Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

ΤΟ ΣΤΑΛΙΝΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ 1936

(Αναδ. από το βιβλίο του Άντριου Ρόθσταϊν : «Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης - Η ιστορία μιας εποχής», Λονδίνο 1950, σελ.279-285 από την ελληνική μετάφραση)

(…) Η σοβαρότερη απόδειξη της αυτοπεποίθησης του καθεστώτος και ένας σπουδαίος παράγοντας για την ενίσχυση της, ήταν η απόφαση να γίνουν ριζικές αλλαγές στο Σοβιετικό Σύνταγμα. Η πρώτη σχετική ανακοίνωση έγινε το Φεβρουάριο του 1935 όταν η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος αποφάσισε να προτείνει στο προσεχές 7ο Συνέδριο των Σοβιέτ να γίνουν σημαντικές τροποποιήσεις, «να αντικατασταθεί το δικαίωμα της ψηφοφορίας ορισμένων κατηγοριών πολιτών με το δικαίωμα της καθολικής ψηφοφορίας, της έμμεσης εκλογής με την άμεση και της ανοιχτής ψηφοφορίας με την μυστική». Όταν το 1918 έγινε δεκτό το πρώτο Σοβιετικό Σύνταγμα (της Ρωσικής Ομοσπονδίας) και όταν αυτό αναθεωρήθηκε το 1924 για να επεκταθεί σ’ολόκληρη την Ένωση των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, που θεμελιώνονταν με το Σύνταγμα αυτό, πολλά μεγάλα εργοστάσια ανήκαν στο δημόσιο μα η παραγωγή τους ήταν πολύ πίσω απ’ό,τι προπολεμικά και στο σύνολο της σοβιετικής οικονομίας μόλις αντιπροσώπευαν ένα μικρό στοιχείο. Ο μικρός καπιταλισμός εξακολουθούσε ακόμα να διατηρείται στη βιομηχανία, στο μεγαλύτερο μέρος του λιανικού εμπορίου και στη γεωργία, όπου ιδιαίτερα κατείχε πολύ ευνοϊκές θέσεις (κουλάκοί). Η συντριπτική πλειοψηφία των αργοτοπαραγωγών ήταν μικροαγρότες και όνειρό τους ήταν η ατομική ιδιοκτησία και όχι η κολεκτιβιστική. Στο εξωτερικό οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις που από το 1918 ως το 1920 προσπάθησαν με τη δύναμη των όπλων να ανατρέψουν τη Σοβιετική Κυβέρνηση είχαν, βέβαια, αποτύχει στις προσπάθειες τους όχι όμως και για πάντα. Μέσα στη Σοβιετική Ένωση εξακολουθούσαν να υπάρχουν ακόμα πράκτορες τους ανάμεσα σ’εκείνες τις τάξεις που κατά τα φαινόμενα θα έδιναν το υλικό για τις αντισοσιαλιστικές οργανώσεις και την προπαγάνδα. Το παλιό Σοβιετικό Σύνταγμα βασίζονταν πάνω στις μορφές οργάνωσης των εργατών και των αγροτών που γεννήθηκαν την εποχή που στη Ρωσία κυριαρχούσε ο καπιταλισμός, δηλ. απ’το Μάρτη ως το Νοέμβριο του 1917. Για το λόγο αυτό όχι μόνο διατηρούσε μα ακόμα υπογράμμιζε όλα εκείνα τα στοιχεία που θα έκαναν τα σοβιέτ ένα όπλο μάχης, στα χέρια του βιομηχανικού προλεταριάτου, εκείνης δηλ. της τάξης που ενδιαφέρονταν περισσότερο από κάθε άλλη για το σοσιαλισμό. Αλλά από τα μέσα του Δευτέρου Πεντάχρονου οι καθοριστικές οικονομικές συνθήκες άλλαξαν ριζικά. Η βιομηχανία τώρα ήταν η αποφασιστικότερη δύναμη της χώρας και μάλιστα σε όγκο παραγωγής και σε σύγχρονα μηχανήματα ήταν η πιο δυναμική μέσα στην Ευρώπη και, το σπουδαιότερο, ήταν πέρα για πέρα σοσιαλιστική. Στην αγροτική οικονομία κυριαρχούσε τώρα η μηχανοποιημένη , μεγάλης κλίμακας και κοινωνική στο χαρακτήρα της παραγωγή. Η παραγωγή των μικρών αγροτών μόλις αντιπροσώπευε το 5% της συνολικής και τα τσιφλίκια των κουλάκων είχαν εξαφανιστεί. Όλο το εσωτερικό εμπόριο βρίσκονταν στα χέρια του Κράτους, των κολχόζ και των συνεταιριστών. Έτσι η σοσιαλιστική οικονομία κυριαρχούσε ανεμπόδιστα ανεβάζοντας το βασικό και το πολιτιστικό επίπεδο του λαού. Αποτέλεσμα αυτής της θεμελιακής αλλαγής στις υλικές συνθήκες ήταν η μεγάλη κοινωνική αλλαγή. Οι γαιοκτήμονες, οι καπιταλιστές, οι κουλάκοι και οι ιδιώτες έμποροι εξαφανίστηκαν. Η σοβιετική κοινωνία τώρα αποτελούνταν από μια εργατική τάξη πολύ διαφορετική από το παλιό προλεταριάτο, μια που τώρα αυτή κατείχε τα μέσα παραγωγής και, όπως έδειξε με τη σοσιαλιστική άμιλλα, αντιλαμβάνονταν πολύ καλά τι σήμαινε τούτο. Η σοβιετική κοινωνία περικλείνε μια αγροτιά που ποτέ άλλοτε στην ιστορία δεν παρουσιάστηκε με τέτοια μορφή, δηλ. να δουλεύει κολλεκτιβίστικα σε εθνικοποιημένη γη. Η σοβιετική διανόηση ήταν ένα κομμάτι της κοινωνίας που δεν είχε τίποτε το όμοιο με την παλιό κόσμο των γραμμάτων που είτε προέρχονταν από τις τάξεις των ιδιοκτητών είτε βρίσκονταν στην υπηρεσία τους. Η καινούργια διανόηση ξεπήδησε απ’τις γραμμές των εργατών και αγροτών και κανέναν άλλο δεν υπηρετούσε έξω απ΄τον εαυτό της. Έτσι, Η σοβιετική κοινωνία ήταν ασύγκριτα πιο ομογενής όχι μόνο από την προεπαναστατική ρωσική κοινωνία, αλλά κι απ’την κοινωνία την πριν απ’το Πρώτο Πεντάχρονο. Αυτή η ποιότητα της ομοιογένειας βελτιώθηκε με την αλλαγή στις σχέσεις ανάμεσα στις εθνότητες, μικρές και μεγάλες, που κατοικούσαν στα σοβιετικά εδάφη. Οι παλιές αποικιακές και υποτελείς εθνότητες της Ρωσικής Αυτοκρατορίας ήταν τώρα λαοί ισότιμοί όχι νομικά αλλά και στην πραγματικότητα. Είχαν τις ίδιες δυνατότητες και ευκαιρίες ν’αναπτυχθούν οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά. Η μόρφωση που πήραν τα ¾ του πληθυσμού, δηλ. όλοι εκτός απ’τις παλιές γενιές, η εμφάνιση της καινούργιας βιομηχανίας και της μηχανοποιημένης γεωργίας στους καθυστερημένους άλλοτε αγρότες της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου, η απαλλαγή μεγάλων περιοχών της Ασίας από τις ενδημικές αρρώστιες, η εγκατάσταση σε αγροτικές ή βιομηχανικές κοινότητες εκατομμυρίων νομάδων που άλλοτε τους θέριζε η πείνα, η διάσωση των εθνοτήτων του Άπω Βορρά που αργοπέθαιναν, όλα αυτά το 1935-1936 ήταν σημάδια της πολυεθνικής ενότητας και ομοιογένειας της ΕΣΣΔ. Αυτά ακριβώς καθρέφτιζε και το σχέδιο του καινούργιου Συντάγματος που δημοσίεψε τον Ιούνιο του 1936 η Συνταγματική Επιτροπή που διόρισε η Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ, στις 7 Φεβρουαρίου 1935.Το νέο Σύνταγμα έδινε σε όλους τους πολίτες πάνω από 18 χρονών χωρίς ταξική διάκριση το δικαίωμα του εκλέγειν, με εξαίρεση τους τρελούς και τους φυλακισμένους. Καθιέρωσε την ά μ ε σ η εκλογή όλων των οργάνων της κρατικής εξουσίας – τα αγροτικά σοβιέτ (που τις πιο πολλές φορές περιλάβαιναν ολόκληρα ομάδα από χωριά) και τα επαρχιακά σοβιέτ στην ύπαιθρο, τα σοβιέτ των πόλεων, τα περιφερειακά σοβιέτ, τα Ανώτατα Σοβιέτ των Αυτόνομών Δημοκρατιών και των Ενωσιακών Δημοκρατιών (μέσα στις οποίες βρίσκονταν οι Αυτόνομες Δημοκρατίες) και τελικά, Ανώτατο Σοβιέτ ολόκληρης της ΕΣΣΔ. Η ψηφοφορία έγινε μυστική. Οι υποψήφιοι ανακηρύσσονταν από τις οργανώσεις της εργατικής τάξης και της αγροτιάς. Οι υποψήφιοι έπρεπε να είναι 18 χρονών τουλάχιστον χωρίς καμιά άλλη διάκριση*. Ένας υποψήφιος δεν μπορούσε να θεωρηθεί εκλεγμένος αν δεν ψήφιζαν οι μισοί τουλάχιστον εκλογείς και αν αυτός δεν είχε πάρει τους μισούς απ’αυτούς τους ψήφους. Αν ένας βουλευτής στο Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ ή στο τοπικό σοβιέτ, αδιάφορο, δεν ικανοποιούσε τους εκλογείς του, αυτοί μπορούσαν να τον ανακαλέσουν Στο Ανώτατο Σοβιέτ θα υπήρχαν δυο ισότιμα Σώματα. Το πρώτο ήταν το Σοβιέτ της Ένωσης και αντιπροσώπευε τα κοινά συμφέροντα του σοβιετικού λαού ανεξάρτητα από εθνότητα. Σε κάθε 300.000 κατοίκους αντιστοιχούσε ένας βουλευτής. Το άλλο ήταν το Σοβιέτ των Εθνοτήτων και αντιπροσώπευε τα συμφέροντα διαφόρων εθνοτήτων με την ίδια, όπως άλλοτε αντιπροσωπευτική βάση. Η συγκατάθεση και των δυο αυτών Βουλών ήταν απαραίτητη για την έγκριση του κάθε νομοθετήματος. Η κριτική και η επίθεση που γίνονταν στο εξωτερικό στηρίζεται στο γεγονός πως το Σοβιετικό Σύνταγμα προνοεί για ένα μονάχα κόμμα, το Κομμουνιστικό, επομένως, λένε, εμποδίζεται η ελευθερία της συζήτησης και της κριτικής. Στην πραγματικότητα όμως οι μ ά ζ ε ς του σοβιετικού λαού παίρνουν πολύ πιο ενεργητικό μέρος στη συζήτηση και στην κριτική του κυβερνητικού μηχανισμού παρά οι λαοί των άλλων χωρών σ’οπιοδήποτε μέρος του κόσμου. Υπάρχει όμως και το ζήτημα ποια θα ήταν τα άλλα κόμματα που θα μπορούσαν να είναι μέσα σε μια κοινωνία τόσο ομοιογενή στη φύση της όσο η Σοβιετική. Πάνω στο ζήτημα αυτό ο Στάλιν μιλώντας στο 8ο (Έκτακτό) Συνέδριο των Σοβιέτ το Νοέμβριο του 1936 που ενέκρινε το Σύνταγμα, είπε : Το κόμμα είναι ένα κομμάτι νιας τάξης, το πιο προχωρημένο κομμάτι της. Διάφορα κόμματα και κατά συνέπεια, ελευθερία για την ύπαρξη κομμάτων μπορούν να υπάρξουν μονάχα σε μια κοινωνία στην οποία υπάρχουν ανταγωνιστικές τάξεις που τα συμφέροντά τους είναι μεταξύ τους εχθρικά και ασυμβίβαστα – να πούμε στην κοινωνία που υπάρχουν καπιταλιστές και εργάτες, γαιοκτήμονες και αγρότες κουλάκοι και φτωχοί αγρότες , κ.λ.π. Στην ΕΣΣΔ όμως τέτοιες τάξεις δεν υπάρχουν. Δεν υπάρχουν πια καπιταλιστές, γαιοκτήμονες, κουλάκοι κ.λ.π. Στην ΕΣΣΔ υπάρχουν μονάχα δυο τάξεις, οι εργάτες και οι αγρότες που όχι μόνο δεν έχουν ασυμβίβαστα συμφέροντα μα αντίθετα είναι φιλικές. Γι αυτό στην ΕΣΣΔ δεν υπάρχει λόγος να υπάρχουν πολλά κόμματα και κατά συνέπεια για ελευθερία σ’αυτά τα κόμματα. Στην ΕΣΣΔ δικαιολογείται η ύπαρξη σε ένα μονάχα κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα. Στην ΕΣΣΔ μονάχα ένα κόμμα μπορεί να υπάρξει, το Κομμουνιστικό Κόμμα που θαρραλέα και αποτελεσματικά υπερασπίζεται τα συμφέροντα των τάξεων αυτών, πολύ καλά, δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αμφιβολία. Το σχέδιο του Συντάγματος τυπώθηκε σε 60 εκ. αντίτυπα και συζητήθηκε πλατιά σ’ολόκληρη τη χώρα. Κάπου 36 εκ. άνθρωποι πήραν μέρος σε 527.000 συγκεντρώσεις που έγιναν στις πόλεις και στην ύπαιθρό. Ακόμα και ξένοι συγγραφείς παραδέχτηκαν πως οι συζητήσεις αυτές ήταν ένα περίφημο μάθημα πολιτικής. Όχι τόσο γιατί η κάθε παράγραφος του σχεδίου του Συντάγματος εξετάζονταν μα κάθε λεπτομέρεια αλλά γιατί η ανάλυση των δικαιωμάτων και των καθηκόντων του σοβιετικού πολίτη, που περιλαμβάνονταν στο Σύνταγμα, ήταν ακόμα πιο επεξεργασμένα και κατηγορηματικά απ’ό,τι στο προηγούμενο. Όπως και η παλιά Διακήρυξη των Δικαιωμάτων, το καινούργιο κείμενο συμπλήρωνε το κάθε δικαίωμα με ένα κατάλογο των υλικών συνθηκών που έκαναν πραγματοποιήσιμη την εξάσκησή του. Έτσι κάθε πολίτης ή πολίτισα της ΕΣΣΔ θα μπορούσε να ελέγχει αν πραγματικά είχε τις δυνατότητες που τους εξασφάλιζε το Σύνταγμα. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα :

Ά ρ θ ρ ο 122. Οι γυναίκες στην ΕΣΣΔ έχουνε τα ίδια δικαιώματα με τους άνδρες σε όλους τους τομείς της οικονομίας, κρατικής, πολιτιστικής, κοινωνικής

και πολιτικής ζωής. Η πραγματοποίηση αυτών των δικαιωμάτων των γυναικών εξασφαλίζεται με την παροχή στις γυναίκες ισότητας ως προς τους άνδρες στο δικαίωμα της εργασία, της αμοιβής για την εργασία, της ανάπαυσης, των κοινωνικών ασφαλίσεων και της εκπαίδευσης και με την κρατική προστασία των δικαιωμάτων της μητέρας και του παιδιού, την παροχή στις μητέρες αδειών με αποδοχές και το εκτεταμένο δίκτυο σπιτιών μητρότητας, νηπιαγωγείων και παιδικών κήπων.

Ά ρ θ ρ ο 123. Η ισότητα των δικαιωμάτων για τους πολίτες της ΕΣΣΔ, ανεξάρτητα από εθνότητα και φυλή, σ’όλους τους τομείς της οικονομικής, κρατικής πολιτιστικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής είναι νόμος αμετάκλητος. Κάθε άμεσος ή έμμεσος περιορισμός των δικαιωμάτων αυτών ή αντίστροφα κάθε καθιέρωση άμεσων ή έμμεσων προνομίων για τους πολίτες με βάση τη φυλή ή την εθνότητα τους, όπως κάθε προπαγάνδα για φυλετικά ή εθνικό αποκλεισμό, για μίσος και δυσαρέσκεια, τιμωρείται από το νόμο. Οι πολίτες κλήθηκαν, όσο διαρκούσαν οι συζητήσεις, να υποβάλουν τροποποιήσεις. Και πραγματικά η Επιτροπή του Συντάγματος έλαβε πάνω από 150.000 τέτοιες τροποποιήσεις. Φυσικά πολλές ήταν ίδιες, ωστόσο ταξινομήθηκαν σε ομάδες και συζητήθηκαν απ’το Στάλιν στην ομιλία του που αναφέραμε πιο πάνω. Κάθε άνθρωπος που θέλει να καταλάβει τη φύση της δημόσιας σοβιετικής ζωής θα πρέπει να διαβάσει την ομιλία αυτή. Εμείς το μόνο που μπορούμε ν’αναφέρουμε εδώ πέρα είναι πως αρκετές τροποποιήσεις έγινα δεκτές – ένας π.χ. πρότεινε και οι δυο βουλές του Ανώτατου Σοβιέτ να έχουν ίσο αριθμό μελών, άλλος πρότεινε, πάλι, το Σοβιέτ των Εθνοτήτων να εκλέγεται με άμεση ψηφοφορία, κ.τ.λ. Το νέο Σύνταγμα μπήκε σε ισχύ από τις 5 Δεκεμβρίου 1936,μόλις εγκρίθηκε. Την ίδια μέρα οι Αυτόνομες Δημοκρατίες των Καζάκων και των Κιργισίων με δική τους πρωτοβουλία έγιναν Ενωσιακές Δημοκρατίες, μέλη της ΕΣΣΔ, όπως και η Γεωργία, το Αζερμπαϊτζαν κι η Αρμενία. Σ’όλο το διάστημα του 1937 γίνονταν οι προετοιμασίες για τις πρώτες γενικές εκλογές. Εκατομμύρια «διαφωτιστές» -- στην πλειοψηφία τους ήταν εξωκομματικοί – πήραν μέρος εθελοντικά στην καμπάνια για να εξηγήσουν στους πολίτες τα δικαιώματα τους και τις υποχρεώσεις τους στις προσεχείς εκλογές. Η καμπάνια αυτή έδωσε την ευκαιρία να συζητηθεί πλατιά κάθε τομέας της πολιτικής του Κομμουνιστικού Κόμματος και της Σοβιετικής Ένωσης και ξεσήκωσε ένα ακόμα μεγαλύτερο κύμα σοσιαλιστικής άμιλλας στα εργοστάσια. Η μεγάλη πρόοδος στην επιστήμη, στην τεχνική και στις τέχνες έδειχναν με ιδιαίτερη δύναμη τον αναπτυσσόμενο ρόλο του ατόμου μέσα στην σοβιετική κοινωνία, που τον υπογράμμιζε το καινούργιο Σύνταγμα. Λίγα πράματα μπορούμε να αναφέρουμε εδώ πέρα : Το φεστιβάλ ουκρανικής και καζάκιανης τέχνης το Μάρτη το πρώτο και το Μάη του 1936 το δεύτερο, στη Μόσχα, της γεωργιανής τέχνης το Γενάρη του 1937 και της ουζμπέκικης το Μάη. Τις περίφημες χωρίς σταθμό πτήσεις των σοβιετικών αεροπόρων (Μόσχα Άπω Ανατολή, τον Ιούλιο του 1936 και Μόσχα Βόρειος Πόλος Ην. Πολιτείες τον Ιούνιο και Ιούλιο του 1937). Το λαμπρό σοβιετικό περίπτερο στην έκθεση των Παρισίων (1937), το άνοιγμα του καναλιού Μόσχα-Βόλγα (Ιούλιος 1937). Στο τέλος του χρόνου στα τυπογραφεία της χώρας τυπώνονταν βιβλία σε 110 γλώσσες της ΕΣΣΔ. Χιλιάδες υποψήφιοι, κομμουνιστές και εξωκομματικοί ονομάστηκαν για το Ανώτατο Σοβιέτ, αλλά μια μέρα προτού ανακηρυχθούν έγιναν συσκέψεις – σαν αυτές που κάνει το Εργατικό Κόμμα της Αγγλίας – όπου πήραν μέρος όλα τα σώματα που πρόβαλαν υποψήφιους και συζήτησαν μία προς μία την κάθε υποψηφιότητα. Έτσι κατέληγαν σε ένα υποψήφιο που έπρεπε να εκπροσωπεί το ενωμένο κίνημα των κομμουνιστών και των εξωκομματικών. Με τον τρόπο αυτό κάθε υποψήφιο τον γνώριζαν όλοι οι εκλογείς. Δεν υπήρχε κανένα μυστήριο, καμιά «άνωθεν» επιβουλή. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειώσουμε, πως το Σύνταγμα δεν καθόριζε τρόπο ενέργειας για το σκοπό αυτό και οι «προκριματικές» ή εκλεκτικές συσκέψεις ήταν ένας τρόπος εφαρμογής του. Στις εκλογές της 12 Δεκεμβρίου 1937 ψήφησαν 91 εκ. δηλ. πάνω από τα 96 % των εκλογέων και οι υποψήφιοι πήραν 89 εκ. ψήφους συνολικά. (Η διαγραφή του ονόματος ενός υποψηφίου απ’το ψηφοδέλτιο ή η καταστροφή του ψηφοδέλτιο σήμαινε καταψήφιση). Φυσικά, ο τεράστιος αυτός αριθμός εκείνων που πήραν μέρος στις εκλογές είχε πολύ διαφορετική σημασία απ’την ψηφοφορία που γίνεται στις χώρες εκείνες όπου υπάρχει ο χωρισμός σε τάξεις εκμεταλλευτών και εκμεταλλευομένων και όπου τα πολιτικά κόμματα που παίρνουν μέρος στις εκλογές, σε τελευταία ανάλυση, αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα των διάφορων κοινωνικών ομάδων. Την εποχή εκείνη καμιά χώρα δε μπορούσε να παρουσιάσει κοινωνική σύνθεση σαν κι αυτή που παρουσίαζε η Σοβιετική Ένωση. Στις παραμονές των εκλογών του 1937 τα 90, 2% του σοβιετικού λαού εργάζονταν σε δημόσιες επιχειρήσεις – τα 34,7 % ήταν ημερομίσθιοι εργάτες με τις οικογένειες τους και τα 55,5 % αγρότες των κολχόζ, με τις οικογένειες τους. Στο συνολικό αυτό αριθμό πρέπει να προστεθεί ένα ποσοστό 4,2 % που ήταν σπουδαστές, συνταξιούχοι και άνδρες των ένοπλων δυνάμεων, που κι αυτοί προέρχονταν από την ίδια την τάξη. Μονάχα τα 5,6 % του πληθυσμού της ΕΣΣΔ εξακολουθούσαν ακόμα να ζουν από ατομικές επιχειρήσεις – δηλ. από μικροεπιχειρήσεις αγροτών ή ανεξάρτητων τεχνικών».

Δεν υπάρχουν σχόλια: