Ο θάνατος του σκηνοθέτη Ελία Καζάν σης 29 Σεπτέμβρη 2003 σε ηλικία 94 χρονών επανέφερε στη δημοσιότητα την επαίσχυντη δράση του σε βάρος πολλών καλλιτεχνών και διανοουμένων των ΗΠΑ κατά τη φασιστική Μακαρθική περίοδο της δεκαετίας του '50.
Ο Ελία Καζάν βρέθηκε για πολύ μικρό χρονικό διάστημα (απ' το καλοκαίρι του '34 ως την άνοιξη του '36) στις γραμμές του κομμουνιστικού κόμματος των ΗΠΑ απ' το οποίο αποχώρησε το 1936.
Από τότε εξελίχθηκε στο χειρότερο και φανατικότερο αντικομμουνιστή μ' αποκορύφωμα τη «φημισμένη»(!) κατάθεση-χαφιεδισμό του στη διαβόητη «Επιτροπή Μακάρθι» το 1952, με τη γνωστή επωνυμία «Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών». Για πληροφόρηση των νεότερων ας αναφέρουμε ότι απ' αυτή την «Επιτροπή» εξετάστηκαν πάνω από 6.500.000 υπάλληλοι του δημοσίου, πάνω από 15.000 υπάλληλοι έχασαν τις δουλειές τους, ενώ 13.500.000 εργαζόμενοι κλήθηκαν να βεβαιώσουν την «πίστη» τους στο Μακαρθικό φασιστικό καθεστώς.
Στη φασιστική «Επιτροπή Μακάρθι» ο Ελία Καζάν κατέδωσε το Γενάρη και Απρίλη του 1952 πολλούς καλλιτέχνες οι οποίοι έχασαν τις δουλειές τους, διώχτηκαν, πείνασαν και καταστράφηκαν. Ένας απ' αυτούς ο σκηνοθέτης Εϊμπραχάμ Πολόνσκι (1911-1999), που αρνήθηκε να καταδώσει συναδέλφους του, δήλωσε κάποτε για τον Καζάν: «δεν θα ήθελα να βρεθώ σε ένα έρημο νησί μόνος μου με τον Καζάν, γιατί θα με έτρωγε ζωντανό... Ο μακαρθισμός δεν ήταν κάποια θεωρητική αντιπαράθεση... Ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου νια πολλούς ανθρώπους». Ο δε σκηνοθέτης και σεναριογράφος Ντάλτον Τράμπο είχε δηλώσει: «Ο Καζάν είναι ένας άνθρωπος για τον οποίο αισθάνομαι περιφρόνηση, γιατί κατέστρεψε ανθρώπους λιγότερο ικανούς να υπερασπιστούν τον εαυτό τους απ' ότι ο ίδιος". Ένας ιστορικός κινηματογράφου έγραψε για το χαφιεδισμό του Καζάν: «το όνομα Καζάν έγινε συνώνυμο με τη λέξη καταδότης».
Αλλά το χειρότερο είναι ότι ο Καζάν θεωρούσε σωστή την κατάπτυστη χαφιεδική πράξη του και μάλιστα ήταν «υπερήφανος» γι' αυτήν, δεν μετανόησε ποτέ μα ούτε και ζήτησε συγνώμη, «πετυχαίνοντας» έτσι να αναδειχθεί στο «διασημότερο"(!) και προκλητικότερο χαφιέ στην ιστορία της ανθρωπότητας: «ότι είχα κάνει ήταν το σωστό. Μήπως όμως υπήρχε και κάποιο λάθος; Ένοιωθα ότι δεν μπορούσα να δώσω μια απάντηση και να με κατακλύζει η ταπείνωση και στο τέλος η αντιπάθεια γι αυτούς που με κατηγορούσαν. Να γιατί ήμουν απομονωμένος και σιωπηλός για τόσον πολύ καιρό. Είμαι ένας άνθρωπος που δεν συγχωρεί εύκολα. Ούτε ζητάω από τους εχθρούς μου να με συγχωρήσουν».
Υπήρξε, αντί να ντρέπεται, ένας «υπερήφανος" και αμετανόητος χαφιές και έμεινε, έτσι νια πάντα στην ιστορία, ένα πιστό και λυσσασμένο μαντρόσκυλο του φασισμού και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού- μισητό και αποκρουστικό παράδειγμα προς αποφυγήν για τους νεότερους.
Γι αυτό είναι λυπηρό να διαβάζει κανείς - για τον «άνθρωπο»(!)-«υπερήφανο» χαφιέ που δήλωνε: «εδώ και πολλά χρόνια μισούσα τους κομμουνιστές... Και πίστευα τότε και εξακολουθώ να πιστεύω και σήμερα ότι οι κομμουνιστές δεν πρέπει να κατέχουν θέσεις "κλειδιά"» - στον τύπο δηλώσεις σαν αυτές του Παντελή Βούλγαρη, στις οποίες ισχυρίζεται ότι τάχα «λύγισε κάτω από το βάρος του καθεστώτος Μακάρθι»(!) και πως τάχα «έστρεψε το φακό του στους καθημερινούς ανθρώπους» και ακόμα χειρότερα μυθεύματα του τύπου πως «όλο το έργο του το χαρακτηρίζει η αγωνία του για τα κοινωνικά προβλήματα»! («Ελευθεροτυπία» 30.9.2003, σελ. 27).
Όμως στην πραγματικότητα το έργο του Καζάν το χαρακτηρίζει η «αγωνία» για το ύψος των κερδών των μεγιστάνων του αμερικάνικου κεφαλαίου και τη διαφύλαξη-στερέωση της εξουσίας τους και μάλιστα στην πιο ακραία της μορφή: το φασισμό.
Το έργο του Καζάν, κυρίως εκείνο απ' τα μέσα της δεκαετίας του '30 ως το θάνατο του, διαπνέεται από σφοδρό αντικομμουνισμό και βρέθηκε πάντα, βρίσκεται και σήμερα, παρά τα απατηλά, φανταχτερά, γυαλιστερά περιτυλίγματα σκηνοθετικού σερβιρίσματος, στην υπηρεσία των πιο αντιδραστικών κύκλων της μεγάλης αμερικάνικης ιμπεριαλιστικής μπουρζουαζίας. Τέλος, είναι εξάλλου γνωστό, όπως ο ίδιος ομολογεί στην αυτοβιογραφία του, στις παραμονές των καταδύσεων, προσπαθούσε να πείσει τον ελληνο-αμερικανό παραγωγό Σπύρο Σκούρα της «Φοξ» ότι η ταινία του «Βίβα Ζαπάτα» είναι αντικομμουνιστική.
Ο Ελία Καζάν βρέθηκε για πολύ μικρό χρονικό διάστημα (απ' το καλοκαίρι του '34 ως την άνοιξη του '36) στις γραμμές του κομμουνιστικού κόμματος των ΗΠΑ απ' το οποίο αποχώρησε το 1936.
Από τότε εξελίχθηκε στο χειρότερο και φανατικότερο αντικομμουνιστή μ' αποκορύφωμα τη «φημισμένη»(!) κατάθεση-χαφιεδισμό του στη διαβόητη «Επιτροπή Μακάρθι» το 1952, με τη γνωστή επωνυμία «Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών». Για πληροφόρηση των νεότερων ας αναφέρουμε ότι απ' αυτή την «Επιτροπή» εξετάστηκαν πάνω από 6.500.000 υπάλληλοι του δημοσίου, πάνω από 15.000 υπάλληλοι έχασαν τις δουλειές τους, ενώ 13.500.000 εργαζόμενοι κλήθηκαν να βεβαιώσουν την «πίστη» τους στο Μακαρθικό φασιστικό καθεστώς.
Στη φασιστική «Επιτροπή Μακάρθι» ο Ελία Καζάν κατέδωσε το Γενάρη και Απρίλη του 1952 πολλούς καλλιτέχνες οι οποίοι έχασαν τις δουλειές τους, διώχτηκαν, πείνασαν και καταστράφηκαν. Ένας απ' αυτούς ο σκηνοθέτης Εϊμπραχάμ Πολόνσκι (1911-1999), που αρνήθηκε να καταδώσει συναδέλφους του, δήλωσε κάποτε για τον Καζάν: «δεν θα ήθελα να βρεθώ σε ένα έρημο νησί μόνος μου με τον Καζάν, γιατί θα με έτρωγε ζωντανό... Ο μακαρθισμός δεν ήταν κάποια θεωρητική αντιπαράθεση... Ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου νια πολλούς ανθρώπους». Ο δε σκηνοθέτης και σεναριογράφος Ντάλτον Τράμπο είχε δηλώσει: «Ο Καζάν είναι ένας άνθρωπος για τον οποίο αισθάνομαι περιφρόνηση, γιατί κατέστρεψε ανθρώπους λιγότερο ικανούς να υπερασπιστούν τον εαυτό τους απ' ότι ο ίδιος". Ένας ιστορικός κινηματογράφου έγραψε για το χαφιεδισμό του Καζάν: «το όνομα Καζάν έγινε συνώνυμο με τη λέξη καταδότης».
Αλλά το χειρότερο είναι ότι ο Καζάν θεωρούσε σωστή την κατάπτυστη χαφιεδική πράξη του και μάλιστα ήταν «υπερήφανος» γι' αυτήν, δεν μετανόησε ποτέ μα ούτε και ζήτησε συγνώμη, «πετυχαίνοντας» έτσι να αναδειχθεί στο «διασημότερο"(!) και προκλητικότερο χαφιέ στην ιστορία της ανθρωπότητας: «ότι είχα κάνει ήταν το σωστό. Μήπως όμως υπήρχε και κάποιο λάθος; Ένοιωθα ότι δεν μπορούσα να δώσω μια απάντηση και να με κατακλύζει η ταπείνωση και στο τέλος η αντιπάθεια γι αυτούς που με κατηγορούσαν. Να γιατί ήμουν απομονωμένος και σιωπηλός για τόσον πολύ καιρό. Είμαι ένας άνθρωπος που δεν συγχωρεί εύκολα. Ούτε ζητάω από τους εχθρούς μου να με συγχωρήσουν».
Υπήρξε, αντί να ντρέπεται, ένας «υπερήφανος" και αμετανόητος χαφιές και έμεινε, έτσι νια πάντα στην ιστορία, ένα πιστό και λυσσασμένο μαντρόσκυλο του φασισμού και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού- μισητό και αποκρουστικό παράδειγμα προς αποφυγήν για τους νεότερους.
Γι αυτό είναι λυπηρό να διαβάζει κανείς - για τον «άνθρωπο»(!)-«υπερήφανο» χαφιέ που δήλωνε: «εδώ και πολλά χρόνια μισούσα τους κομμουνιστές... Και πίστευα τότε και εξακολουθώ να πιστεύω και σήμερα ότι οι κομμουνιστές δεν πρέπει να κατέχουν θέσεις "κλειδιά"» - στον τύπο δηλώσεις σαν αυτές του Παντελή Βούλγαρη, στις οποίες ισχυρίζεται ότι τάχα «λύγισε κάτω από το βάρος του καθεστώτος Μακάρθι»(!) και πως τάχα «έστρεψε το φακό του στους καθημερινούς ανθρώπους» και ακόμα χειρότερα μυθεύματα του τύπου πως «όλο το έργο του το χαρακτηρίζει η αγωνία του για τα κοινωνικά προβλήματα»! («Ελευθεροτυπία» 30.9.2003, σελ. 27).
Όμως στην πραγματικότητα το έργο του Καζάν το χαρακτηρίζει η «αγωνία» για το ύψος των κερδών των μεγιστάνων του αμερικάνικου κεφαλαίου και τη διαφύλαξη-στερέωση της εξουσίας τους και μάλιστα στην πιο ακραία της μορφή: το φασισμό.
Το έργο του Καζάν, κυρίως εκείνο απ' τα μέσα της δεκαετίας του '30 ως το θάνατο του, διαπνέεται από σφοδρό αντικομμουνισμό και βρέθηκε πάντα, βρίσκεται και σήμερα, παρά τα απατηλά, φανταχτερά, γυαλιστερά περιτυλίγματα σκηνοθετικού σερβιρίσματος, στην υπηρεσία των πιο αντιδραστικών κύκλων της μεγάλης αμερικάνικης ιμπεριαλιστικής μπουρζουαζίας. Τέλος, είναι εξάλλου γνωστό, όπως ο ίδιος ομολογεί στην αυτοβιογραφία του, στις παραμονές των καταδύσεων, προσπαθούσε να πείσει τον ελληνο-αμερικανό παραγωγό Σπύρο Σκούρα της «Φοξ» ότι η ταινία του «Βίβα Ζαπάτα» είναι αντικομμουνιστική.
Ανασύνταξη, Αρ. Φύλ. 168 15-31 Οχτώβρη 2003
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου