Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

Η δήλωση του Κρίστιαν Ρακόφσκυ, που αποκηρύσσει τον αντεπαναστατικό τροτσκισμό

Σημείωση: Το παρακάτω κείμενο του Βούλγαρου τροτσκιστή Κρίστιαν Ρακόφσκυ δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη 21-27/4/1934 σε συνέχειες. Ο τίτλος είναι του “Ρ”. Πρόκειται για μετάφραση κειμένου που δημοσιευτηκε στη Πράβδα τον Απρίλη του 1934.

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 21/5/34 - 27/5/34

Όπως γράψαμε και σε προηγούμενα φύλλα μας ο Κ. Ρακόφσκυ ο υπαρχηγός του διεθνούς τροτσκισμού, αναγνώρισε την αντεπαναστατικότητα της γραμμής του Τρότσκι και αποκήρυξε τον τροτσκισμό με δήλωσή του προς την Κ.Ε. του Μπολσεβίκικου Κόμματος της Σ.Ε. Από σήμερα αρχίζουμε τη δημοσίευση ολόκληρης της δήλωσης αυτής που πρέπει να τη διαβάσουν όλοι οι εργάτες και προ παντός όσοι παρασύρονται ακόμα από την αντεπαναστατικό τροτσκισμό.

«Με το γράμμα μου αυτό απευθύνομαι σε σας με την παράκληση να με ξαναεγγράψετε πάλι μέλος του Κόμματος. Στο τηλεγράφημα μου από 17 Φλεβάρη 1934 δήλωσα με τη γενική γραμμή του Κόμματος, πως πειθαρχώ πλέρια και χωρίς επιφυλάξεις στις αποφάσεις των συνεδρίων του κόμματος και υποτάσσομαι στην πειθαρχία του. Με το τωρινό μου γράμμα παρακαλώ να θεωρήσετε πώς καμία διαφωνία δεν με χωρίζει πια από το Κόμμα, πως συμφωνώ πλέρια και απόλυτα με τη γενική γραμμή και πως διέκοψα για πάντα κάθε σχέση με τον αντεπαναστατικό τροτσκισμό.

Η επιστροφή μου στις κομματικές λενινιστικές θέσεις δεν είναι ξαφνική και τυχαία. Η συναίσθηση των μεγάλων μου λαθών είναι αποτέλεσμα της πείρας που έβγαλα από την παραμονή μου στις γραμμές της τροτσκιστικής αντιπολίτευσης αποτέλεσμα των ριζικών μεταβολών που έγιναν μέσα στη χώρα την περίοδο αυτή και απόδειξαν την ορθότητα της γραμμής του Κόμματος, τέλος είναι αποτέλεσμα της σημερινής μεταβολής που επήλθε στη διεθνή κατάσταση. Στο τηλεγράφημα μου τόνισα το ρόλο που έπαιξε στην αναθεώρηση της διαγωγής μου η αδιάκοπη ανάπτυξη της διεθνούς αντίδρασης, που στρέφεται σε τελευταία ανάλυση ενάντια στις κατακτήσεις της Οκτωβριανής Επανάστασης και ενάντια στη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση στην Ε.Σ.Σ.Δ. Σαν ένας από κείνους που πήραν μέρος στην πάλη που έκανε το Κόμμα και η εργατική τάξη για την κατάκτηση και στερέωση της σοβιετικής εξουσίας δεν μπόρεσα να μείνω ξένος στο συναγερμό, που έγινε σχετικά με τα γεγονότα της Άπω Ανατολής. Στην πραγματικότητα βρισκόμασταν και βρισκόμαστε ακόμα και τώρα όχι μπροστά σε ένα συνηθισμένο περιστατικό από κείνα που είναι γεμάτη η ιστορία των εξωτερικών μας σχέσεων, μα μπροστά σε μία καινούργια κατ’ αρχήν διαφορετική διεθνή κατάσταση, που εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους. Και τα γεγονότα που διαδραματίζονται από ένα χρόνο τώρα στην Κεντρική Ευρώπη, κι ένα τους ματωμένο επεισόδιο διαδραματίστηκε πριν λίγο καιρό στην Αυστρία είναι ακριβώς πάλι φαινόμενα καινούργιου τύπου. Δείχνουν την ασυνήθιστη όξυνση των ταξικών και εθνικών αντιθέσεων μέσα στο φόντο της οξύτατης κρίσης που περνάει ο καπιταλισμός που σαπίζει. Όλα μαρτυράνε πως μπήκαμε στον πρόλογο καινούργιου κύκλου πολέμων και επαναστάσεων, που πολλές φορές πρότεινε ο Λένιν όταν πια το ζήτημα της νίκης του σοσιαλισμού μπαίνει άμεσα σε μία σειρά καπιταλιστικές χώρες και η χώρα μας αναπόφευκτα θα υποβληθεί σε τεράστιες δοκιμασίες. Στις αρχές κιόλας της ύπαρξης της η σοβιετική εξουσία νικηφόρα αντιμετώπισε τις προσπάθειες του καπιταλιστικού συνασπισμού να παλινορθώσει το καθεστώς των τσιφλικάδων και καπιταλιστών στο έδαφος της άλλοτε ρωσικής αυτοκρατορίας. Με την ίδια μεγάλη επιτυχία θα αποκρούσει τώρα ανάλογες απόπειρες όταν – και κυρίως ύστερα από την πραγματοποίηση του πρώτου πεντάχρονου- ενισχύθηκε αμέτρητα η αμυντική ικανότητα του προλεταριακού κράτους. Η ανάπτυξη της οικονομικής πολιτικής και στρατιωτικής δύναμης της Σ.Ε. όπως και η ανάπτυξη του επαναστατικού της κύρους ανάμεσα στις εργαζόμενες μάζες όλου του κόσμου και ειδικού της βάρους στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις –χάρις στην ειρηνική και ταυτόχρονα αποφασιστική πολιτική της σοβιετικής κυβέρνησης, όλα αυτά αυξάνουν τις προϋποθέσεις για την ειρήνη γενικά και για τη χώρα μας ιδιαίτερα. Ωστόσο όμως όσο πιο πολύ οξύνεται η πάλη για πηγές πρώτων υλών, για αγορές, για εδάφη, για αποικιοποίηση, όσο περισσότερο μεγαλώνει από την άλλη μεριά η επαναστατικοποίηση των μαζών, τόσο περισσότερο ο ιμπεριαλισμός προσπαθεί να βρει διέξοδο από τις αντιθέσεις που τον κατατρώγουν με τον εκφασισμό των κρατών και με τους εξωτερικούς πολέμους. Μαζί με την ανάπτυξη των εξοπλισμών, με το δυνάμωμα της σοβινιστικής συκοφαντίας, με την ανάπτυξη των άγριων καταπιέσεων ενάντια στο εργατικό κίνημα, τα τυχοδιωκτικά και μιλιταριστικά στοιχεία που τα υποστηρίζουν οι μεγιστάνες της μεγάλης βιομηχανίας αποκτάνε επιρροή και εξουσία. Στο βάθεμα των αντιθέσεων αυτών επιδρά η αντίθεση ανάμεσα στην σοσιαλιστική σχεδιασμένη οικονομία με την αδιάκοπη βελτίωση που φέρνει στην κατάσταση των εργαζομένων και στον αναρχικό καπιταλισμό με την φτώχεια και την ανεργία του. Η νικηφόρα ανάπτυξη της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης της ΕΣΣΔ προσελκύει ολοένα και περισσότερο την συμπάθεια και την ελπίδα του παγκόσμιου προλεταριάτου, δυναμώνοντας ταυτόχρονα το φθόνο και το μίσος του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Βρισκόμαστε σήμερα μπροστά σε μια προπαγάνδιση του πολέμου ενάντια στην ΕΣΣΔ –ενός πολέμου ‘’προληπτικού’’ για να προληφθεί η διάδοση του κομμουνισμού και του κατακτητικού πολέμου, με σκοπό να της αποσπάσουν τη μία είτε την άλλη περιφέρεια. Μπροστά στα μάτια μας, στην Άπω Ανατολή, δημιουργούνται προπύργια για να αναπτύξουν κατόπι τις πολεμικές ενέργειες τους ενάντια στη Σ.Ε.. Συχνά στις εφημερίδες δημοσιεύονται ειδήσεις για προσπάθειες να υπογράφουν διπλωματικές συμφωνίες με σκοπό να απομονωθεί διεθνώς η χώρα μας. Ο φασισμός που κατακτάει καινούργια εδάφη, προσπαθεί να δημιουργήσει ένα ενιαίο ιδεολογικό μέτωπο ενάντια στην ΕΣΣΔ πίσω από τους εθνικούς ανταγωνισμούς. Όλη η χώρα υποστηρίζει την ειρηνική πολιτική της κυβέρνησης μας, χαιρετίζει κάθε βήμα της για την ενίσχυση των διπλωματικών και εμπορικών σχέσεων με τα αστικά κράτη. Εμείς όμως- οι μαρξιστές- καταλαβαίνουμε ακριβώς ότι στην καπιταλιστική κοινωνία, στο ιμπεριαλιστικό στάδιο της ανάπτυξης της κυρίως, η ειρήνη είναι μονάχα μια ανάπαυλα και ο πόλεμος είναι η φυσική της κατάσταση. Ξέρουμε επίσης πώς τέτοιες εγγυήσεις για την ειρήνη, όπως είναι τα σύμφωνα για φιλικές , γειτονικές και για ουδετερότητα, ακόμα και τα πραγματικά σύμφωνα συμμαχίας μετατρέπονται σε ορισμένες στιγμές σε κουρελόχαρτα. Κάτω από την επίδραση των διεθνών γεγονότων ωρίμασε στη συνείδηση μου, η ιδέα πως οφείλω να ξαναελέγξω προσεκτικά τη βάση των διαφωνιών μου με το Κόμμα και συναισθανόμενος τα λάθη μου να επιδιώξω την επιστροφή στις γραμμές των αγωνιστών για την πραγματοποίηση των καθηκόντων που η ιστορία έθεσε στο κόμμα των Μπολσεβίκων –κομμουνιστών. Αυτό είναι υποχρέωση κάθε αντιπολιτευόμενου, άλλοτε μέλους του κόμματος που δεν έπαυσε να θεωρεί τον εαυτό του συνδεδεμένο με την ιδεολογία του κόμματός του. Κι αυτό είναι δυό φορές δική μου υποχρέωση. Σε πολλούς συντρόφους είναι πιθανόν γνωστό πώς ήρθα στο Κόμμα ύστερα από δεκάδες χρόνια που έπαιρνα ενεργό μέρος στη ζωή του εργατικού σοσιαλιστικού κινήματος των άλλων χωρών. Θα πρόδινα το διεθνικό μου παρελθόν, αν θα εξακολουθούσα στη σημερινή κατάσταση με τη δράση μου και με το παράδειγμα μου να φέρνω διάλυση στις γραμμές του επαναστατικού κομμουνιστικού στρατού. Από πολύ καιρό είχα ταλαντεύσεις για την ορθότητα των απόψεων της αντιπολίτευσης. Πο απόψεις για το πεντάχρονο, που επεξεργάστηκαν όλες οι αντιπολιτεύσεις , ήτανε όπως είναι γνωστό πολύ απαισιόδοξες και ηττοπαθείς. Προλέγανε την αποτυχία της γενικής γραμμής του κόμματος. Η πραγματικότητα όμως διέψευσε πέρα για πέρα τις απόψεις αυτές.

Αντί για ήττες το Κόμμα υπερνίκησε τις δυσκολίες, κατήγαγε τη μία νίκη ύστερα από την άλλη. Κάθε καινούργια όμως επιτυχία, ιδιαίτερα στην σοσιαλιστική αγροτική οικονομία, που ήταν η δοκιμαστική λίθος όλου του πεντάχρονου αφαιρούσε από τα πόδια της αντιπολίτευσης κάθε θεωρητική και πρακτική βάση. Καθένας από μας, που δεν τυφλώθηκε από το φραξιονιστικό πάθος, πρέπει να αναγνωρίσει την πλέρια νίκη της γενικής γραμμής. Τα γεγονότα μιλάνε από μόνα τους. Κι όσο περισσότερο εξελίσσονται τα γεγονότα, τόσο πιο εξόφθαλμη γίνεται η βαθειά πολιτική διορατικότητα που έδειξε η καθοδήγηση του κόμματος με επικεφαλής τον σ. Στάλιν. Πιο ανάγλυφα φαίνεται αυτή στη διεθνή κατάσταση. Πρέπει να πούμε χωρίς περιστροφές πώς ύστερα από την επιτυχημένη πραγματοποίηση του πεντάχρονου άλλαξε ριζικά η παγκόσμια στρατηγική θέση της Σ.Ε.. Για να καταλάβουμε αυτό αρκεί να αναφέρουμε πόσο υπολόγιζε ο παγκόσμιος ιμπεριαλισμός στα σχέδιά του επέμβασης, την τεχνική καθυστέρηση της οικονομίας μας, τους κουλάκους που ονειροπολούσαν την καπιταλιστική παλινόρθωση και το αγροτικό ιδιόκτητο στοιχείο γενικά. Ο παγκόσμιος Ιμπεριαλισμός εκμεταλλευόμενος τον μικρό ιδιοκτήτη, το όνειρό του για τη σταθεροποίηση της ατομικής ιδιοκτησίας στη γη, την τάση του για ελεύθερο εσωτερικό και εξωτερικό εμπόριο υπολόγιζε να αποσπάσει τη βασική μάζα της αγροτιάς από το προλεταριάτο και να επιτύχει ευκολότερα την ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας. Το κόζι αυτό το έχασε. Το πεντάχρονο άλλαξε ριζικά την τεχνική και οικονομική διάρθρωση της χώρας, καθώς και το συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων. Η ΕΣΣΔ από χώρα αγροτική έγινε χώρα βιομηχανική με μεγάλη τεχνική. Η γιγάντια ανάπτυξη της βιομηχανίας μεταφορών, εμπορίου κλπ, αύξησε το ειδικό βάρος του προλεταριάτου γενικά, ιδιαίτερα του βιομηχανικού , πλαταίνοντας έτσι την υλική και ταξική βάση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Το πεντάχρονο εξαλείφοντας τους κουλάκους σαν τάξη στέρησε τον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό από τη βάση εκείνη που πάνω της υπολόγιζε να οργανώσει την εξέγερση στα νώτα του Κόκκινου Στρατού για να πραγματοποιήσει τα σχέδια επέμβασής του. Το πεντάχρονο με το να εξαλείψει και να εξαλείφει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στη μικρή ιδιωτική αγροτική οικονομία και στη σοσιαλιστική βιομηχανία, με το να μετατρέπει την αγροτική εργασία σε μια ιδιομορφία της βιομηχανικής εργασίας πάω στη βάση του συμπαγούς κολεκτιβισμού, με την προοδευτική χρησιμοποίηση μηχανών, δυνάμωσε τη συμμαχία ανάμεσα στις δύο βασικές δυνάμεις της σοβιετικής εξουσίας. Το πεντάχρονο με το να εξαλείψει την ανεργία στην πόλη και να προφυλάσσει την αγροτιά από την άγρια κρίση που στο εξωτερικό καταδικάζει στην καταστροφή εκατοντάδες εκατομμύρια αγροτικού πληθυσμού, του εξασφάλισε μια εύπορη και πολιτισμένη ζωή. Το πεντάχρονο επιβεβαίωσε στην πράξη πως μονάχα στην σοσιαλιστική οικονομία υπάρχει διέξοδος από το χάος της καπιταλιστικής οικονομίας, που φορτώνει στην ανθρωπότητα την εκμετάλλευση, την ανεργία, την πείνα, την αμάθεια, δουλεία και αιματηρούς πολέμους που επαναλαμβάνονται με την κανονικότητα των νόμων της φύσης. Το αιώνιο όνειρο των εργαζομένων από καιρό που υπάρχει η εκμετάλλευση, η καταπίεση και η πάλη των τάξεων, η εξάλειψη της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, η μετατροπή της σε κοινωνική ιδιοκτησία των ίδιων των εργαζομένων και η εξάλειψη των τάξεων, γίνονται το συγκεκριμένο και καθημερινό πρακτικό καθήκον του μεγαλύτερου κράτους του κόσμου. Πώς συνέβηκε, ώστε το Κόμμα να χρειαστεί να διεξάγει πάλη όχι μονάχα ενάντια στις εχθρικές αστικές και μικροαστικές τάξεις, μα κι ενάντια σε διάφορες παρεκκλίσεις μέσα στις ίδιες του τις γραμμές ιδιαίτερα ενάντια στην τροτσκιστική φράξια? Ποιος υπολογισμός και ποια λάθη έκαναν εμάς, που θεωρούσαμε τον εαυτό μας κομμουνιστή, άλλοτε μέλη του Κόμματος, να βρεθούμε στο στρατόπεδο των αντιπάλων της γενικής γραμμής του κόμματος? Η ερώτηση αυτή αφορά ιδιαίτερα εμένα που συνέχιζα την αντιπολιτευτική μου πάλη και ύστερα ακόμα από το διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στο 15ο και 16ο συνέδριο όπου η ζηνοβιεφικο-τροτσκιστική αντιπολίτευση τσακίστηκε ολότελα και η πλειοψηφία από τους οπαδούς της αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν τα λάθη τους. Η αντιπολίτευση όπου εγώ ανήκα, πέρασε δύο στάδια στον ιδεολογικό της εκφυλισμό. Πριν το πεντάχρονο παρουσιάστηκε με αριστερά συνθήματα, στο διάστημα του πεντάχρονου όμως φάνηκε πώς κάτω από τα αριστερά αυτά συνθήματα κρύβονταν η δεξιά ουσία, αν και στα λόγια με κάθε τρόπο ξεχωρίζονταν από τους δεξιούς. Στο ντοκουμέντο που είναι γνωστό με το όνομα ‘’πλατφόρμα των δεκατριών’’ από όπου σήμερα εγώ δημόσια σβήνω την υπογραφή μου, κατηγορούσαμε την καθοδήγηση του κόμματος για το ότι ανέχεται τους κουλάκους και νεπμαν. Και ύστερα από το XV συνέδριο και XVI Συνδιάσκεψη του Κόμματος, ακόμα εξακολουθούσαμε να διαβεβαιώνουμε πώς η καθοδήγηση θα βρεί διέξοδο από τις αποτυχίες που περιμέναμε, σε μία υπερδεξιά πολιτική. Στην πραγματικότητα όμως φάνηκε πώς μια τέτοια αλλαγή έγινε στην τροτσκιστική αντιπολίτευση και πώς το κόμμα είχε πέρα για πέρα δίκιο που χαρακτήριζε τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης σαν συκοφαντίες ενάντια στην κομματική καθοδήγηση και ενάντια στο ίδιο το κόμμα. Βρισκόμενοι ακόμα στις γραμμές του Π.Κ.Κ. (μπ) διαμαρτυρόμασταν όταν το κόμμα αρνούνταν να δεχθεί το ουτοπιστικό και μικροαστικό μας πρόγραμμα στο αγροτικό ζήτημα. Ενώ κάθε απόπειρα για να πραγματοποιηθεί το πρόγραμμα αυτό θα είχε καταστρεπτικά αποτελέσματα. Ενώ το Κόμμα προσπαθούσε να εξαλείψει τα υπολείμματα του στρατιωτικού κομμουνισμού, τελείωνε την ανόρθωση της λαϊκής οικονομίας, μαζί και της αγροτικής και συγκέντρωνε στα χέρια του κράτους τα απαραίτητα μέσα για την επιτυχημένη επίθεση ενάντια στα υπολείμματα του καπιταλισμού στην πόλη και το χωριό, τα μέτρα που προτείναμε εμείς, θα προκαλούσαν, αν εφαρμοζότανε, μονάχα οικονομικό και πολιτικό χάος. Θα αναφέρω μόνο την πρόταση της αντιπολίτευσης για αναγκαστικό δάνειο 500 εκατ. Πούτια σιτηρά από την εύπορη μερίδα των αγροτών. Στις τοτινές συνθήκες του χωριού ένα τέτοιο δάνειο, εκτός από το ότι ήτανε απραγματοποίητο, θα είχε και συνέπεια την ελάττωση ακόμα πιο πολύ της καλλιεργούμενης έκτασης. Αυτό θα έφερνε την ελάττωση της βάσης πρώτων υλών για τη βιομηχανία και την υπόσκαψη της εσωτερικής της αγοράς, την ελάττωση της εξαγωγής, με μια λέξη, την παραβίαση της ισορροπίας όλου του οικονομικού συστήματος. Δεν θα είναι λιγότερο θλιβερές οι πολιτικές συνέπειες της πρότασης αυτής. Θα προέκυπτε αδυνάτισμα της συμμαχίας του προλεταριάτου με τη βασική μάζα της αγροτιάς, που τα μέτρα μας, ένα μέρος μας, τους μεσαίους αγρότες, το έριχναν στην αγκαλιά των κουλάκων. Σε ανάλογα αποτελέσματα θα οδηγούσε και το άλλο σύνθημα της αντιπολίτευσης, οργάνωση συλλόγων φτωχολογιάς, όμοιων με τις παλιές επιτροπές φτωχών αγροτών στη Ρ. Σ.Δ. που δημιουργήθηκαν κάτω από ολότελα αλλιώτικες ιστορικές συνθήκες. Όταν το κόμμα άρχισε την ανοικοδόμηση της μεγάλης αγροτικής οικονομίας, αφού ανάπτυξε μια εντατική εκβιομηχάνιση της χώρας και με το σκοπό αυτό πέρασε στην επίθεση ενάντια στα καπιταλιστικά στοιχεία του χωριού και την εξάλειψη των κουλάκων σαν τάξης πάνω στη βάση του συμπαγούς κολεκτιβισμού, η τροτσκιστική αντιπολίτευση φοβήθηκε την όξυνση της ταξικής πάλης και χτύπησε τη γενική γραμμή του κόμματος. Η διαγωγή της τροτσκιστικής αντιπολίτευσης, εξεταζόμενη αναδρομικά δείχνει πώς αντικειμενικά εξέφραζε την αντίσταση των μικροαστικών στοιχείων ενάντια στο σοσιαλισμό. Αυτό μπορούμε να πούμε σήμερα σαν αδιαφιλονίκητο ιστορικό γεγονός. Με τη στάση αυτή απέδειξε πώς δεν καταλαβαίνει τη λενινιστική θέση για το ρόλο του προλεταριάτου, σαν καθοδηγητή της αγροτιάς στη μετατροπή της μικρής αγροτικής οικονομίας, δηλαδή δεν καταλαβαίνει την ουσία της δικτατορίας του προλεταριάτου σε μια αγροτική χώρα όπως ήταν πριν λίγα χρόνια ακόμη η Σοβιετική Δημοκρατία. Το βασικό θεωρητικό λάθος της ζηνοβιεφικό-τροτσκιστικής αντιπολίτευσης, πού ήτανε και η αχίλλειος πτέρνα της, ήτανε η θέση της ότι είναι αδύνατη η ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μία χώρα. Η θέση αυτή έπαιξε τον πιο αρνητικό ρόλο σε όλη την ιδεολογία της αντιπολίτευσης και πριν και μετά το XV συνέδριο. Σήμερα, ύστερα από την πείρα του πρώτου πεντάχρονου, η θεωρία αυτή στην πράξη ανατράπηκε τελειωτικά, αφού είχε ανατραπεί και θεωρητικά, ειδικά από τον σ. Στάλιν. Τώρα είναι δύσκολο να καταλάβουμε πώς εμείς, που ξέραμε τον νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού, που τόνισε ο Λένιν και που συμμεριζόμασταν τη θέση του Κόμματος για το ότι το προλεταριάτο μπορεί να καταλάβει την εξουσία σε μία χωριστά χώρα, όπως έγινε στη Ρωσία, και αφού εγκαθιδρύσει εκεί τη δικτατορία του, να αρχίσει την οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής, μπορέσαμε να βάλουμε στο δρόμο της παρά πέρα ανάπτυξης τεχνικούς θεωρητικούς φραγμούς. Την αντιλενινιστική αυτή θεωρία μπορούμε να την εξετάσουμε πάλι σήμερα αναδρομικά, για να καθορίσουμε την προέλευση του λογικού λάθους της αντιπολίτευσης. Όσο για μένα προσωπικά, εγώ αντιλήφθηκα και ένιωσα πώς πάνω στη διαφορά αυτή εμείς- οι οπαδοί της αντιπολίτευσης- κάναμε ένα χοντρότατο μεθοδολογικό λάθος. Ποτέ μας δεν αναρωτηθήκαμε τι πρέπει να καταλαβαίνουμε με τη λέξη σοσιαλισμός. Αντικαθιστώντας τη σοσιαλιστική κοινωνία όπου ακόμα υπάρχει κρατική εξουσία, με την κομμουνιστική, όπου αυτή νεκρώνεται, δηλώναμε θριαμβευτικά πώς η ύπαρξη μιας τέτοιας κοινωνίας είναι αδύνατη μέσα στις συνθήκες του καπιταλιστικού περιβάλλοντος. Ενώ στα κομματικά ντοκουμέντα και κυρίως στα έργα του σ. Στάλιν, το ζήτημα αυτό τέθηκε ευθύς εξ αρχής και καθορίστηκε επιστημονικά. Με την ύπαρξη της προλεταριακής δικτατορίας, με τη σωστή πολιτική γραμμή της προλεταριακής πρωτοπορίας και με την επαναστατική της αποφασιστικότητα, η ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα είναι ένα πρακτικό καθήκον, δηλαδή καθήκον που εξαρτάται από το σύνολο των οικονομικών, πολιτικών, εκπολιτιστικών κλπ συνθηκών. Επί πλέον ο σ. Στάλιν τόνιζε πώς έχουμε υπόψη μας ότι πρόκειται βέβαια, όχι για ένα μικροσκοπικό κράτος όπως το τέως Μαυροβούνιο, μα για τέτοιο κράτος που έχει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για αυτοτελή ύπαρξη και ανάπτυξη. Αν πάρουμε για την Ε.Σ.Σ.Δ. το κριτήριο αυτό τότε ο καθένας πρέπει να αναγνωρίσει πώς η Ένωση μας ανήκει στα κράτη εκείνα που παρουσιάζουν πιο ευνοϊκούς όρους για την ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού. Η αντιπολίτευση με το να αρνείται κατ’ αρχήν τη δυνατότητα αυτή παρέλυε ή τουλάχιστον εμπόδιζε την προέλαση του Κόμματος και του προλεταριάτου προς τον σοσιαλισμό, που ήτανε στην πραγματικότητα ο πραγματικός ρόλος της πλειοψηφίας, που την καταπολεμούσε. Η αντιπολίτευση έπαιρνε τα δήθεν επιχειρήματά της ενάντια στη γενική γραμμή του Κόμματος όχι μονάχα από θεωρίες όπως η παραπάνω, που τον αφηρημένο τους χαρακτήρα τον αναγνώριζε έστω και συγκεκαλυμμένα, μα και από τις αναπόφευκτες δυσκολίες που παρουσιάζονται στη σοσιαλιστική αναδιοργάνωση της οικονομίας γενικά και ιδιαίτερα της αγροτικής οικονομίας. Η λύση ενός τέτοιου πολύ μεγάλου προβλήματος, που σαν αυτό καμία πολιτική οργάνωση δεν ανέλαβε ποτέ, ήταν αναπόφευκτο να προσκρούσει στην αντίσταση του εύπορου τμήματος στο χωριό, στους νέπμαν, στην πόλη και ακόμα και στην μερική δυσκινησία αυτού του ίδιου κρατικού μηχανισμού. Τα καινούργια καθήκοντα, η έλλειψη της απαιτούμενης πείρας προκαλούσαν, φυσικά, ταλαντεύσεις και λάθη στους διαφόρους τομείς όσον αφορά την επιλογή των συγκεκριμένων ανάλογων μεθόδων και μορφών, πράγμα που με τη σειρά του έφερνε προσωρινά ρήγματα κι εμπόδια. Η πλέρια εισχώρηση της σοσιαλιστικής σχεδιασμένης βάσης σε όλη τη λαϊκή οικονομία είναι έργο που μπορεί να εκπληρωθεί μονάχα μέσα σε μια σειρά χρόνια. Η τροτσκιστική αντιπολίτευση εκμεταλλευόμενη τις δυσκολίες, την όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων, τη δυσαναλογία που παρουσιάζονταν σε ορισμένους κλάδους οικονομίας, τις δυσκολίες στον επισιτισμό των εργατών κλπ, προέλεγε την αποτυχία της γενικής γραμμής του Κόμματος. Τα οικονομικά αποτελέσματα του 1933 και κυρίως στο χωριό τσακίσανε της ηττοπαθείς αυταπάτες της αντιπολίτευσης. Τα αποτελέσματα αυτά αποδείξανε πως οι δυσκολίες δεν είναι συμφυείς με τη γενική γραμμή του κόμματος, μα προέρχονταν αντίθετα από το γεγονός, ότι η γραμμή αυτή δεν εφαρμοζότανε σωστά και αποφασιστικά. Άρκεσε να εφαρμοστούν με μπολσεβίκικη αυστηρότητα και αποφασιστικότητα οι εντολές της Ολομέλειας του Γενάρη 1933 για να αλλάξει ριζικά η εικόνα στον τομέα, των κολχόζ, σοβχόζ και των ιδιωτών αγροτών. Η χώρα δεν εξασφαλίστηκε και τώρα από την επανάληψη των λαθών μονάχα όμως οι μικροαστοί οπορτουνιστές, χωρίς να αναφέρω τους φανερούς εχθρούς της Σ.Ε., μπορούν να φαντάζονται πώς θα επιστρέψουν στην ιδιωτική οικονομία στο χωριό. Για κάθε κομμουνιστή είναι ξεκάθαρο πώς η διέξοδος από τις δυσκολίες και τις αντιθέσεις που μπορούν να ξεπροβάλουν στον τομέα των κολχόζ και γενικά στη σοσιαλιστική οικονομία, βρίσκεται στην τελειοποίηση των μορφών δουλειάς και την εισχώρηση των σοσιαλιστικών σχέσεων σε αυτή, καθώς επίσης και στην εξύψωση της παραγωγικότητας της δουλειάς, στην αποκατάσταση μιας συγκεκριμένης πρακτικής καθοδήγησης, στην καλύτερη οργάνωση του ελέγχου και του υπολογισμού. Ο ρεβιζιονισμός, όπου η αντιπολίτευση υπότασσε τις αρχές του λενινισμού δε μπόρεσε να μη θίξει ένα τέτοιο σοβαρό ζήτημα του κράτους και της δικτατορίας του προλεταριάτου. Αυτό έγινε κυρίως στη δεύτερη περίοδο της τροτσκιστικής αντιπολίτευσης δηλαδή ύστερα από τον αποκλεισμό της από το κόμμα. Το πεντάχρονο σχέδιο με τη σαφή λενινιστική διατύπωση των βασικών ζητημάτων της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης, με καθήκοντα, που προκαλούσαν θαυμασμό για την επαναστατική τους τολμηρότητα, στέρησε από την τροτσκιστική αντιπολίτευση, όπως τόνισα ήδη, κάθε, έστω και φαινομενική θεωρητική βάση. Για να συγκρατηθεί η αντιπολίτευση από την τελειωτική καταστροφή έπρεπε να αναζητήσει καινούργια επιχειρήματα ενάντια στη γενική γραμμή του Κόμματος, χρησιμοποιώντας για το σκοπό αυτό όχι το οικονομικό μα το πολιτικό μέρος της πλατφόρμας της αντιπολίτευσης. Πρέπει να αναγνωρίσω πώς ένα ορισμένο σημαντικό μέρος της ευθύνης για την προσπάθεια της ευθύνης για την προσπάθεια να αναδιοργανωθεί το ιδεολογικό μέτωπο της τροτσκιστικής αντιπολίτευσης ενάντια στο Κόμμα πέφτει σε μένα. Πρέπει να αναγνωρίσω πώς η απόπειρά μου να υποβάλλω δήθεν σε μαρξιστικο-λενινιστική κριτική τις σχέσεις ανάμεσα στις τάξεις που διαμορφώθηκαν στη χώρα μας, καθώς και τις κρατικές μας μορφές, υπογραμμίσανε για πολλοστή φορά την μικροαστική ιδεολογίας της αντιπολίτευσης. Στην πλατφόρμα της ζηνοβιεφικο-τροτσκιστική αντιπολίτευση αρνούνταν στην ουσία τον προλεταριακό χαρακτήρα του κράτους μας όπως υπογραμμίζει στις αποφάσεις του XV Συνεδρίου αρνούνταν το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της κρατικής βιομηχανίας. Η αντιπολίτευση κριτικάροντας τις γραφειοκρατικές διαστρεβλώσεις του μηχανισμού μας ξεχνούσε τότε ακόμα, πώς ο μηχανισμός αυτός παρά τις διαστρεβλώσεις του είναι, όπως το διαβεβαίωσε η πείρα του πεντάχρονου ένα ανώτερο μέσο διακυβέρνησης σε σύγκριση με την αστική δημοκρατία. Την ιδεολογική εκείνη γραμμή που ενίσχυσα εγώ ακόμα περισσότερο με το να μένω στις γραμμές της αντιπολίτευσης έφερνε άμεσα, από τη μια μεριά στο βούρκο του αναρχισμού, που αρνείται την ανάγκη της κρατικής εξουσίας για την μετατροπή της αστικής κοινωνίας σε κομμουνιστική και από την άλλη μεριά έφερνε στο μενσεβικισμό που αρνείται στην πράξη την προλεταριακή δικτατορία, που την αντικαθιστά με την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η πείρα του πεντάχρονου επιβεβαίωσε για ακόμα μια φορά πώς το προλεταριάτο μπορεί να καταπολεμήσει τα υπολείμματα των εκμεταλλευτικών τάξεων μονάχα αφού οργανωθεί σαν κυρίαρχη τάξη, συγκεντρώνει στα χέρια του όλα τα μέσα επίδρασης και πίεσης της κρατικής εξουσίας. Στη στάση που κρατήσαμε απέναντι στα μέτρα που πήρε ενάντιά μας η Κ.Ε. και ύστερα το 15ο συνέδριο, για να διαφυλάξει τη μονολιθικότητά του και την πειθαρχία του κόμματος, επιδρούσε πριν από όλα το υποκείμενο αίσθημα των προβεβλημένων. Θεωρούσαμε τις οργανωτικές αρχές του λενινισμού σωστές εφόσον η αιχμή τους δεν στρεφότανε ενάντια στα ιδεολογικά μας λάθη, στον μικροαστικό μας ατομισμό και την διασπαστική προσπάθεια για να νομιμοποιήσουμε μέσα στο κόμμα την ύπαρξη των φραξιών. Αν η αντιπολίτευση μπόρεσε να διατηρήσει μερικές αυταπάτες ακόμα για την γραμμή της στο ζήτημα του εσωκομματικού καθεστώτος, η πείρα του πεντάχρονου τις σάρωσε τελειωτικά. Το κόμμα δεν θα ήτανε σε θέση να εκπληρώσει το μεγαλειώδη καθήκον της ριζικής αναδιοργάνωσης στην οικονομία της χώρας, αν δεν αντιμετώπιζε με μπολσεβίκικη αδιαλλαξία κάθε μικροαστική παρέκκλιση και ταλάντευση, αν δεν τις διασκόρπιζε αποφασιστικά κι αν ταυτόχρονα η Κ.Ε. δεν παρακολουθούσε κατά πόσο τηρείται η επαναστατική, αυστηρή <σχεδόν στρατιωτική>. Όπως έλεγε ο Λένιν πειθαρχία, που απαιτείται από κάθε μπολσεβίκο- κομμουνιστή για την εκτέλεση των αποφάσεων του συνεδρίου και των άλλων κομματικών οργάνων. Ο σ. Στάλιν ήτανε η ενσάρκωση αυτή ακριβώς της μπολσεβίκικης ιδεολογικής αδιαλλαξίας, της οργανωτικής πειθαρχίας, της ενότητας λόγων και έργων. Ενάντια στις αρχές αυτές στρέφονταν στην ουσία η επίθεση της αντιπολίτευσης, όταν επιτίθονταν ενάντια πια στο πρόσωπο του σ. Στάλιν. Εγώ, ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους της αντιπολίτευσης δηλώνω σήμερα, εκείνα που θεωρούσαμε ελλείψεις στην καθοδήγηση του σ. Στάλιν είναι ακριβώς τα πλεονεκτήματά της. Μαζί με όλο το κόμμα και την εργατική τάξη επαναλαμβάνω, η χώρα των Σοβιέτ μπόρεσε να ανταποκριθεί στα δυσκολότερα καθήκοντα της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης μονάχα επειδή είχε ένα καθοδηγητή, την πολιτική οξυδέρκεια και τη γερή θέληση του σ. Στάλιν. Στην περίοδο που ήμουνα έξω από το Κόμμα, η τροτσκιστική φράξια, όπου ανήκα, κατρακυλούσε ολοένα και πιο πέρα, πέρα στον αντιλενινιστικό δρόμο. Από μικροαστική παρέκκλιση μέσα στο Κ.Κ., παίρνοντας τον κατήφορο της προσαρμογής και του οπορτουνισμού, μετατράπηκε σε ιδιομορφία της σοσιαλδημοκρατίας και τέλος κατέληξε στην πραγματικότητα στο στρατόπεδο της αντεπανάστασης. Η συναίσθηση της θλιβερής αυτής αλήθειας με έσπρωχνε ολοένα και περισσότερο στο πώς να βρω διέξοδο από την κατάσταση αυτή. Μια τέτοια διέξοδος μπορούσε να είναι μονάχα η ανοιχτή και σαφής αναγνώριση των λαθών μου. Αποτείνομαι στους άλλοτε ομοϊδεάτες μου, που συνεχίζετε να ασπάζεσθε τις τροτσκιστικές απόψεις, και σας καλώ να ακολουθήσετε το παράδειγμά μου. Η προσεκτική εξέτασή της ριζικής αλλαγής που συντελέστηκε στην εσωτερική και εξωτερική κατάσταση πρέπει να πείσει τον καθένα σας, που θεωρεί τον εαυτό του μπολσεβίκο, πώς είναι απαραίτητο ένα τέτοιο βήμα. Η τίμια αναγνώριση αυτού είναι η άμεση υποχρέωση κάθε μπολσεβίκου. Σε πολλούς είναι γνωστή η παλιά προσωπική φιλία που με συνέδεε με τον Λ. Τρότσκι. Ήμουνα οπαδός του όχι μονάχα στην περίοδο των τελευταίων χρόνων μα και στην περίοδο της συνδικαλιστικής συζήτησης, όπου εκδηλώσαμε πώς δεν καταλαβαίνουμε την ανάγκη να εγκαταλείψουμε τον πολεμικό κομμουνισμό. Τώρα οι δόμοι μας με τον Λ. Τρότσκι χωρίστηκαν πάρα πολύ. Σήμερα που συντελείται η συγκέντρωση όλων των κοινωνικών τάξεων και δυνάμεων, όταν ο κόσμος όλο και πιο ξεκάθαρα χωρίζεται σε δύο στρατόπεδα και στο κέντρο του επαναστατικού στρατοπέδου βρίσκεται η Κ.Δ. και το Κόμμα των Κομμουνιστών-Μπολσεβίκων της ΕΣΣΔ, είναι μάταιη κάθε προσπάθεια να κρατηθεί κανείς στο μέσο. Εφτά σχεδόν χρόνια καταπολέμησα τη γενική γραμμή, την καταπολέμησα άγρια, αυταπατώμενος πώς οι απόψεις μου ήτανε σωστές. Τώρα καταλαβαίνω το λάθος μου. Σήμερα αποτείνομαι στην Κ.Ε. με την παράκληση να μου δώσει τη δυνατότητα να πάρω τη θέση μου στις γραμμές εκείνων που με απεριόριστη αφοσίωση υπερασπίζουν την πολιτική του Κόμματος από όλους τους αντιπάλους της οσοιδήποτε και αν είναι και κάτω από τη σημαία της εξυπηρετούν την υπόθεση του διεθνούς προλεταριάτου».

ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΡΑΚΟΦΣΚΥ

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 21/5/34 - 27/5/34

Δεν υπάρχουν σχόλια: