Η επίθεση του Φασισμού και τα καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς στον αγώνα για την ενότητα της εργατικής τάξης ενάντια στο Φασισμό
ΙΙ
Το ενιαίο μέτωπο της Εργατικής Τάξης ενάντια στο Φασισμό
συνέχεια από το φ. 400 (1-31/7/2014)
Το αντιιμπεριαλιστικό Ενιαίο Μέτωπο
Σε σχέση με την αλλαγή της διεθνούς και της εσωτερικής κατάστασης σε όλες τις αποικιακές και μισοαποικιακές χώρες, το ζήτημα του αντιιμπεριαλιστικού Ενιαίου Μετώπου αποχτάει εξαιρετική σημασία.
Στη δημιουργία ενός πλατειού αντιιμπεριαλιστικού αγωνιστικού Ενιαίου Μετώπου στις αποικίες και μισοαποικίες, πρέπει πριν από όλα να παίρνουμε υπόψη μας την ποικιλία των συνθηκών, κάτω από τις οποίες διεξάγεται ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας των μαζών, το διαφορετικό βαθμό ωριμότητας του εθνικού απελευθερωτικού κινήματος, το ρόλο του προλεταριάτου στο κίνημα αυτό και την επιρροή των Κομμουνιστικών Κομμάτων πάνω στις πλατειές μάζες.
Το ζήτημα μπαίνει διαφορετικά στη Βραζιλία από ό,τι στις Ινδίες, την Κίνα και άλλες χώρες.
Στη Βραζιλία, το Κομμουνιστικό Κόμμα, που με το σχηματισμό της Εθνικής Απελευθερωτικής Συμμαχίας δημιούργησε σωστή βάση για την ανάπτυξη του αντιιμπεριαλιστικού Ενιαίου Μετώπου, πρέπει να βάλει όλες του τις δυνάμεις, για να πλατύνει το μέτωπο αυτό, κυρίως με την ένταξη των εκατομμυρίων των αγροτικών μαζών. Πρέπει να δουλέψει για να σχηματιστούν τμήματα επαναστατικού λαϊκού στρατού, απόλυτα αφοσιωμένα στην επανάσταση. Πρέπει να βάλει όλες του τις δυνάμεις για να πετύχει στην άνοδο στην εξουσία της Εθνικής Απελευθερωτικής Συμμαχίας.
Στις Ινδίες, οι κομμουνιστές πρέπει να υποστηρίζουν, να διευρύνουν και να συμμετέχουν σε όλες τις αντιιμπεριαλιστικές μαζικές ενέργειες, ακόμη και σε εκείνες που επικεφαλής τους είναι οι εθνικοί ρεφορμιστές. Διαφυλάγοντας την πολιτική και οργανωτική ανεξαρτησία τους, πρέπει να κάνουν δραστήρια δουλειά μέσα στις οργανώσεις που βρίσκονται στο Εθνικό Συνέδριο των Ινδιών, και να προωθούν στις οργανώσεις αυτές τη διαμόρφωση μιας εθνικής επαναστατικής πτέρυγας, για να αναπτύξουν παραπέρα το εθνικό απελευθερωτικό κίνημα των λαών των Ινδιών ενάντια στο βρετανικό ιμπεριαλισμό.
Στην Κίνα, όπου το λαϊκό κίνημα οδήγησε κιόλας στη δημιουργία απελευθερωμένων περιοχών σε μια σημαντική έκταση της χώρας και στη οργάνωση ενός ισχυρού Κόκκινου Στρατού, η ληστρική επίθεση του γιαπωνέζικου ιμπεριαλισμού και η προδοσία της κυβέρνησης του Νανκίνγκ, έθεσαν σε κίνδυνο την εθνική ύπαρξη του μεγάλου κινέζικου λαού. Οι κινέζικες απελευθερωμένες περιοχές εμφανίζονται σαν πόλος συσπείρωσης ενάντια στην υποδούλωση και το μοίρασμα της Κίνας από τους ιμπεριαλιστές, σαν πόλος συσπείρωσης, που θα συγκεντρώσει όλες τις αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του κινέζικου λαού.
Γι' αυτό, επιδοκιμάζουμε την πρωτοβουλία του θαρραλέου κινέζικου αδελφού Κομμουνιστικού Κόμματος για τη δημιουργία του πιο πλατειού αντιιμπεριαλιστικού Ενιαίου Μετώπου ενάντια στο γιαπωνέζικο ιμπεριαλισμό και τους κινέζους πράχτορές του, Ενιαίου Μετώπου από όλες τις υπάρχουσες δυνάμεις μέσα στην Κίνα, που είναι έτοιμες να διεξάγουν έναν πραγματικό αγώνα για τη σωτηρία της χώρας τους και του λαού τους.
Είμαι πεισμένος, ότι εκφράζω τα αισθήματα και τη σκέψη ολόκληρου του Συνεδρίου μας, λέγοντας: Στο όνομα του επαναστατικού προλεταριάτου όλου του κόσμου, στέλνουμε σ' όλα τα σοβιέτ της Κίνας, στον κινέζικο επαναστατικό λαό, φλογερό αδελφικό χαιρετισμό. Στέλνουμε φλογερό χαιρετισμό στον ηρωικό Κόκκινο Στρατό της Κίνας, τον δοκιμασμένο σε χιλιάδες αγώνες. Διαβεβαιώνουμε τον κινέζικο λαό, ότι είμαστε σταθερά αποφασισμένοι, να υπερασπιστούμε τον αγώνα του για την πλέρια απελευθέρωσή του από όλους τους ιμπεριαλιστές ληστές και τους κινέζους πράχτορές τους.
Για την κυβέρνηση του Ενιαίου Μετώπου
Σύντροφοι! Χαράξαμε μιαν αποφασιστική και τολμηρή γραμμή για το Ενιαίο Μέτωπο της εργατικής τάξης και είμαστε έτοιμοι, να την ακολουθήσουμε με απόλυτη συνέπεια.
Αν μας ρωτήσει κανείς, αν εμείς οι κομμουνιστές στεκόμαστε πάνω στη βάση του Ενιαίου Μετώπου μόνο στον αγώνα για τα μερικά αιτήματα ή είμαστε έτοιμοι, να μοιραστούμε την ευθύνη, όταν πρόκειται για το σχηματισμό μιας κυβέρνησης, πάνω στη βάση του Ενιαίου Μετώπου, τότε θα απαντήσουμε, έχοντας πλήρη συναίσθηση της ευθύνης: Ναι, έχουμε υπόψη μας, ότι μπορεί να δημιουργηθεί μια τέτοια κατάσταση, όπου ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης του προλεταριακού Ενιαίου Μετώπου ή του αντιφασιστικού Λαϊκού Μετώπου, δεν θα είναι μόνο δυνατός, αλλά και αναγκαίος για το συμφέρον του προλεταριάτου. Και εμείς σε μια τέτοια περίπτωση, θα αγωνιστούμε χωρίς ταλαντεύσεις για τη δημιουργία μιας τέτοιας κυβέρνησης.
Δε μιλάω εδώ για κυβέρνηση, που θα σχηματιστεί μετά από τη νίκη της προλεταριακής επανάστασης. Δεν είναι βέβαια απίθανο, να σχηματιστεί σε μια χώρα αμέσως μετά από την επαναστατική ανατροπή της αστικής τάξης μια σοβιετική κυβέρνηση πάνω στη βάση ενός κυβερνητικού μπλοκ του Κομμουνιστικού Κόμματος με ένα ορισμένο κόμμα (ή με την αριστερή του πτέρυγα), που παίρνει μέρος στην επανάσταση. Το νικηφόρα Κόμμα των ρώσων μπολσεβίκων πήρε όπως είναι γνωστό μετά την Οχτωβριανή επανάσταση στη σοβιετική κυβέρνηση και εκπροσώπους των αριστερών σοσιαλ - επαναστατών. Ήταν μια ιδιομορφία της σοβιετικής κυβέρνησης ύστερα από τη νίκη της Οχτωβριανής Επανάστασης.
Δεν πρόκειται για μια τέτοια περίπτωση, αλλά για τον πιθανό σχηματισμό μιας κυβέρνησης του Ενιαίου Μετώπου στις παραμονές της νίκης της σοβιετικής επανάστασης.
Τι είδους κυβέρνηση είναι αυτή; Και σε ποια περίπτωση μπορούμε να μιλάμε για κάτι τέτοιο;
Πρόκειται πρώτα απ' όλα για κυβέρνηση του αγώνα ενάντια στο φασισμό και την αντίδραση. Πρέπει να είναι κυβέρνηση, που δημιουργήθηκε σαν αποτέλεσμα του κινήματος του Ενιαίου Μετώπου και που με κανέναν τρόπο δεν περιορίζει τη δραστηριότητα του Κομμουνιστικού Κόμματος και των μαζικών οργανώσεων της εργατικής τάξης, αλλά αντίθετα, παίρνει αποφασιστικά μέτρα ενάντια στους αντεπαναστάτες μεγιστάνες του πλούτου και τους φασίστες πράχτορές του.
Στην κατάλληλη στιγμή, το Κομμουνιστικό Κόμμα της δοσμένης χώρας, στηριγμένο πάνω στο ανερχόμενο κίνημα του Ενιαίου Μετώπου, θα αγωνιστεί για το σχηματισμό μιας τέτοιας κυβέρνησης πάνω στη βάση ενός συγκεκριμένου αντιφασιστικού προγράμματος.
Κάτω από ποιες αντικειμενικές συνθήκες είναι δυνατός ο σχηματισμός μιας τέτοιας κυβέρνησης; Σ' αυτή την ερώτηση μπορεί να απαντήσει κανείς μόνο με γενικό τρόπο: Στις συνθήκες πολιτικής κρίσης, όταν οι κυρίαρχες τάξεις δεν είναι πια σε θέση να τα βγάλουν πέρα με την ισχυρή άνοδο του αντιφασιστικού μαζικού κινήματος. Αυτό όμως είναι μόνο η γενική προοπτική, χωρίς την οποία δεν είναι και δυνατός ο σχηματισμός στην πράξη μιας κυβέρνησης του Ενιαίου Μετώπου. Μόνον η ύπαρξη ορισμένων ιδιαίτερων συνθηκών μπορεί να θέσει στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα του σχηματισμού μιας τέτοιας κυβέρνησης σαν πολιτικά αναγκαίου καθήκοντος. Μου φαίνεται, ότι οι παρακάτω προϋποθέσεις χρειάζονται τη μεγαλύτερη προσοχή:
Πρώτο, όταν η κρατική μηχανή της αστικής τάξης είναι ήδη αρκετά αποδιοργανωμένη και έχει παραλύσει, έτσι ώστε η αστική τάξη να μην είναι ικανή, να εμποδίσει το σχηματισμό μιας κυβέρνησης αγώνα ενάντια στην αντίδραση και το φασισμό.
Δεύτερο, όταν οι πιο πλατειές μάζες των εργαζομένων, ιδιαίτερα τα μαζικά συνδικάτα, εμφανίζονται ορμητικά ενάντια στο φασισμό και την αντίδραση, αλλά δεν είναι ακόμη έτοιμα, να ξεσηκωθούν σε αγώνα, για να παλέψουν κάτω από την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος για την κατάληψη της σοβιετικής εξουσίας.
Τρίτο, όταν η διαφοροποίηση και ο ριζοσπαστισμός στις γραμμές της σοσιαλδημοκρατίας, και των άλλων κομμάτων, που παίρνουν μέρος στο Ενιαίο Μέτωπο, έχουν οδηγήσει στο να απαιτεί ένα σημαντικό τμήμα τους ανελέητα μέτρα ενάντια στους φασίστες και άλλους αντιδραστικούς και να αγωνίζεται μαζί με τους κομμουνιστές ενάντια στο φασισμό και να αντιτίθεται στο αντιδραστικό τμήμα του ίδιου του Κόμματος, που παίρνει εχθρική στάση απέναντι στον κομμουνισμό.
Πότε και σε ποιες χώρες θα δημιουργηθεί πραγματικά μια τέτοια κατάσταση, όπου θα υπάρχουν σε αρκετό βαθμό αυτές οι προϋποθέσεις, δεν μπορεί κανείς να το πει από πριν. Δεδομένου όμως ότι μια τέτοια προοπτική δεν αποκλείεται για καμιά καπιταλιστική χώρα, πρέπει να την έχουμε υπόψη μας όχι μόνο να προσανατολιζόμαστε εμείς οι ίδιοι και να προετοιμαζόμαστε γι' αυτήν, αλλά να προετοιμάζουμε με ανάλογο τρόπο και την εργατική τάξη.
Το γεγονός, ότι βάζουμε σήμερα το ζήτημα γενικά σε συζήτηση, έχει να κάνει, φυσικά, με την εχτίμησή μας για την κατάσταση και την επόμενη προοπτική της ανάπτυξης, καθώς και με την τελευταία πραγματική άνοδο του κινήματος του Ενιαίου Μετώπου σε μια σειρά χώρες. Πάνω από δέκα χρόνια τώρα, η κατάσταση στις καπιταλιστικές χώρες δεν ήταν τέτοια, ώστε να πρέπει η Κομμουνιστική Διεθνής να ασχοληθεί με παρόμοια ζητήματα.
Θυμάστε, σύντροφοι, ότι στο 4ο Συνέδριο του 1922 και στο 5ο Συνέδριό μας το 1924, συζητήθηκε το ζήτημα του συνθήματος της εργατικής ή της εργατο - αγροτικής κυβέρνησης. Εδώ πρόκειται αρχικά, στην ουσία του πράγματος, για το ίδιο σχεδόν ζήτημα με αυτό που βάζουμε εμείς σήμερα. Οι συζητήσεις που έγιναν τότε πάνω σ' αυτό το ζήτημα στην Κομμουνιστική Διεθνή και ιδιαίτερα τα πολιτικά λάθη που διαπράχτηκαν, έχουν ακόμη και σήμερα σημασία, για να οξύνουμε την επαγρύπνησή μας απέναντι στον κίνδυνο, να παρεκκλίνουμε στο ζήτημα αυτό προς τα δεξιά και «αριστερά» από τη μπολσεβίκικη γραμμή. Για το λόγο αυτό, θέλω να τονίσω σύντομα μερικά από τα λάθη αυτά, για να βγάλουμε από αυτά τα απαραίτητα διδάγματα για τη σημερινή πολιτική των κομμάτων μας.
Η πρώτη κατηγορία λαθών είχε τη ρίζα της ακριβώς στο γεγονός, ότι το ζήτημα της εργατικής κυβέρνησης δε συνδέθηκε ξεκάθαρα και γερά με το αν υπάρχει πολιτική κρίση ή όχι. Έτσι, οι δεξιοί οπορτουνιστές ερμήνευαν το ζήτημα με την έννοια, ότι πρέπει να επιδιώκεται ο σχηματισμός εργατικής κυβέρνησης που να υποστηρίζεται από το Κομμουνιστικό Κόμμα σε κάθε ας πούμε «ομαλή» κατάσταση. Οι υπεραριστεροί, αντίθετα, αναγνώριζαν, σε τελευταία ανάλυση, μια τέτοια εργατική κυβέρνηση, ότι μπορεί να δημιουργηθεί αποκλειστικά και μόνο από την ένοπλη εξέγερση, ύστερα από την ανατροπή της αστικής τάξης. Και το ένα και το άλλο ήταν λάθος. Γι' αυτό τονίζουμε και τώρα - για να αποφύγουμε την επανάληψη παρόμοιων λαθών - με τόση έμφαση το καθήκον, να παίρνουμε ακριβώς υπόψη μας τις ιδιαίτερες συγκεκριμένες συνθήκες της πολιτικής κρίσης και της ανόδου του μαζικού κινήματος, μέσα στις οποίες θα αποδειχτεί, ότι η δημιουργία μιας κυβέρνησης του Ενιαίου Μετώπου είναι δυνατή και πολιτικά απαραίτητη.
Η δεύτερη κατηγορία λαθών είχε τη ρίζα της στο γεγονός, ότι το ζήτημα της εργατικής κυβέρνησης δε συνδέθηκε με την ανάπτυξη του αγωνιστικού μαζικού κινήματος του Ενιαίου Μετώπου του προλεταριάτου. Γι' αυτό, οι δεξιοί οπορτουνιστές είχαν τη δυνατότητα να διαστρεβλώσουν το ζήτημα και να το μειώσουν ως την χωρίς αρχές ταχτική του σχηματισμού ενός μπλοκ με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, πάνω στη βάση καθαρά κοινοβουλευτικών συνδυασμών. Οι υπεραριστεροί, αντίθετα, κραύγαζαν: «Κανένα είδος συνασπισμού με την αντεπαναστατική σοσιαλδημοκρατία!», και θεωρούσαν, ουσιαστικά όλους τους σοσιαλδημοκράτες σαν αντεπαναστάτες.
Και το ένα και το άλλο ήταν λάθος. Εμείς υπογραμμίζουμε τώρα από τη μια μεριά ότι σε καμιά περίπτωση δε θέλουμε μια «εργατική κυβέρνηση», που να είναι απλά και μόνο μια διευρυμένη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση. Προτιμάμε, μάλιστα, να παραιτηθούμε από το χαρακτηρισμό «εργατική κυβέρνηση» και μιλάμε για κυβέρνηση του Ενιαίου Μετώπου, που, σε σχέση με τον πολιτικό της χαρακτήρα, είναι κάτι τελείως διαφορετικό, διαφορετικό στις αρχές από όλες τις σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις, που συνηθίζουν να αυτοονομάζονται «εργατικές κυβερνήσεις». Τη στιγμή που η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση αποτελεί όργανο της συνεργασίας με την αστική τάξη για το συμφέρον της διατήρησης του καπιταλιστικού συστήματος, η κυβέρνηση του Ενιαίου Μετώπου είναι όργανο της συνεργασίας της επαναστατικής πρωτοπορίας του προλεταριάτου με άλλα αντιφασιστικά κόμματα για το συμφέρον όλου του εργαζόμενου λαού, είναι κυβέρνηση της πάλης ενάντια στο φασισμό και την αντίδραση. Είναι φανερό, ότι πρόκειται για δύο θεμελιακά διαφορετικά πράγματα.
Από την άλλη μεριά, τονίζουμε, ότι είναι απαραίτητο να βλέπουμε τη διαφορά ανάμεσα στα δυο διαφορετικά στρατόπεδα της σοσιαλδημοκρατίας. Όπως είπα ήδη, υπάρχει ένα αντιδραστικό στρατόπεδο της σοσιαλδημοκρατίας, όμως παράλληλα υπάρχει και μεγαλώνει το στρατόπεδο των αριστερών σοσιαλδημοκρατών (χωρίς εισαγωγικά), των επαναστατικοποιημένων εργατών: Η αποφασιστική διαφορά ανάμεσά τους βρίσκεται πραχτικά στη στάση τους απέναντι στο Ενιαίο Μέτωπο της εργατικής τάξης. Οι αντιδραστικοί σοσιαλδημοκράτες είναι ενάντια στο Ενιαίο Μέτωπο. Συκοφαντούν, σαμποτάρουν και υπονομεύουν το κίνημα του Ενιαίου Μετώπου, γιατί το Ενιαίο Μέτωπο ματαιώνει την πολιτική τους του συμβιβασμού με την αστική τάξη. Οι αριστεροί σοσιαλδημοκράτες είναι υπέρ του Ενιαίου Μετώπου. Αυτοί υπερασπίζουν, αναπτύσσουν και δυναμώνουν το κίνημα του Ενιαίου Μετώπου. Μιας και το κίνημα αυτό του Ενιαίου Μετώπου είναι ένα αγωνιστικό κίνημα ενάντια στο φασισμό και την αντίδραση, θα αποτελέσει την κινητήρια δύναμη, που θα ωθεί ασταμάτητα την κυβέρνηση του Ενιαίου Μετώπου στον αγώνα ενάντια στην αντιδραστική αστική τάξη. Όσο πιο δυνατά θα αναπτύσσεται το μαζικό αυτό κίνημα, τόσο πιο μεγάλη ισχύ θα μπορεί να δίνει αυτό στην κυβέρνηση στον αγώνα ενάντια στους αντιδραστικούς. Και όσο πιο καλά οργανωμένο από τα κάτω είναι το κίνημα αυτό, τόσο πιο ολόπλευρο θα είναι το δίχτυ των υπερκομματικών ταξικών οργάνων του Ενιαίου Μετώπου μέσα στα εργοστάσια, μέσα στους ανέργους, στις εργατικές συνοικίες, στους απλούς ανθρώπους του χωριού και της πόλης, τόσο πιο μεγάλες θα είναι οι εγγυήσεις ενάντια σε έναν πιθανό εκφυλισμό της πολιτικής της κυβέρνησης του Ενιαίου Μετώπου.
Η τρίτη κατηγορία λαθεμένων απόψεων, που εκφράστηκαν στις προηγούμενες συζητήσεις, αφορούσε την πραχτική πολιτική της «εργατικής κυβέρνησης». Οι δεξιοί οπορτουνιστές ήταν της άποψης, ότι η «εργατική κυβέρνηση» πρέπει να παραμείνει μέσα στα «πλαίσια της αστικής δημοκρατίας» και επομένως να μην κάνει κανενός είδους βήματα, που να ξεπερνούν τα πλαίσια αυτά. Οι υπεραριστεροί, αντίθετα, παραιτούνταν ουσιαστικά από κάθε προσπάθεια να δημιουργήσουν μια κυβέρνηση του Ενιαίου Μετώπου.
Το 1923, στη Σαξονία και το Τούρινγκεν, μπορούσε κανείς να πάρει μια ξεκάθαρη εικόνα της δεξιάς οπορτουνιστικής πραχτικής κάποιας «εργατικής κυβέρνησης». Η συμμετοχή των κομμουνιστών στη σαξονική κυβέρνηση μαζί με τους αριστερούς σοσιαλδημοκράτες (ομάδα Τσάιγκνερ), σα συμμετοχή, δεν ήταν λάθος. Αντίθετα, το βήμα αυτό δικαιώθηκε πέρα για πέρα από την επαναστατική κατάσταση στη Γερμανία. Αλλά οι κομμουνιστές, που συμμετείχαν στην κυβέρνηση, θα έπρεπε να εκμεταλλευτούν τις θέσεις τους κυρίως για τον εξοπλισμό του προλεταριάτου. Αυτό δεν το έκαναν. Δεν κατάσχεσαν καν ούτε ένα σπίτι πλουσίου, παρόλο που η κρίση στέγης ανάμεσα στους εργάτες ήταν τόσο μεγάλη, που πολλοί παρόλο που είχαν γυναίκα και παιδιά ήταν άστεγοι. Δεν έκαναν, ακόμη, τίποτα, για να οργανώσουν το επαναστατικό μαζικό κίνημα των εργατών. Γενικά, συμπεριφέρθηκαν σα συνηθισμένοι κοινοβουλευτικοί υπουργοί «μέσα στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας». Αυτό, όπως είναι γνωστό, ήταν το αποτέλεσμα της οπορτουνιστικής πολιτικής του Μπράντλερ και της παρέας του. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν τέτοια χρεωκοπία, που να είμαστε αναγκασμένοι ακόμη και σήμερα, να φέρνουμε την κυβέρνηση της Σαξονίας σαν κλασσικό παράδειγμα, για το πώς δεν πρέπει να φέρνονται οι επαναστάτες σε μια κυβέρνηση.
Σύντροφοι! Εμείς απαιτούμε από κάθε κυβέρνηση του Ενιαίου Μετώπου μια τελείως διαφορετική πολιτική. Εμείς απαιτούμε να εκπληρώνει ορισμένα βασικά επαναστατικά αιτήματα, που βάζει η κατάσταση, όπως για παράδειγμα έλεγχος στην παραγωγή, έλεγχος στις τράπεζες, διάλυση της αστυνομίας, αντικατάστασή της από ένοπλη εργατική πολιτοφυλακή κλπ.
Πριν από δεκαπέντε χρόνια, ο Λένιν μας προέτρεψε να συγκεντρώσουμε όλη μας την προσοχή, «για να ανακαλύψουμε μορφές περάσματος ή πλησιάσματος στην προλεταριακή επανάσταση». Πιθανό, να αποδειχτεί η κυβέρνηση Ενιαίου Μετώπου σε μια σειρά χώρες σα μια από τις πιο σπουδαίες μορφές περάσματος. Οι «αριστεροί» δογματιστές δεν έδωσαν σημασία στην υπόδειξη αυτή του Λένιν. Σα στενοκέφαλοι προπαγανδιστές, μιλούσαν πάντα μόνο για το «σκοπό», χωρίς να νοιάζονται για τις «μορφές περάσματος». Οι δεξιοί οπορτουνιστές, πάλι, προσπαθούσαν να κατασκευάσουν ένα ιδιαίτερο «δημοκρατικό ενδιάμεσο στάδιο» ανάμεσα στη διχτατορία της αστικής τάξης και τη διχτατορία του προλεταριάτου, και να ξυπνήσουν μέσα στην εργατιά την αυταπάτη για έναν ειρηνικό κοινοβουλευτικό περίπατο από τη μια διχτατορία στην άλλη. Αυτό το φανταστικό «ενδιάμεσο στάδιο» το ονόμαζαν κι αυτό «μορφή περάσματος», και μάλιστα επικαλούνταν το Λένιν! Γιατί ο Λένιν μιλούσε για μια μορφή περάσματος και πλησιάσματος στην «προλεταριακή επανάσταση», δηλ. στην ανατροπή της διχτατορίας της αστικής τάξης και όχι για μια οποιαδήποτε μορφή περάσματος από την αστική στην προλεταριακή διχτατορία.
Γιατί έδινε ο Λένιν τόσο εξαιρετική σημασία στη μορφή περάσματος στην προλεταριακή επανάσταση; Επειδή είχε πάντα μπροστά του το «θεμελιώδη νόμο όλων των μεγάλων επαναστάσεων», ότι μόνον η προπαγάνδα και η διαφώτιση δεν είναι σε θέση να μεταδώσουν στις μάζες την πραγματική πολιτική πείρα, όταν θέλουμε να κερδίσουμε πραγματικά πλατειές μάζες εργαζομένων με το μέρος της επαναστατικής πρωτοπορίας, πράγμα που είναι αναγκαίο για το νικηφόρο αγώνα για την εξουσία. Συνήθως πρόκειται για λάθος «αριστερού» χαρακτήρα, όταν φανταζόμαστε, ότι στο ξέσπασμα μιας πολιτικής (ή επαναστατικής κρίσης) αρκεί να ρίξει η κομμουνιστική ηγεσία το σύνθημα της επαναστατικής εξέγερσης, για να ακολουθήσουν οι πλατειές μάζες το σύνθημα αυτό. Όχι, και σε μια τέτοια κρίση, οι μάζες δεν είναι σε καμιά περίπτωση πρόθυμες για κάτι τέτοιο. Το είδαμε στο παράδειγμα της Ισπανίας. Για να βοηθηθούν τα εκατομμύρια μάζες να μάθουν όσο το δυνατό πιο σύντομα με βάση την ίδια τους την πείρα, τι πρέπει να κάνουν, πού βρίσκεται η αποφασιστική διέξοδος, ποιο Κόμμα είναι άξιο της εμπιστοσύνης τους, είναι απαραίτητα εκτός από τα άλλα και μεταβατικά συνθήματα, και ιδιαίτερες «μορφές περάσματος ή πλησιάσματος στην προλεταριακή επανάσταση». Διαφορετικά, οι πιο πλατειές λαϊκές μάζες, όντας παγιδευμένες σε μικροαστικές δημοκρατικές αυταπάτες και παραδόσεις θα ταλαντεύονται, θα διστάζουν, θα αποπροσανατολίζονται, ακόμη και σε μιαν επαναστατική κατάσταση, χωρίς να βρίσκουν το δρόμο προς την επανάσταση, για να βρεθούν τελικά κάτω από τα χτυπήματα των φασιστών δήμιων.
Γι' αυτό έχουμε μπροστά μας την δυνατότητα, να σχηματιστεί μέσα στις συνθήκες της πολιτικής κρίσης μια κυβέρνηση του αντιφασιστικού Ενιαίου Μετώπου. Όσο μια τέτοια κυβέρνηση θα διεξάγει πραγματικά αγώνα ενάντια στους εχθρούς του λαού και θα αφήνει ελευθερία δράσης στην εργατική τάξη και στο Κομμουνιστικό Κόμμα, εμείς οι κομμουνιστές θα την υποστηρίξουμε με κάθε τρόπο και θα αγωνιστούμε στις πρώτες γραμμές πυρός σα στρατιώτες της επανάστασης. Δηλώνουμε όμως ανοιχτά στις μάζες:
Η κυβέρνηση αυτή δεν μπορεί να φέρει την οριστική σωτηρία. Δεν είναι σε θέση να ανατρέψει την ταξική κυριαρχία των εκμεταλλευτών, γι' αυτό και δεν μπορεί να ματαιώσει οριστικά τον κίνδυνο της φασιστικής αντεπανάστασης. Επομένως, πρέπει να προετοιμαζόμαστε για τη σοσιαλιστική επανάσταση! Η σωτηρία θα έρθει αποκλειστικά και μόνο από την εξουσία των Σοβιέτ!
Αν εξετάσουμε την τωρινή εξέλιξη της διεθνούς κατάστασης, θα δούμε, ότι σε πολλές χώρες δημιουργείται πολιτική κρίση. Από το γεγονός αυτό, βγαίνει η μεγάλη επικαιρότητα και σημασία που αποχτάει μια ξεκάθαρη απόφαση του Συνεδρίου μας πάνω στο ζήτημα της κυβέρνησης του Ενιαίου Μετώπου.
Όταν τα Κόμματά μας μάθουν να εκτιμούν μπολσεβίκικα τη δυνατότητα σχηματισμού, τον αγώνα για το σχηματισμό, καθώς και την άσκηση της εξουσίας μιας κυβέρνησης του Ενιαίου Μετώπου για την επαναστατική προετοιμασία των μαζών, αυτό θα είναι η καλύτερη πολιτική δικαίωση της κατεύθυνσής μας, η δημιουργία της κυβέρνησης του Ενιαίου Μετώπου.
Για την ιδεολογική πάλη ενάντια στο φασισμό
Μια από τις πιο αδύνατες πλευρές του αντιφασιστικού αγώνα των κομμάτων μας είναι, ότι δεν αντιδρούν αρκετά και έγκαιρα στη δημαγωγία του φασισμού και ότι συνεχίζουν μέχρι σήμερα να υποτιμούν το ζήτημα της πάλης ενάντια στη φασιστική ιδεολογία. Πολλοί σύντροφοι δεν πίστευαν ότι ένα τόσο αντιδραστικό έκτρωμα της αστικής ιδεολογίας, όπως είναι η ιδεολογία του φασισμού, που συχνά στον παραλογισμό της φτάνει ως την τρέλα, είναι γενικά ικανή να αποχτήσει επιρροή πάνω στις μάζες. Αυτό ήταν μεγάλο λάθος. Η προχωρημένη σήψη του καπιταλισμού εισχωρεί στα κατάβαθα της ιδεολογίας του και του πολιτισμού του, ενώ η απελπιστική κατάσταση των πλατειών λαϊκών μαζών κάνει ορισμένα ευαίσθητα στρώματα να κολλάνε από τα ιδεολογικά απορρίμματα της σήψης αυτής.
Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να υποτιμάμε την αποτελεσματική ικανότητα της ιδεολογικής επιδημίας του φασισμού. Αντίθετα, εμείς πρέπει από την πλευρά μας να αναπτύξουμε μια πλατειά ιδεολογική πάλη, να χρησιμοποιούμε μια ξεκάθαρη, εκλαϊκευμένη επιχειρηματολογία, να πιάνουμε με κατανόηση την ιδιομορφία της εθνικής ψυχολογίας των λαϊκών μαζών.
Οι φασίστες κατακρεουργούν ολόκληρη την ιστορία του κάθε λαού, για να παρουσιαστούν σαν απόγονοι και συνεχιστές του κάθε τι ανώτερου και ηρωικού στο παρελθόν του και χρησιμοποιούν κάθε τι που ταπείνωνε και έθιγε τα εθνικά αισθήματα του λαού σαν όπλο ενάντια στους εχθρούς του φασισμού. Στη Γερμανία, εκδίδονται εκατοντάδες βιβλία, με μοναδικό σκοπό να πλαστογραφήσουν την ιστορία του γερμανικού λαού με φασιστικό τρόπο. Οι νιόβγαλτοι εθνικοσοσιαλιστές ιστοριογράφοι προσπαθούν να παρουσιάσουν την ιστορία της Γερμανίας σα να υπήρχε, εδώ και 2.000 χρόνια, ένα κόκκινο νήμα, μια γραμμή εξέλιξης, που οδήγησε στην εμφάνιση ενός εθνοσωτήρα στο προσκήνιο της ιστορίας - ενός «Μεσσία» του γερμανικού λαού: του γνωστού «δεκανέα» αυστριακής καταγωγής! Στα βιβλία αυτά, οι μεγάλοι άντρες του παρελθόντος του γερμανικού λαού παρουσιάζονται σα φασίστες, ενώ τα μεγάλα αγροτικά κινήματα σαν άμεσοι πρόδρομοι του φασιστικού κινήματος.
Ο Μουσολίνι προσπαθεί σπασμωδικά να κερδίσει από την ηρωική μορφή του Γκαριμπάλντι. Οι γάλλοι φασίστες υψώνουν στη σημαία τους την Παρθένα της Ορλεάνης σαν ηρωίδα τους. Οι αμερικάνοι φασίστες επικαλούνται τις παραδόσεις των αμερικάνικων πολέμων ανεξαρτησίας, τις παραδόσεις του Ουάσινγκτον, του Λίνκολν. Οι βούλγαροι φασίστες εκμεταλλεύονται το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα της δεκαετίας του 70 και των λαοφιλών ηρώων του κινήματος αυτού, Βασίλ, Λέβσκι, Στεφάν Καράντσα και άλλων.
Κομμουνιστές που πιστεύουν, ότι όλα αυτά δεν έχουν σχέση με την υπόθεση της εργατικής τάξης, που δεν κάνουν τίποτα, για να φωτίσουν τις μάζες ιστορικά, πιστά, με πραγματικά μαρξιστικό, λενινιστικό-μαρξιστικό πνεύμα, στο πνεύμα των Λένιν-Στάλιν*, το παρελθόν του ίδιου τους του λαού, για να συνδέουν τον τωρινό τους αγώνα με τις επαναστατικές παραδόσεις του λαού τους στο παρελθόν, τέτοιοι κομμουνιστές παραχωρούν εθελοντικά όλα όσα έχουν αξία στο ιστορικό παρελθόν στους φασίστες πλαστογράφους, για την αποβλάκωση των λαϊκών μαζών.
Όχι, σύντροφοι! Μας αφορά κάθε σπουδαίο ζήτημα όχι μόνο του παρόντος και του μέλλοντος, αλλά και του παρελθόντος του λαού μας. Εμείς οι κομμουνιστές δεν κάνουμε στενή πολιτική για τα συντεχνιακά συμφέροντα των εργατών. Εμείς δεν είμαστε περιορισμένα στελέχη συνδικάτων ή ηγέτες σε μεσαιωνικές γκίλντες χειροτεχνών και καλφάδων. Εμείς είμαστε εκπρόσωποι των ταξικών συμφερόντων της πιο σπουδαίας, της πιο μεγάλης τάξης της σύγχρονης κοινωνίας, της εργατικής τάξης, που η ιστορική αποστολή της είναι να απελευθερώσει την ανθρωπότητα από τα δεινά του καπιταλιστικού συστήματος, της εργατικής τάξης, που στο 1/6 της γης, έχει αποτινάξει κιόλας το ζυγό του καπιταλισμού και αποτελεί την τάξη που βρίσκεται στην εξουσία. Εμείς υπερασπιζόμαστε τα ζωτικά συμφέροντα όλων των καταπιεζόμενων εργαζόμενων στρωμάτων, της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού σε κάθε καπιταλιστική χώρα.
Εμείς οι κομμουνιστές είμαστε οι άσπονδοι, οι κύριοι αντίπαλοι του αστικού εθνικισμού σε όλες του τις παραλλαγές. Αλλά δεν είμαστε οπαδοί του εθνικού μηδενισμού και ποτέ δεν πρέπει να παρουσιαζόμαστε σαν τέτοιοι. Το καθήκον της διαπαιδαγώγησης των εργατών και όλων των εργαζόμενων στο πνεύμα του προλεταριακού διεθνισμού, είναι ένα από τα θεμελιώδη καθήκοντα κάθε Κομμουνιστικού Κόμματος. Αλλά αυτός που πιστεύει, ότι το γεγονός αυτό του επιτρέπει ή τον προτρέπει, να μη δίνει δεκάρα για τα εθνικά αισθήματα των πλατειών εργαζόμενων μαζών, αυτός απέχει πολύ από τον πραγματικό μπολσεβικισμό, αυτός δεν έχει καταλάβει τίποτα από τη διδασκαλία του Λένιν και του Στάλιν για το εθνικό ζήτημα.
Ο Λένιν, που αγωνίστηκε πάντα αποφασιστικά και με συνέπεια ενάντια στον αστικό εθνικισμό, μας έδωσε στο άρθρο του «Για την εθνική περηφάνια των Μεγαλορώσων» που έγραψε το 1914, ένα παράδειγμα, για το πώς πρέπει να χειριζόμαστε σωστά το ζήτημα των εθνικών αισθημάτων. Γράφει:
«Είναι άραγε ξένο για μας, τους μεγαλορώσους συνειδητούς προλετάριους, το αίσθημα της εθνικής περηφάνιας; Φυσικά, όχι! Αγαπούμε τη γλώσσα μας και την πατρίδα μας, περισσότερο απ' όλα δουλεύουμε για ν' ανεβάσουμε τις εργαζόμενες μάζες της (δηλαδή τα 9/10 του πληθυσμού της) στη συνειδητή ζωή των δημοκρατών και των σοσιαλιστών. Μας προξενεί τον πιο μεγάλο πόνο να βλέπουμε και να αισθανόμαστε σε πόση βία, καταπίεση και εξευτελισμό υποβάλλουν την όμορφη πατρίδα μας οι δήμιοι του τσάρου, το αρχοντολόι και οι κεφαλαιοκράτες. Είμαστε περήφανοι, γιατί αυτή η βία βρήκε αντίσταση στον περίγυρό μας, σ' εμάς τους μεγαλορώσους, γιατί ο περίγυρος αυτός ανέδειξε τον Ραντίτσεφ, τους δεκεμβριστές, τους επαναστάτες - ραζνοντίτσι του 1870-1880, γιατί η μεγαλορώσικη εργατική τάξη δημιούργησε το 1905 ένα ισχυρό επαναστατικό κόμμα μαζών (…)
Είμαστε γεμάτοι από αίσθημα εθνικής περηφάνιας, γιατί το μεγαλορωσικό έθνος δημιούργησε κι αυτό επαναστατική τάξη, απέδειξε κι αυτό ότι είναι ικανό να δώσει στην ανθρωπότητα μεγάλα πρότυπα αγώνα για την ελευθερία και το σοσιαλισμό, και όχι μονάχα μεγάλα πογκρόμ, σειρές από κρεμάλες, μπουντρούμια, μεγάλους λιμούς και μεγάλη δουλοπρέπεια στους παπάδες, τους τσάρους, τους τσιφλικάδες και τους κεφαλαιοκράτες.
Είμαστε γεμάτοι από αίσθημα εθνικής περηφάνιας και γι' αυτό ίσα - ίσα μισούμε ιδιαίτερα το δουλικό παρελθόν μας (…) και το δουλικό παρόν μας, όταν οι ίδιοι πάλι τσιφλικάδες με τη βοήθεια των κεφαλαιοκρατών, μας οδηγούν στον πόλεμο, για να πνίξουμε την Πολωνία και την Ουκρανία, για να καταστείλουμε το δημοκρατικό κίνημα στην Περσία και στην Κίνα, για να δυναμώσουμε τη συμμορία των Ρωμανόφ, Μπομπρίνσκι, Πουρίσκεβιτς, που ατιμάζει τη μεγαλορώσικη εθνική μας αξιοπρέπεια». (Β. Ι. Λένιν: Διαλεχτά Έργα, τόμος I, μέρος 2, σελ. 386-387, εκδοτικό ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ, Ιούλης 1951)
Αυτό έγραφε ο Λένιν για την εθνική περηφάνια.
Πιστεύω, σύντροφοι, ότι δεν έκανα λάθος στη δίκη της Λειψίας, που στην προσπάθεια των φασιστών να βρίσουν το βουλγάρικο λαό σα βάρβαρο λαό, υπερασπίστηκα την εθνική τιμή των εργαζόμενων μαζών του βουλγάρικου λαού, που αγωνίζεται με αυταπάρνηση ενάντια στους φασίστες σφετεριστές, τους πραγματικούς βάρβαρους και άγριους, και όταν δήλωνα, ότι δεν έχω κανένα λόγο να ντρέπομαι που είμαι βούλγαρος, αλλά αντίθετα είμαι περήφανος που είμαι παιδί της ηρωικής βουλγάρικης εργατικής τάξης.
Σύντροφοι! Ο προλεταριακός διεθνισμός πρέπει ας πούμε να «εγκλιματιστεί» σε κάθε χώρα, ώστε να πιάσει βαθειάς ρίζες στο πάτριο έδαφος. Οι εθνικές μορφές της ταξικής πάλης και του εργατικού κινήματος των διάφορων χωρών, δεν αντιτίθενται στον προλεταριακό διεθνισμό. Αντίθετα, ακριβώς με τις μορφές αυτές μπορούμε να υπερασπιστούμε νικηφόρα και τα διεθνή συμφέροντα του προλεταριάτου.
Φυσικά, πρέπει πάντα και σε κάθε ευκαιρία να δείχνουμε στις μάζες και να τους αποδείχνουμε συγκεκριμένα, ότι η φασιστική μπουρζουαζία, με το πρόσχημα ότι υπερασπίζεται τα πανεθνικά συμφέροντα, πραγματοποιεί την εγωιστική της πολιτική καταπίεσης και εκμετάλλευσης του ίδιου της του λαού και καταλήστευσης και υποδούλωσης άλλων λαών. Αλλά δεν πρέπει να περιοριζόμαστε σ' αυτό. Πρέπει ταυτόχρονα, με την πάλη της ίδιας της εργατικής τάξης και με τις ενέργειες των Κομμουνιστικών Κομμάτων, να δείχνουμε, ότι το προλεταριάτο που ξεσηκώνεται, ενάντια σε κάθε υποδούλωση και ενάντια σε κάθε εθνική καταπίεση, είναι ο μόνος γνήσιος αγωνιστής για την εθνική ελευθερία και την ανεξαρτησία του λαού.
Τα συμφέροντα της ταξικής πάλης του προλεταριάτου ενάντια στους ντόπιους εκμεταλλευτές και καταπιεστές δεν αντιτίθενται στα συμφέροντα ενός λεύτερου και ευτυχισμένου μέλλοντος του έθνους. Αντίθετα, η σοσιαλιστική επανάσταση θα σημάνει τη σωτηρία του έθνους και θα του ανοίξει το δρόμο για ανώτερες καταχτήσεις. Με το γεγονός, ότι η εργατική τάξη τώρα οικοδομεί την ταξική της οργάνωση και εδραιώνει τις θέσεις της, ότι υπερασπίζεται τα δημοκρατικά δικαιώματα και τη λευτεριά ενάντια στο φασισμό, ότι αγωνίζεται για την ανατροπή του καπιταλισμού. Και μόνο με αυτά παλεύει για το μέλλον του έθνους.
Το επαναστατικό προλεταριάτο αγωνίζεται για τη σωτηρία του πολιτισμού του λαού, για την απελευθέρωσή του από τα δεσμά του σάπιου μονοπωλιακού κεφαλαίου, από το βάρβαρο φασισμό, που τον εκχυδαΐζει. Μόνον η προλεταριακή επανάσταση μπορεί να αποτρέψει την καταστροφή του λαϊκού πολιτισμού, μπορεί να τον οδηγήσει στο αποκορύφωμα της άνθισης σαν πραγματικό λαϊκό πολιτισμό, στη μορφή εθνικό, στο περιεχόμενο σοσιαλιστικό, πράγμα που γίνεται πραγματικότητα μπροστά στα μάτια μας στη Σοβιετική Ένωση κάτω από την καθοδήγηση του Στάλιν.
Ο προλεταριακός διεθνισμός όχι μόνο δεν αντιτίθεται στην πάλη των εργαζομένων της κάθε χώρας για εθνική, κοινωνική και πολιτιστική ελευθερία, αλλά και, χάρη της διεθνούς προλεταριακής αλληλεγγύης και αγωνιστικής ενότητας, της εξασφαλίζει την υποστήριξη εκείνη, που είναι αναγκαία για τη νίκη στην πάλη αυτή. Μόνο σε στενότατη συμμαχία με τη νικηφόρα εργατική τάξη της Σοβιετικής Ένωσης μπορεί να νικήσει το προλεταριάτο των καπιταλιστικών χωρών. Μόνο σε κοινό αγώνα με το προλεταριάτο των ιμπεριαλιστικών χωρών μπορούν να κερδίσουν οι αποικιακοί λαοί και οι καταπιεζόμενες εθνικές μειονότητες την απελευθέρωσή τους. Μόνο μέσα από την επαναστατική συμμαχία της εργατικής τάξης των ιμπεριαλιστικών χωρών με το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των αποικιών και εξαρτημένων χωρών, περνάει ο δρόμος για τη νίκη της προλεταριακής επανάστασης στις ιμπεριαλιστικές χώρες, γιατί, όπως μας δίδαξε ο Μαρξ, «Ένας λαός που καταπιέζει άλλους λαούς, δεν μπορεί να είναι ελεύθερος».
Οι κομμουνιστές που ανήκουν σε ένα καταπιεζόμενο, εξαρτημένο έθνος, δεν μπορούν να εμφανιστούν με επιτυχία ενάντια στο σωβινισμό μέσα στις γραμμές του έθνους τους, αν ταυτόχρονα δεν δείξουν έμπρακτα στο μαζικό κίνημα, ότι αυτοί πραγματικά αγωνίζονται για την απελευθέρωση του έθνους τους από τον ξένο ζυγό. Από την άλλη μεριά, οι κομμουνιστές του έθνους - καταπιεστή δεν είναι σε θέση να διαπαιδαγωγήσουν τις μάζες του έθνους τους στο πνεύμα του διεθνισμού, όπως είναι απαραίτητο, αν δεν διεξάγουν αποφασιστικό αγώνα ενάντια στην πολιτική καταπίεσης της «ίδιας τους» της μπουρζουαζίας, για το πλέριο δικαίωμα αυτοδιάθεσης των υποδουλωμένων από αυτήν εθνών. Αν δεν το κάνουν αυτό, δε διευκολύνουν ούτε και τους εργαζόμενους του καταπιεσμένου έθνους να ξεπεράσουν τις εθνικές τους προκαταλήψεις.
Μόνο αν εμφανιζόμαστε με αυτό το πνεύμα, αν αποδείχνουμε πειστικά σε όλη μας τη μαζική δουλειά, ότι είμαστε το ίδιο ελεύθεροι τόσο από εθνικό μηδενισμό όσο και από αστικό εθνικισμό, μόνο τότε θα μπορέσουμε να διεξάγουμε έναν πραγματικό πετυχημένο αγώνα ενάντια στη σοβινιστική δημαγωγία των φασιστών.
Γι' αυτό, η σωστή και συγκεκριμένη εφαρμογή της πολιτικής σχετικά με το εθνικό ζήτημα των Λένιν - Στάλιν, έχει τεράστια σπουδαιότητα. Αυτή είναι οπωσδήποτε απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή πάλη ενάντια στο σωβινισμό, το κύριο όργανο της ιδεολογικής επίδρασης των φασιστών πάνω στις μάζες.
συνεχίζεται
---
* Στην έκδοση DIETZ VERLAG BERLIN - DDR του 1958 η φράση «στο πνεύμα των Λένιν-Στάλιν» έχει φασιστικά λογοκριθεί και παραληφθεί από τους χρουτσωφικούς ρεβιζιονιστές.
** Η συνέχεια από το δεύτερο μέρος της εισήγησης του Δημητρώφ στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς (2/8/1935). Είναι παρμένο από τις εκδόσεις ΠΟΡΕΙΑ 1975 και η σύγκριση έγινε με το γερμανικό πρωτότυπο G. DIMITROW: Arbeiterklasse gegen Faschismus, Prometheus Verlag, Strassburg, 1935
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου