200
χρόνια από τη γέννηση του KARL
MARX
(5 Μάη 1818)
Θεμελιωτή
της επαναστατικής κοσμοθεωρίας του
Προλεταριάτου
Τιμώντας
την επέτειο δημοσιεύουμε το πρώτο μέρος
του παρακάτω κειμένου
Η
ΠΑΛΙΝΟΡΘΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ ΣΤΗ
ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ
ΚΑΙ
Η ΑΝΑΠΟΦΕΥΚΤΗ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΗΣ (1953-1990)
Γενικό εισαγωγικό σημείωμα
Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης φέτος των 200 χρόνων από τη γέννηση του KARL MARX (5 Μάη 1818) και των 170 χρόνων από τη δημοσίευση του πρώτου επαναστατικού Προγράμματος του διεθνούς προλεταριάτου δηλ. του «Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος» (1848) των MARX-ENGELS – το «Άσμα Ασμάτων του Μαρξισμού» (ΣΤΑΛΙΝ), που «εκθέτει με σαφήνεια και ακρίβεια μεγαλοφυή τη νέα αντίληψη του κόσμου, το συνεπή Υλισμό, ο οποίος αγκαλιάζει, επίσης, την περιοχή της κοινωνικής ζωής, τη Διαλεκτική, την πλατύτερη και βαθύτερη επιστήμη της εξέλιξης, τη θεωρία της Ταξικής Πάλης και του επαναστατικού ρόλου που παίζει στην παγκόσμια ιστορία το Προλεταριάτο δημιουργός μιας νέας κοινωνίας, της κομμουνιστικής κοινωνίας» (ΛΕΝΙΝ) – κρίθηκε απαραίτητο η αρχικά σύντομη και περιορισμένη «Εισαγωγή» κυρίως στο θέμα της «παλινόρθωσης του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση…» να επεκταθεί και συμπληρωθεί με μια εντελώς σύντομη αναφορά σε κάποια σημαντικά ζητήματα, που συνδέονται άμεσα με το σύνολο των ζητημάτων του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος και της επαναστατικής κοσμοθεωρίας του προλεταριάτου, επαναπροβάλλοντας και υπερασπίζοντας τον επαναστατικό Μαρξισμό, δηλ. το λενινισμό-σταλινισμό.
Οι
σφοδρές επιθέσεις της αντιδραστικής
μπουρζουαζίας στο Σοσιαλισμό-Κομμουνισμό
και
η νικηφόρα οικοδόμησή του στη Σοβιετική
Ένωση των ΛΕΝΙΝ-ΣΤΑΛΙΝ
Το
πρόβλημα της επιστημονικής αντίληψης
του Σοσιαλισμού-Κομμουνισμού – το
σπουδαιότερο ζήτημα του διεθνούς
επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος
(παλιότερα και σήμερα) – και εκείνο της
πραγματοποίησής
του ή μη,
βρέθηκαν πάντα στο κέντρο της
ιδεολογικο-πολιτικής ταξικής πάλης και
αντιπαράθεσης μεταξύ του επαναστατικού
Μαρξισμού και των διαφόρων αντιμαρξιστικών
αντιδραστικών αστικών κατευθύνσεων
(παραδοσιακών αστικών και ρεφορμιστικών)
απ’ τα πρώτα κιόλας χρόνια της
δημοσίευσης(1848) του «Μανιφέστου
του Κομμουνιστικού Κόμματος»
των MARX-ENGELS
– έκφραση της ταξικης πάλης
μπουρζουαζίας-προλεταριάτου:
δυο
ανταγωνιστικών κοινωνικών
τάξεων με διαμετρικά
αντίθετα
ταξικά συμφέροντα.
Για
τους MARX-ENGELS-LENIN-STALIN
Σ ο σ ι α λ ι σ μ ό ς – πρώτη
φάση του Κομμουνιστικού οικονομικο-κοινωνικού
Σχηματισμού
– σημαίνει Διχτατορία
του Προλεταριάτου.
ΧΩΡΙΣ Διχτατορία του Προλεταριάτου ΔΕΝ
υπάρχει Σοσιαλισμός. Οι κλασικοί συνέδεαν
πάντα στενά και αδιάρρηκτα το ζήτημα
της ύπαρξης, διατήρησης και οικοδόμησης
του Σοσιαλισμού-Κομμουνισμού μ’ εκείνο
της εγκαθίδρυσης, ύπαρξης, ισχυροποίησης
και διατήρησης της Διχτατορίας
του Προλεταριάτου
καθόλη τη μεταβατική
περίοδο από τον καπιταλισμό ως τον
κομμουνισμό –
με συμπλήρωση επιπλέον στον πολιτικό
τομέα:
την ύπαρξη επαναστατικού
μαρξιστικού-λενινιστικού Κομμουνιστικού
Κόμματος, στον οικονομικό
τομέα:
την ύπαρξη σοσιαλιστικής
κοινωνικής Ιδιοκτησίας στα μέσα
παραγωγής
(κρατική-συνεταιριστική), και στον
ιδεολογικό
τομέα:
κυρίαρχη ιδεολογία τον επαναστατικό
μαρξισμό δηλ. το λενινισμό-σταλινισμό.
ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ
για το ΜΑΡΞ, είναι η «τ
α ξ ι κ ή Δ ι χ τ α τ ο ρ ί α του Προλεταριάτου
σαν το αναπόφευκτο μεταβατικό στάδιο
για την κ α τ ά ρ γ η σ η τ ω ν τ α ξ ι κ ώ
ν δ ι α φ ο ρ ώ ν γ ε ν ι κ ά, για την
κατάργηση όλων των παραγωγικών σχέσεων
που πάνω τους στηρίζονται, για την
κατάργηση όλων των κοινωνικών σχέσεων
που αντιστοιχούν στις παραγωγικές αυτές
σχέσεις, για την ανατροπή όλων των ιδεών
που απορρέουν από τις κοινωνικές αυτές
σχέσεις» (ΜΑΡΞ, 1850),
ενώ λίγο αργότερα σημείωνε:
«2)
ότι η ταξική πάλη οδηγεί αναγκαστικά
στη Δ ι χ τ α τ ο ρ ί α τ ο υ Π ρ ο λ ε
τ
α ρ ι ά τ ο υ, 3) ότι η ίδια αυτή η Διχτατορία
αποτελεί μονάχα το πέρασμα στην κ α τ ά
ρ γ η σ η ό λ ω ν τ ω ν τ ά ξ ε ω ν και σε
μιαν α τ α ξ ι κ ή κ ο ι ν ω ν ί α»
(ΜΑΡΞ, 1852) – αντιλήψεις που βρέθηκαν
αργότερα, στον 20ο
αιώνα, σε σφοδρότατη ιδεολογικο-πολιτική
αντιπαράθεση μ’ εκείνες των ρεβιζιονιστικών
ρευμάτων, της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας
(Bernstein-Kautsky,
κλπ.), σοβιετικό ρεβιζιονισμό,
γιουγκοσλάβικο, κινέζικο, ευρω«κομμουνισμό»,
τροτσκισμό, κλπ.
Η
δημοσίευση του «Μανιφέστου
του Κομμουνιστικού Κόμματος»
προκάλεσε μεγάλη αναταραχή και αναστάτωση
στο στρατόπεδο της αντιδραστικής αστικής
τάξης που εκφράζεται στα διάφορα
δημοσιεύματα-επιθέσεις
των εκπροσώπων της ενάντια στο
Σοσιαλισμό-Κομμουνισμό – επιθέσεις
που πολλαπλασιάστηκαν μετά την εξέγερση
του γαλλικού προλεταριάτου στην Παρισινή
Κομμούνα (1871) και την ανάπτυξη του
διεθνούς επαναστατικού εργατικού
κινήματος αλλά και με την έκδοση του
έργου του MARX
«DAS
KAPITAL»
I
(Hamburg
1867), στο οποίο αποκαλύπτεται «ο
οικονομικός νόμος κίνησης της σύγχρονης
κοινωνίας»
δηλ. της καπιταλιστικής κοινωνίας, όπως
λέει ο ΜΑΡΞ, και σημειώνει, επαναλαμβάνοντας
το ίδιο αργότερα και ο ΛΕΝΙΝ (Απρίλης
1908)1).
Παρόλο
που το ζήτημα των αντιμαρξιστικών
επιθέσεων της αντιδραστικής μπουρζουαζίας
ενάντια στο Σοσιαλισμό-Κομμουνισμό δεν
αποτελεί αντικείμενο της παρούσας
μελέτης, ούτε βέβαια η αντίκρουση και
ανασκευή των αντεπιστημονικών της
θέσεων, κρίνεται σκόπιμο, για κάποια
έστω ελάχιστη πληροφόρηση, να αναφερθούν
ενδεικτικά ορισμένοι εκπρόσωποί της,
ως τα πρώτα χρόνια της οικοδόμησης του
Σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση, που
μπορούν σχηματικά να χωριστούν σε δυο
κατευθύνσεις:
1)
εκείνη της οποίας οι εκπρόσωποί της
κήρυξαν το Σοσιαλισμό θεωρητικά «αδύνατο»
και πρακτικά «ανεφάρμοστο», και 2)
εκείνη που οι εκπρόσωποί της
ταύτισαν
το «Σοσιαλισμό» με τον «Καπιταλισμό»,
η οποία συνδέεται άμεσα
(από πλευράς θεωρητικής προέλευσης) με
το ζήτημα της εφαρμογής στη Σοβιετική
Ένωση των
νέων2),
μετά τους πρώτους μήνες του 1953, οικονομικών
μεταρρυθμίσεων
(ο
χαρακτήρας
τους αναλύεται στη μελέτη που ακολουθεί),
κι οι δυο όμως μ’ έναν κοινό
κεντρικό στόχο:
την αποτροπή-ματαίωση
της Προλεταριακής Επανάστασης και τη
διαιώνιση
του καπιταλισμού. Στόχο που δεν απέκρυβε
ο Ολλανδός οικονομολόγος G.Pierson
όταν ισχυρίζονταν το 1902:
«μια
προλεταριακή επανάσταση πρέπει από
εσωτερικούς λόγους αναγκαστικά να
αποτύχει»
(K.Kautsky:
«Die
soziale
Revolution»,
σελ. 4, 3. Auflage,
Verlag
«Vorwärts»)
ή ο δάσκαλος ιδιαίτερων μαθημάτων στο
Βασιλιά της Σουηδίας, G.Cassel,
με τον ισχυρισμό ότι η υποτιθέμενη
«πλάνη
της σοσιαλιστικής θεωρίας της Αξίας»
(!) και η δήθεν «χειραφέτηση
της εργατικής τάξης»
στα πλαίσια του καπιταλισμού πρέπει να
οδηγήσουν σε μια «σημαντική
μείωση του ενδιαφέροντος των οικονομικών
επαναστάσεων»
(Gustav
Cassel:
«Das
Recht
auf
den
vollen
Arbeitsertrag»,
σελ. 150, Göttingen
1900) – η ακραία αντιδραστικότητα του
G.Cassel
φαίνεται εντελώς καθαρά και στον πολύ
χαρακτηριστικό τίτλο ενός βιβλίου του
(συλλογή άρθρων):
«Sozialismus
oder
Fortschritt»
(!!!), Berlin
1929.
Απ’
τους πρώτους που αντέδρασαν, ήδη απ το
1854, ήταν ο γερμανός Hermann Heinrich von Gossen,
θεμελιωτής της υποκειμενικής
θεωρίας «Grenznutzentheorie»
(=Οριακής
Χρησιμότητας),
που στο έργο του «Entwicklung der Gesetze des
menschlichen Verkehrs und der daraus flieβenden Regeln für
menschliches Handeln» (Braunschweig 1854 και 1889, 1927: σελ.
228-231) διατύπωσε, αφού πρώτα «προσευχήθηκε»
στο «θεό» της ατομικής
καπιταλιστικής Ιδιοκτησίας
(«η
προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας…
είναι απαραίτητη αναγκαιότητα για την
ύπαρξη της
ανθρώπινης
κοινωνίας»,
σελ. 231) την άποψη ότι «η
σχεδιασμένη από τους κομμουνιστές
κεντρική Αρχή για την κατανομή των
διαφόρων εργασιών και της ανταμοιβής
τους θα αποκτήσει πολύ γρήγορα την
πείρα, ότι έθεσε ένα τέτοιο καθήκον, η
λύση του οποίου ξεπερνάει κατά πολύ τις
δυνάμεις των μεμονωμένων ανθρώπων»
(σελ.231), για να ακολουθήσουν αργότερα,
μεταξύ άλλων, οι:
Leon Walras: «Elemente
der reinen politischen Oekonomie» (1874), ο γερμανός Albert
Schäffle με τη μικρή του μπροσούρα:
«Die
Quintessenz des Sozialismus» (1874), ο αυστριακός
Friedrich von Wieser:
«Der natuerliche Werth» (Wien 1889), ο Ιταλός οικονομολόγος,
μαθητής του L. Walras, Vilfredo Pareto:
«Cours d’ economie politique, 2. Βd.,
σελ 363-364, Lausanne-Paris
1897), ο ολλανδος N.G.
Pierson:
«Das
Wertproblem
in
der
sozialistischen
Gesellschaft»
(«De
Economist»,
Gravenhage-Holland
1902), ο ιταλός Enrico Barone με το έργο του «Il
ministro della produzione nello stato collectivista» («Giornale
degli Εconomisti», Σεπτέμβρης-Οχτώβρης 1908),
κλπ.
Μετά
τη μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική
Επανάσταση η επίθεση στο Σοσιαλισμό-Κομμουνισμό
κορυφώνεται με το άρθρο (1919) ενός άλλου
δεδηλωμένου αντιμαρξιστή και ακραίου
εχθρού του Σοσιαλισμού-Κομμουνισμού,
του αυστριακού οικονομολόγου, Ludwig
von Mises:
«Die Wirtschaftsrechnung im sozialistischen Gemeinwesen» που
δημοσιεύτηκε τον Απρίλη του 1920 («Archiv
fuer Sozialwissenschaft und Sozialpolitik», Bd. 47, Νο 1, April
1920, σελ. 86-121), στο οποίο ο Mises
ισχυρίζεται ότι μια σοσιαλιστική
οικονομία δεν μπορεί τάχα να λύσει το
πρόβλημα της ορθολογικής κατανομής των
Ressoursen
(=πόρων) και υποστήριξε την άποψη ότι,
επειδή στο «Σοσιαλισμό» δεν υπάρχει
Aγορά
«κανένα
παραγωγικό αγαθό («Produktivgut»)
δεν πρόκειται ποτέ να γίνει αντικείμενο
συναλλαγής, θα είναι αδύνατο να
προσδιοριστούν χρηματικές τιμές των
παραγωγικών αγαθών («Produktivgüter»)…
ο υπολογισμός της Αξίας σε χρήμα θα
είναι εδώ αδύνατος»
(σελ.90) και «δεν
υπάρχει κανένα μέσο για να γίνει γνωστό
τι είναι ορθολογικό, και έτσι δεν μπορεί
η παραγωγή να προσανατολιστεί συνειδητά
προς την Αποδοτικότητα… όμως τη θέση
της οικονομίας του αναρχικού τρόπου
παραγωγής θα έχει πάρει η ακατανόητη
συμπεριφορά μιας παράλογης μηχανής. Οι
ρόδες θα γυρίζουν, όμως θα γυρίζουν στο
κενό
(σελ.100) για να συνεχίσει αλλού, ότι «όταν
λείπει η ελεύθερη Αγορά,
δεν υπάρχει διαμόρφωση τιμών»
και
«χωρίς
τιμές δεν υπάρχει οικονομικός
υπολογισμός» και
ότι «σοσιαλισμός
σημαίνει το τέλος(=εξάλειψη) της
ορθολογικής οικονομίας»
(σελ. 104)3),
για να επαναλάβει εκ νέου το 1932:
επειδή στο «Σοσιαλισμό» είναι «αδύνατη
η εφαρμογή του οικονομικού υπολογισμού
δεν μπορεί να υπάρξει οικονομία όπως
την εννοούμε εμείς»
δηλ. καπιταλιστική οικονομία) («Die
Gemeinwirtschaft,
Untersuchungen
ueber
den
Sozialismus»,
Jena
1922, σελ.98, 2. Auflage,
Jena
1932).
Επομένως
για το Mises
αφού δεν υπάρχει «οικονομικός
υπολογισμός»,
ο «Σοσιαλισμός» είναι σε θεωρητικό
επίπεδο «αδύνατος»(!) και σε πρακτικό
«ανεφάρμοστος»(!). Αν και δεν είναι
αντικείμενο του «εισαγωγικού σημειώματος»
η αντίκρουση και ανασκευή των αντιδραστικών
απόψεων του Mises,
επιβάλλεται όμως να γίνουν κάποιες
σύντομες παρατηρήσεις ως απάντηση:
α) η άποψή
του δεν έχει καμιά απολύτως επιστημονική
βάση, επιπλέον β)
– και σπουδαιότερο
–
διαψεύστηκε απ’ την ύπαρξη και οικοδόμηση
του Σοσιαλισμού-Κομμουνισμού στη
Σοβιετική Ένωση των ΛΕΝΙΝ-ΣΤΑΛΙΝ
(1917-1953), γ)
ο Mises
παρουσιάζει τον καπιταλισμό2)
ως «ορθολογική οικονομία»(!), και μάλιστα
ως τη μόνη και κατεξοχήν «ορθολογική»,(!),
ένας παντελώς αστήρικτος ισχυρισμός,
όταν είναι γνωστό, ότι το σύστημα αυτό
προκαλεί καθημερινά
καταστροφές,
λόγω Ανταγωνισμού και Αναρχίας της
παραγωγής, ενώ σε περιόδους οικονομικών
κυκλικών
κρίσεων
υπερπαραγωγής
και πολέμων
τεράστιες και ανυπολόγιστες καταστροφές,
και τέλος, δ)
η άποψη του Mises, καταλήγει ουσιαστικά
και κορυφώνεται στο γελοίο ισχυρισμό:
ο
Σοσιαλισμός δεν μπορεί να υπάρξει και
να λειτουργήσει ορθολογικά επειδή δεν
είναι καπιταλισμός (!!!).
Ο
Max
Weber
την ίδια περίοδο (για την ακρίβεια πριν
απ’ το Mises,
όταν ασκούσε κριτική στο O.Neurath)
διακηρύσσει, ότι «δεν
μπορεί να γίνεται λόγος για μια ο ρ θ ο
λ ο γ ι κ ά «σχεδιασμένη οικονομία»»
(M.
Weber:
«Wirtschaft
und
Gesellschaft»,
Tübingen
1921, σελ. 55-56, 2.Aufl.,
Tübingen
1925, ελληνικά:
«Οικονομία και Κοινωνία», σελ. 110, Αθήνα
2005). («M.W.:
«κατά
την εκτύπωση του παρόντος δημοσιεύθηκε
το κείμενο του Mises,
που ασχολείται μ’ αυτά τα προβλήματα»,
σελ. 115).
Παρόμοιες
απόψεις μ’ εκείνες των Mises-Weber
εξέφρασε το καλοκαίρι του 1920 και ο Ρωσος
αντιδραστικός οικονομολόγος Boris
Brutzkus,
που δημοσιεύθηκαν πρώτα στη Σοβιετική
Ένωση (περιοδικό «Economist»)
και αργότερα σε βιβλίο με τίτλο:
«Die
Lehren
des
Marxismus
im
Lichte
der
russischen
Revolution»,
Berlin
1928, στο οποίο μας πληροφορεί, ότι οι
απόψεις του αυτές ωρίμασαν στο «Petrograd
κατά τη διάρκεια των τρομερών χρόνων
της οικοδόμησης του κομμουνισμού»
(σελ.3).
Το
αντιδραστικό άρθρο
του Mises
προκάλεσε
τις πασίγνωστες μεγάλες συζητήσεις
διεθνώς των δεκαετιών ΄20-΄30-΄40 του 20ου
αιώνα (συνεχίζονται ακόμα και σήμερα),
στις οποίες πήραν μέρος δεκάδες
οικονομολόγοι,
μεταξύ άλλων,
H.D. Dickinson, G. Halm, M.H. Dobb, C. Landauer, A.P. Lerner, Fr.
Hayek, L.C.Robbins, A. Bergson, W. Krelle,
E. Lederer, O. Leichter, A.C. Pigou, K. Polanyi, G. Rittig, Fr. M.
Taylor, H. Zassenhaus,
J.
Schumpeter,
P.
Sweezy,
E.
Heimann,
κλπ., κλπ. με σημαντικότερη περίπτωση
παρέμβασης-συμμετοχής εκείνη του
Oskar
Ryszard Lange
(27.7.1904-2.10.1965):
«On
the
Economic
Theory
of
Socialism»
(στο: «Review
of
Economic
Studies,
Bd.
IV,
No
1 και 2, Οχτώβρης 1936 και Φλεβάρης 1937 (μέλος
τότε του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος
Πολωνίας και μετά τον πόλεμο, μέλος του
Ενιαίου Εργατικού Κόμματος Πολωνίας),
που παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον,
επειδή οι απόψεις του – στηριγμένες σ’
εκείνες των «Wieser-Pareto-Barone»
– συνδέονται άμεσα
με τις ν
έ ε ς οικονομικές μεταρρυθμισεις
που εφαρμόστηκαν στη Σοβιετική Ένωση
(απ’ το 1953 μετά
το θάνατο-δολοφονία
του ΣΤΑΛΙΝ), όπως καταδεικνύεται παρακάτω
και γίνεται παραδεκτό άμεσα-έμμεσα και
απ’ τους χρουστσο-μπρεζνιεφικούς
ρεβιζιονιστές σοσιαλδημοκράτες που
πρωτοστάτησαν
στην εφαρμογή τους (η παρέμβαση του
Maurice
Dobb:
«Economic
Theory
and
the
Problem
of
a
Socialist
Economy»
(«Economic
Journal»,
Decembre
1933) κλπ., στις συζητήσεις ήταν η μόνη,
παρά τις κάποιες ξένες προς το μαρξισμό
λαθεμένες αντιλήψεις και ελλείψεις,
που είχε ως αφετηρία την Εργασιακή
θεωρία της Αξίας του ΜΑΡΞ και υπεράσπισε
μια σχεδιασμένη οικονομία χωρίς
τον «Wertgesetz»
(=νόμος
της Αξίας)
ρυθμιστή
της παραγωγής, απόψεις που εγκατέλειψε
αργότερα4).
Παρόλο
που η οικοδόμηση του Σοσιαλισμού στη
Σοβιετική Ένωση συνεχίστηκε στα μετέπειτα
χρόνια με επιτυχία, οι αντιδραστικοί
αστοί οικονομολόγοι της κατεύθυνσης
των Mises-Hayek-Robbin-Halm,
κλπ. επέμεναν στις απόψεις τους περί
δήθεν θεωρητικά «αδύνατου» και πρακτικά
«ανεφάρμοστου» Σοσιαλισμού, πράγμα που
υποχρέωσε, αρχές της δεκαετίας του 1940,
έναν άλλο αστό οικονομολόγο, τον αυστριακό
Joseph
Schumpeter,
να θέσει το ερώτημα:
«μήπως
κάτι στην καθαρή λογική της σοσιαλιστικής
οικονομίας είναι λαθεμένο ή όχι;»,
δίνοντας την απάντηση:
«η καθαρή
λογική του σοσιαλισμού είναι πέρα για
πέρα εντάξει»
(J.A.
Schumpeter:
«Kapitalismus,
Sozialismus
und
Demokratie»,
New
York
1942, σελ. 275, Bern
1950), και αλλού:
«μπορεί
ο σοσιαλισμός να λειτουργήσει; Φυσικά
και μπορεί»
(στο ίδιο, σελ. 267).
Τις
ολωσδιόλου αστήρικτες απόψεις του Mises
επέκριναν (παλιότερα και αργότερα) και
διάφοροι αστοί οικονομολόγοι απ’ τους
οποίους ας αναφερθεί ενδεικτικά μόνο
ένας νεότερος, ο W. Krelle,
ο οποίος σημειώνει πως «ο
υπολογισμός της αξίας των μέσων παραγωγής
θεωρητικά δεν εξαρτάται απ’ την ατομική
Ιδιοκτησία»
(Willhelm
Krelle:
«Über
die
Möglichkeit
der
Wirtschaftsrechnung
in
verschiedenen
Wirtschaftsordnungen»,
στο:
«Jahrbücher
für
Nationalökonomie
und
Statistik»
Bd.
165, H.
2-3/1953, σελ.123), ενώ κάποιοι άλλοι αμφισβήτησαν
ακόμα και τον «ορθολογικό» χαρακτήρα
της καπιταλιστικής οικονομίας. Ανάλογη
συζήτηση έγινε και στα πρώτα χρόνια της
δεκαετίας του 1920, όπως είναι γνωστό και
μας πληροφορεί ο Otto
Leichter:
«Die
Wirtschaftsrechnung
in
der
Sozialistischen
Gesellschaft»,
(σελ. 85, 91-92, Wien
1923).
Όμως
όλα αυτά δεν εμπόδισαν τον αντιδραστικό
οικονομολόγο Wilhelm
Roepke
να γράψει το 1949 για τη συζήτηση του
προβλήματος «der
sozialistischen
Wirtschaftsrechnung»,
ότι «ο
Mises
είχε ουσιαστικά δίκιο»
(Wilhelm
Roepke:
«Zur
Theorie
des
Kollektivismus»,
«KYKLOS»,
Internationale
Zeitschrift
fuer
Sozialwissenschaft,
Bd.
III/1949,
σελ. 151, Basel
1949) μα ούτε και τον αριστοκράτη αυστριακό
Friedrich
von
Hayek
να ανακράξει, με «στεντόρεια φωνή», στα
γεράματά του (85χρονος) και με τόση
«επιστημονική» (!) «σοβαρότητα», ανάλογη
εκείνης των απόψεών του, σε συνέντευξή
του στο Παρίσι το 1984:
«ο
σοσιαλισμός είναι μια τρελή φιλοδοξία,
μια διανοητική υπερβολή»
(«Ακρόπολις» 20/4/1984).
Παρά
τις συνεχιζόμενες σφοδρότατες,
αναπροσαρμοσμένες βέβαια, επιθέσεις
και τις προπαγανδιστικές κραυγές της
αντιδραστικής μπουρζουαζίας και εκείνες
των πρακτόρων της, της ρεφορμιστικής
παλιάς σοσιαλδημοκρατίας αλλά και των
διαφόρων άλλων οπορτουνιστών, η Οχτωβριανή
Επανάσταση πραγματοποιήθηκε και η
οικοδόμηση του Σοσιαλισμού συνεχίστηκε,
μέσα απ’ τις γνωστές δυσκολίες, με τη
διαρκή παραπέρα ισχυροποίηση
της
Διχτατορίας του Προλεταριάτου και την
επαναστατική
γραμμή
του κόμματος των Μπολσεβίκων με
επικεφαλείς τους ΛΕΝΙΝ-ΣΤΑΛΙΝ.
Αν
η νίκη της μεγάλης Οχτωβριανής
Προλεταριακής Επανάστασης στη Ρωσία
επιβεβαίωσε την ορθότητα
της λενινιστικής θεωρίας της Προλεταριακής
Επανάστασης δια μέσου της βίαιης ένοπλης
εξέγερσης, της συντριβής
της αστικής κρατικής μηχανής και της
εγκαθίδρυσης της Διχτατορίας του
Προλεταριάτου, η έναρξη
της
οικοδόμησης του νέου
οικονομικο-κοινωνικού συστήματος στη
Σοβιετική Ένωση έδειξε, ότι ο
Σοσιαλισμός-Κομμουνισμός δεν
ήταν Ουτοπία
μα ούτε απλά μια επιστημονική θεωρία
αλλά έγινε
ΠΡΑΞΗ:
ήταν πλέον μια ζωντανή
καθημερινή πραγματικότητα,
που κατάργησε για πρώτη
φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας την
εκμετάλλευση
ανθρώπου από άνθρωπο, κλπ., ενώ έλυνε
καθημερινά και έλυσε στην πορεία όλα
τα προβλήματα της εργατικής τάξης και
ολόκληρης της κοινωνίας, αποδεικνύοντας
ταυτόχρονα στην πράξη, στα χρόνια της
ύπαρξής του (1917-1953), την ανωτερότητα
του Σοσιαλισμού-Κομμουνισμού απέναντι
στον Καπιταλισμό.
Η
ανάπτυξη της οικονομίας και η οικοδόμηση
του Σοσιαλισμού-Κομμουνισμού γίνονταν
σε πολύ δύσκολες συνθήκες και προχωρούσε
προς τα μπρος μέσα από σφοδρότατη
ταξική πάλη - ταξική
πάλη που όσο προχωρούσε η οικοδόμηση
αυτή διαρκώς
οξύνονταν.
Στη
Σοβιετική Ένωση η ανάπτυξη της οικονομίας
στην κατεύθυνση του Σοσιαλισμού-Κομμουνισμού
πέρασε από διάφορες φάσεις:
από τον «πολεμικό
κομμουνισμό» (μέσα
1918-Μάρτης 1921) που τον «επέβαλε
ο πόλεμος και η καταστροφή»,
«δεν ήταν
και δεν μπορούσε να είναι μια πολιτική
που ανταποκρίνεται στα οικονομικά
καθήκοντα του προλεταριάτου» και
«ήταν
ένα προσωρινό φαινόμενο» (ΛΕΝΙΝ),
το σχέδιο (GOELRO-Plan
1920) εξηλεκτρισμού της βιομηχανίας και
της χώρας γενικά, τη «Νέα
Οικονομική Πολιτική» (ΝΕΠ-απόφαση
του 10ου
Συνεδρίου 1921) κάτω απ’ την καθοδήγηση
της Διχτατορίας του Προλεταριάτου:
«η ουσία
της Νέας Οικονομικής Πολιτικής είναι
η συμμαχία του Προλεταριάτου και της
Αγροτιάς, η ουσία συνίσταται στη συμμετοχή
της πρωτοπορίας του προλεταριάτου μαζί
με τις πλατιές μάζες των αγροτών»
(ΛΕΝΙΝ),
με τις «κρατικές
επιχειρήσεις να περνούν στη λεγόμενη
Αρχή της Οικονομικής Ιδιοσυντήρησης,
δηλ. στην ουσία σε σημαντικό βαθμό σε
εμπορικές και καπιταλιστικές αρχές»
(ΛΕΝΙΝ:
τομ.44, σελ.342, Αθήνα), την περίοδο της
σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης και της
κολεκτιβοποίησης ως τον τερματισμό της
ΝΕΠ με την ολοκληρωτική
εξάλειψη των καπιταλιστικών στοιχείων
στην οικονομία της Σοβιετικής Ένωσης
και τη δημιουργία της οικονομικής βάσης
του Σοσιαλισμού – πρώτης
φάσης του Κομμουνιστικού
οικονομικο-κοινωνικού Σχηματισμού
– με τις δυο
μορφές σοσιαλιστικής
Ιδιοχτησίας
(κρατικής
και συνεταιριστικής-κολχόζνικης) –
αντέχοντας και ξεπερνώντας τις τεράστιες
ανυπολόγιστες καταστροφές σ’ ελάχιστο
χρονικό διάστημα – έφτασε ως τις αρχές
της δεκαετίας του 1950, όταν, το 1953, μετά
το θάνατο-ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ
(δηλητηρίαση-γιατροί)
του ΙΩΣΗΦ ΣΤΑΛΙΝ, η ταξική
πάλη στο
εσωτερικό της Σοβιετικής Ένωσης
κορυφώθηκε και κατέληξε σε ήττα των
επαναστατικών δυνάμεων στο ΚΚΣΕ και
την επικράτηση
της χρουστσοφικής ρεβιζιονιστικής
αντεπανάστασης,
μέσω βίαιου στρατιωτικού
πραξικοπήματος (=τμήματα στρατού-KGB-Αστυνομία).
Σημειώσεις
1)
Επιβάλλεται
να γίνουν κάποιες πολύ σύντομες αλλά
εντελώς αναγκαίες παρατηρήσεις –
εξαιτίας των πολλών συστηματικών
διαστρεβλώσεων – σχετικά με τρία πολύ
σπουδαία ζητήματα στο «ΚΕΦΑΛΑΙΟ» και
γενικά το ώριμο έργο του ΜΑΡΞ:
α.
το ξεπέρασμα των ιδεαλιστικών επιδράσεων
και εννοιών σ’ αυτά, β.
την υλιστικο-διελεκτική
μέθοδο προσέγγισης του ΜΑΡΞ στο
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ»
– Διαλεκτική
που δεν ήταν «μόνο
διαφορετική από τη
Χεγκελιανή,
μα είναι το κατευθείαν αντίθετο της»
(MARX),
η οποία επιπλέον ήταν στραμμένη προς
το παρελθόν και όχι προς το παρόν και
το μέλλον και είναι γνωστό, ότι «η
φιλοσοφία του Hegel
ήταν επίσης όπως και όλη η υπόλοιπη
ιδεαλιστική γερμανική φιλοσοφία γύρω
απ’ το 1800 μια αριστοκρατική αντίδραση
στη γαλλική αστική επανάσταση και στο
γαλλικό αστικό Υλισμό του 18ου
αιώνα»
(GROSSE
SOWJET-ENZYKLOPÄDIE:
«Idealismus»,
Bd
17, Moskau
1952, σελ. 321-324, και σελ. 11, Aufbau
Verlag,
Berlin-DDR
1955) μα και σχετικά γ.
το αντικείμενο και την αφετηρία της
έρευνάς του –
«σήμερα
- ύστερα από την εμφάνιση του «Κεφαλαίου»
- η Υλιστική αντίληψη της Ιστορίας δεν
είναι πια υπόθεση, μα επιστημονικά
αποδειγμένη θέση… οΥλισμός δεν είναι
μια «κατεξοχήν επιστημονική αντίληψη
της Ιστορίας»… μα η μοναδική επιστημονική
αντίληψη της Ιστορίας» (ΛΕΝΙΝ).
Στο
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ» ερευνάται «ο
κ α π ι τ α λ ι σ τ ι κ ό ς τ ρ ό π ο ς Π α
ρ α γ ω γ ή ς και οι αντίστοιχες
σ’
αυτόν σ χ έ σ ε ι ς Π α
ρ
α γ ω γ ή ς και Α ν τ α λ λ α γ ή ς»
(ΜΑΡΞ), έρευνα που αρχίζει με την
ανάλυση του «Εμπορεύματος»,
το «πιο
απλό οικονομικό Konkretum»
(ΜΑΡΞ 1881/82). Επομένως ο ΜΑΡΞ στο μνημειώδες
έργο του «ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» και στα έργα της
ωριμότητάς του δεν
ερευνά ούτε έχει ως αφετηρία τον αφηρημένο
«Άνθρωπο», δηλ. «τον
άνθρωπο γενικά, τον άνθρωπο που δεν
ανήκει σε καμιά τάξη, που δεν ανήκει
καθόλου στην πραγματικότητα και που
ανήκει μονάχα στον ομιχλώδη ουρανό της
φιλοσοφικής φαντασίας»
(Μax-Engels
1848), ούτε την «Entfremdung»
(=Αλλοτρίωση), τον «Humanismus»
(=Ουμανισμός) και τον «Warenfetischismus»
(=φετιχισμό του εμπορεύματος), ούτε στο
«Κεφάλαιο» ο Μαρξ «κάνει
την οικονομική του ανάλυση με βάση την
αλλοτριωμένη εργασία»,
όπως ισχυρίζονται οι διάφοροι διαστρεβλωτές
του μαρξισμού (παραδοσιακοί αστοί,
παλιοί και νέοι χρουστσοφικοί
σοσιαλδημοκράτες, τροτσκιστές κλπ.).
Ούτε οι ιδεαλιστικές
αυτές έννοιες αποτελούν «κεντρικές»
(!) έννοιες του «ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ», αντίθετα
έχουν ξεπεραστεί και εγκαταλειφθεί
οριστικά από το ΜΑΡΞ πολύ νωρίτερα (ήδη
π.χ. στη «Deutsche
Ideologie»,
Berlin-DDR
1953, οι MARX-ENGELS
το 1845/1846 θέτουν (σελ.31) σε «..»
την
έννοια της «Entfremdung»),
και αν αυτές οι έννοιες αναφέρονται
κάπου-κάπου, αυτό δεν γίνεται για να
«επιστρέψει» εκ νέου πίσω στις ξεπερασμένες
απ’ τον ίδιο ιδεαλιστικές απόψεις-έννοιες,
ούτε πολύ περισσότερο για να αποτελέσουν
αυτές τη «βάση» επιστημονικής ανάλυσης
του καπιταλιστικού τρόπου Παραγωγής,
αλλά επειδή ο ΜΑΡΞ, όπως σημειώνει ο
ίδιος, «ερωτοτρόπησ(α)ε
που και που με τον τρόπο έκφρασης»
μεγάλων στοχαστών (Hegel,
Feuerbach,
κλπ.)
και
όταν στη Γερμανία «μεταχειρίζονταν
τον Hegel…
σαν «ψόφιο σκυλί»… αναγνώρισα ανοιχτά
τον εαυτό μου μαθητή εκείνου του μεγάλου
στοχαστή»
(ΜΑΡΞ). Όμως ο Μαρξισμός δεν
είναι «συνέχεια» ούτε
του
Hegel,
ούτε
των προμαρξιστικών φιλοσοφικών θεωριών,
ΑΝΤΙΘΕΤΑ:
«η
εμφάνιση του μαρξισμού ήταν πραγματική
ανακάλυψη, επανάσταση στη φιλοσοφία»
(A.
SHDANOW)
και στο σύνολο των κοινωνικών επιστημών,
ενώ «το
ζήτημα Hegel
είναι λυμένο από πολύ καιρό»
(A.
SHDANOW)
δηλ. απ’ την εποχή των MARX-ENGELS
(πρέπει ιδιαίτερα να προσεχθεί, ότι η
επαναφορά του «προβλήματος Hegel»
σχετίζεται με σειρά διαστρεβλώσεις
του Μαρξισμού).
Σχεδόν
15 ολόκληρα χρόνια αργότερα ο ΜΑΡΞ
επανερχόμενος σ’ αυτό το ζήτημα σημείωνε:
«πρώτα
απ’ όλα δεν ξεκινώ από τις «έννοιες»,
άρα ούτε από την «έννοια της Αξίας»…
αφετηρία μου είναι η πιο απλή κοινωνική
μορφή στην οποία το προϊόν της εργασίας
εμφανίζεται στην τωρινή κοινωνία, δηλ.
το «Ε μ π ό ρ ε υ μ α»,
και αλλού:
«η
α ν α λ υ τ ι κ ή μου μέθοδος δεν ξεκινά
απ’ τ ο ν άνθρωπο αλλά απ’ την οικονομικά
δεδομένη κοινωνική περίοδο»
(ΜΑΡΞ, 1881-1882), δηλ. ο ΜΑΡΞ ερευνά στο έργο
του τις δοσμένες ιστορικά Παραγωγικές
Σχέσεις της κοινωνίας στη γέννηση-εμφάνιση,
την ανάπτυξη και εξαφάνισή τους:
αναλύει
στην προκειμένη περίπτωση, τις Παραγωγικές
Σχέσεις
και τις Ταξικές
Σχέσεις
της αστικής κοινωνίας, ανακαλύπτοντας
τους αντικειμενικούς
οικονομικούς νόμους που διέπουν τη
λειτουργία του καπιταλισμού – αλλά και
τους αντικειμενικούς
νόμους της κοινωνικής ανάπτυξης γενικά
– και αποκαλύπτοντας τις ασυμφιλίωτες
αντιθέσεις του, καταδεικνύει και
θεμελιώνει την αναγκαιότητα της βίαιης
επαναστατικής ανατροπής του καπιταλιστικού
εκμεταλλευτικού συστήματος και την
αναπόφευκτη αντικατάστασή του απ’ το
Σοσιαλισμό-Κομουνισμό:
«αυτό
που έχω να ερευνήσω σε τούτο το έργο,
είναι ο καπιταλιστικός Τρόπος Παραγωγής
κι’ οι Σχέσεις Παραγωγής και Ανταλλαγής
που αντιστοιχούν σ’ αυτόν… εδώ δεν
πρόκειται καθ’ αυτό για τον υψηλότερο
ή χαμηλότερο βαθμό ανάπτυξης των
κοινωνικών ανταγωνισμών, που ξεπηδάνε
απ’ τους φυσικούς νόμους της καπιταλιστικής
παραγωγής. Πρόκειται γι’ αυτούς τους
ίδιους τους νόμους, γι΄αυτές τις ίδιες
τις τάσεις που δρούν κι’ επιβάλλονται
με σηδερένια αναγκαιότητα»
(ΜΑΡΞ).
Και
ο ΛΕΝΙΝ σημειώνει αργότερα (Απρίλης
1908):
«η
μελέτη των Παραγωγικών Σχέσεων μιας
δοσμένης κοινωνίας, ιστορικά καθορισμένης,
στη γέννησή τους, στην ανάπτυξή τους
και στην παρακμή τους, αυτό είναι το
περιεχόμενο της οικονομικής θεωρίας
του Μαρξ. Αυτό που κυριαρχεί μέσα στην
καπιταλιστική κοινωνία είναι η παραγωγή
Ε μ π ο ρ ε υ μ ά τ ω ν. Έτσι η ανάλυση του
Μαρξ αρχίζει από την ανάλυση του
Εμπορεύματος».
2)
Ο ρεβιζιονιστής καθηγητής φιλοσοφίας
ρώσος Βίκτορ Αλεξέγιεβιτς ΒΑΖΙΟΥΛΙΝ,
έστω και πολύ καθυστερημένα (4 Απρίλη
1992), σημειώνει ορθότατα
για
τους Χρουστσοφικούς:
«σε
αντίθεση με την οικονομική πολιτική
του Ι.Στάλιν, άρχισαν να αναζητούν το
περιεχόμενο της νέας πολιτικής στα έργα
αστών οικονομολόγων… εφ’ όσον απέρριψαν
την οικονομική πολιτική που εφάρμοζε
ο Ι. Στάλιν, δεν μπορούσαν να κάνουν
τίποτε άλλο εκτός από το να δανεισθούν
ιδέες αστών οικονομολόγων»
(«Η
Οκτωβριανή Επανάσταση και ο πρώιμος
σοσιαλισμός στη Λογική της Ιστορίας»
σελ. 28, Εκδ. «Ριζοσπαστική Σκέψη» Αθήνα,
2017).
3)
Καπιταλισμός
για τον οποίο ο Μαρξ σημειώνει
χαρακτηριστικά:
«ο
καπιταλιστικός τρόπος Παραγωγής
αναγκάζει κάθε ατομική επιχείρηση να
κάνει οικονομία, το αναρχικό του σύστημα
του ανταγωνισμού γεννάει την πιο
απεριόριστη σπατάλη των κοινωνικών
μέσων παραγωγής και των εργατικών
δυνάμεων, παράλληλα μ’ έναν άπειρο
αριθμό λειτουργιών, που τώρα είναι
απαραίτητες μα που αυτές καθαυτές είναι
περιττές»
(KARL
MARX:
«Das
Kapital»,
Bd.I,
σελ. 554-555, Berlin-DDR
1951).
4)
Ο
Maurice
Dobb,
προσχώρησε αργότερα στις αστικές
αντιμαρξιστικές απόψεις των χρουστσοφικών
ρεβιζιονιστών, βλ. π.χ. άρθρο:
«Οι οικονομικές αλλαγές στις σοσιαλιστικές
χώρες»(«Marxism
today»,
July
1965), όπου υπερασπίζει τις νέες καπιταλιστικού
χαρακτήρα
οικονομικές μεταρρυθμίσεις, και μάλιστα
τις προβάλλει-διαφημίζει ως «Bereicherung
des
Marxismus»(!),
«Weg
und
Ziel»
10/1965, σελ. 602, και ελληνικά:
«Σύγχρονα
θέματα»/17-18 1965, σελ. 544 «εμπλουτισμό
του μαρξισμού»).
Μετά δυο χρόνια σε άρθρο του για τα 50
χρόνια της Οχτωβριανής Επανάστασης,
εγκαταλείπει και τη Διχτατορία του
Προλεταριάτου:
«σε
σχέση με αυτό είναι αναγκαίο να σημειωθεί
ότι η έννοια της «Διχτατορίας του
Προλεταριάτου» στην ειδική εκείνη
σημασία, η οποία της αποδόθηκε μετά την
Οχτωβριανή Επανάσταση, σήμερα ως πολιτικό
σύνθημα δεν έχει πλέον γενική ισχύ»
(M.
Dobb:
«Der
rote
Oktober
und
seine
Bedeutung»
σελ. 99, «Kürbiskern»
4/1967).
Συνεχίζεται
με:
Η
βίαιη πραξικοπηματική ανατροπή της
Διχτατορίας του Προλεταριάτου και η
καταστροφή του Σοσιαλισμού-Κομμουνισμού
στη Σοβιετική Ένωση μετά το θάνατο-δολοφονία
του ΙΩΣΗΦ ΣΤΑΛΙΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου