«Τα πρώτα χρόνια, μέχρι
το 1953 πηγαίναμε πολύ καλά. (…) Στις 9 Μαρτίου 1953 πέθανε ο Στάλιν και μαζί
πέθανε και η δική μας χαρά και ευτυχία, παράλληλα και του σοβιετικού λαού. Τον
κλάψαμε πάρα πολύ όλοι (…). Όταν ανέλαβε ο Χρουστσώφ (…) άρχισαν οι
φραξιονιστικές γκρούπες παντού, μέσα και έξω. Στην Κομματική Οργάνωση Τασκένδης
ήταν τότε ο Αριστοτέλης Χατούρας (Αριανός). Αυτός ανέλαβε τη φραξιονιστική
γκρούπα μέσα στο κόμμα μας και επειδή είχε την υποστήριξη κατόρθωσε να διαλύσει
το κόμμα. (…) Το τι έκαναν ανάμεσά μας δεν λέγεται. (…) Είχαν διώξει κόσμο από
τις δουλιές τους. Στα ανώτερα σχολεία δεν μπορούσε να πάει κανένας, αν δεν το
ενέκρινε ο Χατούρας. Επίσης είχαν κάνει τραμπούκικες ομάδες, που δέρναν όποιον
μιλούσε κατά του Χατούρα. Αφού είδε η Κεντρική Επιτροπή ότι η κατάσταση είχε
φτάσει στο απροχώρητο, αποφάσισε την καθαίρεση της Κ.Ο.Τασκένδης.(…) κάναμε
συνελεύσεις όλες οι Κόβες και οι Κομ.Επιτροπές και βγάλαμε αντιπροσώπους για τη
συνδιάσκεψη της Τασκένδης που είχε προετοιμαστεί, για να ξεκαθαρίσουμε το
ζήτημα. Επενέβη όμως ο Χρουστσώφ και τα ακύρωσε όλα. Τότε πήραν τον Ζαχαριάδη
και δεν ξαναφάνηκε. Και οι χατουρικοί ξεσπάθωσαν εναντίον μας. Όμως παρόλες τις
φοβέρες, τις εξορίες και φυλακές, εμείς διατηρούσαμε την οργάνωση. Κάναμε
συνελεύσεις στα σπίτια, κάναμε τις γιορτές, πανηγύρια και χορούς κανονικά.
Γινόταν το 20ο Συνέδριο
και λέγαμε ίσως και πάρουν σωστές αποφάσεις. Γινόταν παράλληλα και το
δικαστήριο για τους δικούς μας που είχαν πάρει και τους φυλάκισαν σαν
πρωτοκινητές, που αργότερα τους στείλαν εξορία. Εμένα με διώξαν από τη δουλιά,
χωρίς κανένα αιτιολογικό και με είχαν για εξορία, αν δεν επέμενε μια καλή
γιατραίσσα που έπαιρνε μέρος στο συμβούλιό τους, που τους είπε, αυτός έχει τόσα
μωρά, ποιος θα τα κοιτάξει;(…) Περίπου το Μάη του 1956 έγινε η 6η ολομέλεια, με
τη βοήθεια του Ρουμάνου Γεωργ. Ντεζ. Είχε πάρει μέρος και ο Ζαχαριάδης, που
όταν μίλησε τους βούλωσε το στόμα όλους, με τα χειροπιαστά ντοκουμέντα που
είχε. Και δεν μπορούσε κανένας να αντιμιλήσει. Και τότες πήρε το λόγο ο
σοβιετικός αντιπρόσωπος Κοουσένεν, που τον είχε στείλει ο Χρουστσώφ και λέει
επί λέξει: Ο Νικολάι Νικολάιεβιτς, έτσι τον έλεγαν οι σοβιετικοί τον Ζαχαριάδη,
πρέπει να διαγραφεί από το Κόμμα. Από τότε τον Ζαχαριάδη τον στείλαν εξορία και
τον απομόνωσαν. Η απόφαση που πήραν ήταν διαγραφή όλης της οργάνωσης Τασκένδης
και γενικά όλου του Κόμματος και επαναδιοργάνωση.
Εμείς στην Τασκένδη ήμασταν περί τις 7,5 χιλιάδες και αυτοί ήταν μόνον
400-500 μέλη. Ούτε λίγο ούτε πολύ, διέγραψε η μειοψηφία την πλειοψηφία, πράγμα
απαράδεκτο απ’ το καταστατικό. Όμως, ποιος κοιτούσε καταστατικό, ότι λέει ο
μπάρμπας. Εμένα φαγώθηκαν οι μαύροι, ώσπου με βάλαν φυλακή. (…) Έτσι
συνεχίστηκε αυτή η φαγωμάρα ώσπου έφυγα. Τα παιδιά μας δεν μπορούσαν να παν σε
ανώτερα σχολεία, διότι δεν εγκρίναν οι δικοί μας. Με τις συντάξεις, με τις
δουλειές, γίνονταν ένα σωρό αδικίες και δεν μπορούσες να πεις τίποτα. Ώσπου
μαύρισαν τα μάτια μου και σηκώθηκα και έφυγα να μην τους βλέπω.(…)»
Πέτρος Μπόλτσης: «Αναμνήσεις απ’ τη ζωή κι απ’ τον Αγώνα», Αθήνα 1986
(σελ.67-75)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου