Παρασκευή 24 Μαΐου 2013

Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΣΣΔ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

9 ΜΑΗ 1945

68 χρόνια απ’ τη Μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών

Με τη σοφή καθοδήγηση του Μεγάλου Στρατηλάτη ΙΩΣΗΦ ΣΤΑΛΙΝ

Επειδή η Εξωτερική Πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης κατά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και η μεγάλη και αποφασιστική συμβολή του ΙΩΣΗΦ ΣΤΣΛΙΝ στη Μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών διαστρεβλώνεται συστηματικά και εξαλείφεται τόσο απ’ τους εκπροσώπους της διεθνούς ιμπεριαλιστικής αντίδρασης και εκείνους της αντιδραστικής αστικής τάξης όσο και απ’ τους λακέδες τους, αντισταλινικούς σοσιαλδημοκράτες («Κ»ΚΕ-ΣΥΝ, κλπ.), ιδιαίτερα τους χρουστσο-μπρεζνιεφικούς σοσιαλδημοκράτες τροτσκιστές της κλίκας των Παπαρηγο-Κουτσουμπο-Γοντικο-Μαϊληδων, είναι αναγκαία η αναδημοσίευση (μετάφραση απ’ τα γερμανικά) σε συνέχειες απ’ τη Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια (Μόσχα 1951) του κεφαλαίου που αφορά την Εξωτερική Πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης κατά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (χαρακτηριστικά είναι τα δημοσιεύματα του «Ριζοσπάστη» (9/5/2013): 1η σελίδα, 5η σελίδα, η «ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ» (σελ.7) και Α.Γκίκα: «Αντιφασιστική Νίκη των λαών» (σελ. 8-9), στα οποία γίνεται λόγος για τη «συμβολή του Κόκκινου Στρατού και της Σοβιετικής Ένωσης», διαγράφοντας εντελώς τη μεγάλη και αποφασιστική συμβολή του ΙΩΣΗΦ ΣΤΑΛΙΝ, του οποίου το όνομα αναφέρεται μόνο μια φορά (σελ.7), όπως μνημονεύεται και απ’ αστούς ιστορικούς):

Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΣΣΔ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

(από «GROSSE SOWJET-ENZYKLOPAEDIE»: Die Aussenpolitik der UdSSR, Moskau 1951, Bd.8, S.257-280, Berlin-DDR 1953, σελ. 48-62)

1939-1941. Όταν η Σοβιετική Ένωση υπέγραψε το σοβιετο-γερμανικό Σύμφωνο μη επίθεσης, δεν αμφέβαλε ούτε στιγμή, ότι ο Χίτλερ θα επιτίθονταν νωρίτερα ή αργότερα στην ΕΣΣΔ. Γι’ αυτό το πιο επείγον καθήκον για τη Σοβιετική Κυβέρνηση συνίστατο στη δημιουργία ενός «Ανατολικού Μετώπου» ενάντια στη χιτλερική επίθεση για να εμποδιστεί έτσι η διείσδυσή της προς Ανατολάς. Ιδιαίτερα μεγάλη σημασία απόκτησε αυτό το καθήκον μετά την εισβολή των χιτλερικών στρατευμάτων στην Πολωνία και την κατάρρευση αυτού του κράτους. Ήταν αναγκαίο να δημιουργηθεί φράγμα στην ανεμπόδιστη διείσδυση των χιτλερικών στρατευμάτων προς Ανατολάς.

Στις 17 Σεπτέμβρη 1939 με διαταγή της Σοβιετικής Κυβέρνησης τα σοβιετικά στρατεύματα πέρασαν τα σοβιετο-πολωνικά σύνορα, κατέλαβαν τη δυτική Ουκρανία και τη δυτική Μπελορωσία και άρχισαν με την οικοδόμηση οχυρωματικών έργων κατά μήκος των δυτικών συνόρων των Ουκρανικών και Μπελορώσικων περιοχών. Δεν είναι δύσκολο να κατανοηθεί ολόκληρη η σπουδαιότητα και η μεγάλη πολιτική και στρατιωτικό-στρατηγηκή σημασία αυτού του βήματος της σοβιετικής εξωτερικής πολιτικής, που κατέδειξε σ’ όλο της το μεγαλείο τη διπλωματική και στρατιωτική μεγαλοφυΐα του Ι.Β.Στάλιν. Αυτό το βήμα χάλασε τα σχέδια των αγγλο-αμερικάνικων κύκλων, οι οποίοι ονειρεύονταν τη συντριβή της Σοβ. Ένωσης από τη χιτλερική Γερμανία.

Και στην περίπτωση των Βαλτικών Κρατών η σοβιετική εξωτερική πολιτική είχε να αντιμετωπίσει το ίδιο πρόβλημα: να δημιουργήσει ενάντια στη χιτλερική επίθεση ένα «Ανατολικό Μέτωπο». Στις 28 Σεπτέμβρη, 5 Οχτώβρη και 10 Οχτώβρη 1939 υπογράφηκαν στη Μόσχα τα Σύμφωνα Συμμαχίας μεταξύ των ΕΣΣΔ, Εσθονίας, Λιθουανίας και Λετονίας. Αυτά τα Σύμφωνα εκτός της υποχρέωσης της αλληλοβοήθειας, επέτρεπαν στην ΕΣΣΔ να εγκαταστήσει στο έδαφος αυτών των Δημοκρατιών ναυτικές και αεροπορικές βάσεις. Η Λιθουανία με το σοβιετο-λιθουανικό Σύμφωνο εκτός των άλλων πήρε πίσω την πόλη Wilna και την περιοχή της Wilnas που είχαν απελευθερωθεί απ’ τα σοβιετικά στρατεύματα το Σεπτέμβρη του 1939.

Ιδιαίτερα επείγον ήταν το πρόβλημα της ασφάλειας της ΕΣΣΔ στα βόρεια σύνορά της, επειδή τα φινλανδικά σύνορα βρίσκονταν μόνο σε απόσταση 32 km από το Λένινγκραντ και οι φινλανδικοί κυβερνητικοί κύκλοι σε εκείνη την περίοδο ήταν σύμμαχοι με τους χιτλερικούς φασίστες, οι οποίοι ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τη Φινλανδία ως στρατιωτική βάση για τη σχεδιαζόμενη επίθεση ενάντια στην ΕΣΣΔ. Η πρόταση της Σοβιετικής Ένωσης για ένα Σύμφωνο αλληλεγγύης καθώς και η πρόταση να μεταφερθούν τα Φινλανδικά σύνορα μερικές δωδεκάδες χιλιόμετρα προς τα στενά της Καρελίας απορρίφτηκαν από την Φινλανδική κυβέρνηση, παρόλο που η Σοβιετική Κυβέρνηση θα παραχωρούσε ως αντικατάσταση-αποζημίωση στην Φινλανδία μια περιοχή της σοβιετικής Καρελίας δυο φορές μεγαλύτερη σε μέγεθος. Η Φινλανδία προκάλεσε, με τις προβοκατόρικές ενέργειές της, πόλεμο με τη Σοβιετική Ένωση, υπολογίζοντας σε άγγλο-γαλλική βοήθεια. Αυτή η βοήθεια δεν μπόρεσε όμως να διασώσει τη Φινλανδία από τη στρατιωτική ήττα, και το Μάρτη του 1940 η Κυβέρνηση της Φινλανδίας πρότεινε ειρήνη. Στις 12 Μάρτη 1940 υπογράφθηκε στη Μόσχα το Σοβιετο-Φινλανδικό Σύμφωνο Ειρήνης.

Και το ζήτημα της Βεσαραβίας λύθηκε το 1940 απ’ τη σοβιετική εξωτερική πολιτική. Αυτή η περιοχή είχε καταληφθεί από την Ρουμανία. Στις 26 Ιούνη 1940 η Σοβιετική Κυβέρνηση έθεσε στη Ρουμάνικη Κυβέρνηση το αίτημα να επιστρέψει στη Σοβιετική Ένωση τη Βεσαραβία και το βόρειο τμήμα της Μπουκοβίνας που η πλειοψηφία του πληθυσμού αποτελούνταν από Ουκρανούς. Στις 28 Ιούνη 1040 η Ρουμάνικη κυβέρνηση αποδέχθηκε το αίτημα της Σοβιετικής Ένωσης.

Παρά την υπογραφή των Συμφώνων με τις Βαλτικές χώρες για αλληλοβοήθεια, οι κυρίαρχοι κύκλοι αυτών των κρατών συνέχισαν την εχθρική τους προς τη Σοβιετική Ένωση πολιτική.

Αποτέλεσμα των μέτρων που πήρε η Σοβιετική Κυβέρνηση ήταν η απομάκρυνση των εχθρικών προς την ΕΣΣΔ υπουργών από τις κυβερνήσεις της Λιθουανίας, Λετονίας και Εσθονίας. Τον Ιούλη του 1940 πραγματοποιήθηκαν δημοκρατικές εκλογές για τη λαϊκή εκπροσώπηση (ΣΕΙΜ) στη Λιθουανία και Λετονία και στην κρατική Δούμα της Εσθονίας. Και στα τρία κράτη ανακοινώθηκε η Σοβιετική Εξουσία, όπου οι τρείς Δημοκρατίες ανακοίνωσαν την ενσωμάτωσή τους στην ΕΣΣΔ. Αρχές Αυγούστου του 1940 το Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ αποφάσισε να δεχθεί τις αιτήσεις της Λιθουανίας, Λετονίας και Εσθονίας για ένταξη στην ΕΣΣΔ. Έτσι η δημιουργία ενός «Ανατολικού Μετώπου» ενάντια στη χιτλερική επίθεση από τη Βαλτική ως τη Μαύρη Θάλασσα ολοκληρώθηκε. Και αυτό ήταν επίσης μια σημαντική επιτυχία της σταλινικής εξωτερικής πολιτικής .

Στις 13 Απρίλη 1941 υπογράφηκε το Σύμφωνο Ουδετερότητας μεταξύ ΕΣΣΔ και Ιαπωνίας το οποίο δυσκόλεψε μια ανοιχτή επίθεση της Ιαπωνίας ενάντια στη Σοβιετική Ένωση στο πλευρό της χιτλερικής Γερμανίας. Αυτή η ενέργεια αποκτούσε μεγαλύτερη ακόμα σημασία όσο ο εξαπολυόμενος εκείνη την περίοδο απ’ τον Χίτλερ Παγκόσμιος Πόλεμος πλησίαζε ολοένα και περισσότερο τα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης. Τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλλαν σε χώρες που, ή άμεσα συνόρευαν με την ΕΣΣΔ (Φινλανδία και Ρουμανία), ή έπεζαν ένα σπουδαίο ρόλο ως περιοχές εξόρμησης του πολέμου ενάντια στη Σοβ. Ένωση (Βουλγαρία και Ουγγαρία). Η Σοβ. Κυβέρνηση παρακολουθούσε με άγρυπνο μάτι τις δραστηριότητες της χιτλερικής Γερμανίας στα Βαλκάνια. Η Γιουγκοσλάβικη κυβέρνηση, που ακολουθούσε μια πολιτική συμμαχίας με τη χιτλερική Γερμανία προσχώρησε στις 25 Μάρτη 1941 στις χώρες του «Άξονα». Αυτό προκάλεσε μια λαϊκή εξέγερση που είχε ως συνέπια τη συγκρότηση νέας κυβέρνησης, η οποία ακύρωσε της προσχώρηση και στις 5 Απρίλη 1941 σύναψε Σύμφωνο φιλίας και μη επίθεσης με την ΕΣΣΔ. Η υπογραφή του Σοβιετο-Γιουγκοσλάβικου Συμφώνου ήταν μια προειδοποίηση προς τη χιτλερική Γερμανία. Ταυτόχρονα αυτή η ενέργεια ενθάρρυνε τους λαούς της Γιουγκοσλαβίας και ήταν γι’ αυτούς μια παρότρυνση αντίστασης ενάντια στους φασίστες επιδρομείς. Παρόλα αυτά η Γερμανία εισέβαλλε στις 6 Απρίλη 1941 στη Γιουγκοσλαβία. Στις 12 Απρίλη 1941 η Ουγγρική κυβέρνηση έκανε γνωστό στη Σοβιετική κυβέρνηση, ότι ουγγρικά στρατεύματα εισέβαλλαν στη Γιουγκοσλαβία. Στην απάντησή της η Σοβιετική κυβέρνηση δήλωσε, ότι αυτή «δεν μπορεί να εγκρίνει ένα τέτοιο βήμα της Ουγγαρίας», και τόνισε, ότι «δεν είναι δύσκολο να φανταστεί σε πια κατάσταση θα βρίσκονταν η Ουγγαρία αν η ίδια είχε την ατυχία να βρεθεί κομματιασμένη, επειδή είναι γνωστό ότι και στην Ουγγαρία υπάρχουν εθνικές μειονότητες»1). Αυτή η δήλωση απευθύνθηκε ως κατηγορηματική προειδοποίηση της Σοβ. Ένωσης προς τους αλαζόνες Ούγγρους μιλιταριστές.

-------------

συνεχίζεται

1)Die Aussenpolitik der UdSSR, Bd.4, 1946, S.549

Δεν υπάρχουν σχόλια: