Μια δίκη σε κλίμα μοναρχοφασιστικών στρατοδικείων της περιόδου 1945-1954 και εκείνων της στρατιωτικο-φασιστικής δικτατορίας
Η σκηνοθετημένη με προκλητικότατο τρόπο απ’ την Αστυνομία-«Αντιτρομοκρατικη» και την ταξική αστική Δικαιοσύνη δίκη των Σεϊσίδη-Σειρηνίδη διακόπηκε σήμερα (30/09/2011) και θα συνεχιστεί τον επόμενο μήνα στις 10 Οχτώβρη.
Πριν τη σύντομη αφορά στη διαδικασία της δίκης είναι καταρχήν αναγκαίο να σημειωθεί ότι, πέρα απ’ το εντελώς διάτρητο κατηγορητήριο όπως θα φανεί αμέσως παρακάτω, εκείνο που προκαλεί τη δημοκρατική αντιφασιστική κοινή γνώμη, και ιδιαίτερα τη νεολαία μας, είναι η κραυγαλέα αντιστροφή της πραγματικότητας που επιχειρείται απ’ τις διωκτικές αρχές με τη συνδρομή της Δικαιοσύνης, παρουσιάζοντας το θύτη ως «θύμα»: αντί να βρίσκεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου ο παραλίγο δολοφόνος αστυνομικός Π.Μπόκος κάθεται σ’ αυτό το θύμα Σίμος Σεϊσίδης, ο οποίος πυροβολήθηκε χωρίς λόγο εν ψυχρώ, εντελώς αδικαιολόγητος εγκληματικός πυροβολισμός, που λίγο έλειψε να στερήσει τη ζωή του, όμως έχασε για πάντα το πόδι του, μένοντας, ένας νέος άνθρωπος, οριστικά ανάπηρος για ολόκληρη την υπόλοιπη ζωή του, αφού κρίθηκε ιατρικά αναγκαίο το βαριά τραυματισμένο πόδι του να ακρωτηριαστεί πάνω από το γόνατο για να αποφύγει το βέβαιο θάνατο, επειδή η σφαίρα είχε πλήξει την κεντρική αρτηρία.
Επιπλέον η περίπτωση αυτής της σκηνοθετημένης δίκης είναι ακόμα εξοργιστικότερη όταν είναι γνωστό ότι ο Σεϊσίδης έχει αθωωθεί ομόφωνα, λίγους μήνες πριν, στις 5 Μάη αυτού του χρόνου, δίκη στην οποία κατέρρευσαν τόσο ο μύθος του «αρχηγού» της λεγόμενης «συμμορίας των ληστών με τα μαύρα» (ανύπαρκτης) όσο και η δήθεν «συμμετοχή» του στη ληστεία του καταστήματος «PRAKTIKER», που ψευδώς είχε διοχετεύσει στα ΜΜΕ η αστυνομία. Ακόμα είναι γνωστό ότι οι Σεϊσίδης-Σειρηνίδης πρώτο, δεν είχαν καμιά απολύτως σχέση με τη ληστεία στο «PRAKTIKER», και δεύτερο, αργότερα συνελήφθηκαν κάποιοι άλλοι ως υπαίτιοι γι’ αυτή τη ληστεία. Παρόλα αυτά η αστυνομία είχε επικηρύξει το Σεϊσίδη με το υπέρογκο ποσό των 600.000 Ευρώ για να καταστήσει πιστευτούς στην κοινή γνώμη τους παραπάνω μύθους σε βάρος του, έχοντας βέβαια, στην επιχείρηση της αυτή την απλόχερη συνδρομή των αντιδραστικών ΜΜΕ.
Και τώρα στη διεξαγωγή της τωρινής δίκης και πρώτα-πρώτα σύντομα για το κλίμα που επικρατεί σ’ αυτή από πλευράς των διωκτικών Αρχών και κατασταλτικών μηχανισμών. Καταρχήν στην αίθουσα διεξαγωγής της δίκης και έξω από αυτή επικρατεί κλίμα εκφοβισμού, τρομοκρατίας και αστυνομοκρατίας. Ολόκληρο το αριστερό μέρος της αίθουσας καταλαμβάνεται όλες τις μέρες από ασφαλίτες (περίπου 20) με πολιτικά, οι οποίοι διαρκώς ασχημονούν και χυδαιολογούν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας και επιδίδονται σε τραμπουκισμούς . Ο χώρος μεταξύ ακροατήριου και Δικηγόρων-δημοσιογράφων καταλαμβάνεται πάντοτε από 6-8 ένστολους κουκουλοφόρους αστυνομικούς με αυτόματα όπλα. Άλλοι τόσοι, ίσως και περισσότεροι ένοπλοι κουκουλοφόροι καταλαμβάνουν την είσοδο-έξοδο της αίθουσας προς το μέρος των δικαστικών λειτουργών, ενώ δεκάδες άλλοι βρίσκονται στην είσοδο της αίθουσας και στον έξω από αυτήν διάδρομο. Δεκάδες άλλοι, πάνοπλοι και σε πλήρη εξάρτηση (ασπίδες, κλπ.) είναι παρατεταγμένοι έξω στην αυλή και στους γύρω δρόμους. Επικρατεί πάντα μια τρομοκρατική ατμόσφαιρα που θυμίζει φασιστικά στρατοδικεία της περιόδου 1945-1954 και εκείνα της στρατιωτικο-φασιστικής δικτατορίας.
Παρόλο που οι δικηγόροι απαίτησαν να εγκαταλείψουν την αίθουσα οι κουκουλοφόροι ένοπλοι αστυνομικοί για να αμβλυνθεί έστω και κατ’ ελάχιστο το τρομοκρατικό κλίμα, η πρόεδρος του δικαστηρίου έκφρασε την αδυναμία της να ζητήσει την απομάκρυνσή τους από την αίθουσα.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατέθεσαν ως μάρτυρες κατηγορίας 4 αστυνομικοί μεταξύ των οποίων και ο εγκληματικών διαθέσεων και παραλίγο δολοφόνος Π.Μπόκος, ο οποίος έριξε εν ψυχρώ το δολοφονικό πυροβολισμό που κατέστρεψε το πόδι του Σεϊσίδη, προσπαθώντας να δικαιολογήσει την εγκληματική δολοφονική του πράξη ισχυριζόμενος ψευδώς ότι πρώτα τον «σημάδεψε» δήθεν ο Σεϊσίδης, ο οποίος κατά την ώρα που έτρεχε να διαφύγει τη σύλληψη έστριψε δήθεν προς τα’ αριστερά το σώμα του και τον «σημάδεψε» και ότι αυτός ευρισκόμενος σε κίνδυνο «πρόλαβε» τάχα και τον πυροβόλησε στο πόδι.
Οι ισχυρισμοί του Π.Μπόκου αποτελούν κραυγαλέα και χονδροειδέστατα ψεύδη που υποτιμούν προκλητικά ακόμα και την κοινή λογική, επειδή: πρώτο, αν ο Σεϊσίδης είχε «σημαδέψει» πρώτος τον αστυνομικό θα τον είχε πυροβολήσει και πρώτος (κάτι που δεν έγινε), χωρίς να έχει χρονικά περιθώρια πυροβολισμού ο Π.Μπόκος, δεύτερο, αν είχε κάνει στροφή προς τ’ αριστερά ο Σεϊσίδης, όπως ισχυρίζεται ο αστυνομικός Μπόκος, θα μετακινούνταν ταυτόχρονα και το πόδι του και η σφαίρα του αστυνομικού θα τον είχε πλήξει σ’ άλλο σημείο και όχι στο πίσω μέρος του ποδιού (όταν του ζητήθηκε από δικαστές-δικηγόρους να στρίψει το σώμα του προς τ’ αριστερά έστριψαν ταυτόχρονα και τα πόδια του).
Στην ως τώρα διαδικασία καταδείχθηκε: πρώτο, ότι ο αστυνομικός Π.Μπόκος δεν απειλήθηκε από το Σεϊσίδη (άρα δεν κινδύνευσε η ζωή του όπως ισχυρίστηκε) και ότι πυροβόλησε εν ψυχρώ από πίσω το Σεϊσίδη όταν αυτός έτρεχε για να διαφύγει τη σύλληψη, δεύτερο, ο αστυνομικός πυροβόλησε γονατιστός και καλυμμένος πίσω από ένα κόκκινο αυτοκίνητο, αφού η φορά της σφαίρας κινήθηκε από το πίσω μέρος προς τα επάνω για να εξέλθει πιο πάνω απ’ το γόνατο, καταστρέφοντας ανεπανόρθωτα την κεντρική αρτηρία του ποδιού του.
Ούτε ο άλλος ισχυρισμός του αστυνόμου Π.Μπόκου, ότι ο Σεϊσίδης είχε περίστροφο επιβεβαιώθηκε στη διαδικασία. Ο Μπόκος ισχυρίστηκε ότι ο Σεϊσίδης είχε περίστροφο το οποίο έπεσε προς τα δεξιά, μετά το δολοφονικό πυροβολισμό που δέχθηκε, και ότι ο ίδιος ο Μπόκος περισυνέλεξε με γάντια το περίστροφο για να μην εξαλειφθούν τα δακτυλικά αποτυπώματα και επιπλέον παραδέχθηκε στην κατάθεσή του ότι ο Σεϊσίδης δεν φορούσε γάντια. Όμως δακτυλικά αποτυπώματα δεν υπήρχαν στο φερόμενο ως «δικό» του περίστροφο στη δικογραφία. Όταν ο αστυνομικός ρωτήθηκε απ’ τους δικηγόρους γι’ αυτό το θέμα «απάντησε» ότι η λαβή του περιστρόφου ήταν από «ειδικό υλικό» στο οποίο δεν μένουν δακτυλικά αποτυπώματα. Σε άλλη ερώτηση των δικηγόρων γιατί δεν βρέθηκαν δακτυλικά αποτυπώματα στη σκανδάλη, αφού ο Σεϊσίδης υποτίθεται ότι σημάδεψε τον αστυνομικό Π.Μπόκο και επομένως έθεσε το δάκτυλο στη σκανδάλη, ο αστυνομικός δεν μπόρεσε να απαντήσει. Έτσι και ο ισχυρισμός του Π. Μπόκου ότι ο Σεϊσίδης είχε περίστροφο δεν τεκμηριώθηκε, αντίθετα διαψεύστηκε.
Οι καταθέσεις όλων των αστυνομικών ήταν αλληλοσυγκρουόμενες και επομένως ψευδείς, προσπάθησαν απλά, χωρίς επιτυχία να συγκαλύψουν τον εν ψυχρώ εγκληματικό δολοφονικό πυροβολισμό του αστυνομικού Π.Μπόκου.
Τέλος, εγκληματική υπήρξε και η καθυστέρηση ειδοποίησης του Ασθενοφόρου εκ μέρους των αστυνομικών, φαίνεται πως ήθελαν να έχουν στη διάθεσή τους αρκετό χρόνο για να τον κακοποιήσουν, σπάζοντάς του μερικά πλευρά, αδιαφορώντας εγκληματικά για τη ζωή του βαριά τραυματισμένου θύματός τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου