Ο Νίκος Ζαχαριάδης στο συνέδριο των σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων της Πολωνίας (1952).
Η σοσιαλδημοκρατική ηγεσία του «Κ»ΚΕ: μαχητική πρωτοπορία και σημαιοφόρος της εθνικιστικής αντίδρασης
Τον τελευταίο καιρό στα ΜΜΕ κυριάρχησε το περιερχόμενο των επιστολών προς την κυβέρνηση Καραμανλή και τους διεθνείς Οργανισμούς του υπεραντιδραστικού, προκλητικού και έξαλλου εθνικιστή-σοβινιστή Γκρούεφσκι –μαριονέτας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού – με τις γνωστές επεκτατικές βλέψεις σε βάρος της χώρας μας.
Όμως απουσιάζουν εντελώς και αποσιωπούνται συστηματικά δυο άλλα σημαντικά ζητήματα: 1. η απαγόρευση της επιστροφής στον τόπο τους των Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων και των οικογενειών τους, 2. η άρνηση της ύπαρξης Σλαβομακεδόνων στη Δυτική Μακεδονία, ζητήματα απέναντι στα οποία η κυρίαρχη αντιδραστική αστική τάξη και τα κόμματά της απ’ το ναζιφασιστικό ΛΑΟΣ, το μοναρχοφασιστικό κόμμα της ΝΔ, το μεγαλοαστικό ΠΑΣΟΚ ως τα σοσιαλδημοκρατικά («Κ»ΚΕ, κλπ.) κρατάνε εχθρική στάση, ακολουθώντας μια σοβινιστική πολιτική που κορυφώνεται συχνά σε εθνικιστικά παραληρήματα (ο ΣΥΝ πιο συγκρατημένος «τηρεί σιγή ιχθύος»).
Ασφαλώς οι επαναστάτες μαρξιστές γνωρίζουν ότι ο εθνικισμός, η θρησκεία και οι μειονότητες χρησιμοποιούνται απ’ τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για να προκαλούν προβλήματα σε μικρότερες χώρες, γι’ αυτό είναι κάθετα αντίθετοι με τέτοιες προσπάθειες, τις οποίες καταπολεμούν αποφασιστικά και χωρίς ταλαντεύσεις. Αλλά γνωρίζουν επίσης πολύ καλά και την καταπιεστική φασιστική πολιτική της άρχουσας αντιδραστικής αστικής τάξης απέναντι στις μειονότητες, καταπίεση που απ’ τη μια προκαλεί τη δικαιολογημένη αντίστασή τους, την οποία οι κομμουνιστές στηρίζουν ανεπιφύλακτα και συμπαραστέκονταιδραστήρια και μαχητικά στο δίκαιο αγώνα τους και απ’ την άλλη τους «σπρώχνει» στην αδικαιολόγητη αναζήτηση «βοήθειας»-στηριγμάτων σε διάφορες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, στάση που αποτελεί μελανό σημείο, μαύρη κηλίδα και ανεξίτηλο στίγμα στην ιστορία των αγώνων τους και την οποία οι κομμουνιστές είναι υποχρεωμένοι να καταδικάζουν (απ’ τις πιο πρόσφατες περιπτώσεις είναι η υποδοχή των αμερικανοΝΑΤΟικών ιμπεριαλιστών απ’ τους Αλβανούς του Κοσόβουκαι η υποδοχή των αμερικανο-αγγλικών κατοχικών στρατευμάτων απ’ τους Κούρδους του Ιράκ ως «σωτήρες» και «απελευθερωτές»).
Όλα αυτά βέβαια σε καμιά περίπτωση δε σημαίνουν ούτε επιτρέπουν να διαγράφεται η πραγματικότητα δηλ. να κηρύσσονται «ανύπαρκτες» – όπως πράττει η αστική τάξη και τα κόμματά της (μεταξύ των οποίων και η σοσιαλδημοκρατική ηγεσία των Φλωράκη-Παπαρηγα: «για το ΚΚΕ μακεδονική μειονότητα δεν υπάρχει», «Ρ» 16/9/1988, σελ. 3) – υπαρκτές μειονότητες και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Α. Ναεπιτραπεί ο ελεύθερος επαναπατρισμός των Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων και των οικογενειών τους. Όπως είναι γνωστό το θέμα του ελεύθερου και χωρίς όρους επαναπατρισμού των πολιτικών προσφύγων ρυθμίστηκε μόλις το 1982 (μετά μια ολόκληρη σχεδόν 35ετία απ’ τον Αύγουστο του ΄49) με «ΚΟΙΝΉ ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ (Αθήνα 29.12.1982, Αρθ.Πρωτ.106841) και «ΘΕΜΑ: ελεύθερος επαναπατρισμόςκαι απόδοση της Ελληνικής Ιθαγένειας στους πολιτικούς πρόσφυγες», απόφαση που φέρει την υπογραφή των τότε υπουργών Γιώργου Γεννηματά (Εσωτερικών) και Γιάννη Σκουλαρίκη (Δημόσιας Τάξης) και δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 1983/Β/1.
Σ’ αυτή την απόφαση αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι «μπορούν να επιστρέψουν στην Ελλάδα όλοι οιέ λ λ η ν ε ςτογ έ ν ο ς (υπογρ. δική μας), που κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου 1946-1949 και λόγω αυτού κατέφυγαν στην αλλοδαπή ως πολιτικοί πρόσφυγες έστω και αν αποστερήθηκαν της Ελληνικής Ιθαγένειας». Είναι φανερό πως με τη διατύπωση «έλληνες το γένος» της απόφασης αφήνονται έξω οι Σλαβομακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες δηλ. δεν τους επιτρέπεται και δεν «μπορούν να επιστρέψουν στην Ελλάδα»: τους απαγορεύεται να γυρίσουν στον τόπο που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και έζησαν, τόπο που υπεράσπισαν και έχυσαν ποτάμια αίμα για την απελευθέρωσή του από τους κατακτητές στα μαύρα χρόνια της ναζι-φασιστικής Κατοχής της χώρας.
Πρόκειται για ένα πρωτοφανές και μαζικού χαρακτήρα έγκλημα στην ιστορία του τόπου που διαπράχθηκε-διαπράττεται εκ μέρους της αντιδραστικής αστικής τάξης σε βάρος χιλιάδων Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων και των οικογενειών τους.
Μ’ αυτή την απόφαση η αστική τάξη εκδικήθηκε-εκδικείται τους Σλαβομακεδόνες με τον πιο σκληρό, βάναυσο και βάρβαρο τρόπο, περισσότερο βάρβαρο από εκείνον όταν έκοβε τα κεφάλια των ανταρτών του ΔΣΕ και τα περιέφερε στα χωριά και τις πόλεις προς κοινή θέα, βαρβαρότητα που οι νεότεροι γνωρίζουν μόνο απ’ τις μακάβριες φωτογραφίες που έχουν καταγράψει σε όλο της το μεγαλείο εκείνη τη μοναρχοφασιστική βαρβαρότητα: τους απαγορεύει να γυρίσουν στον τόπο που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και έζησαν, τον οποίο υπεράσπισαν και θυσίασαν τα πάντα για την απελευθέρωσή του από τους Ιταλούς, Γερμανούς και Βούλγαρους κατακτητές, στον τόπο που αγωνίστηκαν με το όπλο στο χέρι για να απαλλαγεί απ’ το μοναρχοφασισμό και απ’ την αγγλο-αμερικάνικη ιμπεριαλιστική εξάρτηση αλλά και την καπιταλιστική καταπίεση και εκμετάλλευση.
Φαίνεται πως η αντιδραστική αστική τάξη μισεί τους Σλαβομακεδόνες για την αντιφασιστική τους πάλη κατά των ξένων κατακτητών (ιταλών-γερμανών-βουλγάρων), όταν η ίδια συνεργάζονταν μαζί τους, και πολύ περισσότερο τους μισεί για την πάλη τους απ’ τις γραμμές του ΔΣΕ (1946-49) ενάντια στην ίδια, το μοναρχοφασισμό και τον αγγλο-αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Σε σχέση με την παραπάνω απαράδεκτη, από κάθε άποψη και για τις γνωστές πολιτικές σκοπιμότητες, και αδικαιολόγητη απόφαση επιβάλλεται να τεθεί και να απαντηθεί (σήμερα είναι δυνατή η απάντηση) το εξής καίριο και βασικό ερώτημα: είναι η απόφαση άρνησης-απαγόρευσης του επαναπατρισμού των Σκλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων έργο μόνο της μεγαλοαστικής κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ ή είναι έργο τουσ υ ν ό λ ο υ των κομμάτων της αντιδραστικής αστικής τάξης απ’ τα μεγαλοαστικά ως τα ρεβιζιονιστικά-σοσιαλδημοκρατικά κόμματα (παρά τις όποιες δημαγωγίες) δηλ. έργο «διακομματικής» συνεννοήσης-συμφωνίας; Πρόκειται προφανώς για το δεύτερο, όπως θα φανεί αμέσως παρακάτω.
Σχετικά μ’ αυτό το ζήτημα ο επίτιμος πρόεδρος του μοναρχοφασιστικού κόμματος της ΝΔ είναι αποκαλυπτικότατος. Ο Κ. Μητσοτάκης στον πρόλογο του βιβλίου του Θ. Σκυλακάκη με τίτλο «Στο όνομα της Μακεδονίας» (1995) γράφει ότι «οι σλαβικής συνειδήσεως πολίτες που είχαν πολεμήσει στο πλευρό των κομμουνιστών, έφυγαν μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου» και πληροφορεί ότι «όλα τα ελληνικά κόμματα (συμπεριλαμβανομένου και του ορθόδοξου Κομμουνιστικού Κόμματος) έχουν εδώ και πολλά χρόνιασ υ μ φ ω ν ή σ ε ι(υπογρ. δική μας) ότι δεν πρόκειται να ξαναγυρίσουν» (Θ.Σκυλακάκης: «Στο όνομα της Μακεδονίας», σελ. 3, «Ελληνική ευρωεκδοτική», Αθήνα 1995).
Στη συνέχεια πληροφορεί-αποκαλύπτει ότι το ζήτημα των Σλαβομακεδόνων είχε συζητηθεί μεταξύ τους ήδη κατά τη διάρκεια της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας και είχε από τότε συμφωνηθεί να μη επιτραπεί η επιστροφή των Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων στην Ελλάδα: «συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, όταν συνεργαζόμουν στενά με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, είχα συζητήσει το πρόβλημα, στα πλαίσια της ευρύτερης συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων, με την ελληνική αριστερά και είχαμε συμφωνήσει ότι μεταδικτατορικά θα υπήρχε αναγνώριση του «Κ»ΚΕ και επιστροφή όλων των πολιτικών προσφύγων με τηνε ξ α ί ρ ε σ η (υπογρ. δική μας) των Σλαβομακεδόνων» (Θ.Σκυλακάκης: «Στο όνομα της Μακεδονίας», σελ. 4, «Ελληνική ευρωεκδοτική», Αθήνα 1995).
Με τα παραπάνω ο Μητσοτάκης αποκαλύπτει ότι υπήρχε ήδη απ’ την εποχή της φασιστικής δικτατορίας διακομματική μυστική ΣΥΜΦΩΝΙΑ μεταξύ των αστών πολιτικών και της ηγεσίας του «Κ»ΚΕ να μην επιτραπεί η επιστροφή των Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων στην Ελλάδα.
Πέρα απ’ την αποκαλυπτικότατη ομολογία του Μητσοτάκη, η ύπαρξη ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ επιβεβαιώνεται και απ’ τα παρακάτω:
πρώτο, η ηγεσία του «Κ»ΚΕ δεν διέψευσε ποτέ τη συγκεκριμένη αποκάλυψη-ομολογία του Κ.Μητσοτάκη περί ύπαρξης ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ,
δεύτερο, η ηγεσία του «Κ»ΚΕ δεν αντέδρασε ποτέ σθεναρά στο μεγάλο έγκλημα που διαπράχθηκε σε βάρος των Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων. Η «αντίδρασή» της υπήρξε χλιαρότατη ως ανύπαρκτη, μια δημαγωγική αντίδραση για τα «μάτια του κόσμου» για ν’ αποφύγει το πολιτικό κόστος και να «σκεπάσει»-αποκρύψει την προδοσία της,
τρίτο, δεν αγωνίστηκε ποτέ ως τα σήμερα για την επιστροφή των Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων στον τόπο τους, γι’ αυτό απέφυγε-αποφεύγει συστηματικά το ζήτημα,
τέταρτο, δεν ανακίνησε ούτε έθεσε ποτέ το θέμα στη Βουλή,
πέμπτο, δεν το έθεσε ούτε καν όταν συμμετείχε στην αντιδραστική κυβέρνηση Τζανετάκη (ΝΔ-«Κ»ΚΕ-ΣΥΝ) σε συνεργασία με το μοναρχοφασιστικό κόμμα της ΝΔ ούτε στη διαβόητη «οικουμενική» του Ξ. Ζολώτα (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-«Κ»ΚΕ-ΣΥΝ),
έκτο, ούτε οι Οργανώσεις των πολιτικών προσφύγων (ΠΑΣΟΚ-«Κ»ΚΕ-ΣΥΝ) έθεσαν το θέμα της επιστροφής στην Ελλάδα των Σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων και πολύ περισσότερο δεν αγωνίστηκαν γι’ αυτό,
έβδομο, στους Σλαβομακεδόνες πολιτικούς πρόσφυγες όχι μόνο δεν επιτράπηκε η επιστροφή τους στην πατρίδα με την «ΚΟΙΝΉ ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ (Αθήνα 29.12.1982, Αρθ.Πρωτ.106841), αλλά και η κυβέρνηση Τζανετάκη (ΝΔ-«Κ»ΚΕ-ΣΥΝ) τους εξαίρεσε από τα ευεργετήματα της διαβόητης «εθνικής συμφιλίωσης» και της οριστικής «άρσης των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου», ενώ ο Χ. Φλωράκης την ίδια περίοδο το μόνο που βρήκε να πει (κι’ αυτό για δημαγωγικούς λόγους) ήταν ότι η διατύπωση του ΄82 «στερεί το δικαίωμα του επαναπατρισμού γιατί είναι άλλης καταγωγής» σε «ένα ορισμένο αριθμό ελλήνων πολιτικών προσφύγων» χωρίς να τολμήσει να αναφέρει ούτε καν τη λέξη «Σλαβομακεδόνες», αφού κατ’ αυτόν, όπως και για το φίλο τουΚ. Μητσοτάκη, «μακεδονική μειονότητα δεν υπάρχει» (Σεπτέμβρης 1988),
όχδοο,η σοσιαλδημοκρατική ηγεσία του «Κ»ΚΕ όχι μόνο πρόδωσε τους Σλαβομακεδόνες πολιτικούς πρόσφυγες, συμφωνώντας με τους αντιδραστικούς αστούς πολιτικούς να μην επιστρέψουν στον τόπο τους αλλά έφτασε στο πλέον απροχώρητο σημείο: την άρνηση ύπαρξης Σλαβομακεδόνων στη Δυτική Μακεδονία: «για το «Κ»ΚΕ μακεδονική μειονότητα δεν υπάρχει» (Δήλωση Φλωράκη: «Ρ» 16/9/1988, σελ.3), μια δήλωση επαίσχυντη και προδοτική που δικαιολογημένα επαινέθηκε κατά κόρον απ’ την ντόπια αντίδραση.
Μια δήλωση που κατά πρώτο επιβεβαιώνει την ύπαρξη ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ μεταξύ των αστών πολιτικών και της σοσιαλδημοκρατικής ηγεσίας του «Κ»ΚΕ να απαγορευτεί η επιστροφή των Σλαβομακεδόνων προσφύγων στην Ελλάδα, όπως και έγινε, και κατά δεύτερο προχωρεί πολύ παραπέρα: υιοθετεί το χοντροκομμένο ψεύδος της αντιδραστικής αστικής τάξης ότι δεν υπάρχουν σήμερα Σλαβομακεδόνες στη Δυτική Μακεδονία, ευθυγραμμιζόμενη έτσι πλήρως με την εθνικιστική αντίδραση και προπαγανδίζοντας και αυτή τον μετά το 1950 αστικό μύθο περί «ανυπαρξίας» Σλαβομακεδόνων στη Δυτική Μακεδονία.
Και ύστερα, μετά τη διπλή προδοσία της σοσιαλδημοκρατικής ηγεσίας του «Κ»ΚΕ δηλ. α. τη συμφωνία της ηγεσίας του «Κ»ΚΕ με τα κόμματα της αστικής τάξης να μην επιστρέψουν οι Σλαβομακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες, β. την άρνηση της ύπαρξης σλαβομακεδόνικης μειονότητας στη Δυτική Μακεδονία , έχει το απύθμενο θράσος ο «Ριζοσπάστης» να επιδίδεται σε προκλητικότατες αθλιότητες, πιάνοντας στο στόμα του την επαναστάτρια ηρωίδα Σλαβομακεδόνισσα δασκάλα Μίρκα Γκίνοβα*, μέλος του σταλινικού-ζαχαριαδικού ΚΚΕ 1918-55, που εκτέλεσαν οι μοναρχοφασίστες στις 26 Ιούλη 1946, με τη δημοσίευση δημαγωγικού αρθρίδιου του τύπου «Μίρκα τους ακούς;» («Ρ» 20/4/2008, σελ. 15), για να «αντικρούσει» δήθεν το διαβόητο «Ουράνιο Τόξο», που το μόνο που «ξέρει» είναι να ψάχνει για νέα «αφεντικά» και ιμπεριαλιστές «προστάτες» στο πρόσωπο του αμερικανού πρόξενου της Θεσσαλονίκης, Τζαιμς Μπλαντφορντ, που τον υποδέχθηκε, πριν μια και πλέον 15ετία, στα τέλη Αυγούστου του 1992. Μα αν είχε ζήσει η Μίρκα και είχε βρεθεί στην πολιτική προσφυγιά δεν θα μπορούσε να γυρίσει στον τόπο της και τελικά θ’ άφηνε κι’ αυτή τα κόκκαλά της στην ξενιτιά, όπως τ’ άφησαν χιλιάδες Σλαβομακεδόνες μεταξύ των οποίων και σλαβομακεδόνικα ηγετικά στελέχη του ΔΣΕ, ο Δημήτρης Πρίκος (διοικητής ταξιαρχίας) και τελευταία ο Παντελής Βαϊνάς (διοικητής μεραρχίας).
Β. η ύπαρξη Σλαβομακεδόνων στη ΔυτικήΜακεδονία. Παλιότερα και ως το 1945-46 η μοναρχοφασιστική αντίδραση του τόπου ήταν υποχρεωμένη να αναγνωρίζει εν μέρει την ύπαρξη έστω μερικών δεκάδων χιλιάδων Σλαβομακεδόνων τους οποίους καταπίεσε με τον πιο βάρβαρο τρόπο (δεν αφορά εδώ) αλλά έδινε πάντα ένα πολύ μικρότερο αριθμό σε σχέση με τον πραγματικό αριθμό τους (περίπου κατά 2/3 μικρότερο), ενώ από το 1950 άρχισε να την αμφισβητεί με διάφορους τρόπους για να φτάσει τις τελευταίες δεκαετίας και σήμερα στο σημείο να αμφισβητεί εντελώς την ύπαρξή τους – μύθος που προπαγανδίζετε απ’ όλα τα κόμματα της αστικής τάξης απ’ τη ΝΔ, ΛΑΟΣ, ΠΑΣΟΚ ως το σοσιαλδημοκρατικό «Κ»ΚΕ (ο ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγει να τοποθετηθεί καθαρά).
Ο «Ριζοσπάστης» τον Ιούλη του 1945, σε άρθρο με τίτλο «η αλήθεια για τους Σλαβομακεδόνες» απαντώντας στους ισχυρισμούς-δηλώσεις του τότε υφυπουργού Τύπου Διονύσιου Ζακυνθηνού ότι τάχα δεν υπήρχε «εθνική μειονότης» και ότι «οι ομιλούντες το Σλαβομακεδονικόν ιδίωμα» φτάνουν τους 82 χιλιάδες, υπολόγιζε ότι «145-150.000 είναι Σλαβομακεδόνες» («Ρ» 8/7/1945)**, ενώ το Γενάρη του άλλου χρόνου ο Σόλων Γρηγοριάδης σε άρθρο του με τίτλο «ο άγριος διωγμός τον Σλαβομακεδόνων» τους υπολόγισε σε 180.000 («Ρ» 13/1/1946), η δε «Λαϊκή Φωνή» (12/4/1946), όργανο του Μακεδονικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΚΕ, τους υπολόγισε σε 180.000-200.000.
Κατά τη διάρκεια του δεύτερου αντάρτικου (1946-49) χιλιάδες Σλαβομακεδόνες πήραν μαζικά μέρος στην ένοπλη πάλη του ΔΣΕ και πολέμησαν ηρωικά ενάντια στον ντόπιο μοναρχοφασισμό και τον αγγλο-αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, γεγονός που πολλαπλασίασε το ταξικό μίσος της ντόπιας αντίδρασης εναντίον τους, μίσος που διατηρείται άσβεστο ως τις μέρες μας. Απ’ τους επιζήσαντες ένα μέρος πέρασε στις τότε Λαϊκές Δημοκρατίες, ένα άλλο βρέθηκε στις φυλακές και τις εξορίες και το υπόλοιπο ζούσε στα μέρη του.
Την καταπιεστική φασιστική πολιτική των μοναρχοφασιστικών κυβερνήσεων απέναντι στους Σλαβομακεδόνες μετά το 1950 μας δίνει σύντομα το ηρωικό μας κόμμα, το ΚΚΕ, μ’ επικεφαλήςτο Νίκο Ζαχαριάδης: «οι εθνικές μειονότητες και πρωτ’ απ’ όλα οι σλαβομακεδόνες βρίσκονται σε εξοντωτικό διωγμό. Απαγόρευση του δικαιώματος να λέγονται σλαβομακεδόνες, απαγόρευση της χρήσης της μητρικής τους γλώσσας, στέρηση κάθε, ακόμα και του πιο στοιχειώδικου, εθνικού δικαιώματος, βίαιος εξελληνισμός, ταπεινώσεις, εξευτελισμοί, φυλακίσεις, εξορίες, δολοφονίες, καλλιέργεια του σωβινισμού και του φυλετικού μίσους – αυτή είναι η πολιτική των μοναρχοφασιστικών κυβερνήσεων απέναντι στους σλαβομακεδόνες, με αποκορύφωμα το βάρβαρο ξερίζωμα που εφαρμόζει ο Παπάγος με βάση το νόμο 2536 της 4/8/53 «περί επανεποικισμού των παραμεθορίων περιοχών», με σκοπό την εθνική και φυσική εξόντωση του σλαβομακεδόνικου λαού» («Πρόγραμμα του ΚΚΕ (Σχέδιο)», σελ. 55, Μάρτης 1954, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, εκδοτικό «Νέα Ελλάδα»).
Εντελώς διαφορετική ήταν η κατάσταση για τους Σλαβομακεδόνες στις τότε Λαϊκές Δημοκρατίες. Πέρα απ’ την απαλλαγή τους απ’ την εκμετάλλευσηανθρώπου από άνθρωπο, δουλειάς, ασφάλισης, δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, δωρεάν παιδείας, κλπ. είχαν τη γλώσσα τους και το κόμμα φρόντισε να τυπωθούν στα σλαβομακεδόνικα αναγνωστικά του Δημοτικού διαφόρων τάξεων (όπως αυτό της φωτοτυπίας) και άλλα βιβλία: «στον τομέα των ιδιαίτερων δικών μας εθνικών ζητημάτων έγινε αρκετή δουλιά. Εξασφαλίστηκαν δυνατότητες για την εθνική μας ανάπτυξη. Η πλειοψηφία των μακεδόνων έμαθε να γράφει και να διαβάζει μακεδόνικα. Λειτουργούν σχολειά στη μακεδονική γλώσσα. Σ’ όλες τις χώρες που ζουν σλαβομακεδόνες, στις εφημερίδες των πολιτικών προσφύγων υπάρχουν μακεδόνικες σελίδες.
Για την ανάπτυξη ακόμα της γλώσσας και την κάλυψη των αναγκών, ιδρύθηκε εκδοτικό τμήμα στα μακεδόνικα, που έκανε εκδόσεις σε 60.000 αντίτυπα διαφόρων βιβλίων, και που έχει στο πλάνο το 1952 να εκδόσει 4.000 σελίδες. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά στην ιστορία μας.
Επίσης έγινε αρχή στην εκπολιτιστική δουλιά στους σλαβομακεδόνες σ’ όλες τις χώρες (τραγούδια, χοροί, θέατρα, κλπ.)» («Εισήγηση του Παντελή Βαϊνά στο πρώτο Συνέδριο της Οργάνωσης «ΗΛΙΝΤΕΝ», Απρίλης 1952: οι αγώνες του σλαβομακεδόνικου λαού για απελευθέρωση, σελ. 35, Ιούλης 1952, εκδοτικό «Νέα Ελλάδα»).
Η τελευταία επίσημη «απογραφή του 1951 εμφανίζει 40.000 περίπου σλαβόφωνους» (Κ.Τσιτσελίκης / Δ.Χριστόπουλος: «το μειονοτικό φαινόμενο στην Ελλάδα», σελ. 376, Αθήνα 1997), απογραφή προφανώς αναξιόπιστη γιατί δίνει σκόπιμα κατά πολύ μικρότερο αριθμό απ’ τον πραγματικό, όπως και η προαναφερθείσα δήλωση Ζακυνθηνού το 1945. Περισσότερο πλησιάζουν την πραγματικότητα (παρά τις επιφυλάξεις) οι μυστικές εκτιμήσεις του Υπουργείου Εξωτερικών (Δ.Μπίτσιος-Ε.Κωφός) που υπολογίζουν τον αριθμό των Σλαβομακεδόνων δηλ. τους «σλαβόφωνους», όπως τους χαρακτηρίζει-αναφέρεται σε άκρως απόρρητη έκθεση, σε 130-150.000, («50.000 σλαβόφωνοι ζούν στο ν. Φλωρίνης, 45.000 στο ν. Πέλλης και 40.000 στο ν. Καστοριάς»: Τ.Κωστόπουλος: «η απαγορευμένη γλώσσα», σελ. 223, Αθήνα 2000). Ο αριθμός αυτός πλησιάζει τις παλιότερες (1945-46) εκτιμήσεις του «Ριζοσπάστη».
Όμως παρόλα αυτά στη μεταπολίτευση η αστική τάξη, δια στόματος Μητσοτάκη, αμφισβήτησε εντελώς την ύπαρξη σλαβομακεδονικής μειονότητας: «τέτοια μειονότητα, μετά το 1950, είναι πράγματι βέβαιο ότι δεν υπάρχει στη χώρα μας» (Θ.Σκυλακάκης: «Στο όνομα της Μακεδονίας», σελ. 3, «Ελληνική ευρωεκδοτική», Αθήνα 1995), διαγράφοντας αυθαίρετα και εξαφανίζοντας ακόμα και τις «40.000 περίπου σλαβόφωνους» της «απογραφής του 1951».
Και γιατί δεν υπάρχει σήμερα σλαβομακεδονική μειονότητα κατά το Μητσοτάκη, επειδή για «μένα το πρόβλημα», όπως λέει-γράφει, «ήταν να μη δημιουργηθεί ένα δεύτερο μειονοτικό πρόβλημα στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας» (Θ.Σκυλακάκης: «Στο όνομα της Μακεδονίας», σελ. 3, «Ελληνική ευρωεκδοτική», Αθήνα 1995). Και για να μην υπάρχει πρόβλημα «σλαβομακεδονικής μειονότητας», εξαφανίζονται, δια της Μητσοτάκειας «μαγικής ράβδου», οι Σλαβομακεδόνες απ’ τη Δυτική Μακεδονία, για ν’ ακολουθήσει αργότερα ο σοσιαλδημοκράτης Χ. Φλωράκης.
Αλλά πριν η ηγετική ομάδα των Φλωράκη-Παπαρήγα υιοθετήσει ευθέως τη θέση-μύθο της αντιδραστικής αστικής τάξης είναι γνωστό ότι οι μετά το ΄56 χρουστσοφικές ηγεσίες του σοσιαλδημοκρατικού «Κ»ΚΕ διαπίστωναν-δέχονταν την ύπαρξη σλαβομακεδόνικης μειονότητας: «η 7η Ολομέλεια διακηρύττει για άλλη μια φορά ότι παλαίβοντας για τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων και ξεκινώντας από την πραγματικότητα που διαμορφώθηκε στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια, το ΚΚΕ αγωνίζεται για το δικαίωμα τηςι σ ο τ ι μ ί α ςτ ω νσ λ α β ο μ α κ ε δ ό ν ω ν, που κατοικούν στην Ελλάδα» («Νέος Κόσμος», 3/1957 και «Σαράντα χρόνια του ΚΚΕ 1918-1958», σελ. 669, 1958, «πολιτικές και λογοτεχνικές εκδόσεις»).
Όμως το 1988, 30 και πλέον χρόνια μετά την 7η Ολομέλεια (1957) του «Κ»ΚΕ, οι Σλαβομακεδόνες «εξαφανίζονται» δια της Μητσοτακο-Φλωράκειας «μαγικής ράβδου»: «για το ΚΚΕ μακεδονική μειονότητα δεν υπάρχει» («Ρ» 16/9/1988, σελ. 3) – δήλωση επαίσχυντη και προδοτική που δικαιολογημένα έτυχε όχι απλά ευμενούς αλλά θριαμβευτικότατηςυποδοχής στο χώρο της ντόπιας εθνικιστικής μοναρχοφασιστικής αντίδρασης (δηλώσεις ηγετικών στελεχών της ΝΔ και Γ. Μαρίνος: «επι τέλους πήρε θέση και ο κ. Φλωράκης!», «Οικονομικός Ταχυδρόμος» 13/10/1988, σελ. 4 καιΝ.Μάρτης: «ο κ. Φλωράκης και τα Σκόπια», «Βήμα», 9/10/1988, κλπ. κλπ.).
Από τότε, και σε κάθε ευκαιρία, επαναλαμβάνει την ίδια δήλωση-μύθο και η σοσιαλδημοκράτισσα Παπαρήγα για να περάσει «ξαφνικά» σε μια νέα φάση στα μέσα Απρίλη του 2008: εκείνη της μαχητικής πρωτοπορίας και της σημαιοφόρου της εθνικιστικής αντίδρασης, παίρνοντας τη σκυτάλη απ’ το ναζι-φασιστικό ΛΑΟΣ, το μοναρχοφασιστικό κόμμα της ΝΔ, τους Παπαθεμεληδο-Ανθιμους, τους εθνικιστές του ΠΑΣΟΚ, κλπ.. Σηκώνει «ολομόναχη» τη σημαία του αντιδραστικού αστικού εθνικισμού στη Βουλή («Ρ» 11/4/2008, σελ. 9) για τις «ανύπαρκτες» μειονότητες στην Ελλάδα, κρούει, μαζί με τη Λ. Κανέλλη, τον κώδωνα του κινδύνου για τη χώρα και μεταφέρει τη σημαία του αστικού εθνικισμού στην Ευρωβουλή με τη διαβόητη «ανοιχτή επιστολή» των ευρωβουλευτών της (Δ. Μανωλάκου, Θ. Παφίλης, Γ. Τούσσας) «προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τους προέδρους των Πολιτικών Ομάδων και όλους τους Ευρωβουλευτές», που καλούν να μη «δημιουργηθεί θέμα «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα» ((«Ρ» 12/4/2008, σελ. 3) – μια εθνικιστική εκστρατεία, στο όνομα βέβαια των ιμπεριαλιστικών κινδύνων για τη χώρα, που κράτησε ολόκληρο τον Απρίλη με ολοσέλιδα άρθρα στο «Ριζοσπάστη» και που επανέρχεται κάθε λίγο και λιγάκι.
Έτσι, λοιπόν, λύθηκε και το «μεγάλο αίνιγμα», γιατί η σοσιαλδημοκρατική ηγεσία του «Κ»ΚΕ εγκατέλειψε τη θέση ύπαρξης σλαβομακεδόνικης μειονότητας και γιατί συμφώνησε με τους Καραμανληδο-Μητσοτάκηδες-Παπανδρέηδες κλπ. να απαγορευτεί στους Σλαβομακεδόνες να γυρίσουν στα σπίτια τους: οι σλαβομακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες, πρώην αντάρτες του ΕΛΑΣ και του ένδοξου ΔΣΕ, «μεταμορφώθηκαν» φαίνεται σε «πράκτορες» του διεθνούς ιμπεριαλισμού απ’ τους οποίους σήμερα «κινδυνεύει» η Ελλάδα. Άτυχε Σλαβομακεδόνα, δοξασμένε στα πεδία των μαχών κατά των κατακτητών, του ντόπιου μοναρχοφασισμού και του αγγλο-αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, αγωνιστή Παντελή Βαϊνά (διοικητή μεραρχίας του ΔΣΕ), με την τραγική σου πορεία, που στήριξες το προδοτικό ρεύμα του χρουστσοφικού ρεβιζιονισμού, βοηθώντας έτσι ν’ αφήσεις και ο ίδιος, μόλις πρόσφατα, τα κόκκαλά σου, όπως και χιλιάδες Σλαβομακεδόνες σε διάφορες χώρες, στη γειτονική Βουλγαρία.
*«ΓΚΙΝΟΒΑ ΜΙΡΚΑ, (Γκίνη Είρήνη). Γεννήθηκε στο χωριό Ρουσίλοβο Έδεσσας, το 1923. Δασκάλα. Η σλαβομακεδόνισσα ηρωίδα του λαϊκού μας κινήματος. Από το 1942 δούλευε παράνομα στο χωριό της. Το 1943 κατατάχτηκε στον ΕΛΑΣ και δούλευε σαν στέλεχος της ΕΠΟΝ. Μετά την απελευθέρωση οι μεταβαρκιζιανές κυβερνήσεις καταδίωξαν την αγωνίστρια Γκίνη μαζί με άλλους πατριώτες. Πέρασε στην παρανομία. Το καλοκαίρι του 1946 η Ε. Γκίνη κυκλώθηκε μαζί με 6 άλλους αγωνιστές στο δάσος της Έδεσσας από 200 χωροφύλακες και μαυροσκούφηδες. Από τους 7 μόνο η Γκίνη είχε πιστόλι. Αμύνθηκε ώσπου τέλειωσαν οι σφαίρες της. Πιάστηκε και ύστερα από απερίγραπτα βασανιστήρια εκτελέστηκε στις 26 Ιούλη 1946 στα Γιανιτσά. Για τον ηρωικό θανατό της το μοναρχοφασιστικό ανακοινωθέν έγραφε: «… Οι επτά εκτελεσθέντες αντίκρυσαν ψυχραίμως το εκτελεστικόν απόσπασμα και δεν εδέχθησαν να δεθούν οι οφθαλμοί των. Περισσοτέραν ψυχραιμίαν επέδειχαν η νηπιαγωγός Ειρήνη Γκίνη, οι οποία έψαλλε τον ύμνο της διεθνούς και εκραύγαζεν υπέρ του ΚΚΕ»». («Ήρωες και μάρτυρες του αγώνα», 1952, «Νέα Ελλάδα»).
** «Ριζοσπάστης»( 8/7/1945): «δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρχει καμία αμφισβήτηση, ότι η μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής Μακεδονίας αποτελείται από Έλληνες. Θα ήταν εκτός τόπου και χρόνου όποιος διϊσχυριζόταν σήμερα το αντίθετο. Από τους 1.700.000 κατοίκους της Μακεδονίας περίπου, 145-150.000 είναι Σλαβομακεδόνες.
Οι Σλαβομακεδόνες έχουν τη δική τους γλώσσα, που μοιάζει με τη βουλγαρική, όπως όλες οι σλαβικές γλώσσες, αλλά έχει και σοβαρές διαφορές απ’ αυτή. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι μοιάζει περισσότερο με το ιδίωμα των Σλαβομακεδόνων της Νότιας Γιουγκοσλαβίας. Έχουν τα δικά τους ήθη και έθιμα, τις παραδόσεις και τα τραγούδια τους, που μοιάζουν με τα ήθη, έθιμα και τραγούδια των Σλαβομακεδόνων της Γιουγκοσλαβίας. Έχουν επίσης ιστορία και εθνική συνείδηση αρκετά αναπτυγμένη. Η εθνότητα αυτή ανάπτυξε και διαμόρφωσε την εθνική της συνείδηση μέσα στους κόλπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας».