Από την εποποιία των αλβανικών βουνών
ΟΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
Αρχές Νοέμβρη 1940... Στο 2ο Σύνταγμα πεζικού του Βόλου συνεχίζεται η κατάταξη των εφέδρων. Παιδιά απ’ την πόλη κι’ απ’ τα χωριά. Εργάτες, που μόλις άφησαν τη βαριά και τη φόρμα της δουλειάς. Ηλιοψημένοι αγρότες απ’ το Πήλιο, τον Αλμυρό και το Βελεστίνο, ψαράδες απ’ τις Σποράδες. Υπάλληλοι και διανοούμενοι της πόλης. Μια σιγανή βροχούλα ραντίζει τις ουρές, που σχηματίζονται μπροστά στις αποθήκες της επιστρατεύσεως. Έξω απ’ τον περίβολο του Συντάγματος ένα παρδαλό πλήθος ήρθε να χαιρετίσει τους δικούς του, που θα φύγουν για το Μέτωπο.
Μια ομάδα φαντάρων κυκλώνει έναν εφημεριδοπώλη. Χωρίζονται σε μικρές παρέες και διαβάζουν τα πρώτα νέα απ’ το Μέτωπο. Ξαφνικά ακούγεται ένας ψίθυρος. Οι κύκλοι μεγαλώνουν γύρω απ’ όσους διαβάζουν εφημερίδα. «Ο Αρχηγός του ΚΚΕ καλεί το λαό να παλαίψει μ’ όλα τα μέσα ενάντια στην φασιστική επιδρομή»! Όλο το Σύνταγμα συζητά το νέο της ημέρας. Ένα προσεχτικό μάτι θάβλεπε τώρα περισσότερη βιασύνη μπροστά στις αποθήκες της επιστρατεύσεως. Περισσότερη αποφασιστικότητα στα μούτρα των παιδιών που ετοιμάζονταν για το Μέτωπο, απ’ όπου τις νύχτες έφτανε ο υπόκωφος βρόντος των πυροβόλων. Η 4η Αυγούστου, τα διπλά πηλίκια της ΕΟΝ, οι φασιστικές παράτες και οι φανφαρονισμοί κράταγαν διστακτικά τα παλληκάρια του λαού. Το γράμμα του Αρχηγού λύνει τους δισταγμούς. Φοβούνται ακόμα μην είναι συνηθισμένο φιάσκο του Μανιαδάκη. Όχι δεν είναι! Δεν μπορεί νάναι. Αυτή είναι η θέση του ΚΚΕ. Αυτή είναι η θέση του λαού, που μέσα στα τέσσερα χρόνια της 4αυγουστιανής απάτης είδε πόσο δίκαιο είχαν οι κομμουνιστές. Τώρα ήξερε ο λαός γιατί πάλευαν οι κομμουνιστές, γιατί δέχονταν περήφανοι τις διώξεις, τις φυλακές, τα ξερονήσια, τα κάτεργα. Η φωνή του εγκάθειρκτου ήρωα Ζαχαριάδη άγγιζε την ψυχή του λαού...
* * *
Γυμνός, ξυπόλυτος, πεινασμένος πολεμάει ο στρατός μας. Απ’ το Αργυρόκαστρο έως το Πόγραδετς μέσα στα χιόνια και τη λάσπη – εκείνη τη φοβερή λάσπη της Αλβανίας, που οι φαντάροι μας την ονόμασαν έβδομο κύκλο της κόλασης 1 – πολεμάνε τα παιδιά του λαού. Πρώτοι οι κομμουνιστές. Δεν έχουνε βάλει σημάδι στο μέτωπο να τους ξεχωρίσεις. Ίδια είναι ντυμένοι – ή καλύτερα ίδια είναι γυμνοί! Ίδια μένουν πεινασμένοι όπως όλοι. Τους ξεχωρίζεις απ’ το καρδιακό χαμόγελο. Γιατί αυτοί ποτέ δεν κουράζονται. Κι’ ας πάνε πάντα αυτοί στις επικίνδυνες αποστολές. Κι’ ας κάνουν πάντα αυτοί τις πιο βαριές δουλειές. Κι’ ας τους βρίζει ο κ. Λοχαγός. Αυτοί το ξέρουν.. πολεμάνε για την Ελλάδα και το λαό της. Τους τάπε πριν λίγες μέρες ο λοχίας Γιάννης ξεχνώ το παράνομά του – απ’ την Καλαμάτα. Είχε διακριθεί σε μια σειρά μάχες. Μόνος του ξετρύπωσε μεσ’ από μια σπηλιά 81 «γκλοριόζους» μ’ έναν ανθυπασπιστή επί κεφαλής. Με μια χειροβομβίδα και το απροσμέτρητο θάρος του τους αφόπλισε όλους. Φόρτωσε σε 4-6 τα όπλα όλων των άλλων και τους κουβάλησε μόνος του στο λόχο του. Δεν ήταν ούτε το πρώτο ούτε το δεύτερο κατόρθωμά του. Ο κ. Λοχαγός δάγκωνε νευριασμένος τις τρίχες του μουστακιού του κάθε φορά που μάθαινε καινούργια ανδραγαθία του Γιάννη. Κι’ ούτε τον κατέβαζε ποτέ από «παλιοκομμουνιστή». Ο Γιάννης σχεδόν δεν τώκρυβε. «Αν δεν το λεω φανερά και σταράτα – μας έλεγε – ένα βράδυ είναι γιατί σίγουρα θα μ’ αφαιρέσουν οι φασίστες το δικαίωμα να πολεμήσω για το λαό μας». Όμως ο κ. Λοχαγός τελικά τον πρότεινε για προαγωγή και παρασημοφορία. Μια μέρα συνάχτηκε ο λόχος να μας διαβάσουν την «ημερησία διαταγή». Ανάμεσα στ’ άλλα προάγονταν ο λοχίας Γιάννης του λόχου μας στο βαθμό του επιλοχία «επ’ ανδραγαθία» και του απονέμονταν το «αριστείον ανδρείας». Δεν πολυθυμάμαι τώρα το «αιτιολογικό». Μα κάτι έλεγε για «βασιλέα ημών» και «Εθνικό Κυβερνήτη». Πως τάχα γι’ αυτούς πολέμησε και ανδραγάθησε ο Γιάννης!
Ο Γιάννης έκανε ένα βήμα μπροστά. Στάθηκε προσοχή. Χαιρέτισε κανονικά κι’ είπε με καθαρή, καμπανιστή φωνή:
- Δεν δικαιούμαι, κύριε λοχαγέ ούτε την προαγωγή ούτε το αριστείο, γιατί εγώ δεν έκανα τίποτα ούτε για το «Βασιλέα ημών» ούτε για τον «Εθνικό Κυβερνήτη»! Εγώ πολέμησα για την Ελλάδα και το λαό της. Και δεν έκανα παρά το καθήκον μου!
Ξαφνιαστήκαμε όλοι. Ο Γιάννης από καιρό τώρα ανεβασμένος στη συνείδηση ολωνών μας για την παλικαριά του, ανέβαινε τώρα ακόμα πιο ψηλά. Γινόταν ήρωας μυθικός. Ο κ. Λοχαγός φρένιασε. Χτύπησε με ορμή το μαστίγιο στην μπότα του, ξεστόμισε μια βρισιά, κάτι μουρμούρισε στον επιλοχία και χάθηκε στη σκηνή του. Ο λόχος διαλύθηκε κακήν κακώς. Όλοι οι φαντάροι συζητάγαν τώρα για τη στάση του Γιάννη. Οι περισσότεροι πήγαν και τούσφιξαν με συγκίνηση το χέρι. Σε λίγες μέρες ο Γιάννης διατάχθηκε να μαζέψει τα «ατομικά του είδη». Έφυγε μαζί με κάτι άλλους φαντάρους που έφεραν από άλλο λόχο. Δεν μάθαμε ποιοι ήταν. Ούτε τι απόγινε ο Γιάννης. Ποιος ξέρει ίσως να στάλθηκε σε κανένα ξερονήσι ή στα κάτεργα της Ακροναυπλίας για να παραδοθεί από εκεί ύστερα στους Γερμανοϊταλούς. Ίσως για την Ελλάδα και το λαό της όπως έλεγε νάδωσε στα μεγαλουργά χρόνια της εθνικής αντίστασης που ακολούθησαν και την ίδια τη ζωή του. Ποιος ξέρει...
* * *
Έτσι πολέμησαν οι Κομμουνιστές στην Αλβανία. Πάντα πρώτα κι’ ας τους έστελναν πολλές φορές ίσια στο θάνατο. Τώξεραν καλύτερα απ’ όλους τους πως πολέμαγαν για την Ελλάδα και το λαό τους. Τους τώπε ο μεγάλος Αρχηγός τους ο σ. Ζαχαριάδης μέσα απ’ τα μπουντρούμια της Ασφάλειας. Και τη φωνή του την άκουσε ο λαός, που ακολούθησε τους κομμουνιστές. Τι κι’ ας μας πρόδωσαν οι φαλαγγίτες αξιωματικοί, κι’ αν ο Γκλύξμπουργκ κι ο Μεταξάς έκαναν τον πόλεμο «για να ρίξουν 5-6 τουφεκιές» με τα μοαγάζια έτοιμα για τη δραπέτευση στο εξωτερικό. Οι κομμουνιστές πρώτοι επί κεφαλής του λαού συνέχισαν τον πόλεμο τέσσερα χρόνια. «Ο κάθε βράχος, η κάθε ρεματιά, το κάθε χωριό, καλύβα με καλύβα, η κάθε πόλη σπίτι με σπίτι» έγιναν φρούρια του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα. Και η Ελλάδα λευτερώθηκε με την πάλη του λαού της.
Από εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», 29.10.1945, Λάρισα
Ανασύνταξη, Αρ. Φύλ. 192 15-31 Οχτώβρη 2004
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου