Σε συνέχεια των δημοσιευμένων μαρτυριών για τα γεγονότα της Τασκένδης, αναδημοσιεύουμε τη παρακάτω γραπτή μαρτυρία από το βιβλίο του εξωκομματικού γιατρού Χαράλαμπου Πετρούλια: Η ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ Η ΖΩΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΗΝ ΤΑΣΚΕΝΔΗ (1949-1956) ώστε να δοθεί μια πληρέστερη εικόνα των γεγονότων. Ανεξάρτητα από τις εκτιμήσεις του Πετρούλια το κείμενο περιέχει πλήθος χρήσιμων πληροφοριών και λεποτμεριών σε σχέση με τα γεγονότα.
Η εξέγερση της
Τασκένδης
Θα περιγράψω τα
γεγονότα της Τασκένδης που έγιναν 10-11 Σεπτεμβρίου 1955 στην 7η πολιτεία. Εκεί
έμενα και εγώ και έβλεπα όλες τις κινήσεις και των δύο παρατάξεων, ζαχαριαδικοί
και αντιζαχαριαδικοί ή χρουστσεφικοί.
Οι αντιζαχαριαδικοί
ετοιμάζανε την κατάληψη των γραφείων της καθοδήγησης, που την είχανε οι οπαδοί
του Ζαχαριάδη.
Τελευταία στην
7η πολιτεία ερχόντουσαν από τις άλλες πολιτείες παρέες-παρέες 20-30 άτομα
αντιζαχαριαδικοί και συγκεντρώνονταν πότε στην αυλή και πότε στους δύο πρώτους
θαλάμους μόλις έμπαινες στην πολιτεία δεξιά. Οι θάλαμοι ήσαν ακριβώς απέναντι
από τα γραφεία της καθοδήγησης. Τα χώριζε ένας μεγάλος πλατύς δρόμος.
Από τα παράθυρα
των θαλάμων δυτικά παρακολουθούσαν όλες τις κινήσεις που γινόντουσαν στα κτίρια
της καθοδήγησης.
Στην αυλή οι
παρέες ήτανε μια ομάδα ζαχαριαδικοί και η άλλη ομάδα αντιζαχαριαδικοί ή
χρουστσεφικοί. Τους αντιζαχαριαδικούς τους ονομάζανε και χρουστσεφικούς, διότι
ακολουθούσανε την κομματική γραμμή του Χρουστσώφ, συνεργάζονταν και με την
ασφάλεια η οποία τους προστάτευε.
Οι συζητήσεις
μεταξύ των ομάδων στην αρχή ήσαν ήσυχες, σιγά-σιγά φτάνανε στα άκρα, έτοιμοι να
αρπαχτούνε στα χέρια. Οι πιο ψύχραιμοι τους ησυχάζανε και συνεχιζόταν η
κουβέντα. Πολλές φορές ήταν και παρέες ουδέτερες και ακούγανε αυτούς που
μαλώνανε, μερικές φορές ήμουνα και εγώ με τους τελευταίους και ακούγαμε όλα
αυτά που λέγανε.
Μια βραδιά, ένας
από τις άλλες ομάδες με ρώτησε, «εσύ με ποιούς είσαι;» του απάντησα με τον
εαυτό μου. Ένας από την παρέα μου του λέει, άσε τον συναγωνιστή, αυτός είναι
εξωκομματικός, δεν ανακατεύεται.
Αυτές οι συγκεντρώσεις
γινόντουσαν όλο το καλοκαίρι του 1955. Συνήθως τα Σαββατοκύριακα,
μαζευόντουσαν, πότε περισσότεροι, πότε λιγότεροι και κουβεντιάζανε για την
κατάντια που φτάσανε. Πότε για τον αγώνα που κάνανε και χάσανε, πότε για την
ζωή που ζούσανε εδώ στην Τασκένδη, το φαγητό, τα λεπτά που δεν φτάνανε να
ζήσουνε καλλίτερα, γιατί τους κουβαλήσανε εδώ στην Κεντρική Ασία, και άλλα.
Η αλήθεια ήταν
ότι η ζωή στην προσφυγιά ήτανε δύσκολη, η διατροφή άσχημη, ο ρουχισμός της
φτώχειας, η ελευθερία περιορισμένη, ζούσαμε στρατιωτική ζωή, με θαλαμοφύλακες
στους θαλάμους και σκοπούς στην Πύλη της εισόδου στην πολιτεία, και οι
επαγρυπνητές οι μισοί παρακολουθούσαν τους άλλους μισούς.
Εμένα τα πρώτα
χρόνια με παρακολουθούσανε δυο, που πήγαινα, με ποιούς έκανα παρέα, τι έλεγα.
Τους είχα καταλάβει, αλλά μου το είπανε και τα παιδιά που εργαζόμαστε μαζί στο
εργοστάσιο και μέναμε στον ίδιο θάλαμο. Περισσότερα γράφω σε άλλη σελίδα, στην
αρχή του βιβλίου.
Τα θέματα που
απασχολούσαν τους Έλληνες πρόσφυγες ήσαν πολλά. Γιατί χάσανε τον αγώνα στο
Γράμμο και το Βίτσι, γιατί τους φέρανε τόσο μακρυά στην Τασκένδη. Τα ανδρόγυνα
δεν είχανε ένα δωμάτιο να μείνουνε, το φαγητό δεν ήτανε ούτε καλό ούτε αρκετό
για να χορτάσουνε.
Κάθε μέρα, τόσο
οι ομάδες όσο και οι συζητήσεις αυξάνονταν. Στο θάλαμο που μαζευόντουσαν τους
συνόδευε και κανένα μπουκάλι βότκα. Εμείς που κατοικούσαμε στην 7η πολιτεία
λέγαμε μεταξύ μας, «αν πάρει φωτιά το καζάνι που βράζει, θα γίνει της Κορέας (της
κακομοίρας)».
Και πράγματι το
βράδυ αυτό που είχανε μαζευτεί περισσότεροι, είχανε καταστρώσει σχέδια για την
κατάληψη των γραφείων και ετοιμάζονταν να επιτεθούν. Με τη δύση του ηλίου,
στείλανε έναν σύντροφο οι αντιζαχαριαδικοί να ρωτήσει στο γραφείο αν είναι εκεί
ο Ζαχαριάδης. Ο αγγελιοφόρος που πήγε και ρώτησε δεν κατάλαβε καλά και είπε ναι
εδώ είναι.
Κάνανε ντου όλοι
οι αντιζαχαριαδικοί για κατάληψη των γραφείων. Στα γραφεία υπήρχανε καμιά
τριανταριά ζαχαριαδικοί και αμυνθήκανε. Οι αντιζαχαριαδικοί είχανε πέτρες,
ξύλα, σανίδια από μια λίμνη που ήταν στην αυλή, τα ξηλώσανε μαζί με τα καρφιά
και έγινε αλαλαγμός (πολεμική σύγκρουση). Οι ζαχαριαδικοί φωνάζανε κινδυνεύει ο
αρχηγός και αμέσως, τρέξανε σύνδεσμοι σε όλες τις πολιτείες και είπανε τα
συμβάντα. Σε λίγο φθάσανε άλλοι πεζοί και άλλοι με αυτοκίνητα να σώσουνε τον
αρχηγό. Συγκεντρώθηκαν μια φάλαγγα και αρχίσανε το τραγούδι: Ζαχαριάδης αρχηγός
στο κόμμα μας εμπρός...
Δίπλα, σε μια
γωνία, μια ομάδα αντιζαχαριαδικοί μαζί με τον Ρώσο επίτροπο, τον Σαάκοφ και
ασφάλεια ήσαν κρυμμένοι και περιμένανε τα αποτελέσματα. Εν τω μεταξύ έφθασε
ένας λόχος στρατιωτών ρώσων και σε λίγο περικυκλώσανε όλο το χώρο που γινότανε
η φασαρία, οι στρατιώτες οπλισμένοι, με τα όπλα παραπόδα και ένα-δυο μέτρα ο
ένας από τον άλλον και σε θέση ανάπαυσης.
Όταν φθάσανε οι
οπαδοί του Ζαχαριάδη, είδανε τους στρατιώτες που είχανε περικυκλώσει όλο το
χώρο και φοβηθήκανε. Κάποιος τους είπε: Σύντροφοι, μην φοβηθείτε, οι στρατιώτες
δεν μας πειράζουν, περάστε, μετά μπήκαν πολλοί μέσα και κυνηγήσανε τους
αντιζαχαριαδικούς.
Οι Ουζμπέκοι
ακούσανε τις φωνές και ρωτούσανε τι συμβαίνει; Οι άλλοι που καθοδηγούσανε την
επιχείρηση, οι αντιζαχαριαδικοί και η ασφάλεια ρίξανε το σύνθημα, ότι οι
Έλληνες κάνανε επανάσταση και θέλουνε να πάνε στην Ελλάδα. Οι Ουζμπέκοι λέγανε:
«σαμπάκοι=τα σκυλιά ήρθανε εδώ μας φάγανε το ψωμί και δεν τους αρέσει».
Ο πόλεμος μεταξύ
τους συνεχίζεται οι αντιζαχαριαδικοί βάζανε σκάλες ν’ ανεβούνε από το διπλανό
σπίτι για κατάληψη, οι ζαχαριαδικοί τους ρίξανε κάτω μαζί με τις σκάλες. Από
μέσα στα γραφεία οι ζαχαριαδικοί δεν είχανε πολεμοφόδια (ούτε ξύλα, ούτε
πέτρες) και ξυλώσανε τους τοίχους από την πέτσκα=σόμπα κτισμένη με τούβλα και
έκαιγε κάρβουνα (κοκ). Με τα τούβλα αντιμετωπίζανε τους επιτιθέμενους.
Ένας οπαδός του
Ζαχαριάδη εκεί που μαλώνανε δάγκωσε το αυτί του σ. Πάνου Δημητρίου που ήταν
αντιζαχαριαδικός και τέλος του έκοψε το αυτί. Μάθαμε ότι το μαζέψανε και του το
ράψανε πάλι στο νοσοκομείο.
Ο Ζαχαριάδης δεν
ήταν στα γραφεία. Οι Ζαχαριαδικοί φτιάξανε ομάδες και πήγανε μέσα στην πολιτεία
από θάλαμο σε θάλαμο όσοι ήσαν αντίθετοι τους ξυλοφορτώνανε. Έγιναν φοβερά
πράγματα. Είχαμε 150 τραυματίες, τα ασθενοφόρα κουβαλάγανε όλη τη νύχτα.
Το πρωΐ που πήγα
στην Ιατρική Σχολή που φοιτούσα ένας συμφοιτητής μου Ρώσος ο Άλεκ, που δούλευε
στα ασθενοφόρα πρώτων βοηθειών μου λέει:
«Χάρη τέτοιο
καυγά, δεν είχα δει, μόνον στα καουμπόϊκα έργα». Μου λέει: πήγαμε μ’ εντολή να
πάρουμε κάποιο στέλεχος αντιζαχαριαδικό, μπήκαμε μέσα στην πολιτεία και πήγαμε
στο θάλαμο, τον βρήκαμε και τον πασαλείψαμε με ιώδιο, του δέσαμε το πρόσωπο,
ότι ήταν τραυματίας τον βάλαμε στο ασθενοφόρο για να φύγουμε, στην πύλη εξόδου
μια ομάδα αντιπάλων, ανέβηκε πάνω στο αυτοκίνητο, του βγάλανε τους επιδέσμους
και μας τον πήρανε, ήσαν εξαγριωμένοι και ούτε τους μιλήσαμε καθόλου.
Τους τραυματίες
τους πηγαίναμε στα νοσοκομεία, αλλά επειδή γεμίσανε τους βάζαμε και σε
εστιατόρια. Στα νοσοκομεία που τους πήγαμε ήσαν ανακατεμένοι, ζαχαριαδικοί και
αντιζαχαριαδικοί, μόλις γνωρίζανε ότι ο διπλανός τους ήταν αντίθετος αρχίζανε
πάλι το μάλωμα, ομάδες-ομάδες και γινότανε δεύτερος αγώνας. Μετά γίνανε
επιτροπές και πήγανε σε όλα τα νοσοκομεία και τα εστιατόρια και τους
ξεχωρίζανε, αλλού τους ζαχαριαδικούς και αλλού τους αντιζαχαριαδικούς.
Την άλλη μέρα οι
ζαχαριαδικοί ήσαν περισσότεροι και πηγαίνανε ομάδες-ομάδες στην πόλη και όπου
βρίσκανε αντίθετους, βριζόντουσαν μεταξύ τους και άρχιζε πάλι το ξυλοφόρτωμα.
Ένα μήνα φοβόντουσαν να κυκλοφορήσουνε στην πόλη γιατί δέρνανε οι μεν τους δε.
Όταν είδα που φθάσανε οι ζαχαριαδικοί στην 7η πολιτεία και μεγάλωσε η φασαρία,
έφυγα και πήγα στο δωμάτι που έμενα, δέκα (10) λεπτά μακριά από την πολιτεία.
Στην πολιτεία
δεν είχανε κρεββάτια για ύπνο και μου επιτρέψανε να πάω στο δωμάτιο που είχανε
οι δυο φίλοι μου ο Γιάννης ο Καρούλας και ο Σωκράτης Πολυζώης. Αυτοί δουλεύανε
στην ανοικοδόμηση και τους είχανε δώσει δωμάτιο σε μια πολυκατοικία. Είχε χώρο
και για τρίτο κρεββάτι και μου είπανε, ζήτησε από την καθοδήγηση να σου δώσουνε
ένα κρεββάτι και να έρθεις στο δωμάτιό μας.
Μου στείλανε
κρεββάτι η καθοδήγηση και έμενα και εγώ μαζί με τους φίλους μου, αυτοί στο
δωμάτιο ερχόντουσαν το Σαββατοκύριακο μόνον.
Το βράδυ που
γινότανε η φασαρία, πήγανε τα μέλη του κλιμακίου της Κ.Ε. του ΚΚΕ Βαϊνάς,
Φωκάς, Ακριτίδης και Ζυγούρης, τους οποίους είχε στείλει ο Ζαχαριάδης στην
Τασκένδη για να αντιμετωπίσουνε τα γεγονότα. Οι αντιζαχαριαδικοί τους
ξυλοφορτώσανε προτού προλάβουνε να μπούνε μέσα στα γραφεία. Επειδή ήσαν
στελέχη, μερικοί αντιζαχαριαδικοί φοβηθήκανε και τους φυγαδεύσανε. Υπήρχε μια
σύγχυση μεταξύ των συντρόφων γιατί έγινε αυτό τομάλωμα και δεν ξέρανε τι θα
γίνει και την επομένη.
Το ίδιο βράδυ
κατά τις 10 (δέκα) η ώρα ακούω έναν φίλο μου τον Γιάννη τον Λαδιά να μου
χτυπάει την πόρτα στην πολυκατοικία που έμενα, με τα άλλαπαιδιά, ήταν κι αυτός
γνωστός των παιδιών που είχανε το δωμάτιο, ήξερε ότι έμενα και εγώ. Μπάμπη
άνοιξε, είμαι με τον σ. Φωκά. Άνοιξα, μπήκανε μέσα και μου λέει: Θα βρεις ένα
ταξί και θα πας τον σ. Φωκά στο Γιαλανγκάτς στην 12η πολιτεία. Εγώ είχα ζήσει
τρία χρόνια εκεί και την ήξερα. Εντάξει του λέω μην ανησυχείς. Τον σ. Φωκά τον
είχανε χτυπήσει, είχε γρατσουνιές στο πρόσωπο με αίματα και του είχανε σχίσει
το πουκάμισο. Του πρόσφερα τις πρώτες βοήθειες, με οξυζενέ του καθάρισα το
πρόσωπο από τα μικροτραύματα. Του είπα να σας δώσω ένα πουκάμισο καθαρό, όχι
μου λέει ευχαριστώ. Έφτιαξα ένα τσάϊ και του πρόσφερα, τους είπα καθήστε εδώ,
εγώ θα βγω να βρω ένα ταξί. Στην Λεωφόρο περίμενα λίγο και βρήκα το ταξί. Πήγα
στο δωμάτιο και πήρα τον σ. Φωκά και πήγαμε στο Γιαλαγκάτς. ήταν πάνω από 10
χιλιόμετρα μακριά από την Τασκένδη.
Εκεί κοντά στην
12η πολιτεία υπήρχε μια Ντάτσια (εξοχικό κτίριο) για τους μεγάλους. Μένανε οι
επίσημοι Ρώσοι και ξένοι. Εκεί μένανε και οι Έλληνες. Τα ανώτερα στελέχη. Εγώ
έμεινα το βράδυ εκεί στην 12η πολιτεία, τα παιδιά τα γνώριζα γιατί είχα μείνει
3 χρόνια.__
Χαράλαμπος
Πετρούλιας, Η ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ Η ΖΩΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΗΝ ΤΑΣΚΕΝΔΗ (1949-1956),
Αθήνα 2012, σελ. 224-228
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου