Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΣΣΔ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

(από «GROSSE SOWJET-ENZYKLOPAEDIE»: Die Aussenpolitik der UdSSR, Moskau 1951, Bd.8, S.257-280, Berlin-DDR 1953, σελ. 48-62)

Συνέχεια απ’ το φύλλο 386

1941 – 1945. Από τη στιγμή της ληστρικής επίθεσης της Χιτλερικής Γερμανίας ενάντια στην ΕΣΣΔ ως τον τερματισμό του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου το βασικό καθήκον της Σοβιετικής Εξωτερικής Πολιτικής συνίστατο στη δημιουργία μιας συμμαχίας ενάντια στο Χίτλερ και να συντρίψει το Χιτλερικό Μπλοκ. Η ουσία του δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου καθορίστηκε στον ιστορικό λόγο του Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ της 3ης Ιούλη 1941: «ο πόλεμος ενάντια στη φασιστική Γερμανία δεν πρέπει να θεωρείται ένας συνηθισμένος πόλεμος. Δεν είναι μόνο πόλεμος ανάμεσα σε δυο στρατούς. Είναι ταυτόχρονα και πόλεμος ολόκληρου του σοβιετικού λαού ενάντια στα γερμανοφασιστικά στρατεύματα. Αυτός ο παλλαϊκός πόλεμος για την πατρίδα, ενάντια στους φασίστες καταπιεστές, έχει για σκοπό του όχι μόνο να εκμηδενίσει τον κίνδυνο που κρέμεται πάνω από τη χώρα μας, μα και να βοηθήσει όλους τους λαούς της Ευρώπης που στενάζουν κάτω από το ζυγό του Γερμανικού φασισμού»1). Ο Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ υπέδειξε, ότι ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ενάντια στις «δυνάμεις του Άξονα» είχε απ’ την αρχή το χαρακτήρα ενός αντιφασιστικού Απελευθερωτικού Πολέμου. «Η είσοδος της Σοβιετικής Ένωσης στον Πόλεμο ενάντια στα κράτη του Άξονα δεν μπορούσε παρά να δυναμώσει – και πραγματικά δυνάμωσε – τον αντιφασιστικό και απελευθερωτικό χαρακτήρα του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου»2).

Η συμμαχία ενάντια στον Χίτλερ εμφανίστηκε τη στιγμή της γερμανικής επίθεσης ενάντια στην ΕΣΣΔ. Στις 22 Ιούνη η κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας αποφάσισε να χορηγήσει βοήθεια στη Σοβιετική Ένωση. Στις 24 Ιούνη ο πρόεδρος των ΗΠΑ Roosevelt ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα χορηγήσουν στη Σοβιετική Ένωση κάθε δυνατή βοήθεια. Στις 12 Ιούλη 1941 υπογράφτηκε μεταξύ της ΕΣΣΔ και της Μεγάλης Βρετανίας μια Συμφωνία «Κοινής δράσης στον πόλεμο ενάντια στη Γερμανία». Ήδη τις πρώτες βδομάδες μετά την επίθεση της χιτλερικής Γερμανίας ενάντια στην ΕΣΣΔ ακολούθησε η σύναψη εκ νέου διπλωματικών σχέσεων της Σοβ. Ένωσης και της Τσεχοσλοβακίας (18 Ιούλη) και Πολωνίας (30 Ιούλη). Οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών βρίσκονταν στο Εξωτερικό. Την ίδια περίοδο η Σοβιετική Ένωση έκλεισε με την Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία συμφωνίες στρατιωτικής αλληλοβοήθειας, και στις 5 Αυγούστου αποκαταστάθηκαν οι διπλωματικές σχέσεις με τη Νορβηγία και στις 7 Αυγούστου με το Βέλγιο.

Στις 29 Σεπτέμβρη 1941 άρχισε στη Μόσχα η Σύσκεψη των αντιπροσώπων των τριών μεγάλων Δυνάμεων (ΕΣΣΔ, Μεγάλης Βρετανίας και ΗΠΑ). Σ’ αυτή την Σύσκεψη έγινε επεξεργασία του προγράμματος των Αγγλο-Αμερικάνικων παροχών προς τη Σοβιετική Ένωση. Τα καθήκοντα της Αγγλο-Σοβιετο-Αμερικάνικής συμμαχίας εξέφρασε ο Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ στο λόγο για τα 25χρονα της Μεγάλης Σοσιαλιστικής Οχτωβριανής Επανάστασης ως ακολούθως: «το πρόγραμμα δράσης του Αγγλο-Σοβιετο-Αμερικάνικου Συνασπισμού είναι: εξάλειψη της φυλετικής αποκλειστικότητας, ισοτιμία των εθνών και απαραβίαστο των εδαφών τους, απελευθέρωση των υποδουλωμένων εθνών και αποκατάσταση των κυριαρχικών δικαιωμάτων τους, δικαίωμα για το κάθε έθνος να οργανώνει τη ζωή του όπως επιθυμεί, οικονομική βοήθεια στα έθνη που υποφέρουν και συνεργασία μαζί τους στο έργο της εξασφάλισης της υλικής τους ευημερίας, αποκατάσταση των δημοκρατικών ελευθεριών, εξόντωση του χιτλερικού καθεστώτος» 3).

Στην ημερήσια διάταξη βρίσκονταν τώρα το ζήτημα της δημιουργίας του Δεύτερου Μετώπου στην Ευρώπη. Το κέντρο της προσοχής της Σοβιετικής Εξωτερικής Πολιτικής στα χρόνια 1941-1944 ήταν στραμμένο σ’ αυτό το σπουδαίο ζήτημα. Το ζήτημα της δημιουργίας Δεύτερου Μετώπου είχε ήδη το 1941 τεθεί απ’ την ΕΣΣΔ προς τη Μεγάλη Βρετανία. Αργότερα, κατά τη διάρκεια της παραμονής του W.M.Molotow στο Λονδίνο δόθηκε στη δημοσιότητα μια επίσημη Αγγλο-Σοβιετική Ανακοίνωση, σε συνδυασμό με την υπογραφή της Αγγλο-Σοβιετικής Συμφωνίας Συμμαχίας της 26 Μάη 1942, στην οποία αναφέρονταν, ότι «μεταξύ των δυο χωρών σε σχέση με το κατεπείγον καθήκον, τη δημιουργία το 1942 ενός Δεύτερου Μετώπου στην Ευρώπη, επιτεύχθηκε πλήρης ομοφωνία»4).

Μια ανάλογη Ανακοίνωση εκδόθηκε κατά τη διάρκεια της μετέπειτα επίσκεψης του W.M.Molotow στην Washington, την πρωτεύουσα των ΗΠΑ. Εκτός από αυτό, στις 11 Ιούνη 1942 υπογράφτηκε στην Washington η «Συμφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ για την αλληλοβοήθεια στην εφαρμογή των αρχών στη διεξαγωγή του πολέμου ενάντια στην επίθεση». Όμως, ανεξάρτητα από τις δεσμευτικές υποχρεώσεις, το Δεύτερο Μέτωπο δεν δημιουργήθηκε ούτε το 1942 ούτε το 1943. Το άνοιγμά του αναβάλλονταν συστηματικά από την Αγγλία και τις ΗΠΑ, επειδή «καθόλου δεν ανήκε στις προθέσεις τους να απελευθερώσουν τη Γερμανία και τις άλλες χώρες από την κυριαρχία των αντιδραστικών δυνάμεων, που είναι διαρκείς φορείς της ιμπεριαλιστικής επίθεσης και του φασισμού, όπως και δεν ανήκαν στις προθέσεις τους σημαντικές δημοκρατικές αλλαγές. Ταυτόχρονα κερδοσκοπούσαν με την αποδυνάμωση της ΕΣΣΔ, ήλπιζαν ότι η ΕΣΣΔ θα αιμορραγούσε, θα απωλέσει απ’ το φθοροποιό πόλεμο για μεγάλο χρονικό διάστημα τη σημασία της ως μεγάλη και ισχυρή δύναμη και ότι μετά τον πόλεμο θα περνούσε κάτω από την κυριαρχία των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας»5).

Παρά την απουσία του δευτέρου Μετώπου τα χιτλερικά στρατεύματα στις αρχές του 1943 στο Stalingrad και μετά στο Kursk (Ιούλης 1943) υπέστησαν συντριπτική καταστροφική ήττα. Αυτό αποτέλεσε το σημείο στροφής στην πορεία του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου. «Στο Στάλινγκραντ το άστρο του γερμανικού φασιστικού στρατού έσβησε»6), ανέφερε ο Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ στο λόγο του για τα 26χρονα της Μεγάλης Σοσιαλιστικής Οχτωβριανής Επανάστασης.

Σ’ αυτές τις σύντομες λέξεις εκφράζεται με πλήρη σαφήνεια η τεράστια ιστορική σημασία του έπους του Στάλινγκραντ και της νίκης των σοβιετικών όπλων κοντά στο Στάλινγκραντ.

«Αν η Μάχη του Στάλινγκραντ ήταν ο προάγγελος της κατάρρευσης του φασιστικού γερμανικού στρατού, η μάχη στο Kursk τον έφερε μπροστά στην καταστροφή»7). Και στην πραγματικότητα η χιτλερική Γερμανία μετά το Στάλινγκραντ δεν μπόρεσε να συνέλθει. Η έκβαση του πολέμου είχε κριθεί. Γι’ αυτό οι γερμανοί «ειρηνοποιοί» πολλαπλασίασαν τις προσπάθειες, μετά το Στάλινγκραντ, να αρχίσουν συνομιλίες με τις ΗΠΑ και την Αγγλία με στόχο να τινάξουν στον αέρα τον Αγγλο-Σοβιετικο-Αμερικάνικο Συνασπισμό. Τέτοιες προσπάθειες έγιναν στο Λίβανο, την Ελβετία και αλλού. Σ’ αυτούς τους ελιγμούς ο Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ έδωσε απάντηση με τη Διαταγή της 1ης Μάη 1943. Εκεί αναφέρονταν ότι «… μόνο η πλήρης συντριβή του χιτλερικού στρατού και η χωρίς όρους συνθηκολόγηση της χιτλερικής Γερμανίας μπορούν να οδηγήσουν στην ειρήνη»8).

Το 1943 η πολωνική εξόριστη κυβέρνηση με επικεφαλής τον Sikorski ήγειρε διεκδικήσεις σε δυτική Ουκρανία και δυτική Μπελορωσία. Ήδη νωρίτερα τα σταθμευμένα στην ΕΣΣΔ, σύμφωνα με τη σοβιετο-πολωνική συμφωνία του 1941, πολωνικά στρατεύματα του στρατηγού Anders αποσύρθηκαν στην Εγγύς Ανατολή προς την Περσία και έτσι αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στις πολεμικές επιχειρήσεις ενάντια στους Γερμανούς στο Σοβιετο-Γερμανικό μέτωπο. Τελικά οι χιτλερικοί φασίστες κατέφυγαν, το Μάρτη και Απρίλη του 1943, από κοινού με την εξόριστη πολωνική κυβέρνηση, σε μια τερατώδη προβοκάτσια, ενοχοποιώντας την ΕΣΣΔ για την κτηνώδη δολοφονία πολωνών Αξιωματικών στο δάσος του Katyn, δηλ. για ένα έγκλημα που στην πραγματικότητα είχε διαπραχθεί από τους χιτλερικούς φασίστες. Αυτές οι εχθρικές ενέργειες της πολωνικής εξόριστης κυβέρνησης οδήγησαν τη Σοβιετική Ένωση να διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις μ’ αυτή στις 25 Απρίλη 1943.

Σε ότι αφορά την πολιτική της ΕΣΣΔ απέναντι στις ΗΠΑ και την Αγγλία, αυτή εκείνα τα χρόνια υπαγορεύονταν κυρίως απ’ τα κοινά συμφέροντα του πολέμου και τα καθήκοντα του στρατιωτικού αγώνα ενάντια στον κοινό εχθρό. Από αυτά τα κοινά στρατιωτικά καθήκοντα καθορίζονταν και ο χαρακτήρας της Διάσκεψης των υπουργών των Εξωτερικών της ΕΣΣΔ, Αγγλίας και των ΗΠΑ στη Μόσχα από 19 έως 30 Οχτώβρη 1943, στην οποία πάρθηκαν αποφάσεις σχετικά με την Ιταλία και Αυστρία, για την ευθύνη των χιτλεροφασιστών για τα διαπραχθέντα απ’ αυτούς φρικαλέα εγκλήματα και τελικά για τη δημιουργία μιας Διεθνούς Οργάνωσης για την Ειρήνη και την Ασφάλεια. Από τις 28 Νοέμβρη ως την 1η Δεκέμβρη πραγματοποιήθηκε στην Τεχεράνη η Διάσκεψη των τριών αρχηγών των κυβερνήσεων, στην οποία συμμετείχαν οι J.W.Stalin, F.Roosevelt και W.Churchill. Από σοβιετικής πλευράς συμμετείχαν επίσης οι W.M.Molotow και K.J.Woroschilow. Αυτή η Διάσκεψη είχε ιδιαίτερη σημασία για τη σταθεροποίηση του Αγγλο-Σοβιετικο-Αμερικάνικου Συνασπισμού. Η σπουδαιότερη απόφαση αυτής της Διασκεψης ήταν η απόφαση για το άνοιγμα του δεύτερου Μετώπου στη δυτική Ευρώπη την 1η Μάη 1944.

Η σοβιετική κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ προσπάθησε για τη συστηματική σταθεροποίηση των επαφών με όλες τις προοδευτικές δυνάμεις που αγωνίζονταν ενάντια στη χιτλερική Γερμανία και τους συμμάχους της. Αυτή η γραμμή βρήκε την έκφρασή της στο κλείσιμο της «Συμφωνίας για τη φιλία, την αλληλο-υποστήριξη και συνεργασία μετά τον πόλεμο μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Τσεχοσλοβάκικης Δημοκρατίας» στις 12 Δεκέμβρη 1943 και στη σύναψη διπλωματικών σχέσεων με την Αιθιοπία, Αίγυπτο, Νέα Ζηλανδία και Κοσταρίκα στα χρόνια 1943-44, στην αναγνώριση της προσωρινής κυβέρνησης της Γαλλίας καθώς και στην ανταλλαγή διπλωματικών αντιπροσώπων με την Ιταλία, η οποία το 1943 υπέγραψε τη χωρίς όρους συνθηκολόγηση και έπειτα κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία. Ο πιο σπουδαίος παράγοντας για τη σταθεροποίηση της συνεργασίας μεταξύ της ΕΣΣΔ, των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας ήταν η συγκρότηση του Συμβουλευτικού Συμβουλίου για την Ιταλία, που αποτελούνταν από εκπροσώπους των τεσσάρων Δυνάμεων. Το Μάρτη του 1944 η Φιλανδική κυβέρνηση κάτω από την επίδραση των νικών του Κόκκινου Στρατού και υπό την πίεση των λαϊκών μαζών ανέλαβε πρωτοβουλία για ειρηνικές διαπραγματεύσεις με την ΕΣΣΔ, οι οποίες όμως με ευθύνη των αντιδραστικών ηγετών της Φινλανδίας τινάχθηκαν στον αέρα.

Τον Απρίλη του 1944 η Ρουμανία ζήτησε από τη Σοβιετική Ένωση ανακωχή. Μετά την ανατροπή της κυβέρνησης Antonescu στις 12 Σεπτέμβρη 1944 υπογράφτηκε ανακωχή μεταξύ ΕΣΣΔ, Μεγάλης Βρετανίας και των ΗΠΑ από τη μια και τη Ρουμανία από την άλλη.

Τη νύχτα της 4ης Σεπτέμβρη 1944 η Φιλανδική κυβέρνηση δήλωσε μέσώ του ραδιοφώνου ότι η ίδια αποδέχεται την τεθείσα από τη Σοβιετική Ένωση προϋπόθεση (διακοπή των σχέσεων με Γερμανία και αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από τη Φινλανδία) και ότι θα σταματήσει τις πολεμικές εχθροπραξίες ενάντια στη Σοβιετική Ένωση στις 4 Σεπτέμβρη 8 η ώρα το πρωί. Στις 19 Σεπτέμβρη το 1944 υπογράφτηκε ανακωχή στη Μόσχα μεταξύ της ΕΣΣΔ και της Μεγάλης Βρετανίας από τη μια και της Φινλανδίας από την άλλη.

Στις 5 Σεπτέμβρη 1944 η ΕΣΣΔ με μια νότα απευθύνεται στη Βουλγαρία στην οποία υπέδειξε, ότι η «ουδέτερη» Βουλγαρική κυβέρνηση κατά τη διάρκεια ολόκληρου του πολέμου έχει βοηθήσει τη Γερμανία και δεν θέλει να διακόψει τις σχέσεις με το Χίτλερ. Η Σοβιετική κυβέρνηση δήλωσε, πως κατά συνέπεια «η Σοβιετική Ένωση βρίσκετε αμέσως σε εμπόλεμη κατάσταση με τη Βουλγαρία». Στις 9 Σεπτέμβρη ανατράπηκε στη Βουλγαρία η φασιστική δικτατορία και η εξουσία πέρασε στα χέρια της κυβέρνησης του Πατριωτικού Μετώπου. Την ίδια μέρα τα σοβιετικά στρατεύματα ανέστειλαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις ενάντια στη Βουλγαρία, και στις 28 Οχρώβρη 1944 υπέγραψαν η ΕΣΣΔ, η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ Σύμφωνο Ανακωχής με τη Βουλγαρία.

Στις 20 Γενάρη 1945 η ΕΣΣΔ, η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ υπέγραψαν στη Μόσχα Σύμφωνο Ανακωχής με την Ουγγαρία.

Η χιτλερική Γερμανία οδηγήθηκε σε απομόνωση.

Παίρνοντας υπόψη τα αιτήματα των πλατιών λαϊκών μαζών της Γαλλίας, που κατάλαβαν, ότι μόνο η φιλία με τη Σοβιετική Ένωση μπορεί να προωθήσει την εκ νέου διεθνή ισχύ τη Γαλλίας, αφίχθηκαν το Δεκέμβρη του 1944 στη Μόσχα ο Πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης της Γαλλίας, στρατηγός de Gaulle, και ο υπουργός Εξωτερικών Bidault, όπου στις 19 Σεπτέμβρη υπογράφτηκε το «Σύμφωνο συμμαχίας και υποστήριξης μεταξύ της Ένωσης των Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών και της Γαλλικής Δημοκρατίας».

Σε σχέση με το πλησίασμα του νικηφόρου τέλους του πολέμου για τις τρείς σύμμαχες Μεγάλες Δυνάμεις εμφανίστηκαν σπουδαία πολιτικά και στρατιωτικά ζητήματα.

Στο λόγο της 6ης Νοέμβρη 1943 ο Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ, όταν μίλησε για την πολιτική της Σοβιετικής κυβέρνησης σχετικά με τα ζητήματα της οργάνωσης και αποκατάστασης της κρατικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής των ευρωπαϊκών λαών, υπέδειξε την αναγκαιότητα, «…να παρθούν μέτρα ώστε όλοι οι φασίστες εγκληματίες, που είναι υπεύθυνοι γι’ αυτόν τον πόλεμο και τα βάσανα των λαών, σ’ οποιαδήποτε χώρα κι αν κρύβονται, να τιμωρηθούν αυστηρά και να πληρώσουν για όλα τα κακουργήματα που έκαναν, … να αποκατασταθεί στην Ευρώπη μια τέτοια τάξη πραγμάτων, που ν’ αποκλείει πέρα για πέρα τη δυνατότητα μιας νέας επίθεσης από μέρος της Γερμανίας, … να αποκατασταθεί ανάμεσα στους λαούς της Ευρώπης μια μακρόχρονη οικονομική, πολιτική και εκπολιτιστική συνεργασία, βασισμένη στην αμοιβαία εμπιστοσύνη και βοήθεια για να ανορθωθεί η οικονομία και ο πολιτισμός που κατάστρεψαν οι Γερμανοι»9).

Ο Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ κατέδειξε, ότι «γι’ αυτό, εκτός από τον πλήρη αφοπλισμό των επιθετικών εθνών, υπάρχει μόνο ένα μέσο: να συγκροτηθεί από τους αντιπροσώπους των φιλειρηνικών εθνών μια ειδική Οργάνωση για την υπεράσπιση της Ειρήνης και της Ασφάλειας, να τεθούν στη διάθεση του διευθυντικού Οργάνου αυτής της Οργάνωσης οι στοιχειωδώς αναγκαίες ένοπλες δυνάμεις, που απαιτούνται για να προληφθεί η επίθεση και να υποχρεωθεί αυτή η Οργάνωση, σε περίπτωση ανάγκης να χρησιμοποιήσει χωρίς καθυστέρηση αυτές τις ένοπλες δυνάμεις για να προλάβει ή να διαλύσει την επίθεση και να τιμωρήσει τους υπεύθυνους της επίθεσης»10).

Στη συνέχεια ο ΣΤΑΛΙΝ είπε, ότι η δράση αυτής της διεθνούς Οργάνωσης «θα είναι αποτελεσματική, αν οι Μεγάλες Δυνάμεις, που σήκωσαν στους ώμους τους το κύριο βάρος του πολέμου ενάντια στη χιτλερική Γερμανία, εξακολουθήσουν και στο μέλλον να ενεργούν στο πνεύμα της ομοφωνίας και συμφωνίας. Δε θα είναι αποτελεσματική, αν παραβιαστεί ο απαραίτητος αυτός όρος»11). Αυτή η δήλωση του Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ δεν ήταν μόνο το Πρόγραμμα της σοβιετικής Εξωτερικής πολιτικής, αλλά και η διεθνής πολιτική του αγγλο-σοβιετο-αμαρικάνικου Συνασπισμού ως τη στιγμή της συντριβής της χιτλερικής Γερμανίας. Αυτή αποτέλεσε αντικείμενο των διαπραγματεύσεων των ηγετών των τριών μεγάλων Δυνάμεων στις Συσκέψεις της Jalta και του Potsdam το 1945.

Από τις 4 ως τις 12 Φλεβάρη 1945 πραγματοποιήθηκε στη Jalta η Διάσκεψη των ηγετών των κυβερνήσεων των τριών Δυνάμεων, J.W.Stalin, F.Roosevelt και W.Churchill, στην οποία πήραν επίσης μέρος οι τρείς υπουργοί των Εξωτερικών, W.Molotow, A.Eden (μεγάλη Βρετανία), E.Stettinius (ΗΠΑ), καθώς και οι Επιτελάρχες και άλλοι υπεύθυνοι συνεργάτες. Το μέγεθος των εργασιών και η σπουδαιότητα των αποφάσεων κατέστησαν αυτή τη Διάσκεψη ιστορικής σημασίας.

Στα τέλη του 1944 και στις αρχές του 1945 οι διεθνές σχέσεις της ΕΣΣΔ διευρύνθηκαν σημαντικά. Συνάφθηκαν διπλωματικές σχέσεις με τη Συρία, το Λίβανο, το Ιράκ, τη Χιλή, Νικαράγουα, με τη Δομινικανή Δημοκρατία, με τη Βενεζουέλα, Βραζιλία, Βολιβία, Γουατεμάλα και Ισημερινό. Ταυτόχρονα ενισχύθηκαν οι φιλικές σχέσεις της ΕΣΣΔ και των Σλαβικών λαών. Έτσι ειδικά στις 21 Απρίλη 1945 υπογράφτηκε Συμφωνία «Για τη φιλία, την αλληλοβοήθεια και συνεργασία μετά τον πόλεμο» μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Πολωνίας.

Στην ημερήσια Διαταγή για την 1 Μάη 1945 ο Ανώτατος Διοικητής Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ, παρουσίασε μια ανάλυση του νικηφόρου αγώνα κατά του εχθρού του σοβιετικού λαού. Στη Διαταγή αναφέρεται: «πληγωμένο θανάσιμα το φασιστικό θηρίο ψυχορραγεί. Τώρα το καθήκον συνοψίζεται σε ένα: να ξεκάνουμε το φασιστικό θηρίο»12).

Αυτή η διαταγή του Ανώτατου Διοικητή εφαρμόστηκε από τα σοβιετικά στρατεύματα εντός ολίγων ημερών πλήρως και με ακρίβεια. Η 9 Μάη 1945 ανακηρύχθηκε σε μέρα της Μεγάλης Νίκης επί της χιτλερικής Γερμανίας. Ως τη μακρινή Ανατολή ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος τερματίστηκε σε όλα τα πεδία μαχών του πολέμου. Στο Σοβιετο-Γερμανικό μέτωπο είχε αποφασιστεί η έκβαση ολόκληρου του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η Σοβιετική Ένωση είχε δώσει την αποφασιστική συμβολή στη νίκη επί της χιτλερικής Γερμανίας, τον εχθρό ολόκληρης της προοδευτικής ανθρωπότητας. Στα μάτια του κόσμου αυτή ήταν ο σωτήρας του πολιτισμού και της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας των λαών από τη φασιστική βαρβαρότητα. Στις 5 Ιούνη 1945 υπογράφτηκε στο Βερολίνο η Διακήρυξη «Για την ήττα της Γερμανίας και την ανάληψη της ανώτατης Διοίκησης από τις κυβερνήσεις της ΕΣΣΔ, Μεγάλη Βρετανίας, των ΗΠΑ και της προσωρινής Κυβέρνησης της Γαλλίας». Μεταξύ των συμμάχων είχε ήδη γίνει μια συμφωνία για τις ζώνες κατοχής της Γερμανίας και (μετά) για τη δημιουργία Συμβουλίου Ελέγχου.

Μόνο η μιλιταριστική Ιαπωνία δεν είχε ακόμα ηττηθεί. Μπροστά στη ΕΣΣΔ βρίσκονταν το καθήκον να κλείσει τον αγώνα στην Ανατολή ενάντια στους ιάπωνες μιλιταριστές. Πιστή στις δεσμεύσεις της η Σοβιετική κυβέρνηση είχε ήδη ανακοινώσει στις 5 Απρίλη 1945 τη διάλυση του Σύμφωνου Ουδετερότητας με την Ιαπωνία της 13ης Απρίλη 10941. Σχετικά μ’ αυτό ο Molotow σε μια δήλωση υπέδειξε στην Ιαπωνική κυβέρνηση, ότι η Ιαπωνία ως σύμμαχος της Γερμανίας την βοήθησε στον πόλεμο ενάντια στην ΕΣΣΔ και εκτός τούτου διεξάγει πόλεμο ενάντια στις ΗΠΑ και την Αγγλία, που είναι σύμμαχοι της ΕΣΣΔ. Στις 26 Ιούλη 1945 (κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης του Potsdam) δημοσιεύθηκε στο Potsdam στο όνομα των Truman, Churchill και Tschiang Kai-Schek μια έκκληση προς την Ιαπωνία με αίτημα την χωρίς όρους συνθηκολόγηση. Η Ιαπωνική κυβέρνηση απέρριψε αυτή την πρόσκληση. Πριν είχε προσπαθήσει να έχει τη στήριξη της ΕΣΣΔ για τη σύναψη μιας συμβιβαστικής ειρήνης. Η Σοβιετική Κυβέρνηση δεν δέχθηκε την ιαπωνική πρόταση και ενημέρωσε γι’ αυτό τη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ. Στις 8 Αυγούστου 1945 ο Molotow γνωστοποίησε στην Ιαπωνική κυβέρνηση, ότι η Σοβιετική κυβέρνηση αποδέχεται τη δήλωση των συμμαχικών Δυνάμεων της 26ης Ιούλη και ότι αυτό κατά τη γνώμη της είναι το μοναδικό αποτελεσματικό μέτρο για να επιτευχθεί η Ειρήνη και οι λαοί να διαφυλαχτούν από επιπλέον θύματα και βάσανα. Γι’ αυτό η Σοβιετική Ένωση θεωρεί ότι από τις 9 Αυγούστου βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιαπωνία. Στις 10 Αυγούστου η Λαϊκή Δημοκρατία της Μογγολίας κήρυξε επίσης τον πόλεμο στην Ιαπωνία. Στις 14 Αυγούστου 1945 υπογράφτηκε στη Μόσχα μια συμφωνία φιλίας και συμμαχίας καθώς και μια σειρά άλλες συμφωνίες μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Κινέζικής Δημοκρατίας. Τα σοβιετικά στρατεύματα που είχαν μπροστά τους το μεγαλύτερο μέρος των ιαπωνικών στρατευμάτων, τα λεγόμενα Kwantung-στρατεύματα, κατάφεραν ένα συντριπτικό χτύπημα στους Ιάπωνες, προέλασαν γρήγορα και κατέλαβαν ολόκληρη τη Mandschurei, Suedsachalin, τις Kurilen και Korea. Στις 19 Αυγούστου άρχισε η μαζική αιχμαλωσία των μονάδων και των μεγάλων τμημάτων των Kwantung-στρατευμάτων. Στις 2 Σεπτέμβρη 1945 υπογράφτηκε η Πράξη Συνθηκολόγησης της Ιαπωνίας.

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος έληξε με την πλήρη και οριστική νίκη επί της φασιστικής συμμαχίας.

Έτσι η Σοβιετική Ένωση χάρη στη διορατική πολιτική της Σοβιετικής κυβέρνησης με επικεφαλής τον Ι.Β,ΣΤΑΛΙΝ βγήκε ισχυρότερη όσο ποτέ από τη θανάσιμη σύγκρουση με τη χιτλερική Γερμανία και την ιμπεριαλιστική Ιαπωνία, διασφαλίστηκε για το μέλλον από μια πιθανή επίθεση από τη πλευρά της Γερμανίας στη Δύση και της Ιαπωνίας στην Ανατολή. Σ’ αντίθεση με την πολιτική των αντιδραστικών κύκλων των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας, που ήλπιζαν, η ΕΣΣΔ θα αδυνατούσε και θα έχανε τη σημασία ως Μεγάλη Δύναμη, η πολιτική της ΕΣΣΔ απέναντι στους συμμάχους της χαρακτηρίστηκε από μια διαρκή συνέπεια και τίμια εκπλήρωση των υποχρεώσεων που είχε αναλάβει και από την προθυμία να παραχωρήσει στους συμμάχους κάθε στιγμή αδελφική βοήθεια. Κατά τη διάρκεια του πολέμου 1941-1945 η ΕΣΣΔ έδωσε πολυάριθμα «παραδείγματα μιας τέτοιας γνήσιας στάσης απέναντι των άλλων συμμάχων της των συμπολεμιστών στον αγώνα ενάντια στον κοινό εχθρό»13).

Η σοφή πολιτική του Ι.Β.ΣΤΑΛΙΝ κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου χάλασε τα σχέδια των αντιδραστικών κύκλων των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας, οι οποίοι στον πόλεμο ενάντια στη Γερμανία ακολουθούσαν σκοπούς που δεν είχαν τίποτε το κοινό με τους στόχους του αγώνα για ελευθερία ενάντια στο γερμανικό φασισμό. Στην πολιτική του ΣΤΑΛΙΝ οφείλει, σε πρώτη γραμμή, ο κόσμος, ότι ο πόλεμος τελείωσε με την πλήρη συντριβή του γερμανικού φασισμού.

_____

1) I.W.STALIN: Ueber den Grossen Vaterlaendischen Krieg der Sowjetunion, s. 13, Berlin 1951, ελ. σελ.11, Αθήνα 1946

2) I.W.STALIN: Reden in Wählerversammlungen, s. 12-13, Berlin 1952, ελ. σελ. 10, Αθήνα 1946

3) I.W.STALIN: Ueber den Grossen Vaterlaendischen Krieg der Sowjetunion, s. 79, Berlin 1951, ελ. σελ.50, Αθήνα 1946

4) Die Aussenpolitik der UdSSR, Bd.5, s. 247, 1947

5) Geschichtsfaelscher. Eine historische Richtigstellung, s.66-67, Berlin 1952

6) I.W.STALIN: Ueber den Grossen Vaterlaendischen Krieg der Sowjetunion, s. 128, Berlin 1951, ελ. σελ.81, Αθήνα 1946

7) I.W.STALIN: Ueber den Grossen Vaterlaendischen Krieg der Sowjetunion, s. 129, Berlin 1951, ελ. σελ.81, Αθήνα 1946

8) I.W.STALIN: Ueber den Grossen Vaterlaendischen Krieg der Sowjetunion, s. 112, Berlin 1951, ελ. σελ.70, Αθήνα 1946

9) I.W.STALIN: Ueber den Grossen Vaterlaendischen Krieg der Sowjetunion, s. 142/143, Berlin 1951, ελ. σελ.89, Αθήνα 1946

10) I.W.STALIN: Ueber den Grossen Vaterlaendischen Krieg der Sowjetunion, s. 193, Berlin 1951, ελ. σελ.118, Αθήνα 1946

11) I.W.STALIN: Ueber den Grossen Vaterlaendischen Krieg der Sowjetunion, s. 193, Berlin 1951, ελ. σελ.118, Αθήνα 1946

12) I.W.STALIN: Ueber den Grossen Vaterlaendischen Krieg der Sowjetunion, s. 218, Berlin 1951, ελ. σελ.134, Αθήνα 1946

13) Geschichtsfaelscher. Eine historische Richtigstellung, s.67, Berlin 1947

Δεν υπάρχουν σχόλια: