ΜΕΡΟΣ Α’ | ΜΕΡΟΣ Β’ | ΜΕΡΟΣ Γ’
Η ΔΙΚΗ ΖΗΝΟΒΙΕΦ (1936)
Denis Nowell Pritt (22.9.1887-23.5.1972)
Διαπρεπής άγγλος νομικός και βουλευτής 1935-1950
συνέχεια από «ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ» αρ.φυλ. 396Β (1-31/3/2014)
Τώρα, μπορώ ν' αναφερθώ στην κριτική η οποία προκύπτει, όχι άδικα, από το τηλεγράφημα που στάλθηκε λίγο πριν την δίκη στο Συμβούλιο των Επιτρόπων της ΕΣΣΔ από την Σοσιαλιστική Διεθνή και την Παγκόσμια Ομοσπονδία των Συνδικάτων. Αυτό που οι δυο παραπάνω Οργανώσεις θεωρούν σκόπιμο να δηλώσουν σχετικά με ένα τέτοιο θέμα χρήζει της πιο προσεχτικής εξέτασης. Αρχίζουν εκφράζοντας τη λύπη τους για το γεγονός ότι αυτή η δίκη λαμβάνει χώρα κατά την διάρκεια του δραματικού Ισπανικού εμφυλίου τον οποίο όλος ο σοσιαλιστικός κόσμος παρακολουθεί με τόσο μεγάλη αγωνία. Σ' αυτό το σημείο, βρίσκονται, μέχρι ενός βαθμού, σε συμφωνία, με πολλές κριτικές που διατυπώθηκαν απ' το καπιταλιστικό στρατόπεδο που βάζουν το ερώτημα γιατί η δίκη έπρεπε να διεξαχθεί αυτή την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, έτσι και εγώ είμαι σε θέση να σκεφτώ μια περίεργη αιτία για κάποιο γεγονός και ν’ αγνοήσω την προφανή. Αλλά δεν ξέρω γιατί κανείς θα πρέπει να θεωρήσει ότι όλη η ποινική δίωξη πραγματοποιήθηκε στη δεδομένη χρονική στιγμή για οποιοδήποτε άλλο λόγο εκτός απ' το γεγονός ότι όλες οι αποδείξεις δεν είχαν βρεθεί νωρίτερα αλλά τότε. Υποθέτω ότι όταν έστειλαν αυτό το τηλεγράφημα, δεν ενέργησαν έχοντας ως δεδομένο ότι τόσο η κατηγορία όσο και η δίκη ήταν ψεύτικες. Και αν αυτή η υπόθεσή μου είναι σωστή, τότε ποιό είναι το νόημα των σχολίων τους; Μήπως εννοούν ότι, ανεξάρτητα απ' το πόσο ειδεχθές είναι το έγκλημα και ανεξάρτητα απ' το πόσο πειστικές είναι οι αποδείξεις, η υπόθεση δεν θα έπρεπε καν να φτάσει στο στάδιο της δίκης και οι πιθανοί δολοφόνοι ν' αφεθούν ελεύθεροι ενώ κοινοί εγκληματίες οδηγούνται στη φυλακή μέχρις ότου να μην υπάρχει τίποτα στην βαριά ατμόσφαιρα της Ευρώπης που να μην καθιστά ατυχή μια τέτοια δίκη στα μάτια των συντακτών του τηλεγραφήματος; Μια τέτοια καθυστέρηση δεν θα αντιτίθονταν μόνο στις αδιάκοπες προσπάθειες των δικαστικών αρχών σ’ όλη τη Σοβιετική Ένωση να εξασφαλίσουν ότι υποθέσεις θα διερευνώνται γρήγορα και θα φτάνουν σε δίκη, αλλά θα προκαλούσε αγανάκτηση σ' όλες τις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Σίγουρα, καμία απ' τις δύο ερμηνείες αυτού του σημείου του τηλεγραφήματος δεν στηρίζεται και πολύ ούτε στην κοινή λογική ούτε στο δίκαιο. Μόνο ως επιπλέον απόδειξη της αυθεντικότητας της υπόθεσης θα μπορούσε να εκληφθεί το γεγονός ότι η δίκη διεξάγεται τον καιρό που υποφέρει η Ισπανία. Αν, και μόνο αν, οι κατηγορίες ήταν κατασκευασμένες, ο υποτιθέμενος σκηνοθέτης θα μπορούσε εύκολα να επιλέξει την ημερομηνία της θεατρικής παραγωγής.
Στη συνέχεια, οι συντάκτες του τηλεγραφήματος απαιτούν την παροχή «δικαστικών» ή «νομικών» εγγυήσεων. Εδώ πρέπει να υπονοείται ότι, αν δεν υπάρχει ισχυρή επιρροή από το εξωτερικό, η δική θα είναι μια αντικανονική διαδικασία. Πραγματικά, ένας απ' τους συντάκτες έχει, κατόπιν, δηλώσει ότι το νόημα αυτής της φράσης είναι «ότι η δική θα πρέπει να διεξαχθεί σύμφωνα με τις κοινές αρχές δικαιοσύνης ανθρωπισμού».
Ομολογώ πως βρίσκω πραγματικά πολύ δύσκολο να δικαιολογηθεί αυτή η απαίτηση και η κριτική που εμπεριέχει. Η Σοβιετική Ένωση είναι μια πολιτισμένη χώρα, με ανεπτυγμένο νομικό σύστημα και κάποιους πολύ καλούς δικηγόρους και δικαστές. Η ποινική διαδικασία είναι εφάμιλλη με την αντίστοιχη πολλών άλλων χωρών. Δεν υπήρχε και δεν υπάρχει, κατά την ταπεινή μου άποψη, η παραμικρή βάση ανησυχίας ότι οποιαδήποτε δημόσια δίκη (και είχε ανακοινωθεί απ' την αρχή ότι η δίκη θα ήταν δημόσια) θα αποκλίνει από την πολιτισμένη νομική διαδικασία. Έχω υπόψιν μου ότι υπάρχουν ξεχωριστοί κανόνες κατά την διεξαγωγή μυστικών δικών και ότι στέρηση δικηγόρου και μαρτύρων υπεράσπισης στις μυστικές δίκες για αντεπαναστατικά αδικήματα. Λυπάμαι για την παρουσία αυτών των εξαιρέσεων και ποτέ δεν έχω κρύψει αυτή μου την λύπη. Οι υπερασπιστές του σοβιετικού συστήματος μπορούν, φυσικά, αμέσως να ισχυριστούν ότι κάθε χώρα στο κόσμο έχει ιδιαίτερους κανόνες για μυστικές δίκες και ότι η πρακτική της στέρησης του κρατουμένου, που κατηγορείται για εσχάτη προδοσία ή παρόμοιο αδίκημα, από το δικαίωμα υπεράσπισης ή πρόσκλησης μαρτύρων είχε κυριαρχήσει σε πολλές χώρες και για πολύ καιρό. Θα μπορούσαν, επίσης, να πουν ότι αυτή η πρακτική είχε διάρκεια αρκετών αιώνων στην Αγγλία. Στην πραγματικότητα, όμως, όλα αυτά είναι εκτός θέματος. Και τούτο γιατί, σ’ αυτή τη δημόσια δίκη δεν υπήρξε ποτέ η πρόθεση να στερήσουν – και νομίζω ότι ακόμα και η όλη η διαδικασία δεν το επέτρεψε – τους κατηγορημένους είτε από την παρουσία δικηγόρου είτε από το δικαίωμα να υπερασπιστούν οι ίδιοι τον εαυτό τους είτε από το να καλέσουν μάρτυρες υπεράσπισης αν το επιθυμούσαν. Από κει και πέρα, δεν υπάρχει κανονικά καμία διαφορά μεταξύ πολιτικών και μη πολιτικών υποθέσεων. Η υπεράσπιση από δικηγόρο σε δημόσιες δίκες είναι καθολικό και πραγματικό – και όχι θεωρητικό – δικαίωμα γιατί η οικονομική κατάσταση του κατηγορουμένου δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην άσκηση αυτού του δικαιώματος. Η ανεξαρτησία των δικαστών και των συνηγόρων αυξάνεται σταθερά και, ήδη, είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη που επικρατεί σ’ αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες.
Σίγουρα, δεν υπήρχε κανένας λόγος για τους συντάκτες του τηλεγραφήματος να υποθέσουν ότι δεν θα δίνονταν κάθε ευκαιρία στους κατηγορουμένους να προσλάβουν δικηγόρο, να καλέσουν μάρτυρες και να οργανώσουν την υπεράσπισή τους ακριβώς όπως θα ήθελαν. Αν, πάλι, η ανησυχία των συντακτών του τηλεγραφήματος δεν αφορούσε το συγκεκριμένο θέμα της δυνατότητας υπεράσπισης αλλά ήταν, περισσότερο, κάτι σαν έκκληση προς στο Συμβούλιο των Επιτρόπων της ΕΣΣΔ για να εξασφαλίσει μια δίκαιη δίκη των κατηγορουμένων τότε, νομίζω, ότι ήταν ένα πάρα πολύ ατυχές μήνυμα. Κάθε εξωτερικός κριτής που έχει μελετήσει το σοβιετικό νομικό σύστημα, αναφέρει ότι, παρμένο στο σύνολό του, είναι καλό και δίκαιο. Οποιοσδήποτε το παρακολουθεί κάπως ξέρει ότι, χρόνο με τον χρόνο, πετυχαίνει μεγαλύτερες διευκολύνσεις προς τους κρατούμενους, περισσότερη ανεξαρτησία για δικαστές και συνηγόρους και περισσότερη τεχνική αποδοτικότητα. Ακόμα και αν λάβουμε υπόψιν τις δυσκολίες που πάντα υπάρχουν στην εξασφάλιση μιας δίκαιης δίκης σε πολιτικές υποθέσεις στις οποίες τα συναισθήματα όλων εμπλέκονται σε μεγάλο βαθμό (δυσκολίες που, φυσικά, είναι πολύ μικρότερες όταν δεν είναι της μόδας το σύστημα των ενόρκων), γιατί πρέπει να υποτεθεί ότι όλα είναι και θα γίνουν λάθος. Μια τέτοια στάση από ένα βαρόνο του Τύπου πάσχει από οξεία κομμουνιστοφοβία – που είναι το μοντέρνο ανάλογο του τρόμου που ένιωθαν οι σεβαστοί μας παππούδες στη δεκαετία του 1880 όταν άκουγαν για ανθρώπους που ψήφιζαν Ριζοσπάστες – θα ήταν αρκετά κατανοητή. Είναι, όμως, λυπηρό να συναντά κάποιος ο,τιδήποτε παρόμοιο στη σοσιαλιστική παράταξη. Για να βάλουμε το ζήτημα πολύ πεζά. Για χάρη του δικού της στενού συμφέροντος, η σοβιετική κυβέρνηση σίγουρα θα εξασφάλιζε ότι μια δημόσια δίκη, την παρούσα στιγμή, που κρίνει μια βαρύτατη κατηγορία εναντίον των παλιών υπηρετών της επανάστασης, θα διεξαχθεί με τον πιο δίκαιο τρόπο.
Προς στιγμή, κάνω μια παρένθεση για να πω ότι η δήλωση πως δεν επιτράπηκε στους κατηγορούμενους να έχουν δικηγόρο εμφανίστηκε σ’ αρκετές αγγλικές εφημερίδες συμπεριλαμβανομένου και μιας που κράτησε, φανερά, την πιο δίκαιη στάση ενώ η δήλωση πως δεν τους επιτράπηκε να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους επίσης έκανε την εμφάνισή της σε εφημερίδες καλής φήμης. Αυτές οι δύο δηλώσεις είναι ξεκάθαρα λάθος και μπορώ να φανταστώ καλά ότι θα έχουν, ίσως, επηρεάσει τα συναισθήματα των σχολιαστών. Έτσι, για άλλη μια φορά στην δημοσιογραφική ιστορία ένα λάθος έχει οδηγήσει τους πιο καλόπιστους ανθρώπους να υιοθετήσουν μια κριτική που ποτέ δεν θα την υιοθετούσαν κάτω απ' άλλες περιστάσεις. Στην πραγματικότητα, φυσικά, οι κατηγορούμενοι ήταν ελεύθεροι να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους όπως ήθελαν. Δύο απ' αυτούς προσπάθησαν να αποσείσουν τις κατηγορίες, όπως έχω ήδη αναφέρει, ενώ όλοι οι υπόλοιποι επέλεξαν να μην το κάνουν. Όλοι τους αρνήθηκαν ρητά την παρουσία δικηγόρου και δεν νομίζω ότι κάποιος δικηγόρος, όσο και διακεκριμένος να ήταν, θα μπορούσε να κάνει γι’ αυτούς περισσότερα απ' όσα κάναν οι ίδιοι για τους εαυτούς τους. Ήταν μάταιο να προχωρήσουν σε μια υπεράσπιση με την αυστηρή έννοια του όρου. Το μόνο που θα μπορούσε να βοηθήσει κάπως ήταν η εκφώνηση ενός δυνατού τελικού λόγου και, σχεδόν όλοι οι κατηγορούμενοι ήταν άνδρες με σημαντική μόρφωση και πνευματική εγρήγορση και δεινοί ομιλητές.
Επιστρέφοντας στο προαναφερόμενο, όχι ασήμαντο, τηλεγράφημα, αυτό που συναντούμε στη συνέχεια είναι η παράκληση να δοθεί η δυνατότητα στους κατηγορούμενους να έχουν δικηγόρους που θα είναι «ανεξάρτητοι απ’ την κυβέρνηση». Δικαιούμαστε να υποθέσουμε πως οι συντάκτες ξέρουν ότι οι κατηγορούμενοι είχαν την δυνατότητα βοήθειας από δικηγόρο και έτσι όλη η έμφαση της παράκλησης βρίσκεται στο σημείο που ζητάει να είναι «ανεξάρτητος απ’ την κυβέρνηση». Οι δικηγόροι στη Σοβιετική Ένωση δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι αλλά, προφανώς, πρέπει να κοιτάξουμε την ουσία και όχι τον τύπο και καταλαβαίνω ότι το άρρητο νόημα είναι το εξής: εκτός αν ληφθούν κάποιες ιδιαίτερες προφυλάξεις, όποιος δικηγόρος και αν επιλεγόταν από τους κατηγορούμενους, είτε φοβούμενος την κυβέρνηση είτε σεβόμενος το δημόσιο αίσθημα, δεν θα δούλευε σκληρά για τους πελάτες τους. Αυτή η υποψία που περιβάλει το τόσο συκοφαντημένο επάγγελμά μου υπάρχει, φαντάζομαι, σε κάθε χώρα για κάθε πολιτική υπόθεση και, ίσως, επίσης για τις μη πολιτικές υποθέσεις. Ποτέ δεν έχει τόση αλήθεια όσο νομίζουν οι κοινοί άνθρωποι. Ίσως, λίγο περισσότερη απ' όσο πιστεύουν οι έντιμοι δικηγόροι. Αν επαληθεύεται αυτή την υποψία στην περίπτωση της Σοβιετικής Ένωσης δεν είναι, φυσικά, εύκολο ειπωθεί. Το μόνο που μπορώ να συνεισφέρω στην διαλεύκανσή της είναι ότι την εξέτασα με προσοχή, πριν τέσσερα χρόνια, και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ένας πολιτικός κατηγορούμενος είχε τόσες ευκαιρίες να βρει αξιόπιστο δικηγόρο στη Σοβιετική Ένωση όσες και οπουδήποτε αλλού. Φυσικά, μπορεί και να έκανα λάθος αν και δεν νομίζω. Αν δεν έκανα, τότε η παράκληση που εκφράζεται στο τηλεγράφημα είναι άχρηστη και, γι’ αυτό, κάπως προσβλητική. Αλλά το περισσότερο σημαντικό ερώτημα προκύπτει αν κάποιος υποθέσει ότι έκανα λάθος και, έτσι, κανένας δικηγόρος που θα επέλεγαν οι κατηγορούμενοι, δεν θα ήταν, πρακτικά, «ανεξάρτητος». Τι εξυπηρετεί η παράκληση σ' αυτήν την περίπτωση; Τι εξυπηρετεί να ζητάς από την εκτελεστική εξουσία της Σοβιετικής Ένωσης να επιλέξει μεταξύ των υπαρχόντων δικηγόρων που, σε τελική ανάλυση την φοβούνται, κάποιους που δεν θα την φοβούνται;
Αν, μετά απ' όλα αυτά τα χρόνια εμπειρίας, οι επιδέξιοι, ταλαντούχοι και θαρραλέοι δικηγόροι – που είχα την τιμή να γνωρίσω στη Μόσχα – φοβούνται την κυβέρνηση, τι είδους διαβεβαιώσεις μπορεί η κυβέρνηση να δώσει είτε στους ίδιους είτε στους κατηγορούμενους (είτε στους συντάκτες του τηλεγραφήματος) που θα εξαλείψει τους φόβους τους; Αντιλαμβάνομαι ότι ένας απ' τους συντάκτες του τηλεγραφήματος παραδέχεται αυτή τη δυσκολία σε τέτοιο βαθμό που, αργότερα, δήλωσε ότι αυτό που είχε κατά νου ήταν επιτραπεί η παρουσία δικηγόρων απ' το εξωτερικό. Σχετικά μ' αυτό, δύο παρατηρήσεις, νομίζω, μπορούν να γίνουν. Κατ’ αρχήν, δεν ξέρω πώς ήταν δυνατό οι αποδέκτες του τηλεγραφήματος να αντιληφθούν αυτήν την ερμηνεία. Κατά δεύτερον, δεν ξέρω σε ποιό σημείο του κόσμου, έξω απ' την Σοβιετική Ένωση, θα μπορούσε κανείς να βρει δικηγόρο με τόσο καλή γνώση των ρωσικών ώστε να είναι σε θέση να συμμετάσχει σε μια δίκη που εξελίχθηκε τόσο γρήγορα και που να γνωρίζει την όλη ατμόσφαιρα της υπόθεσης τόσο καλά ώστε να είναι, έστω και ελάχιστα, χρήσιμος στους πελάτες του.
Το επόμενο αίτημα του τηλεγραφήματος είναι να μην επιβληθούν θανατικές ποινές. Αναμφίβολα, εξαιτίας των δυσκολιών στη μετάφραση, δεν είναι ξεκάθαρο αν ζητείται απ' το δικαστήριο να μην επιβάλει θανατική ποινή ή να μην εκτελεστεί μια τέτοια ποινή. Αν είναι το πρώτο, τούτο θα σήμαινε ότι θα ζητούνταν απ' την κυβέρνηση να παρέμβει στην απονομή δικαιοσύνης και, σε περίπτωση που οι κατηγορούμενοι είτε δήλωναν ένοχοι είτε καταδικάζονταν, να κανονίσει να μην επιβάλουν οι δικαστές μια ποινή που θα ήταν αρμόδιοι να επιβάλουν αν το έκριναν σκόπιμο. Αν είναι το δεύτερο, τότε το αίτημα αφορά την επίδειξη επιείκειας. Τώρα, ας μου επιτραπεί να πω αμέσως ότι μισώ την θανατική ποινή. Απλοϊκά σκεπτόμενος, είχα την εντύπωση ότι όλοι την μισούσαν μέχρι που είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω την αντίδραση και την συμπεριφορά πολλών μελών του αγγλικού κοινοβουλίου σε κάθε πρόταση έγινε για να καταργηθεί στην Αγγλία. Αλλά αυτό το αίτημα διατυπώνεται σ' έναν κόσμο όπου οι περισσότερες χώρες διατηρούν ακόμα την θανατική ποινή για κάποια αδικήματα. Και αν υπήρχε μια υπόθεση στην οποία οποιοδήποτε κράτος μάλλον θα την επέβαλε, αυτή είναι η υπόθεση μιας προδοτικής συνομωσίας για να δολοφονηθούν τα μισά απ' τα πρωτοκλασάτα μέλη της κυβέρνησης. Και η πιθανότητα, ή μάλλον βεβαιότητα, ότι τα περισσότερα κράτη θα επέβαλαν την θανατική ποινή σε μια τέτοια υπόθεση αυξάνεται λόγω του γεγονότος ότι οι περισσότεροι απ' τους εμπλεκόμενους ήταν άνθρωποι που είχαν συγχωρεθεί και επανενταχθεί στο Κόμμα και σε σημαντικές θέσεις μια, και δυο και τρείς φορές αφού εξέφρασαν μεταμέλεια για την προηγούμενη τους προδοσία και έδωσαν τις πιο κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις όσον αφορά την μελλοντική τους συμπεριφορά σκοπεύοντας, όμως, πάντα να εκμεταλλευθούν αυτές τις ευκαιρίες για να συνεχίσουν τις τρομοκρατικές συνομωσίες ενάντια στο κράτος. Οι περισσότερες χώρες, νομίζω, ότι θα αντιμετώπιζαν αυτό το αίτημα ως προσβολή.
Το τελευταίο αίτημα που βρίσκουμε στο τηλεγράφημα είναι ότι δεν πρέπει να γίνει καμία δίκη που να μην επιτρέπει το δικαίωμα της έφεσης. Τούτο ακούγεται πάρα πολύ λογικό αλλά, στην πραγματικότητα, όχι και τόσο. Η σοβιετική νομική διαδικασία παρέχει στις ποινικές δίκες μια πλήρη σειρά από εφέσεις που είναι περισσότερες σε σύγκριση με την πλειοψηφία των χωρών και σίγουρα σε σύγκριση με την Αγγλία ή τη Βρεττανική Αυτοκρατορία γενικά. Υπάρχει, νομίζω, σ' ολόκληρη τη Σοβιετική Ένωση μόνο ένα δικαστήριο το οποίο δεν εφεσιβάλλεται αλλά μπορεί να δεχθεί αίτημα επιείκειας και βρίσκεται πιο ψηλά απ’ όλα τα δικαστήρια, το Ανώτατο Δικαστήριο της ΕΣΣΔ. Οι εφέσεις πρέπει κάπου να έχουν κάποιο τέλος και, σ’ αυτή την περίπτωση, το τέλος είναι στην κορυφή. Σε κάποιες χώρες το Ανώτατο Δικαστήριο λειτουργεί μόνο ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ενώ σε κάποιες άλλες έχει και κάποια δικαιοδοσία πρώτου βαθμού. Χωρίς αμφιβολία, και οι μεν και δε χώρες θεωρούνται εξίσου πολιτισμένες. Η Σοβιετική Ένωση τυχαίνει να είναι μια απ' αυτές τις χώρες στις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο έχει μια ορισμένη δικαιοδοσία πρώτου βαθμού. Και οι υποθέσεις του είδους που εξετάζουμε εδώ οδηγούνται πάντα, σε πρώτο βαθμό, σ' αυτό το δικαστήριο για τον πολύ απλό λόγο ότι οι σημαντικότερες υποθέσεις πρέπει να οδηγούνται στο ανώτερο αρμόδιο δικαστήριο. Ως αποτέλεσμα, δεν μπορεί να υπάρξει έφεση από άλλο δικαστήριο, και σ' αυτές τις περιστάσεις γίνεται η συγκεκριμένη έκκληση. Δεν ήξεραν οι συντάκτες του τηλεγραφήματος αυτήν την πρακτική; Αν δεν ήξεραν, τότε δεν θα έπρεπε να στείλουν ένα τηλεγράφημα στο οποίο υπάρχει η υπόνοια για πλημμελή απονομή δικαιοσύνης χωρίς να έχουν πληροφορηθεί σχετικά. Αν ήξεραν, τότε τί ζητούν απ' την κυβέρνησης της ΕΣΣΔ να κάνει; Να δημιουργήσει ένα νέο ειδικό Εφετείο πιο πάνω απ' το Ανώτατο Δικαστήριο; Ή να κανονίσει ώστε αυτή μόνο η υπόθεση να εκδικασθεί σ' ένα κατώτερο δικαστήριο μόνο και μόνο για να υπάρξει, τότε, η δυνατότητα να συνεχισθεί, αμέσως μετά ή αργότερα, στο δικαστήριο στο οποίο έπρεπε να οδηγηθεί από την αρχή; Ένα τέτοιο αίτημα, σε τέτοιες περιστάσεις, γεννάει φυσιολογικά την υποψία ότι ζητείται κάτι που ήταν γνωστό ότι δεν μπορεί να γίνει έτσι ώστε να διατυπωθεί μια λογικοφανής αλλά αστήρικτη κριτική. Και είναι περισσότερο πιθανό να δημιουργηθεί μια τέτοια υποψία όταν το Ενιαίο Μέτωπο στην Αγγλία προξενεί στη δεξιά πτέρυγα των Εργατικών τόση ανησυχία όση και τους στους βαρόνους του Τύπου.
Απομένει μια κριτική που προέρχεται από μια υπεύθυνη πλευρά και που είναι, ταυτόχρονα βαρύνουσας σημασίας και, τουλάχιστον για μένα, σχεδόν ακατανόητη. Ουσιαστικά, λέει πως «είναι περίεργο γιατί η αντιπολίτευση συντρίφτηκε βίαια» πριν την εφαρμογή του καινούργιου Συντάγματος το οποίο έχει γίνει (όπως συνηθίζεται στην σοβιετική «δικτατορία») αντικείμενο πλατιάς δημόσιας συζήτησης για μερικούς μήνες και να τεθεί σε ισχύ τον επόμενο Νοέμβριο. Το μόνο που χρειάζεται να ειπωθεί εδώ γι' αυτό το Σύνταγμα είναι ότι τόσο στο πνεύμα όσο και στις διατάξεις του, έχει διανύσει πολύ δρόμο στο γρήγορο, αλλά αναγκαία μακρύ, ταξίδι του καινούργιου Κράτους προς την πιο πλήρη εγκαθίδρυση εκείνης της προσωπικής ελευθερίας και ασφάλειας στην οποία πολλοί από εμάς αποδίδουμε μεγάλη σημασία. Τώρα, ο κριτικός διερωτάται γιατί η αντιπολίτευση συντρίφτηκε βίαια αυτή τη στιγμή. Έχω, ήδη, αναπτύξει με λεπτομέρεια τα επιχειρήματα, συντριπτικά κατά την γνώμη μου, για να υποστηρίξω ότι η διαδικασία μπορούσε να αρχίσει για τους πιο αληθινούς και πειστικούς λόγους. Αλλά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί η ανακάλυψη και η τιμωρία μιας συνομωσίας με σκοπό πολλαπλές δολοφονίες θα πρέπει να περιγραφεί ως βίαιη συντριβή της αντιπολίτευσης μόνο και μόνο γιατί η συνομωσία ήταν ενάντια στη κυβέρνηση και αρκετοί απ' τους συνωμότες υπήρξαν στο παρελθόν ηγέτες της αντιπολίτευσης. Γιατί πρέπει να υποθέσουμε ότι άνθρωποι ένοχοι συνομωσίας για δολοφονία εκτελούνται επειδή ανήκουν ή άνηκαν στην αντιπολίτευση και όχι επειδή βρέθηκαν ένοχοι συνομωσίας για δολοφονία; Δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε, επίσης, το γεγονός ότι αν οι πιο διακεκριμένοι απ' αυτούς τους άνδρες θεωρηθούν ως η «αντιπολίτευση», τότε αποτελούν την αντιπολίτευση του παρελθόντος και όχι του μέλλοντος. Με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο αποδείχθηκε ότι είχαν άδικο κατά την διάρκεια της αντιπαράθεσης η οποία τους μετέτρεψε σε αντιπολίτευση. Αντί να συντριβούν, είχαν συγχωρεθεί ξανά και ξανά σαν μην ήθελε κανείς να είναι σκληρός μαζί τους. Και ως αντιπολίτευση προκαλούσαν το λιγότερο φόβο από κάθε άλλη φορά. Αν, φυσικά, ο κριτικός περιέγραψε την εκτέλεσή τους με αυτόν τον περίεργα παράξενο τρόπο επειδή υπονοεί ότι οι κατηγορίες είναι πλαστές, έχω ήδη ασχοληθεί με αυτό θέμα. Αν δεν θέλει να πει αυτό, η μόνη άλλη ερμηνεία που μπορώ να σκεφτώ είναι πως δέχεται την άποψη ότι οι ηγέτες της αντιπολίτευσης, επειδή είναι αντιπολίτευση, θα έπρεπε να αποφύγουν τις συνέπειες των εγκληματών τους έτσι ώστε να συνεχίσουν νε λειτουργούν ως αντιπολίτευση. Νομίζω ότι δεν είναι δυνατό να εννοείται αυτό και, όμως, δεν ξέρω τι άλλη σημασία να δώσω στα παραπάνω. Σε κάθε περίπτωση διερωτώμαι για ποιό λόγο ο κριτικός πιστεύει ότι πρέπει να υπάρχει κάποια σύνδεση μεταξύ της δίωξης και του νέου Συντάγματος. Πιστεύει στα σοβαρά ότι δολοφονήθηκε ολόκληρη η αντιπολίτευση έτσι ώστε ένα φαινομενικά «φιλελεύθερο» Σύνταγμα να καθιερωθεί από τους κυνικούς δολοφόνους με την βεβαιότητα ότι δεν υπάρξει ξανά καμιά αντιπολίτευση προς την οποία να χρειάζεται να είναι κανείς φιλελεύθερος; Για να ρίξουμε την κουβέντα, στο πιο στοιχειώδες επίπεδο, θα πρέπει ο εν λόγω κριτικός να κατακυρώσει στους έμπειρους άνδρες της κυβέρνησης της ΕΣΣΔ την γνώση ότι ο φόνος μέρους ή του συνόλου των ηγετών της αντιπολίτευσης δεν αποτελεί εγγύηση ότι δεν θα εμφανιστεί ποτέ ξανά άλλη αντιπολίτευση, ιδιαίτερα σε μια χώρα στην οποία, ως γνωστόν, σ' όλη την διάρκεια των δεκαεννιά της χρόνων ανέκυψαν συνεχείς και υγιείς διαφωνίες, στο Κόμμα και στην Κυβέρνηση, σχετικά με σημαντικά πολιτικά θέματα. Κατά τη γνώμη μου, προτιμώ να δω στην τωρινή κατάσταση ένα πιο ενθαρρυντικό στοιχείο, δηλαδή το ότι η σοβιετική κυβέρνηση, χωρίς να επηρεαστεί απ' την αποκάλυψη των συνομωσιών, προχωρεί ανενόχλητη στην καθιέρωση του νέου Συντάγματος γιατί πραγματικά πιστεύει στις αρχές αυτού του Συντάγματος, στη δική της σταθερότητα και στην υποστήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού. Αναρωτιέμαι ειλικρινά αν, μεταξύ όλων των κυβερνήσεων αυτού του βασανισμένου κόσμου, υπάρχουν περισσότερες από μία ή δυο οι οποίες, σ' αυτές τις περιστάσεις, δεν θα γύριζαν πίσω το ρολόι της προόδου κατά μία ή δυο δεκαετίες ανακοινώνοντας ότι όσα προτείνονται στο σχέδιο Συντάγματος για την ελευθερία του λόγου, την ελευθερία του Τύπου, το απαραβίαστο του ατόμου και της οικίας, τη μυστικότητα της αλληλογραφίας, τη μυστική ψηφοφορία, την απευθείας εκλογή και άλλα αποδείχθηκαν πρόωρα, απ' τα πρόσφατα γεγονότα , και πρέπει να αναβληθούν και ότι το δυνατό χέρι τη εκτελεστικής εξουσίας πρέπει να δυναμώσει ώστε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους κινδύνους που προκύπτουν απ' αυτή την συνομωσία. Οι ιστορικοί μάλλον έχουν λόγο να επαινέσουν την Σοβιετική Ένωση για την επιμονή της να παραμείνει, σ’ αυτήν την περίοδο, στο δρόμο που οδηγεί στη προσωπική ελευθερία.
Πρέπει, επίσης, να σημειώσω κάτι ακόμα που έχει διατυπωθεί και συγκεκριμένα ότι η συνομωσία κατασκευάστηκε από την κυβέρνηση και ότι η δίκη σκηνοθετήθηκε με σκοπό να εκτρέψει την προσοχή του, υποτίθεται, ανήσυχου λαού από το γεγονός ότι μέσα στο καλοκαίρι του 1936 η αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής δεν έγινε όσο γρήγορα αναμενόταν. Θα μπορούσε κάποιος να γράψει μια μακροσκελή απάντηση σ' αυτήν την κάπως φανταστική σκέψη αλλά μπορεί, ίσως, να την αφήσει να απαντηθεί μόνη της.
Θα μου επιτραπεί να κλείσω λέγοντας δύο πράγματα. Πρώτα, να επιστήσω την προσοχή στην παντελή έλλειψη κάθε λύπης απ’ τις πιο εχθρικές κριτικές όταν αποκαλύφθηκε ότι οι άνδρες, που καθοδηγούσαν αυτήν την τεράστια χώρα μέσα από πολύχρονους αγώνες και προόδους, βρέθηκαν υπό την απειλή μιας δολοφονικής σφαίρας με όχι καλύτερο κίνητρο απ' την μεταβίβαση της εξουσίας σε κάποιους άλλους. Δεύτερο, να υπενθυμίσω στους αναγνώστες ότι όταν το 1933 ο Δημητρώφ και οι σύντροφοί του επρόκειτο να δικαστούν στην Γερμανία με την κατηγορία εμπρησμού του Ράιχσταγκ και κάποιοι, έξω απ΄τη Γερμανία, αντί να δημοσιεύουν παραπλανητικές κριτικές για το κατηγορητήριο και την όλη δίωξη, πέρασαν κάποιες μέρες στο Λονδίνο ερευνώντας τα γεγονότα με τη βοήθεια μαρτύρων, έτσι ώστε η κριτική να είναι βάσιμη, οι ίδιοι άνθρωποι που τώρα είναι οι πιο δραστήριοι και, όχι οι καλύτερα ενημερωμένοι, στις επιθέσεις εναντίον στη Σοβιετική Ένωση, επιτέθηκαν στους διοργανωτές εκείνης της έρευνας λέγοντας ότι αναμειγνύονταν αδικαιολόγητα στις εσωτερικές υποθέσεις ενός ξένου κράτους. Αλλά τώρα κανείς απ΄αυτούς τους κριτικούς δεν φαίνεται να θεωρεί ως ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις της Σοβιετική Ένωσης το να την υποβάλει σ΄ έναν καταιγισμό απληρόφορητης και εχθρικής κριτικής. Είναι, μήπως, γιατί είναι μια σοβιετική χώρα και κάθε τι δυνατό, θεμιτό ή αθέμιτο, πρέπει να γίνει για να εμποδιστεί η πρόοδός της;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου