της ΕΒΟΠ Θανάσης Μητσόπουλος (Θανάσης Μητσόπουλος. Μείναμε Έλληνες. Τα σχολεία των
Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στις σοσιαλιστικές χώρες. Οδυσσέας, Αθήνα 1979. Ο
Μητσόπουλος ήταν πτυχιούχος της Μαράσ-λειας Παιδαγωγικής Ακαδημίας και της
Φιλοσοφικής Σχολής Βουκουρεστίου) η ΠΔΚ αποτάθηκε τότε στις κυβερνήσεις των γειτονικών χωρών, αν
μπορούσαν να τα φιλοξενήσουν. Σε μια συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της
Βαλκανικής Νεολαίας στο Βελιγράδι, οι αντιπρόσωποι των χωρών αυτών αποφάσισαν
να δεχτούν 12.000 παιδιά απ' τις παραμεθόριες περιοχές. Όταν όμως αυτό μαθεύτηκε
στη Νότια Ελλάδα, μερικοί γονείς από τη Θεσσαλία και τη Ρούμελη που ήταν
αντάρτες και κινδύνευαν οι οικογένειες τους ζήτησαν να προωθηθούν και τα δικά
τους παιδιά, που έφτασαν στα σύνορα μέσα από κινδύνους και ταλαιπωρίες για να
σταλούν στις χώρες αυτές.
Για τον καλύτερο συντονισμό της
συγκέντρωσης και της αποστολής των παιδιών συγκροτήθηκε στις 30 του Απρίλη του
1948 η Επιτροπή «Βοήθεια στο Παιδί», η ΕΒΟΠ. με έδρα τη Βουδαπέστη και κάτω απ' την άμεση εποπτεία του
Υπουργού Παιδείας Πέτρου Κόκκαλη και επίσημου εκπροσώπου της. Άμεσος βοηθός του
ο νευροχειρουργός Δημήτρης Φωτόπουλος.
Ο Κόκκαλης καθόρισε τις αρχές
δράσης της: «Ανάγκη να οργανωθεί η
αποστολή των παιδιών, α) να δεχθούν οι γονείς, β) να οργανωθεί συλλογική διαβίωση
των παιδιών κάτω από καθοδήγηση νηπιαγωγών και δασκάλων που θα εξασφαλίσουν τη
ζωή και τη διδασκαλία μέσα στα εθνικά πλαίσια, γ) χειρισμός ούτως ώστε να μη
δημιουργηθούν παρεξηγήσεις για "εκσλαβισμό" των παιδιών». (Σημειώσεις Π. Κόκκαλη, Αρχείο
Ιδρύματος Κόκκαλη)
Η διαδικασία που ακολουθήθηκε
άρχιζε με τις συνελεύσεις των γονιών στα χωριά για την κατατόπιση τους από τους
ανθρώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ακολουθούσαν οι οικογενειακές συζητήσεις
έως ότου πάρουν κάποια απόφαση. Υπήρχαν δισταγμοί, αλλά κυριαρχούσε ο φόβος του
κινδύνου και μπροστά σ' αυτόν υποχωρούσαν. Άλλοι κρατούσαν ένα παιδί και
έστελναν τα άλλα. Συγκροτούνταν ομάδες από 10-15 παιδιά, ή το πολύ 20, και
επικεφαλής της κάθε ομάδας τοποθετούνταν γνωστή τους κοπέλα ή μητέρες των
παιδιών. Η γυναίκα αυτή, που γινόταν η «μάνα» τους, επιφορτιζόταν με την ευθύνη
να τα συνοδεύσει στο ταξίδι, να μείνει μαζί τους και να αλληλογραφεί με τις
οικογένειες των παιδιών. Δεν ήταν καθόλου εύκολο, αλλά υπήρχε η σκέψη ότι
φεύγουν από τον εφιάλτη του πολέμου. Μόλις περνούσαν τα σύνορα, αυτοκίνητα και
σιδηροδρομικοί συρμοί τα περίμεναν, πρόσφεραν στα παιδιά γλυκά, αναψυκτικά και
τα χαιρετούσαν ομάδες από ντόπια παιδιά. Τις αποστολές τις συνόδευαν
υγειονομικά συνεργεία από γιατρούς και νοσοκόμες, καθώς και ομάδες παιδαγωγών.
Όπως είναι γνωστό, πάνω στο θέμα
αυτών των παιδιών είχε δημιουργηθεί την περίοδο εκείνη μεγάλος θόρυβος και
στάθηκε μία από τις κύριες πηγές που τροφοδότησαν τα πολιτικά πάθη και τον
εθνικό διχασμό. Επικεφαλής αυτού του θορύβου ήταν η βασίλισσα Φρειδερίκη, η
οποία μαζί με την κυβέρνηση των Αθηνών απέρριψε την εξήγηση της ΠΔΚ ότι τα παιδιά στάλθηκαν για να σωθούν, αποκαλώντας την
ενέργεια αυτή «παιδομάζωμα», «γενοκτονία», «γενιτσαρισμό» κ.ά. «Θα προτιμούσαν
να έμεναν στις περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας για να τα εξοντώνουν με την
πείνα και τους βομβαρδισμούς», σημείωσε ο Κόκκαλης.
Χαρακτηρίζοντας τις κατηγορίες
αυτές απαράδεκτες και συκοφαντικές, η ηγεσία του ΔΣΕ κατηγόρησε τη Φρειδερίκη για τον εγκλωβισμό χιλιάδων παιδιών
σε δικά της αναμορφωτικά στρατόπεδα, τα οποία, σύμφωνα με δημοσιεύσεις,
ανέρχονταν σε 20 με 25 χιλιάδες. «Απ' τον Ιούλιο ακόμη του 1947 η Φρειδερίκη μαζί με 72 αξιοσέβαστες κυρίες των Αθηνών ίδρυσε τον Βασιλικό Οργανισμό Προνοίας για την
περίθαλψη των παιδιών. Δημιουργήθηκε ένας βαρύς και σύνθετος μηχανισμός με
"Παιδουπόλεις" και "Στέγες παιδιού", η δε αναζήτηση
τροφίμων γι' αυτά τα παιδιά ανατέθηκε στον στρατό.» (Lars Baerentzen, «The "Paidomazoma"
and the "Queen's Camps"», στο Lars Baerentzen, John
O. Iatrides, Ole Langwitz Smith, Studies in the history of the Greek Civil War,
1945-1949, Museum Tusculanum Press, Κοπεγχάγη 1987.)
Ο Αυστραλός συνταγματάρχης
Αλεξάντερ Σέπαρντ (Alexander William Sheppard) που είχε κάνει τον καιρό της Κατοχής στην Ελλάδα, ύψωσε τη
φωνή του σχετικά με το πρόβλημα των παιδιών:
Κάθε πόλεμος είναι τρομερός και ο εμφύλιος
πόλεμος πιο πολύ απ' όλους. Η απομάκρυνση των παιδιών απ' τις ζώνες
του πολέμου, όποιος κι αν είναι ο υπεύθυνος γι' αυτόν τον πόλεμο, επιβάλλεται.
Πώς η βρετανική κυβέρνηση είχε το δικαίωμα να στείλει τα παιδιά της στην
Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά για να τα
σώσει από τις γερμανικές και ιταλικές βόμβες, και η ΠΔΚ δεν έχει το δικαίωμα να
απομακρύνει τα παιδιά της από τις περιοχές που ελέγχει για να τα γλιτώσει από τις
αμερικάνικες και βρετανικές βόμβες που χρησιμοποιεί η ελληνική βασιλική
αεροπορία; (Ηχογραφημένες συνεντεύξεις του Σέπαρντ (1911-1997) για την Κατοχή, τον
Εμφύλιο και το «παιδομάζωμα» (βρίσκονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της
Αυστραλίας))
Σε συνδιάσκεψη που
πραγματοποιήθηκε στην Πολωνία αμέσως μετά την ταχτοποίηση των παιδιών με
πρωτοβουλία του Υπουργού Παιδείας της Πολωνίας Σκεσσέβσκι και στην οποία
συμμετείχαν όλοι οι φορείς των χωρών φιλοξενίας, ο Κόκκαλης ως κεντρικός
ομιλητής αναφέρθηκε εκτεταμένα στην υπόθεση αυτή:
Η ιστορία των παιδιών είναι μια τραγική
μαρτυρία της κατάστασης του Εμφυλίου που επικρατεί στην Ελλάδα. Μέσα στις
άπειρες θυσίες του λαού είναι και η θυσία της μάνας, που, για να σώσει το παιδί
της από τις δολοφονικές επιδρομές, δέχτηκε να τα αποχωριστεί. Η θυσία αυτή
είναι μεγάλη. Τα παιδιά που βρίσκονται στις Λαϊκές Δημοκρατίες είναι σχεδόν
στην ολότητα παιδιά αγροτών, ανθρώπων που είναι δεμένοι με το χωριό τους.
Αυτοί ξέρουν τι θα πει οικογένεια, τι θα πει πόνος της μάνας. Οι
μοναρχοφασίστες, για να στηρίξουν τη συκοφαντία τους ότι αρπάχτηκαν τα παιδιά
-το περίφημο «παιδομάζωμα» που πιπιλίζουν σαν καραμέλα στις ώρες της ανίας οι
κυρίες της Αθήνας- είπαν και τούτο: οι οικογενειακοί δεσμοί στην Ελλάδα είναι
τέτοιοι, ώστε δεν είναι δυνατόν να αποχωριστεί η μάνα το παιδί της... Εμείς
λέμε: ναι, η μάνα, η πραγματική μάνα, δεν αποχωρίζεται το παιδί της, το δίνει
τότε μόνον όταν πρόκειται να το σώσει απ' του χάρου το στόμα (Αρχείο
Ιδρύματος Κόκκαλη)
Στη συνέχεια ανακοίνωσε ότι σε
όλες τις χώρες είχαν αρχίσει να λειτουργούν εξατάξια σχολεία και ότι για τα
μεγαλύτερα παιδιά ξεκίνησαν προετοιμασίες για σπουδές στο Πολυτεχνείο, στο
Πανεπιστήμιο και τις Επαγγελματικές Σχολές με κρατική υποτροφία. Έδωσε μεγάλη
έμφαση στη βαρύτητα που είχε η καλλιέργεια της πατριωτικής συνείδησης στα
παιδιά και ότι έπρεπε να προσεχθεί ιδιαίτερα να μην ξεχάσουν το χωριό τους απ'
όπου ξεκίνησαν και όπου έπρεπε να γυρίσουν.
Αλίμονο αν ξεχάσει κανείς τον τόπο του,
τότε δε θα είναι τίποτε άλλο από έναν ευάλωτο κοσμοπολίτη. Μπροστά στα παιδιά
ανοίγονται όλοι οι δρόμοι μόρφωσης, αλλά οι δρόμοι αυτοί πρέπει να οδηγήσουν
στο σωστό μέρος όπου είναι ο τόπος απ' όπου ξεκίνησαν, είναι η Ελλάδα. (Αρχείο Ιδρύματος Κόκκαλη)
Με ημερομηνία 26 Φλεβάρη 1949, ο
Κόκκαλης υποβάλλει στην ΠΔΚ την έκθεσή του «Για τα ξενητεμένα παιδιά». Σ'αυτήν την
έκθεση-απολογισμό 13 σελίδων (βλ. παράρτημα) καταγράφει κατά χώρα όλη την
κατάσταση και τα προβλήματα που διαπίστωσε ο ίδιος με τις περιοδείες του σε
όλους σχεδόν τους Παιδικούς Σταθμούς, καθώς και τις προτάσεις του.
Τα παιδιά μας είναι γενικά καλά και
περισσότερες μάλιστα φορές εξαιρετικά καλά ταχτοποιημένα [...]. Η πρώτη φάση
της υποδοχής και ταχτοποίησης μεγάλων μαζών παιδιών τέλειωσε ικανοποιητικά.
Τώρα μπαίνει μπροστά μας η φροντίδα για τη μόρφωση των παιδιών, σχολική,
επαγγελματική και ακόμη ίσαμε ένα βαθμό και των γυναικών που τα συνοδεύουν
[...]. Να φτιάσουμε 20.000 χρήσιμους πολίτες ικανούς να βοηθήσουν αύριο στη
δύσκολη περίοδο της ανασυγκρότησης και ανοικοδόμησης της χώρας μας [...]. (Πέτρου Κόκκαλη, «Έκθεση για τα ξενητεμένα παιδιά», Αρχείο
Ιδρύματος Κόκκαλη)
Η υπόθεση των παιδιών έφτασε
στον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό και απασχόλησε δύο φορές τον ΟΗΕ, μία στις 27.11.1948 και μία στις 18.11.1949. Η Πολιτική
Επιτροπή της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αποφάσισε ομοφώνως ότι τα παιδιά αυτά μπορούσαν να επιστρέψουν στην
Ελλάδα εφόσον το ζητούσαν τα ίδια, η μάνα τους ή ο πατέρας τους, ή, αν δεν
υπήρχαν πια οι γονείς, τότε οι πολύ στενοί συγγενείς τους. Ανέθεσε δε στον
Διεθνή Ερυθρό Σταυρό να συγκεντρώσει τις αιτήσεις αυτές και ταυτόχρονα να
στείλει στις χώρες φιλοξενίας των παιδιών μια Επιτροπή Έρευνας των συνθηκών
διαβίωσης τους. Με επιστολή του Κόκκαλη προς τον ΔΕΣ, η ΠΔΚ αποδέχτηκε και τις δύο αποφάσεις του ΟΗΕ, με τον όρο ότι η έρευνα για τη διαβίωση θα γινόταν και στις
«Παιδουπόλεις» και τις «Στέγες του Παιδιού» της Φρειδερίκης.
Η διαδικασία συγκέντρωσης των
αιτήσεων δεν ήταν μια απλή και ομαλή διαδικασία και δημιούργησε πολλές τριβές
και διαμαρτυρίες μεταξύ ΕΒΟΠ, ΔΕΣ και Κυβέρνησης Αθηνών. Δημιουργήθηκε π.χ. θέμα ανάμεσα στον
Ελβετό αντιπρόσωπο του ΔΕΣ στην Ελλάδα Εμίλ Βενγκέρ (Emil Venger) και τις τοπικές στρατιωτικές αρχές, οι οποίες πίεζαν τους
συγγενείς να υποβάλουν αιτήσεις. Ο Βενγκέρ διαμαρτυρήθηκε ότι παρεμποδίζεται
να επιτελέσει την αποστολή του (...)
Σχετικά
με τις αποφάσεις του ΟΗΕ παραθέτουμε δύο από τις επιστολές που ανταλλάχθηκαν
μεταξύ του Π. Κόκκαλη, Προέδρου της ΕΒΟΠ και της ΔΕΕΣ.
1.
Επιστολή από ΕΒΟΠ
προς τον
Πρόεδρο της ΔΕΕΣ
κ. Paul Ruegger.
Ελληνική
Επιτροπή «Βοήθεια στο Παιδί» Βουδαπέτη Vaci-utca
78-80, τηλ. 189.214
Νο 400 Βουδαπέστη, 25.7.1949*
κ. Paul Ruegger
Πρόεδρο
της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού Γενεύη
Κύριε
Πρόεδρε,
Σας
διαβιβάζουμε επιστολή του Υπουργού Παιδείας, καθηγητή Π. Κόκκαλη.
Με τιμή Γ. Ρουμελιώτης
* Η επιστολή του Π. Κόκκαλη
γράφτηκε στις 20.7.49 κάπου στο βουνό και από εκεί στάλθηκε στη Βουδαπέστη απ'
όπου ταχυδρομήθηκε στις 25.7.49
* *
*
Δημοκρατία
της Ελλάδας
Υπουργείου
Παιδείας
της
Προσωρινής Κυβέρνησης
Ελεύθερη Ελλάδα, 20 Ιουλίου
1949
κ. Paul Ruegger
Πρόεδρο
της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού Γενεύη
Κύριε
Πρόεδρε,
Λαμβάνω
την τιμή να σας αναφέρω τα εξής:
Η
Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση της Ελλάδας, σύμφωνα με απόφαση της που έλαβε
κατά την συνεδρίαση της, στις 18 Ιουνίου 1949, ανακοίνωσε επισήμως, ότι είναι
σύμφωνη να προχωρήσει ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός σε μια έρευνα σχετικά με την
κατάσταση των παιδιών μας που φιλοξενούνται στις Λαϊκές Δημοκρατίες, καθώς και
για την επιστροφή όσων εξ' αυτών θα εξέφραζαν μια τέτοια επιθυμία, υπό την
προϋπόθεση όμως, ότι μια παρόμοια έρευνα θα διεξάγονταν και στα στρατόπεδα των
παιδιών στη μοναρχοφασιστική Ελλάδα με την παρουσία ενός παρατηρητή ελβετικής
υπηκοότητας που θα απολάμβανε την εμπιστοσύνη της Προσωρινής Δημοκρατικής
Κυβέρνησης της Ελλάδας και θα είχε την έγκριση της.
Η
Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση της Ελλάδας με νέα απόφαση της, με επιφόρτισε
να αποστείλω προσωπικά σε σας κ. Πρόεδρε, γραπτώς την παραπάνω απόφαση και να
σας διαβεβαιώσω ότι εκ μέρους μας θα γίνουν τα πάντα ώστε η έρευνα αυτή να
διεξαχθεί με τρόπο απόλυτα αντικειμενικό σχετικά με τις συνθήκες κάτω από τις
οποίες τα παιδιά αυτά εγκατέλειψαν τα σπίτια τους καθώς και τις συνθήκες ζωής
τους, εκπαίδευσης τους και της σημερινής σχολικής μάθησης.
Για
τον παραπάνω λόγο απευθυνθήκαμε στους αρμόδιους οργανισμούς των Λαϊκών
Δημοκρατιών διαβεβαιώνοντας τους, ότι υπό τον όρο της αμοιβαίας έρευνας, όπως
διατυπώθηκε πιο πάνω, όχι μόνο δεν υπάρχει καμία αντίρρηση εκ μέρους μας, αλλά
αντιθέτως εμείς επιθυμούμε μια τέτοια έρευνα από επιτροπή του Διεθνούς Ερυθρού
Σταυρού, η σύνθεση της οποίας θα είχε εκ των προτέρων την έγκριση των
κυβερνήσεων των χωρών, όπου η έρευνα αυτή θα διεξάγονταν.
Πιστεύουμε
ότι μια επιτόπια έρευνα θα θέσει τέλος στη λαθεμένη κατάσταση, πράγμα που
οφείλεται στη μέχρι τώρα στάση που κράτησε ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός έναντι της
συκοφαντικής εκστρατείας της μοναρχοφασιστικής κλίκας των Αθηνών.
Αυτές
οι σκέψεις που πηγάζουν αποκλειστικά και μόνο από το ενδιαφέρον μας για την
αλήθεια, εκφράστηκαν ήδη γραπτώς στην επιστολή που στάλθηκε στις 25 Ιουνίου
1949, μέσω του εκπροσώπου σας, κ. Colombo, στο διευθυντή της Διεθνούς
Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού.
Σε
αυτήν την επιστολή εκφράσαμε μεταξύ άλλων την λύπη μας για το γεγονός ότι ο
Διεθνής Ερυθρός Σταυρός, παρόλο που είχε την ευχέρεια να διαπιστώσει με δική
του επιτροπή έρευνας - όπως έγινε π.χ. στη Βουλγαρία - τις άριστες συνθήκες
μέσα στις οποίες ζουν τα παιδιά μας στις Λαϊκές Δημοκρατίες, καθώς και τις
μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την εθνική τους εκπαίδευση, δεν θέλησε ποτέ
να φέρει σε γνώση της παγκόσμιας κοινής γνώμης αυτό το ανθρωπιστικό έργο.
Αυτή
η σιωπή ήταν - πιστέψτε μας κ. Πρόεδρε και το λέμε αυτό μετά λύπης -μια έμμεση
στήριξη της συκοφαντικής προπαγάνδας που διεξάγει η μοναρχοφασιστική κλίκα,
καθώς και απόκρυψη της φρικτής τραγωδίας των εκατοντάδων χιλιάδων παιδιών που «διαβιώνουν» μέσα σε τρώγλες ή
στα έτσι λεγόμενα «παιδικά χωριά», τα οποία λειτουργούν υπό την επίβλεψη της
βασίλισσας Φρειδερίκης, πρώην μέλος της χιτλερικής νεολαίας.
Η
Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση της Ελλάδας έχει την άποψη ότι η πρόταση της
περί διεξαγωγής της παραπάνω έρευνας αποτελεί τον μόνο τρόπο για να λάμψει η
αλήθεια στο θέμα αυτό. Δεν έχουμε καμία αμφιβολία, Κύριε Πρόεδρε, ότι θα
θελήσετε να συμβάλλετε προσωπικά στην αποστολή μιας επιτροπής έρευνας, τόσο
στις Λαϊκές Δημοκρατίες όσο και στη μοναρχοφασιστική Ελλάδα.
Παρακαλούμε
να μας γνωρίσετε την άποψη σας πάνω στο θέμα αυτό μέσω της Ελληνικής Επιτροπής
«Βοήθεια στο Παιδί», Γραφείο Βουδαπέστης, Vaci-utca 78-80.
Με τιμή,
Π. Κόκκαλης
Υπουργός Παιδείας και Υγείας
της Προσωρινής Δημοκρατικής
Κυβέρνησης της Ελλάδας
* Ο τίτλος είναι δικός μας. Το
απόσπασμα είναι παρμένο από το βιβλίο της Κατίνας Τέντα-Λατίφη «Πέτρος Σ. Κόκκαλης,
Βιωματική Βιογραφία»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου