Η ιστορία έγινε μάρτυρας αμέτρητων αντιστάσεων και εξεγέρσεων των γυναικών καθ’ όλη τη διαδικασία της αλλαγής τους σε καταπιεσμένο φύλο. Μεταξύ άλλων, εξέχουν πολλά άτομα και προσωπικότητες που ήταν αρκούντως γενναία ώστε ν’ αντιταχθούν στην κρατούσα κατάσταση. Παρόλα αυτά, αυτές οι κινήσεις και οι προσπάθειες παρέμειναν βραχύβιες, διαλύθηκαν και απέτυχαν να επηρεάσουν μακροπρόθεσμα τη θέση των γυναικών.
Η ιστορία έχει επίσης αποδείξει ότι οι γυναίκες έδρασαν ενωμένες με τα ταξικά τους αδέρφια και έχουν αγωνιστεί ηρωικά για να κατακτήσουν κοινά δικαιώματα. Οι γυναίκες συμμετείχαν και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στους αγώνες κατά της σκλαβιάς, σε αντιφεουδαρχικές εξεγέρσεις και επαναστάσεις. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε το ρόλο που έπαιξαν οι γυναίκες σε ποικίλους αγώνες στην ιστορία και κυρίως κατά του δόγματος της Καθολικής Εκκλησίας. Πολλές γυναίκες έχασαν τη ζωή τους στον αγώνα κατά των αυστηρών νόμων της εκκλησίας και των παπάδων της, κατηγορήθηκαν για τη δημιουργία ενός ιδεολογικού – θρησκευτικού πλαισίου που είχε την πρόθεση να υποτάξει τις γυναίκες και να τις φορτώσει για όλα τα δεινά που έπληξαν την ανθρωπότητα.
Το κίνημα των γυναικών και ο αγώνας για ίσα δικαιώματα αναπτύχθηκε αξιοσημείωτα στον καπιταλισμό και στις ιστορικές αστικές επαναστάσεις, με την ραγδαία εξάλειψη των φεουδαρχικών σχέσεων που εμπόδιζαν την κοινωνική ανάπτυξη, ρίχνοντας τις γυναίκες μαζικά στην κοινωνική παραγωγή. Οι γυναίκες αποτέλεσαν αναπόσπαστο μέρος όλων των κλασικών αστικών επαναστάσεων, συμπεριλαμβανομένου του απόγειου των αστικών επαναστάσεων, τη Γαλλική Επανάσταση του 1789. Οι φτωχές γυναίκες του Παρισιού, με ένα ισχυρό ταξικό ένστικτο, παρέλασαν στο κέντρο του Παρισιού με αιτήματα για «αξιοπρεπή εργασία» και «ψωμί σε προσιτή τιμή», συνεισφέροντας σημαντικά στις μεταβατικές φάσεις της Γαλλικής Επανάστασης του 1789.
Οι γυναίκες των κατώτερων στρωμάτων ήταν στην πρώτη γραμμή σε κάθε στάδιο της επανάστασης. Μετά την επανάσταση, χωρίς να τους έχει δοθεί δικαίωμα ψήφου και έχοντας μείνει έξω από τις οργανώσεις των πολιτών, οι γυναίκες δημιούργησαν συλλόγους και συνεταιρισμούς και αγωνίστηκαν για την ισότητα των δικαιωμάτων στη δημόσια ζωή. Όμως, ακόμα και στις πιο επαναστατικές περιόδους της αστικής τάξης, η εθνοσυνέλευση αρνήθηκε την ικανοποίηση αιτημάτων για ίσα δικαιώματα, το δικαιώματα συμμετοχής στην εθνοσυνέλευση και στην διοίκηση ή την αναγνώριση των γυναικείων οργανώσεων. Ακόμα και το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι δεν αναγνωρίστηκε στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες για πολύ καιρό μετά τις νίκες των επαναστάσεων και της κατάληψης της εξουσίας από τους αστούς (σε διαφορετικές περιόδους), παρόλο που η εργατική τάξη και οι γυναίκες συμμετείχαν σε αυτούς τους αγώνες.
Μαζί με τον αγώνα για ίσα δικαιώματα και άλλα επείγοντα αιτήματα, ο αγώνας για την χειραφέτηση των γυναικών και των λαϊκών τους κινημάτων αναδύθηκε όταν η εργατική τάξη ξεκίνησε να αγωνίζεται ως κοινωνική τάξη ανεξάρτητη από και κατά των αστών, όταν οι εργάτες/τριες οργανώθηκαν στα δικά τους ταξικά κόμματα. Η Ευρωπαϊκές Επαναστάσεις του 1848, ειδικά εκείνη της Γαλλίας, ήταν οι πρώτοι αγώνες για εξουσία στους οποίους η εργατική τάξη συμμετείχε με δικά της ταξικά αιτήματα κατά των αστών, παρόλο που στο τέλος η εργατική τάξη ηττήθηκε. Η ανάπτυξη και η διάδοση της Μαρξιστικής Θεωρίας ανάμεσα στους/στις εργάτες/τριες ήταν δύο σημαντικά γεγονότα.
Το επαναστατικό εργατικό κίνημα, από την έναρξη του, ενδιαφέρθηκε για τον αγώνα για την πλήρη και οριστική απελευθέρωση των γυναικών, ως ένα από τα επείγοντα αιτήματά του ανάμεσα σε όλα τα προβλήματα που προβλήθηκαν. Ο αγώνας για την χειραφέτηση των γυναικών έλαβε την μεγαλύτερη υποστήριξη από το επαναστατικό εργατικό κίνημα. Όπως επίσης, η ανάπτυξη του αγώνα για την χειραφέτηση των γυναικών ήταν ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία που οδήγησαν στην πρόοδο του επαναστατικού εργατικού κινήματος. Αυτά τα δύο κινήματα σχημάτισαν στενούς δεσμούς το ένα με το άλλο, οι οποίοι τους επέτρεψαν να προχωρήσουν μαζί ο ένας με τον άλλον.
Κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, οι οργανώσεις των εργατικών συνδικάτων των γυναικών αναπτύχθηκαν παράλληλα με τις πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις της εργατικής τάξης. Η Διεθνής Οργάνωση Εργατών (Η Πρώτη Διεθνής), που σχηματίστηκε το 1864, ήταν ο πρώτος θεσμός που έδωσε δικαίωμα μέλους στις γυναίκες. Τον Σεπτέμβριο του 1866, κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου στην Γενεύη, η γερμανική, η γαλλική και η αγγλική αντιπροσωπεία έθεσαν το ζήτημα των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των γυναικών και των παιδιών στα εργοστάσια ως ένα θεμελιώδες πρόβλημα που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Μάρξ επέστησε προσοχή στη σπουδαιότητα και τα πολύπλευρα αποτελέσματα των γυναικών που μπαίνουν στην παραγωγή, κατά όσων υπερασπίζονταν την αντιδραστική θέση των παραδοσιακών ρόλων των γυναικών. Στα επόμενα χρόνια, τα επαναστατικά κόμματα και οι οργανώσεις της εργατικής τάξης έδωσαν την ύψιστη προτεραιότητα στο γυναικείο ζήτημα και ειδικά στην δουλειά που έγινε μέσα στις γυναίκες. Αυτό ήταν μια στροφή στην οργάνωση και στους αγώνες των γυναικών. Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, τα αιτήματα για εργασία, ψωμί, ελευθερία και ισότητα οδήγησαν τις εργαζόμενες γυναίκες να απαιτήσουν περισσότερα δικαιώματα: ίση αμοιβή για ίση εργασία, την 8ωρη εργασία, αύξηση αμοιβής στις χαμηλά πληρωμένες εργασίες, περισσότερους επιθεωρητές εργοστασίων, κατάλληλες εργασιακές συνθήκες για την υγεία των γυναικών, επιδόματα για τις μητέρες, συνεταιρισμούς για τις εργαζόμενες γυναίκες, δικαίωμα ψήφου και κατοχής αξιωμάτων ανεξάρτητα από τη φυλή, το φύλλο και το χρώμα τους δέρματος.
Ένα γυναικείο κίνημα που βασίστηκε στις εργαζόμενες γυναίκες, στις γυναίκες εργάτριες, το οποίο προώθησε τα ειδικά τους αιτήματα και αγώνες (όπως επίσης και για τα ίσα δικαιώματα), ξεκίνησε να σχηματίζεται. Ωστόσο, ακόμα και σε αυτήν την περίοδο, το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι και γενικά των ίσων δικαιωμάτων, συνέχισε να αποτελεί ένα ζήτημα που ένωσε το γυναικείο κίνημα διαφορετικών τάξεων, ακόμα και αν οι στόχοι τους είναι διαφορετικοί.
Οι γυναίκες που έλαβαν μέρος στο επαναστατικό κίνημα της Παρισινής Κομμούνας το 1871, απαίτησαν «πολιτική ισότητα και πολιτικά δικαιώματα για τις γυναίκες». Οι γυναίκες με εργατικό, αγροτικό, και τεχνικό και άλλο υπόβαθρο έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική εμπειρία της Παρισινής Κομμούνας. Ένα από τα πρώτα διατάγματα της Κομμούνας ήταν η κατοχύρωση του δικαιώματος στο διαζύγιο και της παιδικής προστασίας. Έτσι, προσπάθησε να εξαλείψει τις αντιλήψεις και τις πρακτικές που υποδούλωναν τις γυναίκες. Η «Επιτροπή Γυναικών» ιδρύθηκε κατά της διάρκεια της Κομμούνας, αποτελούμενη από 160 οργανώσεις εργαζόμενων γυναικών, με 1800 μέλη, τα οποία συνειδητά και ηρωικά υπερασπίστηκαν τα αιτήματα των εργαζόμενων γυναικών. Ίδρυσαν «Γυναικείες Επιτροπές Εποπτείας» για να υπερασπιστούν τα δικαιώματα που κατοχυρώθηκαν μέσω της σύγκρουσης και οργάνωσαν την «Επαναστατική Κουζίνα» για τους επαναστάτες κομμουνάρους. Τα βήματα που πήρε η Παρισινή Κομμούνα αποτέλεσαν μια ιστορική εμπειρία η οποία ήταν θεμελιώδης επειδή επέτρεψε στην εργατική τάξη να προωθήσει την θέση της για το γυναικείο ζήτημα.
Η Πρώτη Διεθνής Σοσιαλιστική Διάσκεψη Γυναικών που έγινε στην Στουτγάρδη το 1907, ένωσε τα σοσιαλιστικά κινήματα των γυναικών ιδεολογικά και οργανωτικά. Η Δεύτερη Διεθνής Σοσιαλιστική Διάσκεψη Γυναικών που έγινε στην Κοπενγχάγη το 1910, ενέκρινε ένα ψήφισμα για το δικαίωμα των γυναικών στο εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Σε αυτή τη Διάσκεψη, με πρόταση της Κλάρα Τσέτκιν, ελήφθη μια ιστορική απόφαση, να εορτάζεται η συμβολή των εργαζομένων γυναικών την 8η Μάρτη κάθε χρόνου ως Διεθνής Ημέρα Εργαζόμενων Γυναικών.
Η Τρίτη Διεθνής που ιδρύθηκε αμέσως μετά την νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης, έδωσε μεγάλη σημασία στο γυναικείο ζήτημα, στην οργανωτική δουλειά μέσα στις γυναίκες και στην ανάπτυξη ενός κομμουνιστικού κινήματος γυναικών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Με την Οκτωβριανή Επανάσταση και την ίδρυση της Τρίτης Διεθνούς, μαζί με το επαναστατικό εργατικό κίνημα, αναπτύχθηκαν το γυναικείο κίνημα και ειδικά το κίνημα των κομμουνιστριών γυναικών. Ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε με την ήττα του φασιστικού στρατοπέδου και άνοιξε νέα ρήγματα στο ιμπεριαλιστικό καπιταλιστικό σύστημα. Ενώ το επαναστατικό κίνημα της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων λαών προωθούνταν στις αναπτυγμένες και υποανάπτυκτες χώρες, όπως έγινε και με το επαναστατικό γυναικείο κίνημα, τα παλιά αποικιακά συστήματα άρχισαν να παρακμάζουν. Εκατομμύρια γυναικών συμμετείχαν στους εθνικούς και τους κοινωνικούς απελευθερωτικούς αγώνες στις υποανάπτυκτες (σε σχέση με την καπιταλιστική ανάπτυξη) χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής. Η πρόοδος αυτή συνεχίστηκε μέχρι το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950 όταν οι σύγχρονοι ρεβιζιονισμοί κυριάρχησαν στο επαναστατικό εργατικό κίνημα. Σε όλες σχεδόν τις χώρες αναπτύχθηκε ένα γυναικείο κίνημα. Οι ηγέτες των καπιταλιστικών χωρών, εκτός από την χρήση όλων των κατασταλτικών μέτρων, έκαναν επίσης παραχωρήσεις και προσπάθησαν να αποσπάσουν την υποστήριξη μέσα στο γυναικείο κίνημα, προκειμένου να καταστείλουν την λαχτάρα των γυναικών «για έναν νέο κόσμο», να ηρεμήσουν την αυξανόμενη δυσαρέσκεια και το θυμό τους και να εμποδίσουν την πρόοδο των αγώνων τους. Εν τω μεταξύ, η διαδικασία για την χειραφέτηση των γυναικών συνεχίζονταν στις σοσιαλιστικές χώρες, με τη σύνδεση της διαδικασίας των μεταρρυθμίσεων που εξασφάλιζαν νομικά τα ίσα δικαιώματα και άλλες επείγουσες απαιτήσεις των γυναικών.
Η κυριαρχία του μοντέρνου ρεβιζιονισμού στην ηγεσία του επαναστατικού κινήματος στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950 καταγράφηκε ως σημαντική στροφή με πολλές συνέπειες για το γυναικείο κίνημα επίσης. Η κυριαρχία αυτή οδήγησε στην κατάρρευση του σοσιαλισμού και στην επάνοδο του καπιταλισμού σε όλες τις σοσιαλιστικές χώρες εκτός της Αλβανίας, προκαλώντας την μεγαλύτερη ιστορική ήττα και την υποχώρηση της εργατικής τάξης και του επαναστατικού της κινήματος, όπως επίσης και του γυναικείου κινήματος.
Όπως συμβαίνει και με όλες τις πρότερες ρεβιζιονιστικές και οπορτουνιστικές τάσεις, ο σύγχρονος ρεβιζιονισμός μείωσε το επίπεδο της συνείδησης, της οργάνωσης και τον αγώνα των εργατικών κινημάτων. Η κυριαρχία του δημιούργησε μια κουλτούρα όχι μόνο ανάμεσα σε τμήματα των υπανάπτυκτων μαζών αλλά επίσης ανάμεσα στα προοδευτικά τμήματα των μαζών και των διανοουμένων, όπου αμφισβητήθηκαν οι θεμελιώδεις θέσεις του Μαρξισμού -συμπεριλαμβανομένου και του γυναικείου ζητήματος- και οι ιστορικές νίκες του σοσιαλισμού.
Αυτό άνοιξε το δρόμο για να αναπτυχθούν όλα τα είδη της αντιμαρξιστικής αστικής ιδεολογίας, από την φιλελευθερισμό μέχρι τη κοινωνική δημοκρατία. Η κυριαρχία του μοντέρνου ρεβιζιονισμού οδήγησε επίσης στην αποδυνάμωση της επιρροής του και καλλιέργησε τις συνθήκες για τους αστούς να αναπτύξουν τις πιο πετυχημένες αντικομμουνιστικές εκστρατείες και επιθέσεις. Εκτός από την ενθάρρυνση αυτών των συνθηκών, ο σύγχρονος ρεβιζιονισμός με την περαιτέρω ανάπτυξη του, έγινε ένα στοιχείο αυτής της αντικομμουνιστικής εκστρατείας. Όπως και σε άλλους τομείς, ενώ το γυναικείο κίνημα, ειδικά το κομμουνιστικό γυναικείο κίνημα, υποβαθμίζονταν, τα αστικά και μικροαστικά ρεύματα μέσα στο κίνημα γίνονταν δυνατότερα.
Τα καταστρεπτικά αποτελέσματα αυτής της ήττας έγιναν ξεκάθαρα στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν τα τελευταία ίχνη του σοσιαλισμού εγκαταλείφθηκαν και κλασικά καπιταλιστικά σχήματα επαναφέρθηκαν στην Ε.Σ.Σ.Δ. και σε άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Την ίδια ώρα τα ρεβιζιονιστικά κόμματα και ρεύματα γρήγορα διαλύθηκαν και ο σοσιαλισμός στη Λαϊκή δημοκρατία της Αλβανίας κατέρρευσε. Ο ιμπεριαλισμός και η αντίδραση, αποκάλεσε αυτήν την κατάρρευση του ρεβιζιονισμού ως την κατάρρευση του κομμουνισμού και διεξήγαγε την πιο πετυχημένη αντικομμουνιστική εκστρατεία στην ιστορία, χρησιμοποιώντας άμεσα κάποια στοιχεία του σύγχρονου ρεβιζιονισμού. Τα αποτελέσματα αυτής της εκστρατείας επηρέασαν όλα τα τμήματα της κοινωνίας από τα πιο υποανάπτυκτα μέχρι τις πιο αναπτυγμένες μάζες και τους διανοούμενους. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990, υπήρξαν εντατικές επιθέσεις όχι μόνο στις κατακτήσεις της εργατικής τάξης και των λαών αλλά επίσης και στις γυναίκες. Το «ιερό καθήκον της μητρότητας και των ευθυνών της απέναντι στην οικογένεια» επικράτησε στην ατζέντα περισσότερο από ποτέ.
5. Η κατάσταση των εργαζομένων και χωρικών γυναικών και των γυναικών διαφορετικών λαών και εθνικοτήτων
Από τις αρχές του 1990, ενώ οι ενδο-ιμπεριαλιστικές αντιφάσεις οξύνονταν και γινόταν εντατική πάλη για το ξαναμοίρασμα του κόσμου, οι επιθέσεις στις κατακτήσεις της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων λαών αυξάνονταν. Όλο το βάρος των οικονομικών κρίσεων, ο εντατικοποιημένος ενδο-ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός και η πάλη για το ξαναμοίρασμα, οι αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες και παρεμβάσεις, οι αντιδραστικοί τοπικοί, εθνικοί και εμφύλιοι πόλεμοι, έπεσε στις εργαζόμενες τάξεις και τους λαούς. Αυτές που επηρεάστηκαν δυσμενέστερα από όλα αυτά, ήταν οι γυναίκες.
Εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενες γυναίκες σε πολλές χώρες ήταν οι πρώτες που χάσανε τις δουλειές τους ως μέρος των πολιτικών λιτότητας λόγω της παρούσας κρίσης. Για παράδειγμα, το 51,8% όσων χάσανε τις δουλειές τους στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια ήταν γυναίκες. Το 2010 στην Ινδία, 700.000 γυναίκες έχασαν τις δουλειές τους στην βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας, 80% όσων έχασαν την δουλειά τους εκείνη την χρονιά ήταν γυναίκες. Το ποσοστό ήταν το ίδιο στη Νότιο Αφρική. Ο αριθμός των γυναικών που έχασαν τις δουλειές τους στην Σρι Λάνκα ήταν 30.000, 16.000 στην Νικαράγουα και 40.000 στις ζώνες ελεύθερου εμπορίου των Φιλιππίνων.
Οι εργάτες που κατάφεραν να κρατήσουν τις δουλειές τους αντιμετώπισαν μειωμένους μισθούς, αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, μείωση συντάξεων και απώλεια πολλών κοινωνικών δικαιωμάτων. Οι γυναίκες και πάλι υπέφεραν περισσότερο από αυτές τις απώλειες. Η απώλεια θέσεων εργασίας και η αύξηση της ανεργίας ανάγκασε πολλές γυναίκες να γυρίσουν πίσω στα σπίτια τους, και να δεχθούν εργασία μερικής απασχόλησης, ευέλικτη ή ανασφαλή, καταδικάζοντας τες στο να είναι οι πλέον χαμηλόμισθες και σε συνθήκες ημι-δουλείας.
Κατά την διαδικασία αναδιοργάνωσης της εργασίας που βασίζεται στην μερική απασχόληση, την ευέλικτη εργασία κτλ., οι καπιταλιστές αποπειράθηκαν να ρίξουν τις εργάτριες στα νύχια της φτώχιας και της ανεργίας για να υποστηρίξουν τους δικούς τους στόχους. Η ιδιωτικοποίηση των δημοσίων υπηρεσιών και η ανασφάλεια έχουν γίνει μεγαλύτερα προβλήματα από ποτέ για τις γυναίκες, καθώς η ανασφάλεια δεν αφορά μόνο το χάσιμο της εργασίας και του μέλλοντος κάποιου αλλά αφορά την εξάλειψη των κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων οικογενειών. Τα καταστροφικά αποτελέσματα αυτής της εξάλειψης κάνουν την ζωή ακόμα δυσκολότερη για τους εργάτες και εργαζόμενους γενικότερα αλλά για τις εργαζόμενες γυναίκες ειδικότερα.
Σήμερα σε πολλές χώρες, ένας όλο και αυξανόμενος αριθμός γυναικών εργάζονται με το κομμάτι από το σπίτι τους, σε τομείς όπως η συναρμολόγηση, η συσκευασία, η διαλογή κτλ., τομείς οι οποίοι είναι στην πραγματικότητα συνδεδεμένοι με την παραγωγή σε μεγάλα εργοστάσια και επιχειρήσεις· ωστόσο δεν αντιμετωπίζονται ως εργάτριες. Τα πενιχρά τους έσοδα παρουσιάζονται ως “υποστήριξη του οικογενειακού προϋπολογισμού” και όλο αυτό χρησιμοποιείται για την νομιμοποίηση αυτής της κατάστασης.
Γυναίκες σε πολλές υπανάπτυκτες χώρες αντιμετωπίζουν όχι μόνο καπιταλιστική εκμετάλλευση και καταπίεση αλλά και την εκμετάλλευση του φεουδαρχισμού και μερικές φορές σχεδόν την δουλεία. Αυτή η διπλή (και μερικές φορές τριπλή) καταπίεση και εκμετάλλευση βιώνεται από γυναίκες σε Ασιατικές χώρες με μεγάλους πληθυσμούς όπως η Ινδία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές καθώς και σε πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής.
α) Γυναίκες στην εργασία
Σύμφωνα με στοιχεία, οι γυναίκες αποτελούν τα δύο-τρίτα του εργατικού δυναμικού παγκοσμίως, που σημαίνει ότι οι γυναίκες ανά τον κόσμο κάνουν περισσότερη δουλειά από τους άνδρες. Ωστόσο, μόνο το ένα τέταρτο της δουλειάς που κάνουν οι γυναίκες πληρώνεται, ενώ η κατάσταση είναι αντίστροφη για τους άνδρες. Αυτό σημαίνει ότι η εργασία των γυναικών είναι σχεδόν δωρεάν, κακοπληρωμένη και υποτιμημένη.
Ο παγκόσμιος πληθυσμός σήμερα είναι 7 δισεκατομμύρια και σχεδόν το μισό (49,7) είναι γυναίκες. Υπό τον καπιταλισμό οι γυναίκες εισέρχονται στην παραγωγή σε ολοένα και αυξανόμενους αριθμούς. Παγκόσμια, το μέσο ποσοστό των γυναικών που παίρνουν μέρος στην παραγωγή σήμερα είναι 52% και το ποσοστό αυτό είναι 62% στις χώρες του OECD (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης ). Το χαμηλότερο ποσοστό είναι στην Μέση Ανατολή με 18%.
Οι χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά γυναικών στην κοινωνική παραγωγή είναι αυτές με τις πιο εντατικές μορφές εκμετάλλευσης από πολυεθνικές εταιρίες και όπου τα μονοπώλιά υποστηρίζονται από τους εργατικούς νόμους: χώρες όπως το Μπαγκλαντές, η Σρι Λάνκα, οι Φιλιππίνες και χώρες στην Νότια Αμερική όπως η Νικαράγουα. Οι αριθμοί των εργαζόμενων γυναικών αυξάνονται σε χώρες όπως η Κίνα, η Βραζιλία και η Ινδία. Αυτό οφείλεται στην φύση του καπιταλισμού όπως εξηγείται από τους Μαρξ και Ένγκελς στο μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος.
“…όσο περισσότερο αναπτύσσεται η σύγχρονη βιομηχανία, τόσο περισσότερο η εργασία των ανδρών αντικαθίσταται από αυτή των γυναικών. Διαφορές ηλικίας και φύλου δεν έχουν πια διακριτή κοινωνική ισχύ για την εργατική τάξη. Όλοι είναι εργαλεία εργασίας, περισσότερο ή λιγότερο ακριβά στην χρήση τους, ανάλογα με την ηλικία και το φύλο τους.”
Σύμφωνα με στοιχεία του 2011, κατά μέσο όρο στον κόσμο οι γυναίκες λαμβάνουν το 73% των αποδοχών των ανδρών για την ίδια εργασία. Αντιθέτως, όταν μελετηθούν οι εργασιακές ευκαιρίες, οι γυναίκες απασχολούνται κυρίως σε τομείς λιγότερο τεχνικούς και χαμηλόμισθους, σε δουλειές που είναι, “συμπληρωματικές” αυτών των ανδρών και επομένως λαμβάνουν “συμπληρωματικούς μισθούς”. Αυτό εξηγεί το γεγονός ότι οι γυναίκες είναι η πλειοψηφία στον τομέα των υπηρεσιών, στη βιομηχανία της σίτισης και της κλωστοϋφαντουργίας καθώς και σε δουλειές μερικής απασχόλησης όπου εργάζονται υπό συνθήκες δουλείας: η οικονομική εξάρτηση των γυναικών διαιωνίζεται. Αυτή η δομικά καθορισμένη πίεση εγγυάται ότι η οικογένεια λειτουργεί σύμφωνα με τις ανάγκες του καπιταλισμού καθώς επίσης και της αναπαραγωγής του εργατικού δυναμικού.
Οι αναφορές υποδεικνύουν ότι το μισό εργατικό δυναμικό παγκοσμίως και ειδικότερα οι γυναίκες στις φτωχότερες χώρες, εργάζονται με επισφαλείς συνθήκες και χωρίς ασφάλιση, σε επιδεινούμενες συνεχώς συνθήκες. Παράλληλα με την αύξηση της επισφαλούς, παράνομης εργασίας και ανεργίας, υπάρχει αύξηση και στον αριθμό των παιδιών και νέων που δουλεύουν σε επισφαλείς εργασίες. Επιπλέον, η εργασία με βάση το σπίτι έχει καταστεί πυλώνας της ευέλικτης και αδήλωτης εργασίας, λόγω της αύξησης αυτού του τύπου εργασίας τις τελευταίες δεκαετίες.
Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας (ILO / ΔΟΕ), η εργασία με έδρα το σπίτι αντιπροσωπεύει το 10% του μη αγροτικού εργατικού δυναμικού παγκοσμίως και αποτελείται πρακτικά εξ’ ολοκλήρου από γυναίκες. Αυτή η αναλογία υπολογίζεται μεταξύ 25% και 60% στους τομείς της βιομηχανίας υφασμάτων και ενδυμάτων των “αναπτυσσόμενων” οικονομιών. Αυτό επεκτείνεται και σε σύγχρονους τομείς όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και η βιομηχανία ηλεκτρονικών. Η μετανάστευση από τις αγροτικές στις αστικές περιοχές και από τις εξαρτώμενες σε ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, επίσης έχει πρωτοφανή επίπτωση στους αυξανόμενους αριθμούς γυναικών στο εργατικό δυναμικό. Εκτιμάται ότι το 49% των μεταναστών είναι γυναίκες που αναγκάζονται να εργάζονται για εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς σε συνθήκες σκλαβιάς.
β) Βία κατά των γυναικών
Οι ιμπεριαλιστικές πολιτικές λεηλασίας και καταλήστευσης και οι τοπικές και περιφερειακές διενέξεις και πόλεμοι που προκαλούνται από αυτές, οδηγούν σε φόνους, βιασμούς και την διακίνηση δεκάδων χιλιάδων γυναικών, κάτι που επίσης μετατρέπει εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες σε μετανάστριες και πρόσφυγες.
Εκατομμύρια γυναίκες παλεύουν για τις ζωές τους λόγω των γενικά σκληρών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών ή λόγω της βαρβαρότητας παραδοσιακών και ρατσιστικών πολιτικών ή και θρησκευτικών εθίμων (όπως ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων). Έρευνες δείχνουν ότι η βία κατά των γυναικών αυξήθηκε σε ανησυχητικό βαθμό σε όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων των πιο δημοκρατικών και ανεπτυγμένων.
Ακόμα πιο συνταρακτικό είναι το γεγονός ότι η βία επίσης αυξάνεται και ανάμεσα στις μορφωμένες γυναίκες της μεσαίας τάξης. Η βία κατά των γυναικών ανέρχεται στο 52% στην Δανία, 47% στην Φινλανδία και 46% στην Σουηδία. Αυτά τα υψηλά ποσοστά εξηγούνται από το γεγονός ότι οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να καταγγείλουν την βία στις αρχές σε αυτές τις Βόρειες χώρες.
Σύμφωνα με μία αναφορά του ΟΗΕ, το 70% των γυναικών παγκοσμίως βιώνουν σεξουαλική βία τουλάχιστον μια φορά στην ζωή τους. Ενώ η βία κατά των γυναικών είναι εκτεταμένη και αυξάνεται παγκοσμίως, δεν εισάγονται αποτελεσματικά νομικά, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά μέτρα για την αποτροπή της. Το χειρότερο το γεγονός είναι ότι μια δυνατή και ενωμένη πάλη κατά αυτής τις βίας δεν έχει υλοποιηθεί. Πρακτικές που οδηγούν γυναίκες στην σκλαβιά, τον λιθοβολισμό ή το φόνο τους, δικαιολογούνται με τη χρήση θρησκευτικών επιχειρημάτων, ειδικά σε πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής και της Ασίας.
Λόγω των συντηρητικών και θρησκευτικών πολιτικών σε πολλές χώρες, οι γυναίκες έχουν χάσει κάποια από τα δικαιώματα που κέρδισαν με αγώνες. Υπό την καταπίεση θρησκείας και παράδοσης, οι γυναίκες όχι μόνο κλειδώνονται στο σπίτι αλλά δουλεύουν από το σπίτι και γίνονται πηγή φτηνής εργασίας. Αυτό επίσης παγιώνει την πατριαρχική οικογένεια και κοινωνία φέρνοντας μαζί του περισσότερη βία κατά των γυναικών.
Τα αυξημένα επίπεδα βίας κατά των γυναικών και η πάλη εναντίον τους, έχει οδηγήσει τον ΟΗΕ στην Γενική Συνέλευση του 1999, να ανακηρύξει την 25η Νοεμβρίου ως “Διεθνή Ημέρα Αγώνα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών”. Αυτή ήταν η ημερομηνία της άνανδρης δολοφονίας των αδερφών Mirabal από την Δομινικανή στρατιωτική φασιστική δικτατορία του Rafel Leonidas Trujillo. H βία κατά των γυναικών συνέχισε να αυξάνεται τα επόμενα χρόνια.
Γίνεται ολοένα και πιο σημαντικό να πολεμήσουμε ενάντια σε αυτή την βία ανά τον κόσμο, να εκθέσουμε όλες τις πρακτικές και τις νόρμες που νομιμοποιούν τον φόνο και την υποδούλωση των γυναικών, να πολεμήσουμε ενάντια στην καθυπόταξη των γυναικών στους άνδρες και στις αντιδραστικές θρησκευτικές και πολιτιστικές πρακτικές που βαθαίνουν και ενθαρρύνουν αυτή την υποταγή.
γ) Οι γυναίκες στερούνται τα βασικά δικαιώματα
Άλλο ένα σημάδι της άνισης θέσης, της υποταγής και της φτώχειας των γυναικών, είναι η πρόσβαση σε βασικά δικαιώματα όπως σίτιση, στέγαση, υγεία και μόρφωση. Από τα 1.300 εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν με λιγότερο από 1$ την ημέρα (απόλυτη φτώχεια), το 70% είναι γυναίκες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το 60% αυτών που υποφέρουν από υποσιτισμό είναι γυναίκες και κορίτσια. Οι χώρες με τα μεγαλύτερα επίπεδα φτώχιας είναι επίσης αυτές με την μεγαλύτερη ανισότητα μεταξύ των φύλων.
Από όλους τους “εκτοπισμένους ανθρώπους” στον κόσμο, το 80% είναι γυναίκες και παιδιά. 80% από τις 800ες χιλιάδες ανθρώπους που διακινούνται κάθε χρόνο, είναι γυναίκες και κορίτσια. Το ζήτημα που αφορά τα παιδιά-νύφες είναι ακόμα εμφανές σε πολλές χώρες. Ένα κορίτσι που παντρεύεται νωρίς στερείται εκπαίδευσης, του δικαιώματος σε μια υγιή ζωή και αντιμετωπίζει ακόμα πιο έντονες σεξουαλικές διακρίσεις. Καθώς οι γάμοι παιδιών είναι συνήθως παράνομοι, η ανυπαρξία πολιτικής νομιμότητας στερεί από τα κορίτσια την ωφέλεια των νόμιμων δικαιωμάτων της συζύγου. Καθώς τα παιδιά-νύφες συνήθως τερματίζουν την εκπαίδευσή τους νωρίς, στερούνται του δικαιώματος στην εκπαίδευση και την ευκαιρία να συμμετάσχουν στην παραγωγή και την εργασία. Τα μεγαλύτερα ποσοστά παιδικών γάμων βρίσκονται σε χώρες στην Ανατολική, Δυτική και Κεντρική Αφρική και Νότια Ασία: 61,9% στον Νίγηρα, 74,2% στην Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, 53,7% στο Αφγανιστάν και 51,3% στο Μπαγκλαντές.
Είναι επίσης οι γυναίκες που υποφέρουν περισσότερο από προβλήματα πρόσβασης στην εκπαίδευση: 551 εκατομμύρια από τα 774 εκατομμύρια αναλφάβητων στον κόσμο είναι γυναίκες. 54 από τα 72 εκατομμύρια παιδιά που δεν παρακολουθούν σχολείο είναι κορίτσια. Παρομοίως, 70% των μονογονεϊκών οικογενειών που υποστηρίζονται από μητέρες δεν έχουν πρόσβαση σε καθαρό νερό και αποχετεύσεις και ζουν σε συνθήκες εξαθλίωσης. 75% αυτών των οικογενειών δεν έχουν το δικό τους σπίτι. Οι αριθμοί των γυναικών που πεθαίνουν στην γέννα λόγω έλλειψης πρόσβασης σε επαγγελματική φροντίδα αυξάνονται. Το 71% όσων υποφέρουν από HIV-AIDS είναι γυναίκες.
Σε πολλές χώρες, κυρίως στην κεντρική Αφρική και τη νότιο Ασία, ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων συνεχίζει να είναι μεγάλο πρόβλημα όσον αφορά θέματα της υγείας, της αναπαραγωγής και της βίας κατά των γυναικών.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΗΕ του 2012 για θέματα πολιτικής συμμετοχής, κατά μέσο όρο οι γυναίκες αποτελούν το 19,7% των βουλευτών στον κόσμο. Οι Σκανδιναβικές χώρες πρωτεύουν με 42% αντιπροσώπευση από γυναίκες, ακολουθούμενες από τις χώρες της Βορείου και Νοτίου Αμερικής με ποσοστό 22,6%. Στις χώρες της Ε.Ε. ο αριθμός των ανδρών βουλευτών είναι τρεις φορές ο αντίστοιχος των γυναικών συναδέλφων τους.
6. Ιμπεριαλιστικές προσπάθειες να ελεγχθεί και να κατευθυνθεί το γυναικείο κίνημα
Οι άρχουσες τάξεις και κλίκες των ιμπεριαλιστών σε όλες τις χώρες, λειτουργούν μία οργανωμένη και πολυδιάστατη εκστρατεία παγκοσμίως ούτως ώστε να κατευνάσουν την αυξανόμενη αναταραχή και δυσαρέσκεια μεταξύ των μαζών των γυναικών: προσπαθούν να αποτρέψουν τη μετατροπή τους σε μια παλίρροια αφύπνισης και αγώνων. Το πράττουν αυτό μέσω της δημιουργίας ανούσιων στόχων ώστε να τις αποθαρρύνουν. Δημιουργούν τεράστια κεφάλαια για να επηρεάσουν πανεπιστήμια, φιλανθρωπικά και θρησκευτικά ιδρύματα και χρησιμοποιούν κάθε μέσω προπαγάνδας, καθώς και ΜΚΟ όπως σωματεία, γυναικείες οργανώσεις κτλ., που υποστηρίζονται από αυτά τα κεφάλαια. Τα μείζονα ιμπεριαλιστικά ιδρύματα όπως τα Ηνωμένα Έθνη, η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ και η ΕΕ είναι οι διεθνής διευθυντές και συντονιστές αυτής της εκστρατείας διεθνώς.
Οι ιμπεριαλιστές επενδύουν μέσω των ΜΚΟ που χρηματοδοτούν, σε διεθνείς δράσεις και σχέδια (πρότζεκτ) που στοχεύουν γυναίκες της εργατικής τάξης και νέες αγρότισσες καθώς και ιθαγενείς και καταπιεσμένες μετανάστριες. Στόχος τους είναι να διασπείρουν ψευδείς ελπίδες ανάμεσά τους για την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης τους: προσπαθούν να προλάβουν την ενοποίηση τους με το εργατικό επαναστατικό κίνημα. Εργαζόμενες γυναίκες και γυναίκες από τα λαϊκά στρώματα έρχονται αντιμέτωπες με μία βίαιη ιδεολογική επίθεση που έχει σκοπό τον αποπροσανατολισμό τους και την ενθάρρυνσή τους στο να αποδεχθούν τη θέση των γυναικών ως αγαθών υπό τον καπιταλισμό, καθώς και να εγκαταστήσουν αντιλήψεις και πρακτικές που εξατομικεύουν και αποξενώνουν τις γυναίκες.
Τις τελευταίες δεκαετίες, φεμινιστικοί, ρεφορμιστικοί και σοσιαλδημοκρατικοί οργανισμοί όλων των ειδών, έχουν μεταφέρει τις δράσεις τους στην αρένα των πολιτικών κέντρων λήψεως αποφάσεων, υποστηριζόμενοι από κυβερνήσεις και καπιταλιστικά κράτη. Σκοπός τους είναι να τα κάνουν να αποδεχθούν μεταρρυθμίσεις που στην ουσία δεν επηρεάζουν ή βλάπτουν τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών.
Τα ιμπεριαλιστικά φερέφωνα του σήμερα – κυβερνήσεις, εθνικά και διεθνή ιδρύματα – αναπτύσσουν συγκεκριμένες πολιτικές και στρατηγικές. Ξεχωρίζουν συγκεκριμένες απαιτήσεις και συνθήματα για τα οποία πολέμησε το γυναικείο κίνημα και οι οργανώσεις και υιοθέτησαν οι μάζες, στερώντας το νόημα τους σε μια ρηχή δημαγωγική εκστρατεία. Διεξάγουν εκστρατείες και σχέδια που καταντούν το αίτημα για ισότητα των φύλων στο φιλελεύθερο σύνθημα για “ίσες ευκαιρίες” και το δικαίωμα εξασφάλισης της εργασίας, στο σύνθημα “ενθάρρυνση της γυναικείας επιχειρηματικότητας”.
Τα Ηνωμένα Έθνη ανακοίνωσαν έτη και δεκαετίες αφιερωμένες στις γυναίκες. Μια έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας του 1990 ανακοίνωσε ότι η γυναικεία εργασία θα γινόταν πιο πολύτιμη και ότι οι ίσες ευκαιρίες και η γυναικεία “χειραφέτηση” θα επιτευχθούν. Το ίδιο ίδρυμα διακήρυξε το 2012 ως “το έτος της γυναίκας” με το σύνθημα “η ισότητα αυξάνει το κέρδος”. Παρόλο που βελτίωσαν τις ευκαιρίες για τις μορφωμένες γυναίκες της άνω-μέσης και ανώτερης τάξης (ποσοστά γυναικών σε διοικητικά συμβούλια, εταιρίες συμμετοχών κτλ.), για τις γυναίκες των κατώτερων στρωμάτων σήμαινε κατώτερους μισθούς, εργασιακή ανασφάλεια και συνδυασμό της παραγωγής με το πλήρες βάρος των οικιακών εργασιών.
Ενώ ο νεοφιλελευθερισμός διακοσμεί την επίδειξη του με λόγια περί ισότητας των φύλλων, στην πραγματικότητα δεν έδωσε επιλογές στις εργαζόμενες γυναίκες που παλεύουν καθημερινά για τα προβλήματα τους. Καθημερινά περισσότερες γυναίκες συνειδητοποιούν ότι ο καπιταλισμός προσφέρει μόνο φτώχεια, ανεργία, ανασφάλεια και την προοπτική του να συντριβούν από τις καταστρεπτικές επιπτώσεις των νεοφιλελεύθερων πολιτικών αποφάσεων.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου